Selected tags

Further tags

Μάγκικη συντόμευση του για στάσου ρε.

Συναντάται σε παλιές ελληνικές ταινίες αλλά και σήμερα είναι ευρέως διαδεδομένο. Λέγεται συνήθως όταν κάποιος από μια παρέα πάει να φύγει κάπως απρόσμενα.

- Λοιπόν παίδες εγώ τηγκανά έχω δουλίτσα!
- Εεεε.. για στα ρε! Πού πας έτσι στα καλά καθούμενα;

Got a better definition? Add it!

Published

Ο απόλυτος εγωισμός.

Της ψωλής μας ο χαβάς ανασταλτικός παράγων για την πρόοδο της κοινωνίας. (παλιό αναρχικό σύνθημα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αερολογίες, κάτι το ανύπαρκτο που μας το αναφέρουν μόνο για να δημιουργήσουν εντυπώσεις.

- Με την Κάτια πώς πάει;
- Άσε με τώρα... Τέρμα, δεν μπορώ άλλο. Άρχισε πάλι να μου λέει για την οικογενειακή περιουσία που είχαν και που την έχασαν και πράσιν' άλογα. Έφριξα άσχημα.

Πράσινο άλογο κατά την ημέρα του αγίου Πατρικίου στην Ιρλανδία (από Khan, 16/03/15)Το ίδιο. (από Khan, 16/03/15)

Βλ. και πράσινα άλογα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως λέμε βαράω μύγες.

-Το μαγαζί του Παπαδόπουλου δεν πάει καλά, θα κλείσει, βαράει νταρβύρα!

Got a better definition? Add it!

Published

Οι όρχεις, το ανδρικό μόριο.

Θα σου γαμήσω τα πρέκια...

(από Galadriel, 28/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published

Σπάω τα νεύρα.

Ήρθε να μου σπάσει το καυλί με τις μαλακίες της και έφυγε χαρούμενη λες και δεν τρέχει τίποτα. Τι να πω, με αυτή τη γυναίκα τα έχω χάσει τελείως...

Δες επίσης και σπάστης, σπασαρχίδης,o, σπασικαύλιος / σπασικάβλιος, ο,

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα χρειάζομαι.

Ήταν πολύ γερό το τρακάρισμα... Τα είδα όλα... Ευτυχώς τελικά δεν έπαθα τίποτα...

(από jesus, 08/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γίνομαι χάλια. Επίσης λέμε και γίνομαι κωλοτρυπίδια.
1. λερώνομαι
2. τσακώνομαι
3. σμπαραλιάζομαι ψυχικά
4. μεθάω

  1. Χθες που έριξε νεροποντή δεν είχα ομπρέλα μαζί μου και έγινα κώλος.

  2. Τσακωθήκαμε άσχημα, γίναμε κώλος.

  3. Αρκεί μια κουβέντα της και γίνομαι κώλος / κωλοτρυπίδια...

  4. Χθες ο Μπάμπης χώρισε και το βράδυ πήγε και τα ήπιε και έγινε κώλος / κωλοτρυπίδια...

Got a better definition? Add it!

Published

Με τίποτα, σε καμία περίπτωση.

- Θα έρθεις για κάμπινγκ το καλοκαίρι ρε μαλάκα;
- Μέσα στη λάσπη και τη βρώμα; Με την καμία όμως!

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Στη φράση τα χαλάω με κάποιον: παύω τη σχέση μου (ερωτική, επαγγελματική) με κάποιον. Αντώνυμο: τα φτιάχνω.

  2. Στεναχωρώ. Ειδικότερα στην παθητική φωνή, χαλιέμαι: επηρεάζομαι αρνητικά απο ποτό/ουσίες. Δες και δεν σε χάλασε (καθόλου).

  3. Σκοτώνω (αργκό που μαθαίνουμε από παλιό καλό ελληνικό κινηματογράφο).

1.- Καλά ρε μαλάκα, τα χάλασες με την Πιπίτσα;
- Ε δεν πήγαινε άλλο με το μπίρι-μπίρι της. Σαν να τά 'χα με τη θειά μου ήταν.

  1. ΚΟΥΛΗΣ (παίρνει τον γάρο, τραβάει μια τζούρα, μιλάει μέσα απ'τον καπνό): Εγώ πάντως ρε σεις, ειλικρινά, χαλάστηκα πολύ που πέθαν' ο Χριστόδουλος να 'ούμε...
    ΤΟΥΛΗΣ: Σ' το 'πα ρε ζοβιόλη, κόφτο να 'ούμε... Αφού σε χαλάει, δεν το βλέπεις...;

  2. Πού πας μονάχος σου ωρε Παναή; Θα σε χαλάσουνε!

(από poniroskylo, 18/04/08)(από Galadriel, 12/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified