Το μπορέλι από το γνωστό παίχτη του Παναθηναϊκού. Σημαίνει μπορεί, αλλά χρησιμοποιείται για την αντίθετη ακριβώς έννοια, δηλαδή ότι δεν παίζει, αποκλείεται, με καμία δύναμη.
- Τσακίσου φέρε μου τσιγάρα απ' το περίπτερο.
- Και μπορέλι...
Το μπορέλι από το γνωστό παίχτη του Παναθηναϊκού. Σημαίνει μπορεί, αλλά χρησιμοποιείται για την αντίθετη ακριβώς έννοια, δηλαδή ότι δεν παίζει, αποκλείεται, με καμία δύναμη.
- Τσακίσου φέρε μου τσιγάρα απ' το περίπτερο.
- Και μπορέλι...
Got a better definition? Add it!
Η παρτόλα, η γυναίκα που πάει με όλους.
Η Σούλα είναι σαν το ποδήλατο του χωριού: όλοι το έχουν πάρει μια βόλτα...
Βλ. και ψωλοκρεμάστρα, πασαγαμιόλα
Got a better definition? Add it!
Η χάλια κατάσταση ενός αντικειμένου ή ατόμου.
Η σερβιτόρα παραπάτησε και μου 'φερε το δίσκο στο κεφάλι και μ' έκανε μουνί καπέλο! Η καριόλα...!
Δες και καπέλο.
Got a better definition? Add it!
Τα φιλιά στα μάγουλα που ανταλάσσονται όταν συναντάμε κάποιον.
(www.red-dna.com) Κοίταξε προς την πλευρά από την οποία ερχόταν ο ήχος από τα «μάτσα, μούτσα» και ανατρίχιασε. Ένα ζευγάρι ανδρών φιλιόταν.
(www.elliniko-fenomeno.gr) Τα μάτσα - μούτσα και τα χουφτώματα «δήθεν» φιλικά στην εκπομπή, ήταν σήμα κατατεθέν.
Περί φιλιού: γαλλικό φιλί, γλωσσίδι, γλωσσόφιλο, κυνοδοντόφιλο, μάκια, μάτσα μούτσα, μουτς, μπαγαποντολειχία, πιπιλιά, τριπλογλώσσι, φάκια, φιδάκια, φιλάκι;, φιλάκια φιλικωτά, φιλάκιας, φιλί της ζωής, Φιλοπίππου, φιλώ, χυσόφιλο, χχχ.
Got a better definition? Add it!
Συγχώνευση των λέξεων Ας + (πού)μ(ε) = Ασμ
- Και τώρα εσύ τι γουστάρεις, ας πούμε; Να φας ξύλο;
ή
- Και τώρα εσύ τι γουστάρεις, ασμ...; Να φας ξύλο;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Πολύ γέλιο δε, έχει όταν χρησιμοποείται από κάποιους έλληνες στην Αγγλία ή άλλη χώρα στο τέλος μιας φράσης...
Can I have a pack of cigarettes ναούμ;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συγκινούμαι βαθιά.
- Αχ Μπάμπη, θυμήθηκα χθες τον σκύλο που είχαμε στο χωριό και με πήραν τα σορόπια, μεγάλη γυναίκα...
- Πάλι μπάμιες;
βλ. και ζουμιά 1.
Got a better definition? Add it!
Εννοούμε φοράω τα κέρατα. Το να απατάς/κερατώνεις τον/την σύντροφό σου.
Καλά δεν τα 'μαθες; Που έμαθε ο Γρηγόρης πως τόσο καιρό η Τούλα του τα φόραγε με τον κολλητό του τον Παναγιώτη και τους πήρε και τους δυο στο κυνήγι με το κουζινομάχαιρο μέσα στην ταβέρνα.
Got a better definition? Add it!
Η ήττα.
- Χτες δεν ήταν ο τελικός; Πώς τα πήγατε; - Άσ' τα να πάνε, πήραμε τον πούλο. Δεν θέλω να το θυμάμαι.
Got a better definition? Add it!
Φεύγω. Συνήθως λέγεται υβριστικά σε κάποιον ώστε να φύγει, να μας αδειάσει την γωνιά. Πλέον χρησιμοποιείται και χωρίς τον υβριστικό χαρακτήρα. Μερικές φορές λέγεται απλά και παίρνω πούλο.
- Πάρε τον πούλο ρε ηλίθιε που ήρθες να μου πεις πώς θα κάνω την δουλειά μου! Άντε, δρόμο!!
- Παιδιά εγώ παίρνω τον πούλο γιατί πήγε αργά και ποιος την ακούει την Κατίνα στο σπίτι!
Got a better definition? Add it!