Selected tags

Further tags

Χρησιμοποιείται στην έκφραση Δεν καταλαβαίνω Χριστό και γίνεται Δεν καταλαβαίνω Χριστούγεννα.

Καθηγητής: - ...και έτσι καταλήγουμε στο x= -48/56, καταλάβατε;
μαθητής: - Κύριε, εγώ δεν κατάλαβα!
Καθηγητής: - Τι δεν κατάλαβες;
μαθητής: - Δεν κατάλαβα Χριστούγεννα, κύριε...
Καθηγητής: - Πάμε πάλι απ'την αρχή...

Merry Χρίστμας.. (από BuBis, 11/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μη φυτρώνεις εκεί που δε σε σπέρνουν, μην ανακατεύεσαι σε θέματα που δε σε αφορούν και είναι έξω από τα όριά σου.

- Δεν έπρεπε να του φερθείς έτσι, μπορεί να σε έβρισε, αλλά δεν έπρεπε να τον πλακώσεις κιόλας!
- Μην πατάς το πράσινο! Είναι προσωπικό θέμα, δικός μου λογαριασμός!

(από patsis, 23/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καληνύχτα μαζί με τη νύστα, συνήθως λέγεται μαζί με χασμουρητό.

- Πώπωωω, είμαι χώμα, πάω να την πέσω για ύπνο.
- Άντε... καληνύυυστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η καληνύχτα μαζί με την νύστα, συνήθως λέγεται μαζί με χασμουρητό.

- Πωπωωω, είμαι χώμα, πάω να την πέσω για ύπνο. - Άντε... καληνύυυυυστα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δηλώνει την εμφάνιση ενός προσώπου σ' έναν χώρο. Το ρήμα χρησιμοποιείται όταν η εμφάνιση έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ή την διαδέχτηκαν αξιοσημείωτα γεγονότα. Απαντάται συνήθως στο γ' ενικό πρόσωπο και συντάσσεται συχνά με το ουσιαστικό μύτη.

  1. Έχουμε αράξει που λες, και σκάει ο Γιώργος με τη Ducati... Λιώσανε τα γκομενάκια, κρίμα το ψήσιμο που ρίχναμε...

  2. Θα τρώγαμε πολύ ξύλο αν δεν έσκαγε μύτη ο Νίκος που τους ήξερε και μας ξελάσπωσε!

σκάει ένας παλαιστίνιος σ\' ένα μπαρ... (από jesus, 18/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνει κάποιος τον τελείως αδιάφορο, τον αμέτοχο στα όσα συμβαίνουν γύρω του. Το πρωτοάκουσα στα τέλη της δεκαετίας του '70 από κοπέλες πού είχαν κάνει κοπάνα από το λύκειο.

- Ρε του μίλαγα, του έκανα νοήματα να κατέβει από το μηχανάκι και αυτός τίποτα, έκανε το παπί το κινέζικο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε χρήση επιφωνηματική σημαίνει:
1. Η κατάσταση έχει φτάσει στο μη περαιτέρω, αλλά επιθυμώ να ταλαιπωρηθώ κι αλλο. 2. Πάρ' τα μωρή άρρωστη.
3. Απλή έκφραση απογοήτευσης.

Χρησιμοποιείται κυρίως σε στατιωτικές κοινότητες.
Ετυμολογία (πιθανολογείται): από πορνογραφική ταινία του Γκουσγκούνη.
Ισοδυναμεί με το επιφώνημα «τρομπόνι» ή «τρομπόνι τώρα» ή «ρούφα το τρομπόνι (πουτανίτσα)».

  1. - Πάλι εμένα βάλανε σκοπιά.
    - Έτσι, και τις μπάλες.

  2. - Και μετά την έβαλα στα τέσσερα...
    - Πωπω μαλάκα, και τις μπάλες!

  3. - Πώς πάει; Όλα καλά;
    - Μπα, πίπα-κώλο. Και τις μπάλες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ξετρελαίνομαι, πεθαίνω, κόβω φλέβα.

- Πλάκα κάνεις; Για τέτοιο πλάσμα χύνω κασέρια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ως επίθετικός προσδιορισμός: ο άχρηστος.
  2. Ο τόσο ασήμαντος που δεν αξίζει να ζει ή να γινεται λόγος γι' αυτον.
  3. Ως επιφώνημα: άντε γαμήσου!
  1. - Πρέπει να χωρίσεις απο αυτόν τον τζάμπα ζει. Θα σου φάει τη ζωή!

  2. - Τζάμπα ζει, ρε συ αυτός. Μ' αυτόν θα ασχολούμαστε;

  3. - Τζάμπα ζεις, ρε μαλάκα! Δε το βλέπεις το φανάρι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Γουστάρεις ρε άρρωστη;
  2. Καλά να πάθεις.

(προφανώς πορνογραφικής προέλευσης.)

  1. - Κι άλλο μωρή. Τσούζει τώρα Σούζη, τσούζει;

  2. - Τσούζει Σούζη; Σ' τά 'λεγα εγώ. Δεν θες να μ' ακούσεις...

Η προέλευση της φράσης είναι μάλλον το παλιό (αντιγραφή, κλασικά) rock'n'roll τραγούδι του Καρβέλα Σούζη τσούζει, από τον δίσκο «Τσούζει»... Ιδού και το link για τους στίχους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified