Χαλαρώνω, ριλαξάρω, κάθομαι.
Άραξε τα κυβικά σου ρε φιλάρα! Τι στέκεσαι όρθιος και στην τσίτα; Χάπι θα πάρεις;
Χαλαρώνω, ριλαξάρω, κάθομαι.
Άραξε τα κυβικά σου ρε φιλάρα! Τι στέκεσαι όρθιος και στην τσίτα; Χάπι θα πάρεις;
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σημαίνει: αν είναι δυνατόν, Παναγίτσα μου, τι λες τώρα, αυτό είναι άνω ποταμών, σώπα!
Έκφραση έκπληξης βασισμένη στο όνομα του μακαριστού Αρχιεπισκόπου.
Με πόσο την έβγαλε τη σχολή το μπάζο; Με 8.9; Ο Χριστός κι ο δούλος!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραση που δείχνει τον άδικο χαμό κάποιου, που δεν πρόσεχε, δεν είχε πάρει τα ανάλογα μέτρα προστασίας.
Βάζε παιδί μου το κράνος όταν οδηγείς την μηχανή! Έτσι δεν το έβαζε και ο γιος της κυρα - Ελένης και είχε ένα ατύχημα με τη μηχανή και πήγε αδιάβαστος...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραση που δείχνει την έντονη διαμάχη, τους συχνούς τσακωμούς μεταξύ 2 ατόμων.
- Είναι ακόμα μαζί η Ελένη με τον Κώστα;
- Βέβαια, παντρεύτηκαν πριν 2 μήνες!
- Σώπα ρε! Εγώ τους θυμάμαι που τσακώνονταν κάθε μέρα σαν τον σκύλο με τη γάτα και δεν περίμενα να άντεχε πολύ αυτή η σχέση...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έκφραση που ακούγεται στις ειδήσεις οταν αναφέρονται σε κάποιο έγκλημα, σε κάποια μεγάλη αιματοχυσία.
... η έφοδος των αστυνομικών κατέληξε σε λουτρό αίματος όταν στο σπίτι που έκαναν έφοδο αντάλλαξαν πυροβολισμούς με τους οπλισμένους δράστες..
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έτσι αποκαλούν τις πυρκαγιές στις ειδήσεις. Λαίλαπα είναι μια αλεπού στη μυθολογία.
- Ναι Νίκο, όπως βλέπουμε στο πλάνο, τίποτα δεν άφησε όρθιο η πύρινη λαίλαπα.
Got a better definition? Add it!
Πλήρης αδυναμία συντονισμού, σύγχυση, ο καθένας το δικό του. Επί ατόμου: αφερέγγυος, μη προβλέψιμος, με τάση προς παλινωδίες. Επίσης, κλινικά αφηρημένος και απρόσεκτος.
- Καλά, κυβέρνηση είν' αυτή; Ο κάθε μαλάκας υπουργός το μακρύ του και το κοντό του.
- Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν, αγόρι μου. Δεν βγάζεις άκρη, γάμησε τα.
- Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν το άτομο, τελείως όμως - τη μία έτσι την άλλη γιουβέτσι.
Ολόκληρη η έκφραση: τρεις λαλούν και δυο χορεύουν κι άλλοι τρεις του αγναντεύουν.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Όταν έχεις φτάσει στο χειρότερο σημείο και η φράση αν είναι δυνατόν δεν σου αρκεί.
Η Μαρία τά 'φτιαξε πάλι με τον γκόμενο που την έβρισε... Αν είναι δυνατέλι!!
Got a better definition? Add it!
Απορρίπτομαι.
- Τι έγινε ρε με το γκομενάκι;
- Τίποτα ρε φίλε. Έφαγα σακούλα.
Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χαώδης κατάσταση, άνω-κάτω, ό,τι νά 'ναι όπως νά 'ναι, αλαλούμ. Αναφέρεται κυρίως για χώρο αλλά και για μία κατάσταση.
- Τι κουβαλάει αυτός στην καρότσα, του αυτοκινήτου του; - Πωπώ... Τσιτσέλε μαρινέλε!
- Πρόσεχε μη τα ρίξεις πάλι, γιατί την άλλη φορά έγιναν όλα τσιτσέλε μαρινέλε.
Got a better definition? Add it!