Το ψώνιο. Το να την έχει δει κάποιος.
- Καλά είμαι φοβερός!
- Το καλάμι το πάρκαρες απ' έξω;
Το ψώνιο. Το να την έχει δει κάποιος.
- Καλά είμαι φοβερός!
- Το καλάμι το πάρκαρες απ' έξω;
Got a better definition? Add it!
Λέγεται για τον πολύτεκνο μα φτωχό άνθρωπο, που δεν συλλογίζεται πώς θ' αναθρέψει τα παιδιά του, αλλά κατά τα άλλα... ξέρει να τα κάνει.
- Ο Αποστόλης θ' αποκτήσει λέει το πέμπτο.
- Βρε δεν κοιτάει τα χάλια του πρώτα. Πώς θα τα ζήσει τόσα παιδιά; Αλλά τί περιμένεις; Καν ψωμί δεν είχαμε, πούτσα ώς το γόνατο.
Got a better definition? Add it!
Ακριβής μετάφραση της γνωστής λαϊκής ρήσης «με πορδές δεν βάφονται αυγά» στη γερμανική. Παραδόξως, η συγκεκριμένη (γερμανική) εκδοχή ενώ χρησιμοποιείται κατά κόρον στην Ελλάδα, δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή στις γερμανόφωνες χώρες.
Οι παραδοσιακές μέθοδοι βαφής αυγών τη Μεγάλη Πέμπτη είναι γνωστές και ευρέως καταγεγραμμένες στην ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία. Η χρήση πορδών δεν ανήκει στις μεθόδους αυτές για μια πλειάδα λόγων μεταξύ των οποίων και οι εξής:
- Τι διάολο; Έχω δώσει 1500 ευρώπουλα μέχρι τώρα και χαΐρι δεν έχω δει. - Mit porden nicht vafen avgen χερ κομαντάντ...
Αν δεν βρέξεις κώλο, ψάρι δεν τρως. Πως το λένε ρε παιδάκι μου; Μit porden nicht vafen avgen. Πρέπει να μπεις ψυχή τε και σώματι σ' αυτήν την ιστορία για να κονομήσεις.
Got a better definition? Add it!
Όταν προστρέχουν πολλοί μαζί σε μια συνάθροιση. Άλλες εκφράσεις με ίδιο ή παρεμφερές περιεχόμενο: συν γυναιξί και τέκνοις, η σάρα, η μάρα και το κακό συναπάντημα, αλάι μαλάι σιναλάι.
Γιόρταζε ψες τον άντρα της. Όλοι εκεί ήταν μαζωμένοι. Σόι σόπι συνξυλές!
Got a better definition? Add it!
Ο καθ' υπερβολήν μορφωμένος άνθρωπος, η ιδιοφυΐα.
Εμ πώς να μην είναι διάσημος, τέτοιο μεγάλο κεφάλι που είναι...
Got a better definition? Add it!
Όταν ορμάμε παρορμητικά με λόγια ή με έργα, χωρίς να σκεφτούμε καλά-καλά τι πάμε να πούμε ή να κάνουμε. Σχετική έκφραση: και όποιον πάρει ο χάρος.
Καλέ πού τρεχοβολάτε έτσι όλοι μαζί; Θα τσαλαπατηθείτε! Αειντέε! Γιούργια στα παλιούρια!
Got a better definition? Add it!
Λέγεται για τον βλάκα, που έχει δηλαδή χαμηλό δείκτη ευφυΐας.
Τι να περιμένει κανείς απ' αυτόν που έχει άι κιου ραδικιού;
Δες και όταν έβρεχε ο Θεός μυαλα εσύ κράταγες ομπρέλα. Δες και αϊ κκιού ζέρο στο cySlang.com.
Got a better definition? Add it!
Το ζεστό πολτώδες ή κολλώδες φαγητό (π.χ. πουρές, ψωμί) που, άμα το φας αμέσως και βιαστικά, κάθεται βαρύ στο στομάχι.
- Μόλις το ξεφούρνισα το εξαφάνισα και μού 'κατσε σαν μπλάστρι.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Μόνος, μοναχούλης.
Γιατί μ' έχετε ρε στην ξωπαρεού; Μάνα δε με γέννησε κι εμένα;
Got a better definition? Add it!