Selected tags

Further tags

Αναγραμματισμός της φράσης "μπέρδεψα τη γλώσσα μου". Ο ίδιος ο ομιλών όταν θέλει να προλάβει το σαρκασμό των άλλων, αυτοσαρκάζεται αμέσως μόλις αντιλαμβάνεται το σαρδάμ του. Η αγωνία, η αμηχανία, η αίσθηση του μετέωρου εξανεμίζονται με χιούμορ και αποφορτίζει τον ομιλητή από την μπούρδα που μόλις ξεστόμισε για να συνεχίσει παρακάτω την κουβέντα του.

Είναι συνώνυμο του "μα τί λέω", ή του "(καααλά), ό,τι θέλω λέω", ως αυτοσχολιασμού, όταν γίνεται συνειδητό πως κάτι που μόλις ειπώθηκε δεν κολλάει με τα προηγούμενα με ποικίλες έννοιες, αλλοιώνοντας το νόημα, από σαρδάμ - γι'αυτό και ο αυτοσαρκασμός γίνεται με σχολιασμό στανταρισμένης σαρδαμικής φράσης, ακόμα και μέχρι ασυναρτησίας που δεν στέκει κι έχει ξεφύγει εντελώς η λέξη. Το δεύτερο συμβαίνει κατά το φαινόμενο "εδώ το'χω, αλλά μου βγαίνει κάτι άλλο", λόγω εγκεφαλικού βραχυκυκλώματος όπου το ηλεκτροχημικό μήνυμα δε μεταβιβάζεται ομαλά στις νευρωνικές συνάψεις και προκύπτει το φαινόμενο του "δεν επικοινωνώ με τον αφαλό μου" ή σε πιο ακραία μορφή την αφασία τύπου Broca όπου ο ασθενής έχει σκέψη αλλά δεν μπορεί να αρθρώσει τίποτε άλλο πέρα από μια απλή συλλαβή (ο ασθενής του Broca άρθρωνε μόνο "ταν"), από εγκεφαλικά κολλήματα κατά τις ηλεκτρικές κενώσεις διαβίβασης πληροφοριών προς τα αρθρωτήρια όργανα.

Σε σφιχτόκωλες επικοινωνιακές περιστάσεις η διαπίστωση της λεκτικής γκάφας γίνεται με τη φράση "με συγχωρείτε", ή "συγγνώμη, λάθος". Τα πιο συνήθη περιστατικά "γλώσσεψα την μπέρδα μου" απαντώνται σε συνεχόμενες φράσεις όπου επιτυγχάνεται συγκυριακή και αυθόρμητη φωνηεντική αρμονία, λόγω ρυθμού και επιτονισμού που παρασύρει τον κουρασμένο ή ζαλισμένο ομιλητή ακόμα κι από την ίδια του την πολυλογία (π.χ. δυο αλλεπάλληλες φράσεις που τελειώνουν στην ίδια συλλαβή ή σε παρόμοια (με σύμφωνα κοινού τόπου άρθρωσης) ή έστω στο ίδιο φωνήεν και η επόμενη έχει παρασυρθεί από την προηγούμενη, βλ. παράδειγμα 4).

Τέλος συναντάται καθημερινά ως φαινόμενο σε ασθενείς με άνοια.


1.- Είδες αυτήν την Τρίτη το "τσαντίρι"; Καλά, εμετικό έτσι; Πιο φιλοσυριζαϊκό, πεθαίνεις... Τί άλλο θ'ακούσουν τα μάτια μας και θα δουν τ'αφτιά μας....
- Τί είπες ρε μλκ; Σού'στριψε;
- Τί είπα; Α, κααααλά... Ο,τι θέλω λέω... Γλώσσεψα την μπέρδα μου... Είναι που δεν έχω συνέλθει ακόμα απ'το σοκ!
2.- Παππού θες μπυρόνι;
- Όχι, ευχαριστώ. Πίνω μόνο αλτχσάιμερ.
- Τί πίνεις;
- Όχι, όχι... Δεν είναι αυτό... Είναι που έχω αρχή πορτοκαλάδας...
Από το επεισόδιο του Κωνσταντίνου και Ελένης "Εσύ είσαι η αιτία που υποφέρω" το δεύτερο μέρος που διαδραματίζεται στο νοσοκομείο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ανθρώπου που γλώσσεψε την μπέρδα του.
http://www.antenna.gr/webtv/watch?cid=_dvey_h_p_g7r6_e=
3.- Έχεις φωτιά;
- Για κάτσε μια... Μπα, τίποτα. Πάμε στον αναπτήρα να πάρουμε περίπτερο;
- ;;;
- Εεεεε...Πάμε στο περίπτερο να πάρουμε αναπτήρα; Έλα ρε μαλάκα, γλώσσεψα την μπέρδα μου...
4. - Η μικρή ήταν φοβερή. Στην παράσταση τα πήγε πολά καλύ, εεε, πολύ καλά. Γλώσσεψα την μπέρδα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάσταση αυτή όπου σε πιάνει στο φιλότιμο, και ψυχοπονείς κάποιον, με αποτέλεσμα να θυματοποιείς τον εαυτό σου και να τον φέρνεις σε κατάσταση χειρότερη του θύματος λόγω ενοχών που εσύ τυχαίνεις να είσαι σε καλύτερη θέση - και το θύμα ξαφνικά βρίσκεται σε ανώτερη και παριστάνει το θύτη, χωρίς όμως η αρχικά κατώτερη θέση του άλλου να είναι τέτοια εξαιτίας σου, αλλά να προϋπάρχει και να μιλάει στη συμπόνοια σου, κρούοντας τις ευαίσθητες χορδές της λύπησής σου και της ανθρωπιάς σου. Επίσης μια εκ των υστέρων εκτιμημένη αντίδραση ως εσφαλμένη, που επισύρει ενοχές η παραδοχή της ως τέτοια και που κάνει το δράστη της να μετανιώνει γι' αυτήν γιατί από αυτή εξαρτήθηκε μια ολόκληρη κατάσταση που εξελίχθηκε αρνητικά. Χρησιμοποιείται στον αόριστο συχνότερα και στον ενεστώτα (μού'ρχεται κρίμα).


1.- Πω, πω... Δεν την είδες την καημένη; Αυτή ήταν μονίμως πέρα - δώθε στη γειτονιά και γύρευε δανεικά Χρόνια τώρα έχει οικονομικά και ψυχολογικά προβλήματα, χήρα με τρια παιδι Και τώρα να ψάχνει στα σκουπίδια για να βρει κάτι να φάει... Δε μπορώ ρε, μού'ρχεται κρίμα... Πάω να της δώσω τίποτα να φάει σαν άνθρωπος...
- Τί να σου πω... Αλληλεγγύη δε λέω... Αλλά φύλαε και τα ρούχα σου. Μην της δίνεις πολύ θάρρος. Έτσι και στη δική μου γειτονιά είχαμε μια και τη βοηθούσαμε μονίμως και μια μέρα η μάνα μου γύρισε στο σπίτι χωρίς πορτοφόλι και το κατάλαβε δυο μέρες μετά. Το παράτησε η ηλίθια μπροστά της, πετάχτηκε μέχρι το περίπτερο και μετά αφηρημένη, δε το γύρεψε Μόνο τα ψιλά στην τσέπη της είχανε μείνει.... Είπαμε φιλάνθρωπος αλλά όχι και μαλάκας.
2.- Έλα ρε, τί έγινε, τί έχεις κι είσαι έτσι;
- Άσε με μωρέ γαμώτο μου... Τσακώθηκα τις προάλλες με την Αντωνία... Βέβαια εκείνη το ξεκίνησε, ως συνήθως, είναι γνωστή η παράνοιά της.... Με ξέρεις εμένα.. Κρατιέμαι, κρατιέμαι, υποχωρώ, αλλά άμα μου την πει και πολύ και τα έχω μαζεμένα την παίρνει και τη σηκώνει. Την άρπαξα και την έστησα στον τοίχο. Την κάρφωσα με το βλέμμα. Έμεινε μαλάκας. Έκλασε μέντες. Από τότε που με είδε έτσι φοβήθηκε. Εδώ και 5 μέρες έχει να με πάρει ή να μου στείλει. Ξέρω, από τη μια δεν είναι σωστό που έρχεται και ξεσπά πάνω μου τα προβλήματα από το σπίτι της, αλλά από την άλλη κι εγώ δεν έπρεπε να αντιδράσω έτσι. Μού'ρθε κρίμα.
- Έτσι έπρεπε. Όχι πισογυρίσματα τώρα φίλε. Είναι αργά να μετανιώσεις. Στο κάτω κάτω, αυτή η κοπέλα δεν είναι για σένα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Όταν βρίσκεται κανείς σε κατάσταση αναμονής, και προκειμένου να χάνεται ο χρόνος χωρίς να γίνεται κάτι εποικοδομητικό, καλύτερα να φτιάξεις ένα αφέψημα χρήσιμο που προστατεύει από τα κρυώματα, αλλά και κατά την περίοδο κρυώματος μαλακώνει το βήχα κι έχει αποχρεμτικές ιδιότητες, ενισχύοντας το ανοσοποιητικό του σύστημα και ωφελώντας την υγεία σου γενικότερα.


- Πού'ναι τόση ώρα; Γιατί αργεί;
- Και θα κάθεσαι εδώ, μες στο κρύο να τον περιμένεις μέχρι να'ρθει; Βράσε ρίγανη!

  1. Ειρωνική εκδοχή που προκύπτει από την προηγούμενη κυριολεκτική. Είναι προδικασμένο μια κατάσταση να κρατήσει πολύ. Ο ομιλών σχολιάζει με υποτιμητική διάθεση τον συνομιλητή του - ακροατή του που μπαίνει σ' αυτήν τη διαδικασία εξ αρχής, της αναμονής. Το χειρότερο είναι όταν ο συνομιλητής - ακροατής εμπλέκεται σε μία τέτοια διαδικασία χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει την έκταση της αναμονής στην οποία θα υποβληθεί για το αναμενόμενο αποτέλεσμα - που είναι άγνωστο αν θα προκύψει τελικώς. Η ειρωνική εκφορά του ομιλώντος, έχει σκοπό να τον γειώσει με μια δόση υπερβολής για να του ανοίξει τα μάτια και να του εφιστήσει την προσοχή στο γεγονός ότι δεν αξίζει να περιμένει για το οτιδήποτε αν είναι τόσο μεγάλη η αναμονή. Καλύτερα να κάνει δώρο στον εαυτό του ένα τονωτικό ρόφημα γιατί θα το χρειαστεί αν πάρει το ρίσκο της αναμονής, αλλά από την άλλη αυτή η φράση να του υπενθυμίζει πως λειτουργεί αποτρεπτικά γι'αυτήν την ίδια την αναμονή και να εγκαταλείψει την ιδέα της αν είναι να χάνει το χρόνο του και τα χρόνια του σ'αυτήν άσκοπα, πηγαίνοντας και ο ίδιος χαμένος.


- Για να δούμε, θα μού'χει στείλει σήμερα τίποτα;
- Καλά ρε μαλάκα, τρία χρόνια σ'έχει στο περίμενε και παίζεις μόνο ως ρεζέρβα, και ακόμα ασχολείσαι μαζί της μπας και γίνει το θαύμα; Βράσε ρίγανη! Αφού δεν ξέρει τί της γίνεται... Ούτε όμως και σένα, αφού είσαι καμμένος.

ΦΟΡΤΙΣΗ: ειρωνεία

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τη μορφή πιες ξίδι: Παρότρυνση - συμβουλή για όποιον έχει πάθει κρίση ξινίλας, αντιπαθούκλας και γενικότερα κακιοσύνης. Συνομοσιολογία παντού κατά του, το σύνδρομο της γρίλιας, αλλά ο υπό παροξυσμόν αγαπητός μας συνομιλητής δεν είναι για τίποτε παραπάνω παρά μόνο για ψαρέλαια.

Το ότι το ξίδι μπορεί να κατευνάσει τα πνεύματα για να επέλθει στανιάρισμα και να έρθει ο τάλας χριστιανός στα ίσα του ήταν κοινός τόπος από την αρχαιότητα. Το ξίδι με το όξινο ph του αλληλεπιδρά με τον αιματοκρίτη ως διάλυμα του οργανισμού με αποτέλεσμα να ρίχνει την πίεση και έτσι να αποσυμφορεί από το άγχος και την ψυχολογική πίεση έξωθεν που εσωτερικεύεται και καθιστά το άτομο ανυπόφορο και για τον εαυτό του αλλά και για τους άτυχους που θα τον συναναστραφούν σε αυτήν την κρίση. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και το λεμόνι ως υποκατάστατό του με τα ίδια αποτελέσματα.

Δεν είναι τυχαίο ότι ο Χριστός, όταν επάνω στον Σταυρό ζήτησε να πιει νερό, του έφεραν ξίδι, για να τον ανακουφίσουν από τον πόνο των καρφιών και το μαρτύριο της δύσπνοιας από την άβολη στάση, για να του πέσει η πίεση, να αισθάνεται λιγότερο και έτσι να υποφέρει λιγότερο στο ξεψύχισμά του. Αυτό συνέβη από μαθητή του ή από κάποιον που είχε ακούσει τις ομιλίες του - στην Ιουδαία ήταν πρώτο όνομα και οι Ρωμαίοι γνώριζαν ειδικά αυτοί που κυκλοφορούσαν και περιπολούσαν τακτικά από τα υπαίθρια μέρη που σύχναζε κι έβγαζε λόγους. Σύμφωνα με θεωρίες (εξωχριστιανικές πηγές και καταγραφές τις εποχής που δεν έγιναν Ευαγγέλια, αλλά και με σύγχρονες προσεγγίσεις τους) αυτό ήταν προσχεδιασμένο. Το ξίδι δόθηκε για να τον αναισθητοποιήσει. Εξαθλιωμένος καθώς ήταν με μια μικρή ποσότητα μπορούσε να λιποθυμήσει. Αργότερα, καθώς ήταν ο πρώτος που φαινόταν πως πέθανε πάνω στο σταυρό, όταν τον αποκαθήλωναν - σε μία εποχή που η διάκριση ανάμεσα στο κώμα και στη βαριά λιποθυμία με το θάνατο ήταν ανύπαρκτη κι όλοι λογίζονταν ως πεθαμένοι, τον έβαλαν κατευθείαν στον τάφο χωρίς να του σπάσουν τα πόδια όπως έκαναν στους εσταυρωμένους των τριών ημερών που αργοπέθαιναν και αποκαθηλώνονταν μισοζώντανοι για να τους ξεκάνουν μια και καλή. Κατόπιν μαθητές του - που ήταν πολλοί, 12 ήταν ο στενός του κύκλος, οι ακόλουθοί του παντού και υπήρχαν και γυναίκες μαθήτριες - τον έβγαλαν και τον άφησαν να συνέλθει, δηλαδή να "αναστηθεί" (ανίσταμαι = ξαναστέκομαι, συνέρχομαι, επανέρχομαι από περίοδο αδυναμίας), με το να ξανάρθει η πίεση στα φυσιολογικά της, βγάζοντάς τον έξω στον καθαρό αέρα.

Κάπως έτσι το ξίδι (οτιδήποτε όξινο) σε ρίχνει όταν ζορίζεσαι και ο κρύος αέρας έξω σε κάνει να δροσίζεσαι όταν με το κατεύνασμα το έχεις παρακάνει και να βρεις τις ισορροπίες σου.

1.- Άι στο διάολο, μωρέ... Αχάριστα γαϊδούρια! Όλα από μένα τα περιμένετε! Εγώ να σας πλένω, εγώ να σας μαγερεύω, να σφουγγαρίζω, να σκουπίζω... Πότε θα σας παρατήσω και θα φύγω... Να πιάσετε σκουλήκους...
- Αν επιάσανέ σε τα διαόλια σου πάλι και τρώγεσαι με τα ρούχα σου, πιες ξίδι!

2.- Και κείνη η πρόστυχη αν δεν κουνηθεί, θα σκάσει. Τί παριστάνεις μωρή; Και τα τούτα σου τα είδαμε και τα κείνα σου. Εντάξει, είσαι θεά, πώς μας μοστράρεσαι όμως έτσι, ρε παιδί μου; Άι σιχτίρ πια με το κάθε ξέκωλο...
- Να'σουν κι εσύ ξεπεταγμένη και με κότσια για τέτοια σείσματα και λυγίσματα. Όχι επειδή είσαι κομπλεξάρα να μειώνεις αυτές που μπορούν να είναι απευλεθερωμένες. Και ξέρεις κάτι; Χεστήκανε για τη γνώμη σου. Κι εγώ επίσης. Σε βαρέθηκα. Μουρμού και άμε πιες ξίδι να στρώσεις.

Υ.Γ.:Η γραφή "ξίδι" που χρησιμοποιείται εδώ αντί της πιο διαδεδομένης "ξύδι" είναι η ορθή ετυμολογικά από το "οξείδιον" ουδέτερο υποκοριστικό του επιθέτου οξύς - οξεία - οξύ, με αποβολή του αρχικού φωνήεντος και απλοποίηση της υποκοριστικής ελληνιστικών κοινών ελληνικών κατάληξη "-ιον" σε "-ι". Η παλαιότερη γραφή ήταν "ξείδι" και με απλούστεση "ξίδι". Η γραφή "ξύδι" παρεμβάλεται λόγω εσφαλμένης ορθογραφικής εντύπωσης με το "οξύς", όπου μπερδεύεται η κατάληξη με την ορθογραφία της ρίζας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Η γρήγορη και πολλές φορές τσαπατσούλικη διεκπεραίωση μίας δραστηριότητας.

2. Η πρόχειρη ή και ατημέλητη αμφίεση σε μία έξοδο, που εξασφαλίζει όμως την ταχύτατη προετοιμασία του εν λόγω ατόμου για την έξοδο αυτή.

1. Αμάν ρε μαλάκα! Μου εγκατέστησες την κάρτα γραφικών με τη παντόφλα και τώρα παρουσίασε πρόβλημα!

2. Ρε δε προλαβαίνω να κάνω μπάνιο και τα πουκάμισά μου είναι για πλύσιμο. Θα έρθω με τη παντόφλα, δε πειράζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του πίπα-κώλο. Εξαιρετικά οδυνηρή κατάσταση, ξύλο και γαμήσι, σεξ και βία, αλλά στο λόγιο. Παίζει και στο κυριολεκτικό, βλ. το 2ο παράδειγμα, ή μια γρήγορη αναζήτηση στο γούγλε, αλλά χρησιμοποιείται κατά κόρον και μεταφορικά, όπως και οι συνώνυμες φράσεις που δίνω παραπάνω. Στο πρώτο παράδειγμα είναι όλες πλήρως εναλλάξιμες.

- Τι λέει ρε συ;
- Μαλάκα μου, αίμα και σπέρμα. Στη δουλειά με τεντώνουνε, η Ελένη μου τα κάνει μπαλόνια στο σπίτι, λογαριασμοί απλήρωτοι, έχασε κι ο γαύρος την Κυριακή, με βαράνε από παντού να πούμε.

από εδώ:
Αίμα και σπέρμα στο πιο hardcore trailer που είδατε μέχρι σήμερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιά της "Ελληνοφρένειας" που μπαίνει σφήνα στην κανονική ροή των βιντεακίων. Σοκάρει, σε πιάνει εξ απήνης και δεν είναι πάντα εμφανής ο λόγος που ο τιμητής - κανονιστής σατυρικός θεματοφύλακας του άστεως και της κοινωνίας το αναγράφει. Συνήθως αφορά σε οπτικό χιούμορ, καθώς συνήθως ακούγεται κατά τη διάρκεια αυτών των σφηνών μια απόκοσμη μουσική ερεβωδών ηχητικών εφέ - σα να σκρατσάρεις σε ναϊλούρα και αυτά να παίζουν χωρίς τον ήχο τους σε σλόου μόουσσιον. Κίνηση, περίσταση για γέλια (συνήθως σε πάνελ καλεσμένος ή μη), έκφραση εκτός περίστασης, ρεπορτάζ και καλά του δρόμου είναι που φριζάρουν στο γκροτέσκο σκηνικό της σουρεαλιστικής μας ζομπινίστικης παραζάλης.

Βλέπε εικόνα.

λεζάντα εικόνας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μην είσαι, κρυόκωλος, μίζερος, μυγιάγγιχτος,ανέραστος, καταστροφολόγος, γκαντέμης, ψωφολόγος και πρηξαρχίδης και το παίζεις ιστορία χωρίς λόγο. Με λίγα λόγια αυτός που το ζορίζει πολύ το πράγμα, σκέφτεται πολύ και συχνά για όλους και για όλα και δεν αφήνει τη ζωή να συμβεί φυσικά και το μέλλον να έρθει. Μονίμως ανησυχεί, μεγεθύνει καταστάσεις λόγω της φοβίας του και από τις υπερβολές του καθίσταται ανυπόστατος, για να μην σχολιαστούν τα επιχειρήματά του. Ειδικά όταν θέλει να αποφύγει συναναστροφές που εκείνος εξ αρχής επιδίωξε αλλά στο τέλος του στραβώσανε και δεν ξέρει πώς να την κάνει γυριστή καλύτερα.
Έκφραση που συνδέει αυτόν τον τύπο ανθρώπου με την εύθραυστη ανεμελιά του γκέι που αν και ανυπόστατη και κοινωνικά πλεονέκτρα με αιτήματα κατοχύρωσης, δεν είναι σε θέση να τη διασφαλίσει γιατί αυτό θα βάλει ταφόπλακα στην ανεμελιά του. Είναι που είναι κανείς ανάποδος, μη γίνεται και κοινωνικά πιο ανυπόφορος απ' αυτό που ήδη είναι, παροτρύνει το λήμμα ως ειρωνική συμβουλή.


- Έλα ρε! Το ψήνεις για κάνα θέατρο το σ/κ;
- Ναι, αμέ. Για πες...
- Έμαθα για μια γαμάτη παράσταση στου Ψυρρή, με κάτι βαρεμένους που περιμένουν στην αναμονή τον ψυχανομαλιαναλυτή τους, αλλά τελικά δεν έρχεται και αποφασίζουν να ψυχαναλυθούν μεταξύ τους! Το τί γίνεται, δεν περιγράφεται! Θα ρίξουμε γέλια...
- Ωχ.. Άσε ρε... Είμαι και ψιλοάφραγκος... Είχε κι η μάνα μου μπλεξίματα με ψυχαναλυτές και δε γουστάρω. Δε νομίζω να μ'αρέσει...
- Άντε ρε, μην είσαι γκέι, δεν έχουμε πει; Η κυρα - Νούλα μπλεξίματα με ψυχαναλυτές;; Από που κι ως που ψυχολογικά η μάνα σου και ντράβαλα;
- Όχι ψυχολογικά... Γκομενικά. Είναι το βίτσιο της αυτοί.
- Α, καλά... Ο,τι να'ναι. Τέλος πάντων, εγώ σου λέω να μην είσαι γκέι κι έλα να περάσουμε καλά. Πες πως έγινε σε κάναν άλλο.
- Θα το σκεφτώ, αλλά δε σου υπόσχομαι...
- Πόσο μου τη σπας όταν μου το παίζεις ιστορία, ρε πούστη μου... Σου την κερνάω εγώ, να σου φύγει κι η έγνοια για τα φράγκα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι που δεν ακολουθεί τους κανόνες γενικώς. Γλωσσικά, ο,τι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό, τουλάχιστον με ομοβροντία, ομοψυχία, ομοφωνία και όλα αυτά τα σχετιζόμενά τους, έστω κι αν το γλωσσικό κριτήριο μιας ομάδας ομιλητών δεν παραβιάζεται και έτσι αποδέχεται τον νεωτερισμό - νεολογισμό κι έτσι γι' αυτούς δε θεωρείται φάουλ. "Γιου φαουλ"? Μπορεί όμως να υπάρξει σύγκρουση μεταξύ των αποδεκτών και των πιο συντηρητικών σε ο,τι καινούργιο. Ή, μπορεί να είναι κάτι τόσο ξένο από την εμπειρία κάποιου που όσο ανοιχτόμυαλος και να'ναι δεν μπορεί να το αποδεχτεί ακόμα. Κάποια πράγματα άλλωστε πρώτα πρέπει να χωνεύονται. Αν και το φάουλ είναι όρος που εξοικειωθήκαμε τα ελληνόπαιδα μέσα από τα γήπεδα των αγώνων ποδοσφαίρου και την αγγλική τους ορολογία, αφού η μαμά του σύγχρονου αθλήματος θεωρείται η Αγγλία, η λέξη φάουλ είναι γερμανογενής από την εποχή που τα αγγλικά ήταν γερμανική σαξονική διάλεκτος (εξ ου και το χαρμάνι των αγγλοσαξόνων ύστερα) και είναι από την προίκα της ινδοευρωπαϊκής πρωτογλώσσας και ομόρριζη του "σφάλλω" (λατ."fallo", το σύμπλεγμα "sf" στις περισσότερες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες του ευρωπαϊκού χώρου απλοποιείται, με εξαίρεση την ελληνική). Επίσης, παράγωγο ρήμα είναι το "fool" στα αγγλικά, δηλαδή το ξεγελώ και αναλόγως τη σύνταξη, το κοροϊδεύω, πιάνω κάποιον κορόιδο.


- Άρχισες πάλι ρε μαλάκα τα κουλά σου και θα κάψουμε καμιά φλάντζα, να 'ουμ'.
- Μην είσαι γκέι, ρε, αφού σου είπα, μ' αυτά τα λάδια δεν έχει φόβο.
- Κι εμένα πάλι μου φαίνεται πως αυτό που κάνεις είναι φάουλ και θα σε χέσουν πάλι σε καμιά εθνική.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι μεγάλα, είναι βαριά και πολύ ιστορικά. Και πώς αλλιώς για να αντιταχθούν σε μιλούνια Πέρσες, με προδιασμένο το αποτέλεσμα, συν την προδοσία του Εφιάλτη και να γίνεται η θυσία μόνο και μόνο ως ζήτημα τιμής και ελευθερίας που σαν κι αυτήν δεν έχει; Γιατί χωρίς αξιοπρέπεια η ζωή δεν παλεύεται. Αν είσαι τόσο δυνατός σαν το Λενίδα οφείλεις να τα δίνεις και να τα παίρνει ο άλλος. Αν όμως είσαι σε δυσμενή θέση, τα παίρνεις εσύ, πράγμα καθόλου ευχάριστο γιατί αυτό δηλώνει μεγάλη απογοήτευση από αυτά που ήθελες να κάνεις και δε βγήκανε, συν του ό,τι είναι δύσκολα τα συγκεκριμένα στο κουβάλημα. Χώρια το ξεφτιλίκι που θα ζεις μ' αυτό, μέχρι να τ' αντέξεις και να σου περάσει, να μην σε σκοτώσει, να σε κάνει πιο δυνατό για να δεχτείς το επόμενο που πάλι θα δοκιμάσει τα όριά σου, με μπόλικη δόση αμελέτητων φυσικά. Αντί για την έκφραση "τα τρία μου' ή 'τα τρία του", αναλόγως αυτόν που βρίσκεται σε θέση υπεροχής, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δώσει μια εσάνς πιο γκράντε, με μεγάλες δόσεις τεστοστερόνης, κυριαρχίας, ανωτερότητας και αρχιδίλας. Έτσι, για να φτιαχνόμαστε ή να χαλιόμαστε περισσότερο και να τη βρίσκουμε ή να τη χάνουμε.


1. - Άσε, ο Μάκης πολύ κωλόφαρδος. Στάνταρ το πέρασε το μάθημα και αυτήν τη φορά με αντιγραφή! Ενώ εμείς και που διαάζαμε τόσες μέρες, μη σου πω τί θα πάρουμε...
- Άσε, ξέρω... Τα τρία του Λεωνίδα. Δε βαρίεσαι... Πάμε να το γλεντήσουμε με καμιά μπυρίτσα. Ό, τι παίρνει κανείς, καλό είναι..
2.- Λέει πως άμα του ξαναπειράξεις την αδελφή του, θα έρθει να σε ξεσκίσει.
- Να έρθει πες του. Τα τρία του Λεωνίδα θα πάρει. Νά'ρθει να τονε πηδήξω και δαύτον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified