Selected tags

Further tags

  1. Γουστάρω τρελά!

  2. Βαρβάτη εκσπερμάτιση μετά από πολυήμερη αποχή από το αυνανίζεσθαι!

  3. Γυναικεία «εκσπερμάτιση» με τη μορφή πίδακα από το αιδοίο της ερωτικής μας συντρόφου και αυτοσκοπός του κάθε μουνολάτρη...!

  1. - Μαλάκα τι ερμηνεία ήταν αυτή! Μιλάμε, έχυσα κουβάδες!

  2. - Έχυσα κουβάδες, αλλά είχα να την παίξω και κάνα μήνα!

  3. - Έπαθα πλάκα σου λέω! Τη μια στιγμή μούγκα στη στρούγκα και την άλλη έκανε σαν κόρνα από νταλίκα... Τα υγρά πετάξαν τον πούτσο μου σαν μπαλάκι του πινγκ-πονγκ! Σπαρταρούσε σαν το ψάρι και έχυνε κουβάδες σε σημείο που σκιάχτηκα και μού' πεσε από τη σαστιμάρα.

(από pavleas, 20/01/09)

Σχετικό του 3: μουνόγαλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπαθέστατο μικρό ψαράκι (άνω των 4 εκ. γιατί παρακάτω θεωρείται ακόμη γόνος και ντροπή σας αν την τρώτε) το οποίο είναι εξαιρετικός ουζομεζές.

Στην καθομιλουμένη χρησιμοποιείται αφ' ενός για να περιγράψει ομάδα μειρακίων ή πιτσιρικάδων και αφ' ετέρου ως χαρακτηρισμός των μικροεπενδυτών στο γνωστό Ναό της Σοφοκλέους. Στην πρώτη περίπτωση δεν έχει αρνητική χροιά και μάλλον αποτελεί χαριτωμενιά, ενώ στη δεύτερη δημιουργεί σαφείς αρνητικούς συνειρμούς του τύπου «το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό», πράγμα που δεν απέχει από την πραγματικότητα ούτε στη θάλασσα ούτε στο Χρηματιστήριο.

1
Μ' έφαγαν τη ζωή τα ζωντόβολα να τα πάω στο Allou Fun Park και μάσησα τελικά το Σάββατο. Μιλάμε ότι όλη η μαρίδα ήταν μαζεμένη εκεί ρε παιδί μου. Μου πήραν το κεφάλι τα ρημάδια για παιδιά.

2
ΧΑ: Στη "μαρίδα" ξεπούλησαν φορολογικοί παράδεισοι και funds
...Επιβεβαιώνοντας λοιπόν τον άγραφο νόμο των αγορών που θέλει τη "μαρίδα" να τσιμπά στο αγκίστρι της χρηματιστηριακής ανόδου όταν αυτή συνήθως φτάνει στο απόγειό της της, αρκετές χιλιάδες μικροεπενδυτών ξεθάρρεψαν στην πιο ακατάλληλη στιγμή, και εφόρμησαν στο "μέλι" των μετοχών όταν οι τιμές στο Χρηματιστήριο σκαρφάλωναν στα υψηλότερα επίπεδα από τις αρχές της δεκαετίας.
[από το διαδίκτυο]

(από acg, 21/04/08)Βάλε τώρα που γυρίζει... (από Marco De Sade, 16/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρώω -σαν κτήνος- υπερβολικές ποσότητες φαγητού.

-Γιωργάκη να σου φτιάξω κάτι να φας;
-Γιαγιά μη μου μιλάς για φαγητό.
-Γιατί παιδί μου;
-Γιατί πήγα για σουβλάκια με τον Θάνο, και κτηνιάσαμε!
-Τι κάνατε;

Got a better definition? Add it!

Published

Εξαντλούμαι. Κουράζομαι πάρα πολύ και συγχρόνως ζορίζομαι.

Ο πάτος, εν προκειμένω, είναι ο κώλος. Αλλά, η έκφραση δεν έχει σεξουαλικά υπονοούμενα, όπως δεν έχει και το συνώνυμο 'μου φέυγει ο κώλος'. Αναφέρεται αρχικά σε μεγάλη σωματική κούραση, στη συνέχεια και σε πνευματικό κάματο και πίεση και, στο τέλος, με μια μεγάλη δόση υπερβολής, και σε οτιδήποτε απλώς μας βγάζει από τη βολή μας. Είναι, πάντως, ενδιαφέρον - όπως φαίνεται και από άλλα συγγενή λήμματα - ότι για τον Έλληνα το ζόρι βιώνεται φραστικά κάπου κοντά στον κώλο του.

Συγγενή λήμματα: τα φτύνω, ξεκωλώνομαι, αυγό στον κώλο, με πάει γαμιώντα(ς), πήρε φωτιά ο κώλος μου, σφίγγουν οι κώλοι

  1. ξυπναω σημερα το πρωι και δεν υπηρχε....ΜΟΥ ΤΗΝ ΚΛΕΨΑΝΕ.Γιατι σε μενα ομως;γιατι;;;;;;;;Εμενα με ρωτησανε αυτοι οι κολοφλοροι τι εχω περασει με αυτο το μηχανακι;ξερουν οτι μου εφυγε ο πατος ενα ολοκληρο καλοκαιρι δουλευοντας σε ξενοδοχειο ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΠΟΣΤΑ για να μαζεψω τα χρηματα;ξερουν οτι εμεινα στην ιδια ταξη για να δουλεψω 2 μηνες παραπανω για να την παρω;

  2. Λοιπόν έστειλα μερικούς ήχους... Μου έφυγε ο πάτος βέβαια γιατί δεν τους είχαν για download και έπρεπε να τους ηχογραφήσω on the fly... πράγμα που έκανα πρώτη φορά! Πότε θα με απολύσουν από τη δουλειά δεν ξέρω... έχασα 1:30 εργατο-ώρα!!

  3. Λοιπον,για να ξεκολλησω το αυτοκολλητο που λεει «UNLEADED FUEL ONLY» το οποιο ειναι μπροστα απο την ταπα βενζινας μου εφυγε ο πατος.

(Όλα τα παραδείγματα από forums)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μένω ατιμώρητος για κάτι που έκανα, δεν υφίσταμαι τις αρνητικές συνέπειες που θα μπορούσα να έχω από κάποια πράξη μου.

  1. - Καλά ρε μαλάκα, σε όλες τις εξετάσεις εσύ αντιγράφεις και βγαίνεις λάδι... Εμένα με την πρώτη με τσακώσανε!
    - Ε αφού είσαι γκαντέμης αγόρι μου, τι να σου κάνω;!

  2. - Έναν μήνα μας ζαλίζανε με το σκάνδαλο Ζαχόπουλου και τελικά τι έγινε; Όλοι βγήκανε λάδι!
    - Ε, τι περίμενες εσύ; Παπαριές μανίτσα μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσακώνομαι άσχημα με κάποιον. Προφανώς η έκφραση προέρχεται από τα παιχνίδια με τις μπίλιες και τις μεταξύ τους δυνατές συγκρούσεις.

- Τι έγινε στο μαγαζί που πήγατε χθες;
- Άσε, την έπεσε ο μπάρμαν στη δικιά μου και γίναμε μπίλιες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απάντηση που δίνεται ειρωνικά, όταν κάποιος περιμένει από εμάς να τον καθησυχάσουμε για κάτι... Έτσι, για να τον κρατάμε σε επιφυλακή!

- Θα μου φέρεις το απογευματάκι τα πράγματα που σου ζήτησα; Μην το ξεχάσεις πάλι, ε;
- Εντάξει, μείνε ανήσυχος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός προσώπου το οποίο είναι λίγο sui generis, λίγο τρελαμένο, λίγο εκτός της πεπατημένης, γενικώς λίγο πιο μακριά από το μέσο όρο.

Σημείωση: Το άτομο που είναι «αλλού» είναι πιθανό να είναι σωματικώς εδώ, γεγονός το οποίο μπερδεύει λίγο τα πράματα, αλλά αν υπάρχει καλή θέληση θα υπάρξει τελικώς και συνεννόηση.

1
... Μιλάμε ότι το τυπάκι είναι εντελώς τελείως αλλού. Μού 'λεγε κάτι ιστορίες χθες για τους Ελοχίμ και τους Νεφελίμ και φρίκαρα. Λες κι είχα βγει ραντεβού με το Λιακόπουλο, γαμώ την τύχη μου μέσα.

2
- Είσαι αλλού;
- Τι αλλού ρε μαλάκα; Εδώ είμαι.
- Ναι εδώ είσαι, αλλά είσαι αλλού με τις παπαριές που μου λες.
- Πώς δηλαδή;
- Α καλά...

Ας θυμηθούμε και το αριστούργημα του Μίλαν Κούντερα, Η ζωή είναι αλλού (από patsis, 13/07/09)

βλ. και αλλούφο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν συμβαίνει τίποτα. Θα μπορούσαμε απλά να πούμε «δεν τρέχει τίποτα», αλλά το κάστανο τι θα το κάναμε; Περιέργως ο συμπαθής καρπός προσδίδει έμφαση, όπως άλλωστε και στην έκφραση δεν την παλεύει (παλεύω) κάστανο.

- Ωχ, εμάς σταματάει ο μπάτσμαν; Και σ' τό 'λεγα ρε καυλοτίμονε να μην περνάς με κόκκινο...
- Μη μασάς, δεν τρέχει κάστανο. Θα τη σβήσω αύριο το πρωί στο ρουσφετοπωλείο της γειτονιάς. Χαλαρά...

(από acg, 20/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που σημαίνει "πού πηγαίνουμε;" και χρησιμοποιείται κυρίως σε περίπτωση που κάποιος έχει χαθεί.

Δημιουργήθηκε από καθηγητή αγγλικών στον Εύοσμο Θεσ/νίκης κατά την προσπάθεια ακριβους μετάφρασης μιας πρότασης και από τότε όλος ο Εύοσμος τη χρησιμοποιεί.

- Είμαστε πηγαινόμενοι προς;
- Όντως, νομίζω ότι χαθήκαμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified