Further tags

Πρόκειται για φυλές φίλων τση χιπχόπ, άκα χιπχοπάκια.

Η αποδελτίωση των φυλώνε είναι πέρα από τους σκοπούς του ορισμού αυτούνου, ωσεκτουτού περιοριζόμεθα στα απολύτως βασικά: οι χιπχοπάδες είναι συμπαθείς κατά τα λοιπά μαδαφάκες που όταν δεν ακούν ή / και χώνουν ρίμες, κάνουν γκράφιτι και μπρέικντανς. Η ενδυματολογικές τους επιλογές ξεκινάνε από διακριτικό γκαντζ και καταλήγουν στο λουκ του Ali G και τα αγαπημένα τους επιφώνημα είναι γιο! και ρησπέκτ!

Disclaimer: στην Ελλάδα υπάρχουν πάμπολλες φυλές χιπχοπάδων, γουαναμπήδων και μη. Χάριν οικονομίας, θα αρκεστώ στο τσουβάλιασμα δυο μεγάλων σκηνών, οι οποίες σιχαίνονται αλλήλους:

  • Οι Διονυσιακοί: ραπερόνια ελαφρών βαρών που δεν παίρνουν τον εαυτό τους και πολύ στα σοβαρά με αποτέλεσμα να κατηγορούνται από άλλες φυλές για μεϊνστριμίλα. Πιονέροι της σκηνής τα χαβαλεδιάρικα ΗΜΙΖ, που εξακολουθούν να πραγματεύονται και τα πιο «σοβαρά» θέματα λολαδερώ τω τρόπω. Έτεροι εταίροι οι Goin' Through, οι Stavento, ο Υποχθόνιος.
  • Οι Απολλώνιοι: οργισμένοι βαρυψώληδες σταυροφόροι κατά πάσης κοινωνικής αδικίας που παίρνουν τον εαυτό πάρα πολύ στα σοβαρά. Στέκι τους το www.hiphop.gr. Μια σημαντική συνομοταξία αποκηρύσσει την χιπχόπ μετά βδελυγμίας δίκην εναλλακτικίλας και αυτοπροσδιορίζεται λοουμπαπάδες. Προεξέχων ο B.D. Foxmoor των Active Burger. Βλ. επίσης Totem, Βαβυλώνα, Non Grata, Βrigade αλλά και την πα μαλ, πα μαλ Sadahzinia.

Η μόνη αφορμή που προκάλεσε σχεδόν όλες οι φυλές των χιπχοπάδων να συνευρεθούν ειρηνικάήταν η δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Ίσως απειδή ο ακομπλεξάριστος Killah P υποδήλωνε στοιχεία κι από τα δύο ρεύματα (συγκρίνατε την Κρίση και το Ρούμι Τεκίλα με τα Εκτός Ελέγχου και [Σιγά μη Κλάψω](Σιγά μην κλάψω)).

Τέλος, λίγα λόγια για την ετυμολογία του όρου. Ο χιπχοπάς, όπως και τα συναφή χιπστεράς, χίπης, χιπ, καθώς και η ζητωκραυγή χιπ, χιπ, ουρά! (και ταλιμπάν) είναι εκ του «hep», παμπάλαιας σλανγκιάς για ψαγμένα άτομα (βλ. εδώ). Πρώιμο παράγωγο από τον χώρο τση τζαζ: hepcat.

Οι θεωρίες διίστανται για την πρωθύστερη προέλευση του hep:

Διαλέγετε και παίρνετε.

1.
- Στα Δυτικά οι Χιπχοπάδες Συζητούν για τον Σεξισμό Μέσα μας. Μια ανοιχτή συζήτηση με αφορμή το στίχο που δίχασε τον κόσμο στο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ.

2.
-Συνέντευξη τύπου Χιπχοπάδων για τον δολοφονηθέντα Killah P (Βίντεο) - #KillahP

3.
- Η συντριπτική πλειονότητα των χιπχοπάδων έχει i.q. μικρότερο του μέσου.
1)Αδυνατούν να διαβάσουν ένα κείμενο πάνω από 5 γραμμές
2)Αδυνατούν να συνθέσουν ένα κείμενο πάνω από 2 γραμμές.
3)Το λεξιλόγιό τους περιορίζεται σε 100 λέξεις.
4)Μιλάνε για πράγματα που δεν ξέρουν και έχουν και φανατική άποψη κιόλας

4.
- Λοιπον, οπως εχω ηδη πει, πιστευω οτι ενα σοβαρο πληγμα για την ελληνικη χιπ χοπ σκηνη ηταν (και δυστυχως ειναι) ο διχασμος του κοινου σε «χιπχοπαδες» και «λοουμπαπαδες». Προσωπικα δεν βαζω ταμπελες στην μουσικη, δηλαδη ακουω οτι μ αρεσει, αλλα προτυμω ο καλλιτεχνης που ακουω να ειναι παραδειγμα προς μιμηση σε μενα.

(από Khan, 10/07/14)Μεταξύ των διονυσιακών στιγμών μπορεί να συγκαταλεγεί και η πανούσειος στροφή του πρώην λοουμπαπά Νικήτα Κλιντ. (από Khan, 15/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σωματώδης μπράβος. Εργοδοτείται ως σεκιουριτάς γενικών καθηκόντων, πόρτα σε νυχτομάγαζα, προσωπικός σωματοφύλαξ και πολιτικός τραμπούκος.

Η λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευρύτερα για τους επιδειξίες μπρατσωμένους γενικά.

Συγγενή λήμματα: σφίχτης, σφίχτερμαν, μπονταίος, μπιλντέρι, πρήσμένος, σβάρτσος

Μπήκα στο κλάμπ αφού οι φουσκωτοί τύποι στην πόρτα με τα μαύρα κοστούμια και τα «τσιγκελάκια ενδοσυνεννόησης» στ' αυτιά με κοίταξαν ψαρωτικά. Δεν έπεφτε καρφίτσα. Στις δύο γωνίες της πίστας ήταν άλλοι δύο φουσκωτοί που κοιτούσαν τη μεθυσμένη μάζα να χορεύει και να χουφτώνεται. Όποιος τολμούσε να αγριοκοιτάξει ή να σηκώσει χέρι σε άλλον δεν καταλάβαινε πότε βρισκόταν ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο! (Από blog)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πορτιέρης με το ξυρισμένο κεφάλι και το βλέμμα «γαμάω-τάω». Η λέξη προέρχεται από τον πρωταγωνιστή της παλιάς τηλεοποτικής σειράς «Σογκούν».

- Μαλάκα την κόβω τη δουλειά, θα φάμε ήττα σοκ στο ενενήντα φεύγα. Κοίτα ο Τορονάγκας πώς μας κοζάρει. Θα φάμε πόρτα σου λέω. Πάμε να την κάνουμε με ελαφρά!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λευκό δέρμα, ωχρό πρόσωπο, μαύροι κύκλοι κάτω από τα μάτια. Ειρωνικό, για τον άνθρωπο που δεν τον βλέπει ο ήλιος επειδή τριγυρνάει σε μέρη σκοτεινά με σκοπό το πιοτί. Παλιομοδίτικος τρόπος ζωής, που έχει όμως ακόμα οπαδούς.

Ασίστ: Ν.Μ., φίλος πότης.

- Πάμε για κανα μπανάκι ρε συ να σε δει λιγάκι ο ήλιος να πάρεις χρώμα.
- Ρε δεν έχω ανάγκη εγώ, έχω το μαύρισμα του πότη.

(από alamo, 21/06/10)Ο Μπουκόφσκι στα 70 του (από Khan, 23/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η παρατεταμένη κατάποση αλκοόλ, κυρίως με παρέα κατά τις μεσημεριανές ώρες που συνεπάγεται άραγμα για μαγείρεμα σε κάποιο σπίτι με σκοπό την ανανέωση και ενδυνάμωση του συστήματος/οργανισμού ώστε να μπορεί να συνεχιστεί το πιώμα.

Κατά πάσα πιθανότητα μαγειρεύει κάποιος ανίδεος από μαγειρική, με τυχαία συστατικά και κάθε ένας από την παρέα προσθέτει/πετάει και κάτι δικό του επικαλούμενος την «μεγάλη» εμπειρία του στη μαγερική.

Κλασσική αντίδραση όταν κάποιος ασκεί «κριτική» με το συστατικό που προστέθηκε είναι: «Άσε ρε μαλάκα, σου λέω θα γίνει τούμπανο».

Βασικά χαρακτηριστικά της κατάστασης:

1) Κανείς δε καταφέρνει να φύγει από το σπίτι.
2) Ενώ ο σκοπός είναι να το ξενέρωμα απ' τό αλκοόλ, όλοι πίνουν μια ζεστή συνήθως μπύρα.
3) Από αυτούς πού πετάνε τα έξτρα υλικά, κάποιος θα πετάξει και μια μαλακία μέσα που είτε θα το καταστρέψει και θα ξαναρχίσει η «συνταγή» με ακόμα χειρότερες προσδοκίες, είτε θα καταλήξει να τρώνε μη φαγώσιμα υλικά (όπως γραβάτες).
4) Σημαντικό βάρος του λήμματος δίνεται στο έξτρα, παντελώς άκυρο υλικό που θα κάνει τους πάντες να πανηγυρίσουν με την μέγιστη μαλακία που μόλις έγινε. Εάν το υλικό που προστέθηκε είναι αβλαβές θα γίνει σίγουρα κάποιο προσποίηση ότι θα φαγωθεί, έτσι για να βγει καμιά φωτογραφία. Αυτός που κάνει ότι το τρώει έχει πάντα σοβαρό ύφος ότι δε τρέχει τίποτα.
5) Κλασσική συνταγή είναι η ομελέτα, με τυρί και μπαλαντέρ την γραβάτα του μάγειρα!!

- Ρε μαλάκα, σόρυ που έφυγα χτες. Μου έπρηξε το παπάρι η δικιά μου.
- Φίλε καλύτερα που την έκανες.
- Γιατί ρε, γαμώ ήταν που μαζευτήκαμε μετά από τόσο καιρό για ουζάκια.
- Ναι ναι, γαμώ.... γραβάτες τηγανίσαμε.
- Χαχα, τι εννοείς ρε μαλάκα;
- Γάμησέ τα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επίσης:

  1. Ο πούτσος, ο πέοντας. Λόγω σχήματος. Μεγεθυντικά: λαμπάδα, κολώνα.

  2. Ο σωλήνας γύρω από τον οποίο εκτελούν το χορευτικό τους οι στριπτιζέζ. Βλ. παιδί του σωλήνα. Εννοείται ότι αυτή η δεύτερη σημασία λειτουργεί μεταφορικά ως προς την πρώτη.

  1. Τελικά, μήπως είμαστε όλοι παιδιά του σωλήνα;

  2. Τον χορεύει πολύ καλά τον σωλήνα η Σάντρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται και σφιχτερμάνος, κατά το πολισμάνος. Ο σφίχτης, τούμπανος, μουσκουλάτος, φουσκωτός. Ο πολύ γυμνασμένος και συνήθως με λίγο μυαλό. Δουλεύει πόρτα στο μαγαζί της γειτονιάς για να πληρώνει τις κρεατίνες του.

Της την πέφτω και μετά από λίγο σκάει ο γκόμενός της, ένας σφίχτερμαν, και την κάνω με ελαφρά...

Βλ. και μπρατσορακέτας, σφίχτης, μπονταίος, πρησμένος, σβάρτσος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

α. Γυναίκα που συχνάζει ή εργάζεται σε σκυλάδικα, κωλάδικα και λοιπά νυχτερινά καταστήματα διασκέδασης και μετα-νυχτερινής μαζικής εστίασης.

β. Γυναίκα που ομοιάζει με γυναίκα που συχνάζει ή εργάζεται σε σκυλάδικα, κωλάδικα και λοιπά νυχτερινά καταστήματα διασκέδασης και μαζικής εστίασης.

γ. Γυναίκα που ομοιάζει με σκύλα (θηλυκό του σκύλου) εμφανισιακά και μόνο.

δ. Γυναίκα που γουστάρει σκυλάδες ή και σκύλους.

ε. Άνδρας ομοφυλοφιλικών παραδόσεων και κατευθύνσεων και που ομοιάζει ή φέρεται ως γυναίκα μίας εκ των ανωτέρων κατηγοριών.

Δεν θα πρέπει να την μπερδεύεται με την σκύλα (κοινώς bitch) ή το σκυλί. Η σκυλού ακόμα κι αν είναι είναι άνδρας, έχει αρχίδια. Πολλές σκυλούδες τυχαίνει να είναι λεσβίες αλλά να μην το γνωρίζουν.

α. Ου ρε σκυλού!

β. Ου ρε σκυλού!

γ. Ου ρε σκυλού!

δ. Ου ρε σκυλού!

ε. Ου ρε σκυλού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που μοιάζει να συχνάζει κάθε Σάββατο πρώτο τραπέζι κάλτσα, που φαίνεται να ακούει δηλαδή σκυλάδικα και να έχει ως μόνιμη απασχόληση το να χορεύει τσιφτετέλι πάνω σε τραπέζια σκυλάδικων/ελληνάδικων.

- Κοίτα ρε μαλάκα τη γκόμενα με το λεοπαρδαλέ μίνι! Πώωω, κάτι μπουτάρες...
- Πάρε ένα σκυλί... Ε ρε και να σε βάλω στα τέσσερα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σκυλάδες αποκαλούνται οι:

Βλ. και κρυφοσκυλάς.

  1. Ποιος είναι ο καλύτερος λαϊκός και σκυλάς τραγουδιστής; Tolis Tsimoggianis; Alekos Zazopoulos; Giannis Kollias; Kostas Safetis; Vasilis Mitropoulos; Stathis Ksenos; Xara Vera; Xaris Kostopoulos; Spiros Zaxarias; Anneta Marmarinou; Giannis Floriniotis; Giorgos Salampasis; Antzela Dimitriou; Vasilis Karas; Vasilis Terlegas; Gonidis; Konstantinopoulos; Notis Sfakianakis... (Βλ. εδώ)

  2. Αγαπητοί συνφορουμίται, με περίσσια χαρά σας παρουσιάζω το ΑΥΘΕΝΤΙΚΟ εξώφυλλο της υπερ-καλτ μοναδικής ταινίας «Ο ΣΚΥΛΑΣ» με τον Κώστα Στεφανάκη. Δώστε προσοχή στις διάφορες ατάκες όπως «μια ταινία για όλη την οικογένεια» και «γυρισμένη στη όμορφη Χαλκίδα». Επίσης παρατηρήστε την έντονη ανορθογραφία : Η Μανουσέλη έγινε Μανουσέλι, το «guest star» έγινε «gest star», στην πλοκή, αντί «κυνηγιέται» γράφει «κυνηγιέτε». Η μόνη αληθινή ατάκα, είναι ότι «δε θα ξεχάσετε ποτέ αυτή την ταινία». (Βλ. εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified