Ως γνωστόν μόλις γεννηθεί το τέκνον, σπεύδουσιν συγγενείς και φίλοι να ασημώσωσιν (καλώς!) αλλά και να διαγνώσωσιν (κακώς!) εν είδει επαϊόντων πλήν αυτοκλήτων και ερασιτεχνών ντιενεϊτζήδων, εις ποίον μέλος της οικογενείας ομοιάζει περισσότερον, το βρέφος.

Μετά τον καταιωνισμόν (<αρχ. και στρατοκαβλ. καταιωνιστήρ=ντουζιέρα) πτυέλων επί της μάπας του δυστήνου βρέφους, οι προσφιλείς του ζεύγους αρχινάνε την κολυκυθιά:

  • Μην είν’ τα μάτια του παππού;

  • Μήνα της κουκουβάγιας;

  • Μη το προγούλι είναι της θειάς;

  • Μήπως στης μάνας φέρνει σόι;

  • Μπα κι έχει του μπαμπά το μπόι;

Και λοιπά.

Βεβαίως, όλ’ αυτά αφορούσιν κυρίως ειπείν εις την διαπίστωσιν της εκ πατρός ρίζης ταυτοποιήσεως, δεδομένου οτι mater semper certa est (δηλ. «να κάνει» η μάνα).

Εξ άλλου, όταν το τέκνον μεγαλώση, θα κληθεί πολλάκις να λάβη θέσιν εις την (υφ’ όσων ευρίσκονται ακόμα εν ζωή συγγενών τεθείσα) τραυματικήν ερώτησιν:

Ποιόν αγαπάς πιό πολύ; Τη μαμά ή τον μπαμπά;

Η ορθή και ειλικρινής απάντησις δέον όπως έχη: «Δε γαμιέσαι;»

(Αλλά τα καλά παιδιά δε λένε κακές λέξεις κλπ-κλπ).

Τα σόγια αλληλο-υπονομεύονται (πότε κρυφά-πότε φανερά) και εξαίρουν εαυτούς, οι φίλοι γελούν συγκρατημένα (αποφεύγοντας το ατόπημα να διατυπώσωσιν την γνώμη των) και το ζεύγος καρτερεί την ώραν που θα πάνε άπαντες στα ξεκουμπίδια...

Η έκφρασις χρησιμεύει ως πυροσβεστήρ των εκατέρωθεν αντιδικιών, συνήθως υπό του πατρός (δίκην διαιτητού), όστις λέγει χαριτολογώντας (!) οτι κατά την εποχήν της συλλήψεως του τέκνου, δήθεν (;) χρωστούσαν βερεσέδια εις τον οπωροπώλην ή τον εδωδιμοπώλην ή τον κρεοπώλην ή αλλαχού (αντιστοίχως), οπότε (εννοείται οτι) το τέκνον μάλλον φέρει τα χαρακτηριστικά ενός (;) εξ αυτών, μεθ’ ου επλάγιασεν η νύφη, ίνα πατσίση τα οφειλόμενα...

Άλλωστε τοιούτου είδους in natura συμψηφισμοί χρεών, εγένοντο κατά κόρον εις τας συνοικίας των παρελθόντων ετών (π.χ. γαμούσε ο σπιτονοικοκύρης τη ζουμπουρλή μπαταξού νοικάρισσα, ο πτωχός φοιτητής την θαλερή μπακάλαινα, ο κωλόμπος ποδηλατάς «χάριζε» γύρους κ.ο.κ.) αλλά ακόμη και σήμερα κάποιες τζαμπατζούδες και έκλυτες επιβάτισσες πληρώνουν τον ταρίφα σε ρήτρα Jim Bookie (!)

Φυσικά, τα ανωτέρω ελάμβανον χώραν την παλαιάν εποχήν, διότι τώρα δεν κάνουμε τέτοια αφού είμεθα Εβροπέη (το γράφει και εις τον τηλεφωνικόν κατάλογον) και εφ’ όσον άλλωστε και εν Αλβιόνι εν αντιστοίχοις περιπτώσεσιν, πατήρ απάντων των βρετανόπουλων πάλαι ποτέ εφέρετο ο θρυλικός γαλατάς (the milkman was round)...

(Πεθερά απ’ του αντρός το σόι):
-Πώπω ένα ωραίο μωράκι!
(Πατέρας):
-Είδες;
(Πεθερά απ’ του αντρός το σόι):
-Κοίτα το! Έχει την έκφραση του μπαμπά σου γιόκα μου!
(Μάνα):
-Μα τί λέτε καλέ μητέρα; Της μαμάς μου έχει...
(Πεθερά απ’ του αντρός το σόι):
-Της μαμάς σου ναί, αλλά όχι την έκφραση...
(Πατέρας):
-Εγώ λέω του μανάβη μοιάζει που του χρωστούσαμε κιόλας!
(Μάνα κάτωχρη):
-Ώστε λοιπόν ξέρεις...

(Η συνέχεια σε Βίπερ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογικά σχετίζεται με το χάρχαλο.

Κατά τον Αντώνιο Ν. Βάλληνδα (Πάρεργα: Φιλολογικά πονημάτια 1887) σημαίνει «κώδων κακοήχως σημαίνων».

Επίσης, «το βελανίδι που μαζεύεται το φθινόπωρο» (όπως αναφέρει εδώ ο xalikoutis).

Σήμερα:

1. Όταν πρόκειται για γυναίκα,

  • σημαίνει την άσχημη γεροντοκόρη, τη χοντρή και πλαδαρή γυναίκα.
  • σήμερα χρησιμοποιείται σαν το πουτάνα και τα συναφή όπως λέει εδώ ο xalikoutis. Συνώνυμο το χαρχάλω (κατά μια έννοια).

    Όμως, αρχικά, σήμαινε τη χοντρή και πλαδαρή πουτάνα που ‘χε χρόνια στο κουρμπέτι (οπότε αφενός πεπειραμένη, αφετέρου γριά, για το λειτούργημα) στυλάκι: «κλάσε λιγάκι μωρή, να βρω το δρόμο» -ίσως εδώ(;!) να έγκειται κι η πιθανή συγγένεια με το «χαρχαλεύω».

2. Τρύπα (που εύκολα συσχετίζεται με το πουτάνα).

3. Όταν πρόκειται για κάποια μηχανή (συνήθως αυτοκινήτου ή μοτοσικλέτας, αλλά όχι μόνο) ουσιαστικά έχει την ίδια ακριβώς έννοια με το χάρχαλο, το χάρβαλο και (κατά μια έννοια) με το χαρχάλω με έμφαση στο ό,τι κάνει θόρυβο λόγω παλαιότητας και/ή υπερβολικής χρήσης, ενώ εννοείται πως είναι προς αντικατάσταση (που θα έπρεπε να έχει ήδη γίνει αλλά αναβάλλεται για οικονομικούς λόγους) γιατί είναι ξεχαρβαλωμένη, σαραβαλιασμένη.

4. 'Οταν πρόκειται για χρήματα σημαίνει

  • το εύκολο, μαύρο χρήμα που προέρχεται από διαπλοκή,
  • τη μεγάλη μάσα, το φαγοπότι μεγάλων ποσών.

    5. Η έκφραση μ’ έφαγε η χαρχάλα κατά το Λαρ’σινό Λεξ’κό σημαίνει τον ήπια, τα ‘παιξα, τα ‘φτυσα, τα είδα όλα.

6. (Στην Κρήτη, κυριολεκτικά), η σφενδόνα. Προέρχεται απ’ τη διχάλα κι αυτή απ’ το αρχαίο χαλή (χηλή) - αφιερωμένο στον xalikoutis που το ‘χε απορία εδώ.

Παρεμπιπτόντως, απ’ εδώ προέρχονται:

  • τα Κρητικά: το χαχάλι, η χαχαλόβεργα και τα Χιώτικα: το χάχαλο, ο χάλος, το χαλούνι, ο χαχάλης (το κλαδί ή το ξύλο ή σίδερο που καταλήγει σε διχάλα –το δικράνι - αλλά και το σχήμα V),
  • η Κρητική χαχαλιά (η χούφτα - και σαν μονάδα μέτρησης μικροποσοτήτων).
  1. «…Όντας όμως πρακτικός άνθρωπος, σκέφτηκε πως αν έλεγε πως παντρεύεται για την περιποίηση του ορνιθώνα του, σίγουρα θα τον εκλάμβανε (η γριά προξενήτρα) για κανέναν αγροίκο ορεσίβιο και ασφαλώς θα του φόρτωνε καμιά χαρχάλα…»

  2. «…Παραπονείται επίσης, στον έναν από τους δυο σιδηροδρομικούς …. ότι στις τουαλέτες του τρένου που πήγε πριν από λίγο να κάνει την ανάγκη της, δεν είχε νερό. Ο σιδηροδρομικός, …., το παίρνει κατάκαρδα. -Έλα εδώ μωρή καριόλα!.. Που θα μου πεις εμένα πως δεν έχει νερό το βαγόνι!.. Που δεν ξέρεις που παν τα τέσσερα, κωλόβλαχα!.. Έλα εδώ μωρή φακλάνα. Να σου δείξω εγώ αν έχει ή δεν έχει νερό το τρένο... Γιατί φεύγεις μωρή χαρχάλα; Έλα ‘δω!....»

  3. «… η ωραία κίνηση ήταν η πάσα πριν το γκολ! Εκεί που αδειάστηκε η άμυνα! Από κει και πέρα ο παίκτης ήταν ελεύθερος πια με καθαρό οπτικό πεδίο είδε την χαρχάλα που άφησε ο πορτιέρο και με ένα καλό τωόντι σουτ έγραψε…»

  4. «…Και με αυτά τα λόγια σηκώνει το μαστίγιο και το κατεβάζει πάνω στον πισινό μου. Αυτή τη φορά, το χτύπημα δίνεται έτσι ώστε η λουρίδα να χωθεί σαν φίδι ανάμεσα στα σκέλια και να προσβάλει την χαρχάλα που χάσκει ανοιχτή…»

  5. «…Ναι, υπάρχει το ταξί. Αλλά κοστίζει περισσότερο από μια κακοσυντηρημένη χαρχάλα που δυστυχώς τα ΚΤΕΟ επιτρέπουν να κυκλοφορεί….»

  6. «…Εδώ συζητιέται αν το Samsung Omnia (WM 6.1) θα είναι καλύτερο από το iPhone και θα είναι η χαρχάλα της Nokia με το «φοβερό» Symbian Touch UI καλύτερο; Χα Χα….»

  7. «…Μα η τελευταία Νομαρχιακή απόφαση του Ψωμιάδη δεν ήταν και πάλι χαρχάλα χρήμα στον εξυπνάκο μας από την καύση σκουπιδιών; έλεος πια!! …»

  8. «…Ο Προϊστάμενος της Διεύθυνσης επί ΠΑΣΟΚ έβγαζε από τις επιτροπές 19,000€. Αυτό είναι γραμμένο σε αγωγή Πασοκτζή Προϊσταμένου που αντικαταστάθηκε τον Αύγουστο του 2004 και ζητάει αποζημίωση γιατί αντικαταστάθηκε «παράνομα» και ζημίωσε. Γι' αυτό και το μένος της κυρίας που φαίνεται ότι είχε γλυκαθεί στην χαρχάλα. Όλα τα άλλα (διδακτική εμπειρία κλπ) είναι φούμαρα για αφελείς….»

  9. «…ο “τζάμπα” λιγνίτης δυστυχώς η ευτυχώς τελείωσε για τις επόμενες γενιές. Τώρα τα κοράκια βάλαν μάτι στα υδροηλεκτρικά Αώο, Αχελώο, Αξιό κλπ. Εκεί είναι το ζουμί και η χαρχάλα….»

  10. «…Γιατί μ’ έφαγ’ η χαρχάλα μαζί σ’ πια Νάσου. 2 χρόνια μι πιλατέβεις…»

  11. «…Η χαρχάλα στην κολότσεπη μία φέτα ψωμί με ζάχαρη ή ξυσμένη ντομάτα με ρίγανη στο χέρι, δίπλα μας το αυτοσχέδιο πατίνι με ρόδες τα μεγάλα ρουλεμάν της παλιάς αλωνιστικής και μπρος για κατηφόρες, φωνάζοντας στους άδειους δρόμους και στις όμορφες γειτονιές...»

(όλα απ’ το δίχτυ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λαϊκή σοφία εμίλησε ως άλλη σφίγγα! Εκφραση που σηκώνει ανάλυση, και ήρθατε στο σωστό μέρος!

Σπάμε την έκφραση στα δύο, προς ανάλυση της χαράς που μπορούμε να βρούμε:

α) της γκαστρωμένης το μουνί

Τι θέλει να πει ο ποιητής; Αφενός αυτό που υπονοεί και το εφηβικό ανέκδοτο. Σεξουαλική ηδονή από την τριβή εισόδου του ανδρικού μορίου στον γυναικείο κόλπο, και συνάμα πεοθηλασμός από πλευράς εμβρύου (δύο σε ένα). Πιο κυριλέ δεν περιγράφεται! Αφεδύο, είναι γνωστό ότι η εγκυμοσύνη είναι ένα μπλέντερ για τις γυναικείες ορμόνες. Συνήθως, μετά τους πρώτους τρείς μήνες κυοφορίας, ακριβώς μετά από τις ζαλάδες και τις αναγούλες, ανοίγει (ταπεινή περιγραφή) η σεξουαλική όρεξη. Οτι και να σας λέω είναι λίγο (από αυτά που έχω ακούσει από ορμονολόγους, εξυπνάκηδες).

β) της κουτσής τον κώλο

Και εδώ έχουμε δύο εξηγήσεις. Η πρώτη είναι ότι οι κουτσές λόγω της ιδιαιτερότητας τους, για να έλξουν το αντίθετο φύλο, αναπτύσσουν ιδιαίτερες τεχνικές στο κρεββάτι, σαν αμυντική αντίδραση του οργανισμού. Είναι γνωστό ότι άτομα που υπολείπονται σε μία αίσθηση, αναπτύσσουν μία άλλη υπέρμετρα, ώστε να καλύψουν το κενό. Τώρα γιατί οι κουτσές διαλέγουν να αναπτύξουν την σεξουαλική ικανότητα, θα σας γελάσω, και δεν το θέλω, αλλά εγώ θα εμπιστευθώ τη λαϊκή σοφία. Η δεύτερη εξήγηση, έχει να κάνει με την ανισότητα των άκρων της κουτσής. Στην οπίσθια εισχώρηση έχουμε διαμήκη κυματισμό των σωμάτων στα στενά δίπλα από τον κόλπο. Λόγω της ανισότητας των άκρων, δημιουργείται επί πρόσθετα, κι ένα μπότσι, που ως αποτέλεσμα έχει την απογείωση του εισχωρούντα στον έβδομο ουρανό αφού επιτυγχάνεται τριβή και μπρος πίσω, αλλά και τριβή τύπου «πλάθω κουλουράκια».

Συμπέρασμα: Αυτός που ξενογαμεί μία κουτσή την περίοδο που η γυναίκα του έχει περάσει τον τρίτο μήνα της εγκυμοσύνης, έχει ζήσει την απόλυτη σεξουαλική εμπειρία.

Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση του πιστού συζύγου, που απλά η γυναίκα του είναι κουτσή. Ο τελευταίος σύμφωνα με τη λαϊκή σοφία, προβλέπεται ότι θα γίνει και πολύτεκνος.

  1. -Τι έμαθα ρε Λάκη; Η κουμπάρα έσπασε το πόδι της;
    -Ναι, όχι τίποτα σοβαρό, αλλά για δύο μήνες θα το 'χει στο γύψο.
    -Αντε ποιος τη χάρη σου!!!
    -Τι εννοείς ρε; θα μου βγεί η παναγία να πηγαινοφέρνω τα παιδιά, συν του ότι θα της κάνω και τον υπηρέτη!
    -Ναι, αλλά ξέρεις τι λένε;
    -Τι λένε ρε Θρασύβουλα;
    -Xαρά σ' εκείνον που γαμεί, της γκαστρωμένης το μουνί, και της κουτσής τον.... , ξέρεις ποιον!
    -Να πω της κουμπάρας σου τις μαλακίες που λες, να σου βάλει το γύψο στον κώλο;
    -Εντάξ μωρέ, ένα αστειάκι κάναμε!!!

  2. -Τι πέρασε απ' έξω ρε!!!!!!
    -Τι πέρασε;
    -Μία κουτσή! Ξέρεις τι λένε...χαρά σ' εκείνον που γαμεί, της γκαστρωμένης το μουνί, και της κουτσής τον κώλο.
    -Τι κάθεσαι; Τρέχα να την προλάβεις, μη στη καπαρώσει κάποιος άλλος. Κι αν τη χάσεις, τράβα στήσου έξω απ' το «Μητέρα»!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέμε ότι κάποια μας φωτογραφίζει όταν φαίνεται το βρακί ή (ακόμα καλύτερα) το μουνί της καθώς κάθεται ανέμελα με ανοιχτά τα πόδια.

Όπως με όλες τις μορφές φωτογράφισης, μερικές είναι αυθόρμητες κι άλλες στημένες.

Συνειρμικό ασίστ από τα σχόλια του Πονηρόσκυλου εδώ.

- Αίαντα, για γύρνα διακριτικά στο τρεις η ώρα...η Σβετλάνα μάς φωτογραφίζει.

- Ἂτσα ἑξώμουνο μίνι ἡ Φωτεινοῦλα, Ἁλλῖβε!

Κλασική φωτογράφιση της Sharon Stone, καικαλά όχι στημένη. (από Vrastaman, 04/11/09)"Φωτογράφε, όλη την τέχνη σου να βάλεις", αφιερωμένο στην Φαιη Σκορδά και την Πετρούλα Κωστίδου (από Khan, 04/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ευνοϊκός συνδυασμός καταστάσεων που κάνει τους εμπλεκόμενους να νιώθουν ευχάριστα. Με τον οξύμωρο επιθετικό προσδιορισμό «άσχημη», η φόρμουλα είναι ακόμα καλύτερη!

  2. Κοπέλα, όχι απαραίτητα κουκλάρα, άλλα με ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που την κάνει πολύ ελκυστική στα αρσενικά.

- Ααααααχ, ποτάκι, τσιγαράκι, μουσικούλα... άσχημη φόρμουλα!

- Κοίτα μια φόρμουλα μπροστά, έχει και τατουάζ στο γοφό...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν αρκετές ερμηνείες της «φλόπας» στην καθομιλουμένη. Ιδού και 3 παραθέσεις:

  1. Φλόπα είναι μια ταινία / έργο που είναι τελείως μάπα (δες το σύνολο του Χόλυγουντ).

  2. Φλόπα μπόρει να έιναι και μια ατυχής περίπτωση βραδυνής μέθης και ρομάντσου, που το πρωί φαίνεται σαν ανεξήγητο δράμα.

  3. Φλόπα επίσης είναι ένα πολλά υποσχόμενο προϊόν, που τελικά αποδεικνύεται ότι είναι κακής κατασκευής.

  1. Πήγαμε στον κινηματογράφο τις προάλλες να δούμε το καινούργιο έργο με την Αντζελίνα και μιλάμε για μεγάλη φλόπα.,

  2. Άσε πού να σ'τα λέω Κώστα... Πάνω στη σούρα μου, την έπεσα σε μια τύπισσα και αποδείχθηκε μεγάλη φλόπα.

  3. Αγόρασα τις προάλλες τα Γούιντοους Βίστα και μίλαμε για πολύ φλόπα λειτουργικό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαμιόλα ή κοινώς καριόλα.

Έχει διαφορά με την πουτάνα γιατί αυτή πηγαίνει με όλους ενώ η φακιόλα πηγαίνει με όλους εκτός από σένα. Επίσης χρησιμοποιείται και σε καθημερινές εκφράσεις για να δώσει περισσότερη έμφαση.

Εκ του fuck-ιόλα.

- Τελικά τι έγινε με το Μαράκι; Την πήδηξες;
- Όχι...η φακιόλα δεν μου έκατσε.

- Τι έμαθα Κωστάκη; Σε γουστάρει η χωριάτισσα; Θα κάνεις τίποτα μαζί της;
- Για κανένα φακιόλη λόγο! Ούτε να μου τον ακουμπήσει δεν θέλω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιθετικός προσδιορισμός που χρησιμοποιείται κυρίως για το μουνί υψηλής τεχνολογίας. Γενικά, για γκόμενες πολύ αεράτες, ψηλές, εντυπωσιακές, μπαλκονάτες, γυναικάρες. Επίσης, για γυναίκες που η ομορφιά οφείλεται και στην τεχνολογία, (σιλικόνες κτλ). Η χρήση του επιθέτου γίνεται αναλογικά προς τα: «τριφασικό ρεύμα», «τριφασική γεννήτρια», «τριφασικός κινητήρας», «τριφασική συσκευή».

Επίσης, χρησιμοποιείται ως επιθετικός προσδιορισμός στο «φάση». Λέμε «φάση τριφασική». Στην αρχή η χρήση αυτή ήταν κατ' αντιστοιχία προς το «τριφασικό μουνί». Αλλά μετά αυτονομήθηκε και οδήγησε σε μια παρετυμολογία κατά την οποία η «τριφασική φάση», ή απλά το «τριφασικό» σημαίνει το ερωτικό τρίο. Αν και πρόκειται για εμφανή παρετυμολογία, οφείλουμε να την καταγράψουμε, γιατί έχει περάσει στην ελληνική σλανγκ.

Μεγεθυντικό: Τριφασική μουνάρα, η

Τι τριφασική μουνάρα είναι αυτή η Veronica Zemanova! Άλλης τεχνολογίας μουνί!

(Παρετυμολογικά:)
-Είδες την ταινία του Γούντυ Άλλεν που τά 'χουν ο Μπαρδέμ, η Πενέλοπε Κρουζ κι η Σκάρλετ Γιόχανσον, όλοι μαζί; Φάση τριφασική, σου λέω!

Veronica Zemanova. Άλλης τεχνολογίας μουνί! (από Hank, 02/01/09)

Βλ. και σχετικά λήμματα θεόμουνο, το, Σίλικον Βάλεϋ, η, τριολέ και Λίλιαν, η/το

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιδεικνύω εμφατικά τον κώλο μου (όχι εγώ, η έκφραση το λέει), παίρνοντας κατάλληλα στησίματα, ώστε να ανάψω τον πόθο και να δείξω και ότι γουστάρω και είμαι διαθέσιμος/η. Η έκφραση μάλλον θυμίζει τετράποδα που βρίσκονται σε οίστρο και κάνουν τις ανάλογες κινήσεις με τα οπίσθιά τους. Στους ανθρώπους βέβαια λέγεται για μια οποιαδήποτε επίδειξη τουρλωτού κώλου.

  1. - Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΓΑΜΗΘΕΙ ΤΡΕΛΛΑ ΕΧΕΤΕ ΔΙΚΙΟ ΤΗΣ ΛΕΙΠΕΙ ΤΟ ΓΑΜΗΣΙ ΚΑΙ ΓΙ ΑΥΤΟ ΤΟΥΡΛΟΚΩΛΙΑΖΕΤΑΙ ΟΛΗΝ ΤΗΝ ΩΡΑ ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΕΠΙΒΕΒΑΙΩΣΗ ΜΑΚΡΑΝ Η ΚΑΛΥΤΕΡΗ MILF ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
    - ΠΟΣΟ ΔΙΚΙΟ ΕΧΕΙΣ! (Ελληνίδες μουνάρες)

  2. Θελει μονο να τον χαιδευω οταν τρωει, οταν μου τουρλοκωλιαζεται και αρκετα συχνα ερχεται και τριβεται στα ποδια μου.Αγκαλια δεν εχει κατσει (Εδώ).

  3. Ρε Βαγγελη να σε δω σε μαγαζι εσωρουχων να δοκιμαζεις και να μου τουρλοκωλιαζεσαι για να δεις ποιο σου γραμμωνει καλυτερα εε και τι στον κοσμο!!!!!! (Εδώ).

Κυκλοφορεί και σε φυσικό κωλjί (από Khan, 27/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση περιγράφει:

  1. Το αλλήθωρο βλέμμα κάποιου,
  2. Τα ορθάνοιχτα μπούτια της χταποδιάρας,
  3. Τα αλληθωρόβυζα,
  4. Σε ξεχωριστές περιπτώσεις, όλα τα παραπάνω.

Ασίστ: Γ. Τράγκας.

- Γκαυλιάρα γυναίκα η Λάουρα, κώλος αναφοράς, μπούτια εκκαυλωτικά ανοιχτά…

- Αυτός ο στραβισμός της ρε πστ με χαλάει όμως -- το ένα κοιτάζει το γιαχνί και το άλλο το πιλάφι...

- Αυτό λέω κι εγώ, τουκανιστή!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified