Selected tags

Further tags

Αυτός που έχει μεγάλη μύτη σαν κλαρίνο, οπότε είναι άσχημος.

Στο Δ.Π. υπό Στράτου 98 ως κλαρινομύτη, δηλαδή η άσχημη γυναίκα μυταρού.

ΕΜΕΙΣ ΚΑΙ Ο ΚΛΑΡΙΝΟΜΥΤΗΣ (CLARINOMITES AROUND THE WORLD)

ΜΙΑ ΟΜΑΔΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΛΑΡΙΝΟΜΥΤΗ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΙΔΟΣ ΕΞΑΦΑΝΙΣΗΣ.ΚΛΑΡΙΝΟΜΥΤΕΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΕΝΩΘΕΙΤΕ.
A GROUP PROTECTING THE EXTINCTION OF THE KLARINOMYTIS KIND ALL CLARINOMITES AROUND THE WORLD JOIN FORCES AND YOUR BIG NOSES AND MAKE EVERYTHING HAPPΕΝ

ΓΙΑΥΤΟ ΔΩΣΕ ΧΑΡΑ ΣΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ ΜΥΤΟΓΚΑ....

ΚΡΥΦΕΣ ΟΙ ΧΑΡΕΣ ΤΟΥ ΚΛΑΡΙΝΟΜΥΤΗ ΑΠΟ ΔΙΑΠΙΣΤΩΘΗΚΕ ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΠΟ ΕΡΕΥΝΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΚΛΑΡΙΝΟΜΥΤΕΣ.ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΟΙ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΚΛΑΡΙΝΟΜΥΤΕΣ ΑΝΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΕΤΥΧΟΥΝ ΠΟΛΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΑΠΛΑ ΤΗΝ ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΗΣ ΜΥΤΗΣ Η ΚΑΙ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΤΗΝ ΜΥΤΗ.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΛΑΡΙΝΟΜΥΤΗ ΕΙΝΑΙ ΟΤΙ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕΙ ΤΟΝ ΓΥΝΑΙΚΕΙΟ ΟΡΓΑΣΜΟ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩΝΤΑΣ ΜΟΝΟ ΤΗΝ ΜΥΤΟΝΓΚΑ.ΤΟΣΟ ΓΙΑ ΚΛΕΙΤΟΡΙΔΙΚΗ ΔΙΕΓΕΡΣΗ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΔΙΥΣΔΗΣΗ.ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΣΕ ΚΛΑΡΙΝΟΜΥΤΕΣ ΜΕ ΜΥΤΗ 6 ΕΚΑΤΟΣΤΩΝ ΚΑΙ ΠΑΝΩ..

(από Khan, 13/03/11)Και ο Μορφονιός του θεάτρου σκιών είναι κλαρινομύτης. (από allivegp, 13/03/11)(από stratos98, 17/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που έχει μικρό στήθος, και ωσεκτουτού είναι πολύ επίπεδη, δηλαδή απλώστρα ή σιδερώστρα. Συνώνυμα: πλάκα, κόντρα πλακέ.

Τι το θέλει το αβυζαλέο ντεκολτέ το φρόκαλο αφού είναι σανίδα!

Σέξι (;) βρεγμένη σανίδα η Κίρα Νάιτλυ. (από Khan, 15/03/11)ετς? (από MXΣ, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που έχει μικρό στήθος - πλάκα.

  1. kala ts ekanes eliana xwseee!!akou ekei eimai egw auti...egw eimai plakoviza..ayti einai fountoviza! (Εδώ).

  2. - Γιατί να μην κάνουμε κι εμείς γυμνισμό, όπως ο Στάθης και η Λέλα;
    - Καλά άμα δω εγώ την πλακοβύζα, θα κάνει έναν μήνα να μου ξανασηκωθεί.
    - Μα δεν την έχεις δει τώρα πού 'βαλε τα κονάτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το βυζί που είναι τούμπανο, δηλαδή: α) μεγάλο, ώστε είτε να αγκομαχάει αν βρίσκεται εντός μπλουζακίου, σουτιέν, μαγιό, είτε να αψηφά την βαρύτητα, εάν είναι ελεύθερο, β) σφριγηλό χωρίς ίχνη χαλαρότητας, γ) εκφράζον πλαστικές αξίες. Με λίγα λόγια το τέλειο ζυβί. Η φέρουσα μπορεί να ονομαστεί τουμπανοβύζα, ή, αν είναι κοντή, μικρός τουμπανιστής.

Αντώνυμα: γατόβυζο, τσιμπουρόβυζο, πλάκα, κόντρα πλακέ.

Σχετικό: μπανανόβυζο.

  1. ο τιτλος τα λεει ολα. το βυζι τουμπανο αλλα η συμμετοχη 0. 10 στο παρκινγκ λογω μηχανης,1 στην τσατσα διοτι εμφαννιτηκε με ρωτησε εαν εχω ξαναπαει της απαντησα ναι, 6 στον χωρο τα δωματια μεσαιου μεγεθους χωρις καποιο ντεκορ ντουζιερα αλλα το αιρκοντισιον κλειστο και εκανε και ζεστη χθες, εμφανιση 7 βαζω λογω του οτι τα τουμπανοβυζα με φτιαχνουν πολυ. (Αμφίθυμος κριτικός μπορντέλου εδώ).

  2. - ελα φλωρε μπαλαμουτιαζω την γιαγιακα τωρα που σε μιλω

- ελα ρε σπορε εφυγες νοκαουτ στα γρηγορα και συ
ασπρη πετσετουλα και λοκ φλωρακι και μετα θα κλαιγεσαι στα τουμπανοβυζα της μανας σου.
(βρις-οφ εδώ).

Ολτάιμ κλάσικ τουμπανοβύζοβα. (από Khan, 15/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φυσικό χάρισμα σε θηλυκό να έχει πάθει τουρλοβυζίαση: η γκομενούλα σχετικά αδύνατη με τεράστιους, τουρλωτούς βύζους.

Τουρλοβυζίαση: η γκομενούλα σχετικά αδύνατη με τεράστιους, τουρλωτούς βύζους.

(από stratos98, 15/03/11)

Σχετικά: βυζανάδειξη, βυζαρού, βυζόμπαλο, βυζού.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξαιρετικό φυσικό χάρισμα σε θηλυκό να έχει πάθει τουρλοκωλίαση - η γκομενάρα με το σώμα το καλλίγραμμο αλλά και το διαφορικό το σπαστό, μπλοκέ και δεν συμμαζεύεται, με τεράστιο τουρλωτό ωραιότατο, υπέροχο κώλο.

Πω ρε τι παθανάμεν... τι μουνάρα είναι τούτη; Κοίτα κωλάρα ρε μαλεα... τι να λέμε τώρα!!!! Το μουνάκι έχει πάθει τουρλοκωλίαση!!!

(από Khan, 13/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δείχνω αδερφή, αν και, τύποις τουλάχιστον, δεν είμαι. Κάτι όμως, εκεί στο βλέφαρο μάλλον, προδίδει όλη την αλήθεια -την οποία πιθανόν να αγνοώ και γω ο ίδιος και να χαραμίζομαι σε λάθος στόχους.

Συνώνυμο: πουστοφέρνω - ε, και όλα τα σχετικά με το το πνίγει το κουνέλι.

  1. Τι σκατά, πόσα μούσια να αφήσω για να μην αδερφοφέρνω;

  2. Στις 29.12.10 ο κ. Γιακουμάτος πρώην υπουργός εργασίας επί Ν.Δ δήλωσε στις ειδήσεις των 8 του τηλεοπτικού σταθμού Mega για την παραπάνω αρθρογραφία «Κοιτάχτηκα στον καθρέφτη και δεν μοιάζω με ντιντή και τα μαλάκια μου είναι άσπρα, αφού δεν αδερφοφέρνω ας ψάξουν οι άλλοι να βρουν».

(αμφότερα και τα δύο (sic) από το δίχτυ)

(από stratos98, 17/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρατηρώντας μια πρόσφατη εμμονή σε βυζολήμματα -και... ενίοτε βυζολύματα- στον ορίζοντα, είπα να καταγράψω αποφατικώς την γλαφυρώς ήδη εκτεθείσα γυναίκα, η οποία μπορεί να πάει στα μπεν μιξ. Κοινώς να εμφανιστεί στην παραλία φορώντας στο στήθος γυαλιά κολύμβησης και να καλύψει ικανοποιητικότατα τα (ανύπαρκτα) μεμέ της. Αντίστοιχο με την επικράτηση τοπωνυμίων τύπου «Λευκός Πύργος» (που είναι σκέτο μπατάκι ένα πράμα) ή Εύοσμος Σαλλονίκης (πρώην Βρωμούσα, σκουπιδότοπος) έτσι η Σπανιόλα είναι η άβυζος καλλονή, η οποία κυκλοφορεί με ένα ζεύγος ρώγες εκεί που θα πρεπε να φυτρώσει βύζος.Το θέαμα καθίσταται ειδεχθέστερο στην περίπτωση που η Σπανιόλα μας είναι ολίγον τροφαντή. Διότι νταρντανοκάπουλη ά-μεση κορασίς που είναι δίπλατη δεν λέει!

Σαφέστατη Σπανιόλα είναι η γνήσια Μαδριλένα Ιζαμπέλα ντε λα ρώγες μονάχα, ιδιοκτήτρια τσιπουράδικου στον τρίτο μαχαλά δεξιά της Μαδρίτης που ο έμμπρατσος αδερφός της σηκώνοντάς την στο ένα χέρι χρησιμοποιεί σαν δίσκο το στήθος της για να σερβίρει τάπας με ρακή και παέγια με ρέγκα και σέσκουλο τζιτζιριστό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του λιποζάν. Τα λεπτεπίλεπτα αλλά καλλίγραμμα τσιμπουκοχειλάκια, ενίοτε συνδυαζόμενα και λιγουλάκι λιπγκλοςς.

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΟΧΙ ΟΙ ΤΣΙΜΠΟΥΚΟΧΕΙΛΑΡΕΣ (αυτό είναι άλλο).

- Είδες φωτό κολέτσα πώς ήτανε παλιά;
- Τι να δω ρε φίλε, αφού έιναι όλο φτιαγμένο στο χέρι. Κώλος, βυζί, χειλάκι για πιποζάν και τα ρέστα.

(από stratos98, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει κάτι σαν το μιλφ, αλλά ακόμη μεγαλύτερης ηλικίας. Σπασμένη πατρόνα για πολλά σχέδια...

Από την λέξη cougar.

- Πω.πω.πωωωωωωωω!!!! 45 χρονών και είναι θρυλική μουνάρα!!!!!!
- Σωστό κούγκαρ!!!!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified