Selected tags

Further tags

Τα φρέσκα μύδια ανοίγουν πολύ δύσκολα, η σάρκα τους είναι υγρή, γυαλιστερή και γερά προσκολλημένη στο κέλυφος, ενώ το περιεχόμενο τους είναι υγρό και καθαρό. Τα μπαγιάτικα μύδια αντίθετα, ανοίγουν εύκολα, είναι θαμπά, γλοιώδη και έχουν πλαδαρή σάρκα που είναι χαλαρά προσκολλημένη στο κέλυφος.

Όπως το μπαγιάτικο μύδι στερείται τα απαραίτητα συστατικά που χρειάζεται, ώστε οι βιολογικές του λειτουργίες να ανταποκρίνονται στο έπακρο, συστατικά που τα βρίσκει στη θάλασσα, έτσι και ως μπαγιάτικο μύδι, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε έναν άνθρωπο, του οποίου οι βιολογικές λειτουργίες υπολειτουργούν εξαιτίας κούρασης και ταλαιπωρίας (σωματικής ή/και πνευματικής) καθώς και ελάχιστου ή αναποτελεσματικού ύπνου(π.χ:εντός θορυβώδους περιβάλλοντος). Πολλές φορές ένας τέτοιος άνθρωπος δεν έχει σιτιστεί και καλά στη διάρκεια μιας κουραστικής και απαιτητικής μέρας. Η ελάχιστη ξεκούραση του και η έλλειψη ενέργειας (ξεκούραση, τροφή) είναι αλληλένδετη με την υπολειτουργία των βιολογικών λειτουργιών του και με την απώλεια φρεσκάδας. Ένας τέτοιος άνθρωπος χρειάζεται επειγόντως μπάνιο και ύπνο προκειμένου να ανακτήσει δυνάμεις και να αποκτήσει ζωτικότητα και ενέργεια.

Σε αναλογία με το πραγματικό μπαγιάτικο μύδι, ο άνθρωπος μπαγιάτικο μύδι, μπορεί να παρουσιάζει κάποια εκ των παρακάτω παρατιθέμενων χαρακτηριστικών γνωρισμάτων:

έχει κομμένα χαρακτηριστικά έχει κόκκινα μάτια
έχει μαυρίλες και σακούλες κάτω απ' τα μάτια
αισθάνεται βαρύ και άδειο το κεφάλι του
αισθάνεται χάλια έχει ελάχιστη ζωτικότητα τα νεύρα του είναι τσατάλια τα αντανακλαστικά του δεν ανταποκρίνονται επαρκώς
τα πόδια του τα σέρνει με δυσκολία
τα κόκαλα του πονάνε
κ.λπ.

Με δυο λόγια μιλάμε για ένα ζωντανό πτώμα.

Από forums
1.
Το κεφάλι μου είναι λίγο βαρύ και η φωνή μου λίγο κλεισμένη... Όχι, δεν είμαι άρρωστη.. Είμαι όμως, μετά από αρκετό καιρό, πολύ ξενυχτισμένη... Και αν δεν γάβγιζε ο Droopy ακατάπαυστα θα κοιμόμουν σίγουρα ένα διωράκι ακόμα...
Εχτές πήγαμε τελικά στο Sea Satin και περάσαμε υπέροχα... Τραγουδήσαμε (εξ ου και ο κλεισμένος λαιμός), χορέψαμε, γελάσαμε, και πήγε η ώρα τέσσερις παρά χωρίς να το καταλάβουμε... Και ξαναθυμηθήκαμε πόσο καλά έχουμε περάσει σε αυτό το μαγαζί, και για ποιο λόγο το θεωρούσαμε, και εξακολουθούμε να το θεωρούμε, σπίτι μας.... Και να σας πω την αλήθεια, μου είχε λείψει λίγο ξενύχτι... Κάτι οι οικογενειακές γιορτές και το μαγείρεμα, κάτι το άραγμα στον καναπέ, ήθελα λίγη κραιπάλη για να βρω την ισορροπία μου...
Τώρα σέρνομαι βέβαια, και ετοιμάζομαι να πιω την δεύτερη κούπα καφέ μήπως και ανοίξει το μάτι μου, γιατί έχουμε να πάμε και στο Balux (νομίζω) για μεσημέρι με κάτι φίλους και δεν λέει να είμαι σαν μπαγιάτικο μύδι... Νομίζω πάντως πως θα τα καταφέρω.. Έχω τσεκάρει πως μετά από ένα γερό ξενύχτι, δυό καφέδες και ένα ζεστό ντους είναι απολύτως ικανά να με επαναφέρουν στην καλή μου κατάσταση συν ότι μου μένει το χαμόγελο και η καλή διάθεση για μέρες μετά...
http://fevis-mydays.blogspot.com/2008/01/weekend.html

  1. Μόλις πριν κανα μισάωρο έφτασα στην δουλειά σαν μπαγιάτικο μύδι χααχαχαχ!!
    Μόλις τώρα έφαγα ένα τοστάκι και ήπια ένα χυμό πορτοκάλι να τονωθεί το ταλαίπωρο κορμί και ειδικότερα στομάχι μου μετά τα χτεσινά! http://tin.pblogs.gr/tags/poto-gr.html

  2. Τελικά το Σαββατοκύριακο εξελίχθηκε κάπως … ζόρικα θα έλεγα. Για την ακρίβεια το Σάββατο βράδυ ήταν ένα απ’αυτά που όλοι οι γονείς έχουν πάνω κάτω βιώσει. Απλά δεν κοιμηθήκαμε, περίπου. Διότι ύπνος 3 με 5 και 8 με 9 το πρωί δεν είναι ύπνος. Το ότι στις 5 και μισή χαράματα Κυριακής κάναμε οικογενειακώς βόλτα με το αυτοκίνητο για να ηρεμήσει ο μπέμπης εξηγεί απολύτως γιατί την επόμενη ημέρα είμασταν σαν μπαγιάτικα μύδια.
    http://taenoiko.yooblog.gr/category/uncategorized/

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολύς λόγος γίνεται τώρα τελευταία για το σίγμα.
Ως γαλλικό σίγμα, μιλάμε για τον άνθρωπο εκείνο που λόγω ηλικίας (εβδομήντα Μαΐων και βάλε), το σώμα του από τα γεροντάματα και την καταπόνηση της ζωής μπορεί να παρομοιαστεί με S. Έτσι, τα πόδια είναι ανοικτά και κυρτώνουν προς τα μπρος, η περιφέρεια κάμπτεται προς τα μέσα, η κοιλιά πάει προς τα μπρος, η πλάτη φιλοξενεί καμπούρα και το κεφάλι είναι γειρτό και χωστό μέσα στους ώμους.

Ο όρος θα μπορούσε να μην αναφέρεται υποχρεωτικά σε γέρο άνθρωπο, άλλα σε κάποιον που έχει εκ γενετής μυοσκελετικά προβλήματα, ή τα αποκτά μέσω ατυχήματος και σαν συνέπεια αυτών το σώμα του μοιάζει με γαλλικό σίγμα (βλ. παράδειγμα 2).

  1. - Πόσα χρόνια έχεις να δεις την κυρα Φωτούλα;
    - Ου... δε θα 'ναι καμιά εικοσαριά χρόνια που θα 'χω να τη δω. Θα τα 'χει πατήσει τα ογδονταπέντε, ε;
    - Ογδονταοχτώ είναι.
    - Πώς είναι;
    - Αν εξαιρέσεις το γεγονός πως είναι σα γαλλικό σίγμα, κατά τα άλλα είναι κατάγερη και έχει εξελιχθεί σε super γιαγιόνι.
    - Καραλόλ!

  2. Αναφορά σε σκάφος.
    Θα σου ελεγα να μη βαζεις ατομο μπροστα και μαλιστα σε καθισμα.Ο μπατζανακης μου καθοταν μπροστα στο πατωμα,επεσα σε κατι απονερα και τον ειδα ΟΛΟΚΛΗΡΟ στον αερα.Και ειναι και 120 κιλα.Η μεση του εγινε γαλλικο σιγμα.
    http://www.createphpbb.com/adminfouskoto/viewtopic.php;t=5558&start=15&sid=6379e5cb18806086c5136da989c7e5e9&mforum=adminfouskoto

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δύο μεγάλες συνομοταξίες γουρνάρηδων, με διαφορετική ετυμολογική προέλευση:

1. Ο χοιροβοσκός. Η ορθή προφορά είναι γουρνάρς.

Εκ του γουρουνιού (< αρχ. γρώνα, η γουρούνα).

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναρωτηθούμε που πήγε η δεύτερη συλλαβή ου, οέο. Εξερευνώντας την επαρχία μας θα διαπιστώσετε ότι πάμπολλες ταβέρνες δελεάζουν τους περιηγητές με μια μαγική επιγραφή: γουρουνόπουλο σούβλας. Φτάνοντας όμως στην Πελοπόννησο, και προχωρώντας νότια προς Αρκαδία και Μεσσηνία, οι πιο οξυδερκείς καλοφαγάδες θα παρατηρήσουν μια ειδοποιό διαφορά που θα διεγείρει τους σιελογόνους αδένες τους: στις πινακίδες των ταβερνείων το γουρουνόπουλο μεταλλάσσεται σε γουρνοπούλα.

Εγκαταλείπεται δηλαδή η πλεονάζουσα συλλαβή ου και πέφτουμε πάραυτα στο ψητό.

Με την ίδια λοιπόν αφαιρετική λογική ο γουρουνιάρης χοιροβοσκός γίνεται γουρνάρης. Ο έχων την ετυμολογία του χοίρου γουρνάρης έχει, εκ του προχείρου, δύο σλανγκικές εφαρμογές:

α) Ο μηχανόβιος aficionado της γνωστής γουρούνας.

β) Έτσι ακοκαλείται, με βουκολική διάθεση, οποιαδήποτε μορφής ανθρώπινο γουρούνι: - Όργανα της τάξης - Σοβινιστής φαλλοκράτης (ήτοι οιοσδήποτε άνδρας δεν το σφίγγει το μπουλόνι) - Ακατάστατος και εν γένει λιγδιάρης (γράφε, μη μητροφυλόφιλος).

2. Παραδοσιακό παιχνίδι του παρελθόντος

Εκ της γούρνας (< αρχ. γρώνη, η κοιλότητα) του οποίου οι κανόνες μπορείτε να διαβάσετε εδώ, αρκεί να σντικαταστήσετε ως συνήθως το ερωτηματικό.

Γουρνάρης, the pig farmer:

Ο μόνος που δεν ψήφισε ακόμη είναι ο Τζίμος ο γουρνάρης. Βλέποντας ότι η ψήφος του είναι καθοριστική τρέχουν να τον παρακαλέσουν να διαλέξει την μία ή την άλλη παράταξη. Ο Τζίμος ανένδοτος δεν αποδέχεται τις προτάσεις αλλά τους εκβιάζει λέγοντας να ψηφίσουν αυτόν για πρόεδρο. (Από τοπική εφημερίδα της Ημαθίας)

Γουρνάρης, the male chauvinist pig

Λίλιαν: Είσαι ένας αισχρός άθλιος γουρνάρης!
Πέρι: Γουρνάρης, χρου;;;

Γουρνάρης, the game:

Για μπάλα είχαν το σκλεπατάρι,
πηδούσαν σαν καλλικατζάροι,
στη γούρνα έπρεπε ν’ αράξει
ο γουρνάρης για ν’ αλλάξει.
(Από λαογραφική ιστιοσελίδα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει υπερβολική τριχοφυΐα. Αντίστοιχο του βερμουδιάρης, αλλά για τον κορμό και το άνω σώμα.

- Πάμε για μπάνιο ρε;
- Πάμε ρε Τέο, οκ, αλλά εσύ θα σκάσεις με το πουλόβερ; Ρόμπα θα γίνεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προτροπή να χάσεις κιλά, κυρίως γύρω της κοιλιακής χώρας (το λεγόμενο σωσίβιο).

Εμπνευσμένο από κάτι εξώφυλλα στο Men's Health του τύπου

Διώξε το σωσίβιο

Φάε καλά, χάσε κιλά κλπ

- Μαρία... κάψε το σωσίβιο.

(από notheitis, 25/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λίπος που μαζεύεται στην εξωτερική πλευρά των γυναικείων γοφών σε τριγωνικό σχήμα. Δεν έχει να κάνει με το αν η γκόμενα είναι χοντρή ή αδύνατη, υπάρχουν χοντρές χωρίς καθόλου ψωμάκια και πολύ αδύνατες που δεν βλέπονται. Συνήθως συνοδεύεται από πολλή κυτταρίτιδα. Η γυμναστική δεν βελτιώνει εκ των υστέρων την κατάσταση, ούτε το μασάζ ή οι κρέμες και τα συναφή, η μόνη λύση είναι η λιποαναρρόφηση, αν και πάλι, με την πάροδο των χρόνων, επανεμφανίζονται.

Λέγεται όμως και γενικά για «γεμάτη» γυναίκα στην περιφέρεια.

  1. - Καλά, δε θα σε δούμε μια φορά στην παραλία; Κρύβεσαι; Μπάνια δεν κάνεις εσύ;
    - Πού να βγω έξω ρε Στέλλα με αυτά τα ψωμάκια... Χάλια είμαι. Τουλάχιστον με τα ρούχα δεν φαίνονται τόσο.

  2. - Α, όλα κι όλα. Η Βίβιαν μου αρέσει περισσότερο από τη Λίλιαν. Μπορεί να έχει τα ψωμάκια της αλλά είναι γαμώ τις γκόμενες...
    - Ε είσαι εκτός, φίλε, τί να σου πω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονάδα μέτρησης μήκους. Για πολύ κοντούς ανθρώπους.

- Ρε τη τάπα που είναι αυτή η Μαρία.
- Ναι, ένα κι ένα μίλκο είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση ρεζερβέ για γκόμενες τύπου Λίλιαν. Για γκόμενες που αν τις γαμήσεις θα έχεις να το λες στα εγγόνια σου, που αν άνοιγαν τα πόδια τους για σένα θα ήταν τέτοια η χαρά που ακόμα και αν βρώμαγε το μουνί τους θα το τιμούσες δεόντως. Αυτό που λέμε και η κλανιά της βάλσαμο. Για τις απόλυτες θεές εναλλακτικά λέμε «την έγλειφα και με περίοδο».

(Φαντάροι παρακολούθουν το διαγωνισμό Eurovision 2005)

- Τι μουνάρα είναι η Παπαρίζου ρε μαλάκα!
- Την έγλειφα και άπλυτη!
- Ε όχι και άπλυτη.
- Ναι ρε καραγκιόζη, εσένα άμα σου καθόταν θα της έλεγες «Έλενα, καλή είσαι αλλά κάνε και κανα μπάνιο» ε;
- Δίκιο έχεις, και άπλυτη την έγλειφα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το γνωστό οίκο μόδας του παγκοσμίου φήμης σχεδιαστή Αριστοτέλη Μπιτσιάνη. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι τα ενδύματα που φοράει είτε ο λέγων είτε κάποιος άλλος είναι εξαιρετικής ποιότητας.

- Κοίτα ρε μαλάκα το λιμοκοντόρο τον Πάνο με τι κουστουμιά έσκασε.
- Μπιτσιάνι...

(από notheitis, 27/11/08)

Βλέπε και κουστουμιά ο ανάπηρος!.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το υπερβολικά trendy άτομο, που πάντα φοράει μοδάτα ρούχα, βάζει ένα κιλό ζελέ στο μαλλί και γενικά συμπεριφέρεται όπως η μάζα των νέων (π.χ. καπνίζει, γελά σαν χάχας όλη την ώρα), θυμίζοντας άτομα σε διαφημίσεις της Vodafone.

- Ρε συ τι έχει πάθει ο Στέλιος; Τελευταία ντύνεται πολύ μοδάτα, φοράει γυαλιά rayban και έχει κάνει και trendy κούρεμα...
- Άσε, φαίνεται χάλασε κι αυτός, έγινε πολύ Vodafone.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified