Selected tags

Further tags

Χαζός, κοιμισμένος, εκτός τόπου και χρόνου.

Τι λες ρε ζάβλακα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο αρχιβρωμιάρης. Ο λέρας. Αυτός που πλένεται μόνο όταν τον πιάσει βροχή στο δρόμο και δεν υπάρχει υπόστεγο να κρυφτεί.

  2. Ο διεφθαρμένος δημόσιος λειτουργός. Ο από όπου και να τον πιάσεις λερώνεσαι.

Μιλάμε για βρωμύλο με διεθνή βραβεία. Καραζέχνει ο τύπος, αλλά γαμεί καλά μουνιά. Οι γυναίκες είναι ανώμαλες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα μεγάλα, μπαλκονάτα, σφριγηλά και ιβηρικά βυζιά. Εκ του γαλλικού σλανγκ, les doudounes.

Ο δρόμος μ’ έβγαλε τυχαία
στου «Μαξ, Ανδρικαί Κομμώσεις»
μπήκα να σενιάρω σβέρκο και να στρώσω μαλλί.

Έπεσα σε ένα σκυλί
μια σαμπουανού
Που μ' έστειλε αλλού
με το παγανιστικό της κάλλος και τα σαπουνόχερά της.

Μού έσκυψε και άτσα της
δυο ντουντούνια
σαν ροζ ραχάτ λουκούμια
αναπήδησαν στον σβέρκο μου
μπουμ-μπουμ

Θυμήθηκα την κόρη του Χαλίφη
την χιλιοστή δευτέρα βραδιά
και ένιωσα την άκρη του σουγιά να μου τρυπάει την καρδία.

Της είπα «Μωράκι σε βγάζω απόψε, οκέϊ;»
πρώτα χαμογέλασε με λόξυγκα και μετά
κάτω από τον σιρόκο του σεσουάρ που καίει
το μικρό άφησε να πεταχτεί
«θέλω»

(Serge Gainsbourg, Chez Max Coiffeur Pour Hommes)

(από Vrastaman, 20/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαμπαδισμός έως παππουδισμός για την πολύ όμορφη, λυγερή κοπέλα με και καλά κρυστάλλινη ομορφιά. Στην εποχή, όμως, του slang.edu μάλλον σημαίνει την παγομούνα, αυτό που ο Πλούταρχος λέει: «Αν είσαι ήλιος χειμωνιάτικος ψυχρός, πίσω απ' τα σύννεφα να μείνεις!».

- Ωραία κοπέλα το Λίλιαν, σαν τα κρύα τα νερά!
- Ναι, αλλά η Καυλάουρα είναι το καυτό μωρό!

Το τραγούδι του Πλούταρχου (από Dirty Talking, 20/03/09)Το ατυχές τραγούδι της Ελευθερίας Αβανιτάκη. (από Dirty Talking, 20/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα, η οποία δεν έχει ουδεμία σχέση με ξυραφάκια, κερί αποτρίχωσης και γενικότερα με όλα τα αποτριχωτικά μέσα!

Ο ορισμός έχει προέλευση από την γεωπονική-γεωγραφία όπου τούνδρα ονoμάζεται η χαμηλή βλάστηση που επικρατεί σε βορειότερες περιοχές.

Πως είσαι έτσι, μωρή τούνδρα;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;;

Δες και μπαγαποντοξούρα, η

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκομενάρα. Η δίμετρη. Φρεγάτα πλήρως εξοπλισμένη και ετοιμόγαμη. Βρίσκεται πάντα εκεί που στρίβουν όλα τα κεφάλια.

Από τον τάκο=τακούνι (αναγκαία συνθήκη).

Πάρε ρε μαλάκα έναν τάκο...

(από vip, 21/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χοντρή γυναίκα.

Μα τι τρώνε, τέλος πάντων, και γίνονται έτσι αυτές οι μπουρέκλες ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εύσωμη, άχαρη και όχι ιδιαιτέρως εύστροφη γυναίκα.

Κοίτα θράσος, ζητάει και νυφικό Gucci το γκουμούτσι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι πλέον γνωστόν τοις πάσι, ότι αι γυναίκαι φορούσιν συχνάκις και πολλάκις εσώρουχο τρόπον τινά «μειωμένου εμβαδού», κοινώς στρινγκ. Εξεπλάγην όμως όταν ανεκάλυψα ότι και άρρενες φέρουν τοιαύτο εσώρουχο, με κατεξοχήν εκπρόσωπο τον γνωστό ποδοσφαιριστή Δαβίδ Βεκάμιο εξ Ιγγλετέρας. Έχοντας κατανοήσει τον κίνδυνο, τον οποίο διατρέχει το άρρεν φύλο παρά τοιαύτου εσωρούχου, σας καλώ λοιπόν δια της παρούσης να συνομολογίσομεν και συναποφασίσομεν τα κάτωθι:

Εν. Άνδραι οι οποίοι φορούσιν εσώρουχο στρινγκ θα θεωρούνται και καταδικάζονται ως gay over.

Δυο. Οι άνωθεν φέροντες εσώρουχο τύπου «στρινγκ» θα χαρακτηρίζονται πλέον ως «πουστρινγκ», ήτοι ομοφυλόφιλοι της μεγαλυτέρας τάξεως.

Τρία. Αι δημοτικαί αυτοδιοικήσεις Μυκόνου τε και Τήλου καταδικάζονται, λόγω ενθάρρυνσης των όσων φέρουν «στρινγκ».

Τα ανωτέρω να διαδοθούν εις όλα τα μέλη του παρόντος διαδικτυακού τόπου.

Εν Αθήναι,
Γεώργιος Ζάκκης του Αγαθοκλέους

Αγησίλαος: «Δε διανοήσαι, ω φίλτατε, τι αντίκρυσον εμπρός μου! Ο Ανδροκλής εισήλθε σε κατάστημα εσωρούχω ίνα αγοράσει στρινγκ!!!».

Αγαθοκλης: «Μα δια όνομα του Υψίστου! Και ο Ανδροκλής εστί... πουστρινγκ! Οποία κατάπτωσις πλέον, οποία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύβρις ιδιαίτερα εύχρηστη στην Δ.Κρήτη, της οποίας το νόημα κινείται στο φάσμα του ατσούμπαλου, χαρμπαγιάγκαλο, αμπλαούμπλη, αρούγκανου, χαλικούτη και μπαραμπάκου, αλλά με λίγο περισσότερη έμφαση στο ατημέλητο της εμφάνισης (ξεζωσμένα πουκάμισα ή μπλουζάκια, λυτά κορδόνια που σέρνονται, κωλοπατημένα παπούτσια κ.λπ.)...

Πρέπει να διαδόθηκε στην Κρήτη με τους Μαμαλούκους στρατιώτες της Αιγυπτιακής εξουσίας (1830-1941).

Σημείωση: υπάρχει και το λήμμα μαμελούκος με άλλη, εξαιρετικά ευφάνταστη σημασία.

- Μα δεκαεφτά χρονώ να καβαλικεύγει bmx και να κυκλοφορεί σαν το μαμαλούκο...
- Είναι ραπ...

(διάλογος στα Χανιά των early 90s).

(από xalikoutis, 23/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified