Πρόκειται για άτομο που κάθεται σε σκαμπό του μπαρ και έχει βγει το μισοκώλι του απ'έξω (με λίγα λόγια φαίνεται η χωρίστρα του).
(Προσφώνηση:)
- Χωρίστρααας!!!!!!!!!!
- Δηλαδή;
- Είναι το μισοκώλι του απ'έξω, ρίξε ένα ευρώ μέσα.
Πρόκειται για άτομο που κάθεται σε σκαμπό του μπαρ και έχει βγει το μισοκώλι του απ'έξω (με λίγα λόγια φαίνεται η χωρίστρα του).
(Προσφώνηση:)
- Χωρίστρααας!!!!!!!!!!
- Δηλαδή;
- Είναι το μισοκώλι του απ'έξω, ρίξε ένα ευρώ μέσα.
Δες επίσης και κωλοχωρίστρα, κωλοχωριστρίαση, κάνε χωρίστρα κι έρχομαι αλλά και χαράδρα, κωλοχαράδρα και κωλοσχισμή
Got a better definition? Add it!
Έκφραση για να χαρακτηρίσει μια μη όμορφη γυναίκα, ενίοτε χρησιμοποιείται και καθ' υπερβολή προκειμένου να δημιουργηθεί μια ιλαρότητα με τη μεταφορική και εξαιρετικά απαξιωτική επιλογή της σύγκρισης.
Σιγά, ρε φίλε, τη γκόμενα που ψώνισες, αυτή είναι πιο άσχημη κι απ το χρέος.
Got a better definition? Add it!
Αυτός που βλέπεται, αυτός με τον οποίο θα μπορούσες να κάνεις κάτι. Στα αγγλικά, το αντίστοιχο fuckable.
Συζήτηση μεταξύ χαζογκόμενων:
- Ο γκόμενος της Μαρίας πώς σου φαίνεται;
- Ε, νταξει. Βλεπίσιμος, άλλα δεν ψοφάω κιόλας.
Got a better definition? Add it!
Άνθρωπος πολύ χοντρός, τεμπέλης και λιγδιάρης με στητό κορμί (λόγω του ότι δεν μπορεί να σκύψει από την παχιά κοιλιά του που μοιάζει με μπαλότσα), που, ενώ έχει μερικώς φαλάκρα, έχει αφήσει μακριά τα λίγα μαλλιά που του έχουν απομείνει κάνοντάς τα χωρίστρα.
Πώς απλώθηκες έτσι στον καναπέ, σαν μπαλότσαρδος!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η σαγιονάρα που χωρίζει τα δάχτυλα σε 4 και 1, διχαλωτά.
Μου έσκασε ο Νικολάκης στην καφετέρια με 4-1 δίχαλο! Ρεζίλι έγινα!
Βλέπε και διχάλα 1-4.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το ξεστομίζουμε επίσης στα πλαίσια μιας λεκτικής αντιπαράθεσης, με μια ευτραφή γυναίκα, σαν τη τελευταία μας λέξη πριν τη λήξη και την υποχώρησή μας από το πεδίο μάχης.
Ίσα μωρή σαλούφα που μου θες και άντρα...
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Είναι το εντελώς χύμα παλικάρι, αυτός που δεν ασχολείται με τους τύπους και τα προβλεπόμενα, φοράει ό,τι νά 'ναι, κάνει τα δικά του και δεν πα να γ$%#@&* το σύμπαν. Ψιλορεμάλι βασικά, τα κίνητρά του έχουν μια ακαθόριστη σχέση με κάποια αντίδραση στο κατεστημένο, αλλά πιο πολύ η φάση είναι «άααααραξε μωρέ και δεν βαριέσαιιιι...» (ή αλλιώς: «ό,τι 'ναι νά 'ρθει θε να ρθει, κι αν δεν ερθεί, μαγκιά του!» [βλ. το σχετικό βίντεο])
Χρησιμοποιείται πάρα πολύ στον στρατό για τους φαντάρους (ή τους αξιωματικούς) που τα έχουνε όλα γραμμένα στ'@@ τους.
Από το γνωστό παρτάλι (κυριολεκτικά: το κουρέλι).
(από εδώ)
«ΥΕΑ στα τεθωρακισμένα είμαι [...] Βέβαια εκπαιδεύεσαι. Ο πιο πάρταλος δικός μας είναι καλύτερος από τον πιο τέντα φαντάρο (ή έστω από ένα καλό φαντάρο) αλλά τι να το κάνεις.»
(από εδώ)
«Τ/ΓΕΣ λόχο μεταφορών με κλειστά μάτια φίλε μου. Πολύ καλά στελέχη (άραγε ο Σίμος ο Λευτέρης και ο Πουπουνάκης είναι ακόμα στα πολιτικά οχήματα;) και αραλίκι. Βύσμα δεν χρειάχεται, απλά να έχεις κάμποσο καίρο δίπλωμα οδήγησης και να μην φαίνεσαι πάρταλος!!»
(από εδώ)
«Τώρα δηλαδή που ο μπυροθρεμμένος Μήτρο έβαλε 3 γκόλ τί ζόρι τραβάς πάλι; Μπόρεί το παιδί να είναι πάρταλος μεγάλος αλλά ρε γαμώτο όταν παίζει το κολλάει το παστέλι τι να κάνουμε;»
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο υπερβολικά γραμμωμένος τυπάς. Λέγεται και για μεμονωμένους μύες, π.χ. σφαγμένοι δικέφαλοι, σφαγμένα τετρακέφαλα κ.ο.κ.
Συνώνυμα που έχουν καταχωρηθεί:
χαρτί, κατά τον ορισμό του χρήστη anemelos. Αν και γενικότερης σημασίας, ο όρος ενδείκνυται σε μποντιμπιλντεράδικο context, καθότι παραπέμπει στο πολύ λεπτό τσιγαρόχαρτο με το οποίο μοιάζει το δέρμα των σφαγμένων.
Συνώνυμα που δεν έχουν ακόμη καταχωρηθεί:
κομμάτιας (υπάρχει αλλά όχι με αυτή τη σημασία)
γράμματα / γράμματας (ομόηχο με το γάμα τα)
Γιατί σφαγμένος; Μα, διότι ο πολύ γραμμωμένος άνθρωπας, που δεν έχει μείνει σταλιά λίπους επάνω του και όλοι του οι μύες διαγράφονται με ακρίβεια, είναι και καλά σαν να τον έχεις σφάξει και κατόπιν να τον έγδαρες. Να αφαίρεσες δλδ όλη την πέτσα και να έχεις πλέον μπροστά σου, φάτσα-φόρα, το θαύμα που λέγεται ανθρώπινο μυικό σύστημα. Κυριολεκτικά, ένα μάθημα ανατομίας.
Οι μπίλντερς χρησιμοποιούν τον όρο σφαγμένος και με μιά άλλη σημασία, διακριτή από την προκείμενη: σφαγμένος είναι και ο εγχειρισμένος, ο χειρουργημένος. Πολύ συχνά βέβαια συμβαίνει, ένας σφαγμένος-χειρουργημένος να είναι ταυτόχρονα και σφαγμένος-γραμμωμένος! Ένα σφαξιματάκι (λιποαναρρόφηση, αφαίρεση από το μαστό όγκων από γυναικομαστία κλπ) μπορεί να βοηθήσει πολύ στην απόκτηση της επίζηλης γράμμωσης.
Info: Tα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολύ της μοδός οι εκθέσεις «γλυπτικής» με υλικά πτωμάτων. Ανθρώπινοι και μη ιστοί (κυρίως μύες, αλλά και σπλάγχνα, κόκαλα, μάτια κλπ), καταλλήλως διατηρημένα, συνδυάζονται σε παράδοξες φρανκενσταϊνικού τύπου συνθέσεις. Η όλη φάση ξεκίνησε ως αμφιλεγόμενη καλλιτεχνία κι έτσι, πολύ σύντομα όμως εξελίχθηκε σε περιοδεύοντα shows, που αποφέρουν χρυσάφι. Λέγεται πως τα πτώματα παρέχονται από εκτελεσμένους καταδίκους που εμπορεύεται η κινεζική κυβέρνηση. Όποιος θέλει να δει μερικούς ορίγκιναλ τέτοιους σφαγμένους, μπορεί να ρίξει ένα βλέφαρο εδώ.
- Μαλάκα μου που λες, ξεκίνησα γυμναστηριάκι φουλ. Παίρνω και πρωτεΐνες! Ως το καλοκαίρι θα είμαι σαν τον Αλέκο!
- Welcome to the real world αγορίνα μου! Ο άνθρωπας γυμνάζεται απ' τα 13 του, έχεις δει πόσο σφαγμένος είναι; Εσύ τώρα βγήκες απ' τ' αυγό σου και θες να μας γαμήσεις κιόλας;
- Και για λέγε καλή μου, πώς τα πάτε με το καινούργιο γκομενάκι σου το σφίχτη; Φαντάζομαι θα σ' έχει ζαλίσει να μιλάει για κρεατίνες και αμινοξέα και άλλα τέτοια κουλά.
- Όχι ρε συ, είναι κουλ. Μόνο καμιά φορά όταν με γαμάει, μου λέει πόσο σφαγμένη κοιλιά έχω και πόσο τον καυλώνει. Είναι καλό τώρα αυτό;
- Ε ναι βρε ζώον, αφού έκανες τόσα χρόνια ενόργανη. Ας μου το 'λεγε και μένα κανας άντρας αυτό και τι στον κόσμο...
Got a better definition? Add it!
Χωρίς καπέλο, με ακάλυπτο κεφάλι τέλος πάντων.
Τα μαλλιά τους οι γυναίκες τα έκαναν κοτσίδες πίσω στην πλάτη. Άλλοτε τις έκαναν κύκλο στο κεφάλι ή φτιάχνανε τα μαλλιά κότσο και βγαίνανε ξεκούτρουλες.
Μην πας ξεκούτρουλος ρε, θα γυρίσεις σαν ζαλισμένο κοτόπουλο!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σε συμπλήρωση των ορισμών για τη λέξη «τούφα», προσθέτω χωριστά την σημασία «μουνί», καθότι έχει αναφερθεί μόνο σε σχόλια άλλων ορισμών για τη λέξη.
Χρησιμοποιώ τον ορισμό του Αίαντα:
Τὸ «μουνὶ» σχετίζεται ἀπόλυτα καὶ διαχρονικὰ μὲ τὴν ἔννοια «τοῦφα», ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν προσφάτως ἀνακαλυφθεῖσα ἐτυμολογία του (μουνί (σγχρ.) < μνίον (μεσ.) < μνοῦς (ἀττ.) < χνοῦς (ἀττ.) < ....), ὑπὸ τὴν προϋπόθεσι νὰ εἶναι natutel, μὲ τὴ φοῦντα του. Σὲ τριχοφοβικὲς μουνοκαταστάσεις εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νὰ βροῦμε ἄλλες λέξεις, πχ βερύκοκο (Ἐμπειρῖκος). Σὲ ἐνδιάμεσες καταστάσεις ὅμως, πχ Brasilian κλπ, θὰ δοκιμασθῇ πράγματι ἡ λεξιπλαστική μας ἱκανότης. Ἐμπρός, σλάγκαρχοι! Ἰδοῦ πεδίον δόξης λαμπρόν.
Επιπροσθέτως έχω να δηλώσω ότι, προφ, λέγεται «τούφα» καθότι είναι τούφα, είναι δηλαδή μια πυκνή συστάδα από τρίχες, η οποία ξεπροβάλλει στα καλά καθούμενα μες τη μέση ενός άτριχου μέρους του σώματος. Γι' αυτό και το λέμε για την γυναικεία και όχι για την αντρική αντίστοιχη περιοχή: ο άντρας έχει παντού εκεί τριγύρω τρίχα, άρα η έντονη τριχοφυΐα της περιοχής εμφανίζεται με fade in και όχι απότομα, δεν είναι τούφα δηλαδή.
Παραδόξως δεν το λέμε για τις τρίχες της μασχάλης.
Κάτι αντίστοιχο είναι το γαλλικό gazon. Το οποίο για όλα φταίει, παλιά ιστορία.
- Μη μου το ξαναπείς τούφα, χωρίσαμε!
Got a better definition? Add it!