Selected tags

Further tags

Το κουκλί, η θεάρα. Χαριτωμενίστικη φιλοφρόνηση θηλέων νέας κοπής που αποδομεί και ανατρέπει τον συμβατικό ορισμό του μπάζο. Φοριέται πολύ στα γυμνάσια / λύκεια καθώς και στα κοινωνικά δίκτυα.

'Ολα τα παρακάτω παραδείγματα από το ασκεφέμ.

1.
μπάζο μου ♥‎

2.
Οτι ωρα θελει το μπαζο μου :* χαχαχαχαχα :*‎ Κική Χ. <33333

3.
μπαζακι μπαζακι μπαζακι μπαζακι μπαζακι! Τι γλυκος ....

4.
φωτογραφια οπως εισαι τωρα μπαζακι<3
(σ.ς. επακολουθεί pic ευειδέστατου πιπινιού)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μικραί κατηγορίαι ψωλινών:

  • Το φέρον ακόρεστον λιβιδινικόν πάθος νεαρό ψωλοκόριτσο.
  • Το έλασσον τσουτσούνιον, ουχί απαραιτήτως το παιδικόν τοιαύτον.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

1.
« Να σας πω εγώ τό γιατί;... Γιατί καυλώνετε πάρα πολύ και θέλετε, νοµίζω, να παίξετε πάλι µαζύ µου... Τό βλέπω, ξέρετε, από πολλή ώρα και απ' τό βουνό που σχηµατίζει η φουσκωµένη πούτσα σας στο παντελόνι σας, µπροστά, και απ' τό γλυκοπασπάτεµα που τής κάνετε κάθε τόσο » είπε µε χαριτωµένην φυσικότητα η αγγελική κορασίς, διακόπτουσα τόν Αιµίλιον. « Ωωωχ!... Ωχ, ναι!... Ακριβώς... Και θα δής, Ψωλίνα µου, τι όµορφα που θα σε κάνω να χαρής, και πόσο θα χαρώ και εγώ µαζύ σου! » ανεφώνησε ο καυλωµένος καλλιτέχνης

2.
«Ἄαα!.. Ἄαααα!… Ἄααααχ!…» ἔκαμε πάλιν μὲ ἄκραν ἡδυπάθειαν τὸ ἀγόρι, ενῶ ἡ ψωλή του ἔχουσα πλέον φουσκώσει καὶ επιμηκυνθεῖ πολύ καθώς τῆς ὡμιλοῦσε ό γαργαλῶν αὐτὴν μουσικός, χωρὶς νὰ εἶναι τεράστια ἢ τοῦ τύπου ἐκείνου πού συνήθως ὀνομάζεται «ψωλάρα», εἰς τὸν βαθμόν τῆς εξογκώσεως ποὺ εἶχε φτάσει, δὲν ἦτο πλέον δυνατόν, ἔξω ἀπὸ τὴν χαϊδευτικήν ἔννοια αὐτῶν τῶν λέξεων, νὰ ὀνομάζεται «ψωλίτσα», «ψωλίνα», ἢ «ψωλέττα», ἀλλὰ ψωλή, τοὐτέστιν πούτσα διαστάσεων σεβαστῶν, ἀφοῦ, χωρὶς νὰ ἔχει εἰσέτι διαστάσεις πούτσου ἀνδρὸς πλήρως ἀνεπτυγμένου (καὶ μάλιστα καυλωμένου), εἶχε ἐν τούτοις φτάσει, ὡς πρὸς τὸ μῆκος, τὰς διαστάσεις αλλᾶντος τῆς Φραγκφούρτης κανονικοῦ μεγέθους, ὑπερβαίνουσα ὅμως κατὰ τὸ πάχος αἰσθητῶς, τὸ σύνηθες χόνδρος τῶν λουκανίκων αυτοῦ τοῦ εἴδους.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αμαρτωλό καυλάκι, η ευειδής και ηδυπαθής θεραπαινίς, ο καυλοπυρέσσων μουνάγγελος.

Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

Και ενώ ο οργασµός τής Φλώσσυ εξηκολούθει, καθ' όλην τήν διάρκειάν του, ο φύλαξ, φλεγόµενος από τήν διέγερσίν του, µε τό βλέµµα του καρφωµένον εις τήν σφύζουσαν μουνότρυπαν τής κορασίδος, εκ τής οποίας έρρεε εκ νέου ο ερωτικός χυµός της, ο µεγαλόσωµος πυρρόθριξ άνδρας, δονούµενος από τόν ίµερόν του, εκοίταζε κεχηνώς τήν εµέσσουσαν ροδαλήν οπήν, και απεταµίευε εις τήν µνήµην του και εις τήν ψυχήν του, ως ανεκτίµητον θησαυρόν, τό εξαίσιον θέαµα τού οργασµού και τό γλυκύ ακρόαµα τών στεναγµών και τών κραυγών τής ηδονής που εξέφευγαν από τά χείλη τής ασπαιρούσης κόρης, και εξηκολούθησε να τής τρίβη τό αιδοίον, έως που εβεβαιώθη ότι όσον μουνόχυμα είχε να διάθεση τήν στιγµήν εκείνην η ωραία καυλόπαις, είχε εξέλθει εκ τού ερωτικού οργάνου της.

Φωτογραφία διά χειρός Ανδρέου Εμπειρίκου (από Khan, 20/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος ροδαλού κι ελαφρώς βελουδένιου ωσάν βερίκοκο-ρίκο-ρίκο-ρίκοκο μουνιού - πρόσφορο. Οι φέρουσες τοιαύτα αιδοία αποκαλούνται καϊσοµούνες. Σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

Εκ του καϊσί (< τουρκ. kaysι, βερίκοκο).

Μόλις άφησε η µικρή κοκκινοµαλλούσα τό άθλιο κουρελοφόρεµά της να σκεπάση τό ωραιότατο καϊσοµούνι της ...
(εδώ)

(από σφυρίζων, 18/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το θεόμουνο το ευλογημένο και το κατανυκτικό, αυτό που μας κάνει να αναρωτιόμαστε ποιος το γαμεί να του φιλήσουμε τον πούτσο. Τρελή σλανγκιά του σλανγιωτάτου Ανδρέα του Εμπειρίκου.

Σ.ς.: ακόμα και αυτό κάποιος έχει βαρεθεί να την πηδάει, μη τρελλλαθούμε κιόλας.

1.
Ας πούμε: οι ψωλέττες, οι μουνέτες, οι μαμούνες, οι μουνίτσες, οι αγγελοπούτες, οι μουνάγγελοι, οι κρεμοταΐστρες, οι σπερμοπιτσίλες, το μουνόγαλα, το εξογκωμένο μουνίδιον, τα μιμιά, οι καυλοπυρέσσοντες, τα παλουκοψώλια, τα γαμώ σε, γαμώ σε, τα χύνω, χύνω, χύνω, τα ώωωωωωω, τα άαααααα, όλα αυτά που δεν τελειώνουν.

2.
Γιατί να μη μπορεί κανείς να προσεύχεται χρησιμοποιώντας τα γενετικά του όργανα. Δηλαδή ο Εμπειρίκος όταν μιλάει για μουνάγγελους, τι είναι αυτό;

3.
Μπορεί να κάνει πολύ extreme πράγματα αυτός ο μουνάγγελος.. Τέλος πάντων η κοπέλα αξίζει για μια δοκιμή.

(από σφυρίζων, 18/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας νέος εις -σεξουαλ ανδρότυπος, εκ του αγγλικάνικου lumber = ξυλεία. Πρόκειται δηλαδή για τον ξυλοκόπο, ή μάλλον για έναν άντρα που θεματοποιεί και προβάλλει σεξουαλικώς το γεγονός ότι (προσπαθεί να) μοιάζει με ξυλοκόπο, με lumberjack που λένε και στο χωριό μου.

Προφ έρχεται ως αντίδραση στον μετροσέξουαλ, που, όπως, -φευ-, αποδείχτηκε, δεν ήταν παρά ένας ευφημισμός για τον πουστοσέξουαλ. (The Lumbersexual is here to chop down metrosexuals, όπως γράφει χαρακτηριστικά ένα σάη). Όμως ο λαμπερσέξουαλ δεν είναι απλώς ένας ρετροσέξουαλ, δηλαδή ένας ειλικρινής οπισθοδρομικός μπάρμπα-Μπρίλιος, αλλά είναι μάλλον ειρωνικά ρετροφουτουριστικός, ήτοι διανθίζει με βιντατζιές σχετιζόμενες με την ξυλοκοπτικήν ένα εξαιρετικά ποζεράδικο κλάριν λουκ.

Με τρεις λέξεις ο λαμπερσέξουαλ είναι ο άντρας που χέζει στο δάσος. Εκτός όμως από οδηγούς επιβίωσης στην άγρια φύση και κωλόχαρτο για χέσιμο στο δάσος μαζί με τις αρκούδες, ο λαμπερσέξουαλ διαθέτει και μερικά άλλα αξεσουάρ, όπως πολύ καρό, λ.χ. καρό κασκόλ και πουκάμισα κυρίως κοκκινόμαυρα, δερμάτινα, φθαρμένα τζιν, φανέλες άλα Marlon Brando, τιράντες, παπούτσια ορειβασίας και δασέα μούσια, είτε τ. χιπστερικού ironic beard, είτε πιο κλαρινογαμπρικού μουσιού Λεονάιντας (περιποιημένο, σιασμένο και μυτερό προς τα κάτω). Και βεβαίως άφθονα τατουάζ, μανίκια κυρίως, αλλά γιατί όχι, και εφημερίδες και ταπετσαρίες. Επίσης: μάλλινους σκούφους και κάλτσες, σακίδια Field Pack (before it was made cool by Σταύρος Θεοδωράκης), φλασκιά κ.ά. εξαρτήματα (για πλήρη λίστα δες εδώ).

Στη συμπεριφορά, ο λαμπερσέξουαλ θα είναι ο άντρας που πιάνουν τα χέρια του, που δεν θα καλέσει ποτέ μάστορα να φτιάξει μια ζημιά, μην κινδυνεύοντας από τον κάθε Σάκη τον υδραυλικό, αλλά θα τα ρυθμίσει όλα μόνος του ανάλογα με τον βαθμό ειρωνείας ή ειλικρίνειας του πρωκτάγματός του. Ενίοτε θα έχει κάτι και από μπεκροσέξουαλ κλανιαρογαμπρό, στο σεχ δε, θα αυτοπροβληθεί ως ωμοσέξουαλ. Άλλες φορές πάλι θα διατηρεί μια μυστικιστική σιωπή στην παρέα ως νέο μελαγχολικό αγόρι αποτραβηγμένο στις σκέψεις και στον διάλογο με τη φύση. Απαραίτητο αξεσουάρ σε αυτήν την περίπτωση είναι το χαλάκι της γιόγκα.

Ενστάσεις (δες εδώ): Ξέρει πράγματι ο λαμπερσέξουαλ να κόβει δέντρα, να φτιάχνει τα υδραυλικά και τα ηλεκτρολογικά, ή μήπως δεν ξέρει ούτε πώς λειτουργούν οι Zippo; Ο αστικός δασάνθρωπος (Urban Woodsman), ήτοι ο άντρας που ναι μεν χέζει στο δάσος, όμως κατά τα άλλα μάλλον συχνάζει στις χιπστεροτοπίες του άστεως, δεν είναι ένα πρώτης τάξεως μεταμοντερνιάρικο ντεκαφεϊνέ; Ακόμη πιο ντεκαφεϊνέ θεωρείται το να είσαι τριχολάτρης στη μούρη και τριχοφοβικός στα αρχίδια, ήτοι ο δασυπώγων ξυρισαρχίδας, ή, όπως λέμε στο χωριό μου, folksy on the face, creepy on the balls. Στα οποία η πειστική αντένσταση είναι μία και μοναδική: Ο,τιδήποτε αξίζει τον κόπο, αρκεί να κηρυχθεί εκτός μόδας ο επαίσχυντος μετροσεξουαλισμός.

Καλά όλαφ τα, αλλά ευδοκιμεί η φυλή των λαμπερσέξουαλ στην Ελλάδα; Μια βόλτα από τον γούγλη δείχνει ότι μάλλον πρόκειται για αμερικανιά ή και καναδιά για την ακρίβεια, την οποία ορισμένα έντυπα και σάη τύπου Πουτσοπόλιταν επιχειρούν να μετακενώσουν στο Ελλαδιστάν δίκην Επομένου Μεγάλου Πράματος (Next Big Thing που λέμε και στο χωριό μου). (Ακόμη και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, εξάλλου, ορισμένοι εκλιπαρούν please stop trying to make lumbersexual happen). Πάντως, αν και δεν διαθέτει την ιθαγένεια του κάγκουρα ή του κλάριν, ωστόσο ο λαμπερσέξουαλ έχει όντως κάνει την εμφάνισή του στο ιδίωμα των Αθηνέζων πασχόντων από χιπστερίαση για να χαρακτηρίσει κάποιους πιο ματσό χιπστεροκάγκουρες. Το μέλλον θα δείξει.

1. Η εποχή του φρεσκοξυρισμένου άντρα που περιποιούταν τον εαυτό του και την εμφάνιση του όπως μια γυναίκα, έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Οι μετροσέξουαλ είναι πια πολύ πασέ και τη θέση τους πήρε το ακριβώς αντίθετο. Ο άντρας που δεν περιποιείται καθόλου τον εαυτό του ή τουλάχιστον έτσι θέλει να δείχνει. Ο λάμπερσέξουαλ.
Ποιες είναι οι λέξεις κλειδιά για τον λαμπερσέξουαλ; Ξύλο, Φύση, Μούσι, Καρό σχήματα, Δερμάτινα, Τζιν, φανέλα και φυσικά Τατουάζ.
Σύμφωνα με το Cosmopolitan, οι lumbersexual άντρες φτιάχνουν τα δικά τους έπιπλα, γνωρίζουν τη μυστική τοποθεσία για τα πιο γλυκά βατόμουρα και έχουν μακριά μούσια που φαίνονται απεριποίητα και αλλόκοτα. Η λέξη lumper απαντιέται στους άντρες που κάνουν ξυλουργικές εργασίες, αλλά κανένας λαμπερσέξουαλ δεν κάνει στην πραγματικότητα κάτι τέτοιο. Αυτοί οι άντρες έχουν ένα πολύ καλά υπολογισμένο στιλ με την επιθυμία να φαίνονται άγριοι και να δημιουργούν μια ετεροπροσδιοριζόμενη εκδοχή του αρσενικού. Εσείς που ανήκετε λοιπόν; Είστε στη μόδα των λαμπερσέξουαλ αντρών;

2. Χρήσιμες Ιδέες Δώρων Για Τον Λαμπερσέξουαλ Άντρα Στη Ζωή Σας: Λάδι για το μούσι (απαραίτητο), ένα ατσάλινο φλασκί, έναν οδηγό επιβίωσης στη φύση (αν και αμφιβάλλω ότι έχουν καν βρεθεί μερικοί σε δάσος), μινιμαλιστικά τυπώματα για μούσια, ένα σπέσιαλ μπέρμπον, αντιανεμικά σπίρτα, ένα σχετικό T-shirt, ένα τσεκούρι τσέπης γιατί υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο να κόψουν ξύλα, έναν χειροκίνητο μύλο καφέ, μια κούπα απλή και λιτή, ένα καρό κασκόλ (απαραίτητο), ένα μικρό μαχαίρι τσέπης, μια τσατσάρα τσέπης (απαραίτητο), μια θήκη ξύλινη φυσικά για τις μπίρες του, μια ξύλινη σφεντόνα, ψεύτικα τατουάζ για να ολοκληρωθεί το λουκ του.

3. Για να το κάνουμε ακόμη πιο λιανά, και όπως εύστοχα αναφέρει το BuzzFeed, ο νέος lumbersexual είναι το κράμα του Ron Swanson και του Ryan Gosling. Φυσικά ο διάλογος στρέφεται γύρω στου «τι νέο έχει αυτό το στυλ» και στην όλη ιδέα του «μοιάζω ξυλοκόπος αλλά στην πραγματικότητα είμαι προγραμματιστής και στο σακίδιο μου έχω κρυμμένο ένα MacBook Air που τρέμω στην ιδέα μήπως πέσει κάτω και γρατσουνιστεί».

4. Θα τα παρατήσω όλα και θα γίνω λαμπερσέξουαλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία τςη προσφιλούς σε όλους φυλής των κλαρινογαμπρώνε. Ο κλάριν αποτελεί την μετεξέλιξη του βλαχοκυριλέ κάγκουρα:

  • Συχνά φέρει μαλλιά μακριά από πάνω (αλλά ξυρισμένα στα πλάγια), μπλουζάκι με V μέχρι τον μπούτσο (à la μαγιό του Borat), αμάνικα μπουφάν, παντελόνια-σωλήνες και πατούμενα Air Max.
  • Ενίοτε κραδαίνει μπλιμπλίκια τ. Apple χάριν εντυπωσιασμού, αλλά δεν το' χει καθόλου με την τεχνολογία.
  • Τσακωμένος με τα σαπούνια, ο κλάριν καμουφλάρει την βουκολική του οσμή θυμαριού και φασκόμηλου με σφοδρά αποσμητικά τ. Axe.
  • Από τους χίπστερ, δανείστηκε μούσια και τα τατουάζ, χωρίς όμως ειρωνικές αναφορές. Περισσότερο χιπστεροκάγκουρες, σε αντίθεση δε με τους «γνήσιους» χιπστεράδες δεν έχουν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα, ανησυχίες ή φετίχ (πέραν του να πηδήσουν - συνήθως ανεπιτυχώς - καμιά εύκωλη μπίμπω). Για πλήρες crash test κλάριν vs χίπστερ, βλ. βινδεάκι του Mikeius, στον οποίον αποδίδεται και η πατρότης τση λεξιπλασίας.

    Σλανγκασίστ: Dr. Steve Brule.

1.
- ακου μαλακαμου τι εκανε ενας κλάριν σ'ενα γαμο.Ενω χορευε επεφτε κατω ξερος κ πηγαινε ο αλλος με ουίσκι κ τον ελουζε-ανασταση

2.
- Κλάριν, hipster και ψώνια ενωθείτε selfie,instagram,twitter

3.
Συναζιστή Thulsa όμως δεν απαντάς στο ερώτημα, είσαι το 40χρόνο κλάριν του webwar;

4.
Άμα είσαι κλάριν και γουστάρεις να φοράς τον σωλήνα παντελόνι ή κανένα κολάν της μάνας σου, τι να σου πω ;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαρχιώτης, συνήθως μεγαλόσωμος με έντονο κόκκινο χρώμα στα μάγουλα από την έκθεση στον ήλιο ή στο κρύο.

Έφτασε ένα λεωφορείο με κοκκινομάγουλους στην πλατεία και οι σερβιτόροι δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι θέλανε να παραγγείλουν. Ι-ΧΑ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μεγαλόσωμος άντρας, συνήθως κατ' επάγγελμα μπράβος.

Έσκασε μύτη χτες στο μαγαζί ο Χ επιχειρηματίας με κάτι άσβερκους που για να περάσουν την πόρτα γυρνούσαν πλάγια.

Σύνθετη λέξη: στερητικό α- και σβέρκος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υβριδικός τύπος εμφάνισης και συμπεριφοράς που αποτελεί μια ιδιαζόντως ελληνική εκδοχή του χιπστερά με τρόπο που να φέρνει και σε κάγκουρα.

Χίπστερ και κάγκουρας, δύο από τις πλέον κυρίαρχες φυλές τα τελευταία χρόνια συναντώνται στην ακαταμάχητη επιθυμία τους για ποζεριά. Οπότε χιπστεροκάγκουρας είναι κατ' αρχήν το τρελό ποζέρι, που επιθυμεί με εξτραβαγκάντσες στην εμφάνιση και τη συμπεριφορά του να τραβήξει τα βλέμματα πάνω του. Οπότε κατά μία πρώτη σημασία, χιπστεροκάγκουρας είναι απλώς ο χιπστεράς που υπερβάλλει στην ποζεριά του.

Από εκεί και πέρα ο χιπστεροκάγκουρας μπορεί να έχει και ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που να τον διαφοροποιούν κάπως από τον καθαυτό χιπστερά και που να έχουν σχέση και με την ελληνική τροπή της χιπστερίας. Αν λ.χ. ο χιπστεράς αισθητικοποιεί το κιτς με ποστιλάτη διάθεση, ο χιπστεροκάγκουρας μάλλον κιτσοποιεί την αισθητική. Το κιτς του χιπστερά είναι οπωσδήποτε ειρωνικό, το κιτς του χιπστεροκάγκουρα πάει για ειρωνικό, αλλά, φευ, είναι συχνά ειλικρινές. Ο χιπστεράς διαγιγνώσκεται, ας πούμε, από την αλάνθαστη επιλογή αρμονικών χρωματικών συνδυασμών. Ο χιπστεροκάγκουρας, αντιθέτως, μπορεί και να σφάλει. Εξάλλου ο χιπστεροκάγκουρας κάνει πληθωρική χρήση εμφανισιακών στοιχείων που προσιδιάζουν σε ποζέρι, αλλά όχι ειδικά σε χίπστερ, όπως λ.χ. τατουάζ, μανίκια, εφημερίδες, τραϊμπαλιές και ταλιμπάν. Συναφώς, ο χιπστεράς πλασάρει συχνά μια αχαρτογράφητη σεξουαλικότητα, λ.χ. με ανορεξία ή επί μέρους χρήση γυναικείων αξεσουάρ. Ο χιπστεροκάγκουρας αντιθέτως δεν έχει την χιπστερική τόλμη να απο(σο)δομήσει τη σεξουαλική του ταυτότητα και επιλέγει μόνο τα ειρωνικώς αρρενωπά χαρακτηριστικά του χίπστερ, και δη το μουστάκι- βιντατζιά και το μακρύτατο ειρωνικό μούσι (ironic beard που λέμε και στο χωριό μου), που και πάλι κινδυνεύει να αποβεί ειλικρινές.

Θα μπορούσε εδώ να θεωρηθεί ότι ο χιπστεροκάγκουρας κάνει τσιτ, ότι είναι τσιτοχίπστερο, ότι θέλει και την πίτα αφάγωτη και τον σκύλο χορτάτο. Θέλει δηλαδή να περάσει και για ψαγμένος και να εντυπωσιάσει με τις ψαγμενιές του ως ποζέρι, αλλά να είναι και σούπερ γαμάω άντρακλας, καλές οι χιπστεριές αλλά μη μας πούνε και πουστρίγκους. Κλέβει, επομένως, ορισμένα επουσιώδη στοιχεία της χίπστερ κουλτούρας, αλλά τα χρησιμοποιεί για να τονώσει τον ανδρισμό του (ή ίσως και τη θηλυκότητά της αντίστοιχα μια χιπστεροκαγκούρω) και να πλασαριστεί ως χιπστερογαμπρός- χίπστερ εκδοχή του κλαρινογαμπρού.

Ανοίγουν εδώ ερωτήματα φιλοσοφικής υφής. Όπως είχαμε τονίσει στο ορισμό χιπστέρι, δεν υπάρχει ουσία ή αρχέτυπο χιπστεροσύνης, και επ' ουδενί δεν υπάρχει **αυθεντικός χίπστερ*. Χίπστερ καταντάς πέφτοντας από κάτι άλλο λ.χ. από το indie ή άλλες μορφές του αλτέρνατιβ. Κατά συνέπεια ο χιπστεροκάγκουρας, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι «κλέβει» για να τονίσει την αρρενωπότητά του, αντί να την υπονομεύσει, δεν μπορεί ωστόσο να πέσει από κάποια δήθεν αυθεντική χιπστεριά, παρά μόνο να πέσει από τον ήδη πεσμένο χιπστερά. Κατά μία έννοια, ο χιπστεροκάγκουρας θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένας μετα-χίπστερ, αφού κάνει αυθόρμητα κάτι που ο χιπστεράς ζορίζεται για να του βγει. Ο χιπστεροκάγκουρας είναι κάπου μεταξύ ειλικρίνειας και ειρωνείας. Δεν είναι ειλικρινής, όπως λ.χ. ο ειλικρινής μάτσο καφροσέξουαλ ούγκανος, ούτε ειρωνικός, όπως ο δασυπώγων με την ειρωνική αρρενωπότητα του μουσιού, αλλά κάπου μεταξύ σε ένα πεδίο ακόμη πιο αχαρτογράφητο και από του χίπστερ. Παρομοίως, δεν έχει ειλικρινή κιτσοσύνη, όπως ένας μπουρναζογκόμενος, αλλά ούτε και ειρωνική κιτσοσύνη, αλλά κάτι μεταξύ. Με αυτήν την έννοια, ίσως ο χιπστεροκάγκουρας θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ακόμη πιο χίπστερ και από τους χίπστερζ, καθώς θέτει τη μεταμοντέρνα διερώτηση για το ποια είναι τα όρια του χίπστερ. Ίσως πάλι να είναι απλώς ότι το Ελλαδιστάν έχει τους χίπστερζ που του αξίζουν.

  1. ο γιος καραχλεχλές και χιπστεροκάγκουρας, η μάνα θεά από εμφάνιση, αλλά καριόλα από χαρακτήρα και ο πατέρας κακομοίρης ρε φίλε αν και καλή ψυχή (Οικογενειακές Ιστορίες)

2. Αποζημιώθηκα όμως με το Pussy Riot: A Punk Prayer που πρέπει να το δείτε όλοι. Απλά εκπληκτικό ντοκυμαντέρ για τις 3 ρωσίδες αγωνίστριες. Καλογυρισμένο, με σωστή δώση μουσικής, και παρουσιάζοντας όλες τις πλευρές της υπόθεσης. Επίκαιρο μάλιστα γιατί η Τολοκονίκοβα είναι από τη Δευτέρα σε απεργία πείνας. Στο τέλος ήθελα να φωνάξω «το πάθος για τη λευτεριά είναι δυνατότερο απόλα τα κελιά» αλλά συγκρατήθηκα, αφού ένας χιπστεροκάγκουρας (που μάλλον θα ήθελε να ήταν μέλος των PUSSY RIOT) μας τα είχε πρήξει σε όλη την ταινία.

3. Απίστευτο. Ο Πρώτος χιπστεροκάγκουρας της ιστορίας. 60 χρόνια πίσω - 60 χρόνια μπροστά.

  1. M' αυτό το μούσι που άφησε ο Μήτρογλου είναι σαν αποτυχημένη μίξη κάγκουρα απ' το Μπουρνάζι, χίπστερ απ' την Κολοκοτρώνη και τζιχαντιστή απ' το ISIS. (Από το Φέισμπουκ, -δεν αναφέρεται ο όρος, αλλά περιγράφεται γλαφυρά το φαινόμενο).

  2. Σε αντίθεση με τους ορίτζιναλ old skewl οι νεοπολυτονιστές χιπστεροκάγκουρες χρησιμοποιούν βαρείες και βάζουν δασείες στα ρ. Όλοι οι νέο- τελικά παίρνουν κάτι καλό και το θανατώνουν δια του έρωτος... (Επίσης από το Φέισμπουκ).

(από Khan, 24/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published