Εκνευρίζω κάποιον, του χαλάω το κέφι.
Και πάντα χαμογελάει από πάνω και παίρνει και το μέρος του μπόση έτσι χωρίς λόγο απλά και μόνο για να μου τη σπάσει!
Εκνευρίζω κάποιον, του χαλάω το κέφι.
Και πάντα χαμογελάει από πάνω και παίρνει και το μέρος του μπόση έτσι χωρίς λόγο απλά και μόνο για να μου τη σπάσει!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Άλλαξε η τύχη μου, μόνιμα ή περιστασιακά. Κοινώς, ήμουνα τυχερός/κωλόφαρδος σε κάτι που συνέβη.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέγεται για όποιον πάει φιρί φιρί γυρεύοντας, συμπεριφέρεται παράτολμα και / ή απερίσκεπτα, με αποτέλεσμα να την πατήσει τελικά. Το πάθημά του είναι δικαιολογημένο γιατί δεν πρόσεχε, και προκάλεσε μόνος την κακοτυχία του.
Η έκφραση απηχεί επίσης την κρατούσα στην ουαχαβιτική εκδοχή του δικαίου της σαρία και υποφώσκουσα στο δυτικό ποινικό δίκαιο άποψη, κατά την οποία η υπαιτιότητα στο έγκλημα του βιασμού επιρρίπτεται πρωτίστως στο θύμα, με την αιτιολογία ότι αυτό προκάλεσε το δράστη.
Πιο εμφατική σύνταξη: τα θέλει και σένα ο κώλος σου.
- Όχι ρε πούστη μου! Μου πήρανε τις πινακίδες τα μουνιά! - Ε, τα’θελε κι εσένα ο κώλος σου. Πάνω στη ράμπα βρήκες να παρκάρεις και φωνάζεις κι από πάνω;
- Κατηγορείσαι ότι βίασες τη θεία σου. Τι έχεις να απολογηθείς;
- Τα’θελε κι αυτηνής ο κώλος της κύριε Πρόεδρε, είναι μεγάλη ανάφτρα!
- Ε, τότε να σε παντρέψουμε να της ρίχνεις και κανα χεράκι ξύλο, μήπως και συμμορφωθεί!
Got a better definition? Add it!
Κοίτα το πουλάκι: τα βγάζω όλα έξω, εμφανίζομαι τσιτσίδι! Κλασικός μπαμπαδισμός.
Βλ. και βυζανάδειξη.
- Μολονότι η ηθοποιός Jessica Biel ομολογεί στην Daily Mail ότι φρίκαρε από το γεγονός ότι είδε τις γυμνές σκηνές με την ίδια να κατακλύζουν το internet, υποστηρίζει ότι δεν θα είχε πρόβλημα να τα «ξαναπετάξει» για κάποια άλλη ταινία στο μέλλον.
(εδώ)
- India Reynolds... για άλλη μια φορά τα πετάει έξω και μας αναστατώνει...! (εκεί)
- Η Holly Peers τα πετάει όλα έξω… μην την χάσεις με τίποτα!
(παραπέρα)
Got a better definition? Add it!
Τα καταφέρνω, συνήθως μετά κόπου και βασάνων.
— Πωωω... Τι ζέστη είναι αυτή φέτος ρε;
— Εμένα μου λες; Τη βγάζω δεν τη βγάζω στο σπίτι. Βρήκε μέρες να χαλάσει και το κλιματιστικό!
Μάλλον από το τη βγάζω καθαρή.
Got a better definition? Add it!
Έκφραση που φανερώνει ικανότητα, επιδεξιότητα και γνώση του εκφέροντα για ένα θέμα η μία πράξη.
Η κτητικότητα που αποπνέει η έκφραση δημιουργεί μια αίσθηση βεβαιότητας και σιγουριάς να πλανάται στην ατμόσφαιρα, ειδικά αν εκφέρεται σε δύσκολες καταστάσεις, χωρίς το αποτέλεσμα να επιβεβαιώνει πάντα την αίσθηση αυτή.
Εκφέρεται σε στιγμές ξερολιάς / μπορολιάς, επιδειξιομανίας ή απλής επιθυμίας για αληθινή προσφορά στο σύνολο και στο γενικότερο καλό.
1.-Εδώ! Πάσα!
-Τόχω!
-Πάσα ρε!
-Τόχω τόχω!
-ΠΑΣΑ ΡΕΕΕΕ!
-ΤΟΧΩ ΤΟΧΩ ΤΟΧΩΩΟΟοοόχι ρε πούστη μου (άουτ)...
2.[ψιθυριστά]
-(ποιο απ' τα δύο καλωδιάκια να κόψω τελικά; το κόκκινο ή το μπλε;)
-(με το κόκκινο θα γίνει έκρηξη!)
-(όχι, με το μπλε θα γίνει!)
-(φιλαράκι, το έχω! δώσε το πενσάκι εδώ)
[κλακ]
[μπαμ!]
Got a better definition? Add it!
Καταβάλω χρηματικό ποσό που είναι κατά κανόνα σημαντικό, τσουχτερό η δυσανάλογα μεγάλο για την οικονομική μου δυνατότητα και υπό το καθεστώς μη εναλλακτικής επιλογής.
Επίσης: πλερώνω, ακουμπάω, ρίχνω.
Πήγαμε προχτέ στο καζίνο. Άσε, τα στάξαμε χοντρά.
Για νυχτιά στη Λάουρα πρέπει να τα στάξεις γερά.
Μας έστειλε τον σφίχτερμαν και αναγκαστήκαμε και τα στάξαμε.
Got a better definition? Add it!
Θα υποστούμε δυσάρεστες συνέπειες που δεν προβλέψαμε. Όπως όταν το πέος βάφεται κόκκινο όταν η γυναίκα έχει περίοδο.
Είχαν σορτάρει Ελληνικά oμόλογα αλλά τώρα που τα σπρεντς πέφτουν την έβαψαν.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει «το λήγουμε», «το σταματάμε εδώ», «το διαλύουμε», δηλαδή λήψη άμεσης απόφασης για τερματισμό, διακοπή, αποχωρισμό, αναφορικά με κάποια συνεύρεση, διαδικασία, συνάντηση, εργασία.
Προέρχεται από το τελευταίο σφύριγμα της σφυρίχτρας του διαιτητή στον αθλητικό αγώνα και χρησιμοποιείται κατά κόρον. Απορώ που δεν το ηύρα πουθενά, χέλια μου...
- Ρε μάστορα, έχω καεί... Αφού δεν φτουράει, δεν το σφυράμε για απόψε;
- Ναι ρε μπόυ, καφ' το. Θα τη μοντάρουμε αύριο.
Got a better definition? Add it!
(Πάτρα): Προκαλώ σε καβγά. Πληρέστερα «την ανοίγω (σε κάποιον) σε τσαμπουκά».
Προσφιλής αργκοτική έκφραση των Πατρινών, που αναφέρεται στο εξ ίσου προσφιλές τοπικώς εξασκούμενο σπορ της κλωτσοπατινάδας.
Το έργο έχει ως εξής:
Η πρόκληση μπορεί και να γίνει με εντελώς έμμεσο τρόπο, μέσω τρίτου π.χ. Εκεί που παίζεις αμέριμνα μπάσκετ, κάποιο βαλτό δεκάχρονο μαλακιστήρι έρχεται και σου χαλάει το παιχνίδι υπό τα διακριτικά όμματα του agent provocateur (λ.χ. σου διώχνει τη μπάλα, εμποδίζει μπαίνοντας στη μέση κλπ), οπότε αφού το διώξεις επανειλημμένως και σου κάνει το κουφό, για να μην του ρίξεις καμιά σφολιάτα «σκαλώνεις» τη μπάλα του μ’ ένα σουτ στο διάολο. Τότε είναι που παρεμβαίνει ο ατζέντης μας λέγοντας το στερεότυπο (πια) «Εσύ ρε πείραξες τον αδερφό μου;», ενώ μετά βεβαιότητας δεν έχει ξαναματαδεί μπροστά του το μειράκιο. Όμοια κάνουν οι Ναπολιτάνοι αλλά κι οι γυφταίοι, όταν θέλουν να προκαλέσουν μέσω κάποιου πιτσιρικά (και καταφθάνουν στο πι-και-φι δέκα ντάτσουν με νταβραντισμένους ρομά). Ακολουθεί η υπό 5 περίπτωση...
Παρόμοιες προκλήσεις ήταν (είναι;) το κακόβουλο «ρίξιμο ψιλών» (μερικώς ταυτίζεται με τη σημερινή εσκεμμένη ρίψη ακύρου) με «λυμένο το ζωνάρι» π.χ. Στέκεται κάποιος δίπλα και λέει ένας από την παρέα «Φίλε, να σου πω λίγο;», γυρίζει ο τύπος προκειμένου ν’ ακούσει και ο λέγων γυρίζει την πλάτη του και καμώνεται ότι μιλούσε στην παρέα του, λέγοντας δυνατά το χαρακτηριστικό «ψιλλλλλλή ήτανε» και χαζογελάνε με το κορόιδο. Αν στραβώσει ο τύπος, πάμε πάλι παράγραφο 5...
Βέβαια αυτό μπορεί και να καταλήξει σε φιάσκο, π.χ. μια φορά ένας φώναξε «Ταξί-ταξί!», κάποιος ταρίφας σταμάτησε, η παρέα τραγούδησε γελώντας «τα ξημερώματα» χα-χα κλπ, ο ταρίφας κατέβηκε εν ριπή και χόρτασε τον μηναριτζίκο μπουκέτο πριν προλάβουν καν οι άλλοι να κουνηθούν. Μάλιστα είπε φεύγοντας «Σφαλιάρα ήτανε»!
Ενώ εν Πάτραις υφίσταται μεγάλη γκάμα βαρύτατου και χυδαιότατου υβρεολογίου, το οποίον ανεβαίνει κρεσέντο σε μια διένεξη και θα περίμενε κανείς να εκτονώνεται η ιστορία στα λόγια (η λεκτική βία έστω δείγμα πολιτισμού ενώπιον της φυσικής), παρ’ όλα αυτά το στειλιάρι πίπτει ανηλεώς και κανείς δεν χαρίζεται σε κανέναν («δεν έχει μάνα σου-πατέρα σου», όπως λένε οι Πατρινοί).
Αντίστοιχη απρόκλητη (δηλ. κακώς εννοούμενη) τσαμπουκαλήδικη νοοτροπία στην Ελλάδα, μπορεί να βρει κανείς μόνον στα λαϊκά περίχωρα του Πειραιά, αν και τα Πειραιωτάκια ξέρουν που να σταματήσουν και σέβονται κάποια θεμελιώδη πράγματα (π.χ. ηλικία, ιδιότητα, διαφορά εντοπιότητας, περιστάσεις, αναγνώριση σφάλματος κλπ), ίσως διότι ο Πειραιάς είναι λιμάνι με ανατολικό προσανατολισμό. Οι Πατρινοί δεν χαμπαριάζουν από τέτοια.
Η βία και η επιθετικότητα (έστω και λεκτική), απαντάται ευρέως στα πληρώματα των Σωμάτων Ασφαλείας και ιδίως στο Πολεμικό Ναυτικό και στην Αστυνομία (π.χ. ξερά: Τί είσαι συ ρε; / Άδεια και δίπλωμα κλπ), όπου οι Αρβανίτες δεν σπανίζουν (όπως άλλωστε και στην Αχαΐα και στον Πειραιά)...
Όμως, η αδιακρισία της μπατσίστικης νοοτροπίας (σε κόβω με το μάτι - «σου παίρνω τον αέρα» - σ’ τη λέω - σ’ εκφοβίζω) δεν ταυτίζεται με το παλαιϊκό «χωροφυλακίστικο» ανθυποστύλ του Τσαρουχόπροκα (προτεταμένο κεφάλι με κυρτό λαιμό και πλάτες σαν γύπας σε εφόρμηση, περπάτημα μ’ ανοιχτά τα πόδια, καμαρωτός σαν φουσκωμένος διάνος, ελέγχοντας πονηρο-αυστηρά το χώρο με τα χέρια πίσω με όπτιοναλ κομπολόι ή κλειδιά αυτοκινήτου -μόνο στην επαρχία επιβιώνει πλέον), πλην όμως δεν είναι σήμερα ορατή η διαφορά δια γυμνού οφθαλμού προϊούσης της συγχώνευσης Αστυνομίας Πόλεων (μόνο σε Αθήνα-Πειραιά-Πάτρα-Κέρκυρα, ενώ στη Θεσσαλονίκη δεν ιδρύθηκε γιατί τσίνησε η Χωροφυλακή μη και της πάρουν τα πρωτεία) και Ελληνικής (τέως Βασιλικής) Χωροφυλακής το 1984.
Όπως διακρίνει κι ο Τζιμάκος: «Παλιά δεν ήξερες τί έχεις πίσω σου μην είναι μπάτσος - μην είναι χωροφυλακή; Σήμερα δεν είναι ο δεξιός ο τσαλακωμένος ο χωροφύλακας που ντρεπόσουνα, τώρα είναι αριστερός, έχει το τσεκλενάκι του, έχει ωραίους τρόπους, γράφει ΕΛ.ΑΣ πάνω στο πηλήκιο-που έχει μιαν άλλη συγκίνηση κλπ...»
Το Ζαβλάνι, τα Προσφυγικά, τα Ζαρουχλέικα, η Ανθούπολη, η Αγιασοφία, η Αγιαβαρβάρα, του Βούδ(η), παλιότερα ο Άγιος Διονύσιος, τα Ταμπάχανα και ολόκληρη η Κάτω Αχαγιά, είναι σημειωμένες με κόκκινο περιοχές των ευρύτερων Πατρών ως προς την προέλευση των επιδόξων νταήδων. Μάλιστα «περί τιμή» του αδερφού, λέγονταν μέχρι πριν καμιά 20αριά χρόνια για τις κοπέλες από Ζαρουχλέικο: «Την κοίταξες = την πήρες»...
Καίτοι τέτοιου είδους καφριλίκια συμβαίνουν μεταξύ εφήβων κατά το πλέον ή ήττον παντού στα σχολεία της Ελλάδας (π.χ. κλασσικές σχολικές διαμάχες στην Αγία Παρασκευή Αττικής, στη Γκράβα κλπ)μ αλλά και όλων των πόλεων του κόσμου, ειδικά οι Πατρινοί δείχνουν μιαν ιδιάζουσα κωλοπαιδεία που αποκρυσταλλώνεται στην επιθετική ετοιμότητα ανεξαρτήτως ηλικίας, ίσως διότι δεν ξεπέρασαν ποτέ την εφηβεία (με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό)...
Η σκληρότατη γνωστή φάρσα (με την οποίαν ωστόσο όλοι γελάσαμε), είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα των ανωτέρω περιγραφομένων. Τέλος!
Περισσότερα για την σχετική ιδιωματική χρήση του θηλυκού «την», καθώς και των «για» / «σε» / «ότι» κλπ, βλ. λήμμα την έχω.
Σ.Σ. Δυστυχώς για την μερίδα των πολιτισμένων κατοίκων Πατρών, όλα τα παραπάνω παραδείγματα είναι πέρα για πέρα αληθινά.
(Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων):
- Ψψψτ! Τι μάρκα μαλάκας είσαι συ ρε;
- Είπες τίποτα;
- Ναι ρε, σ’ εσένα το λέω!
- Ότι μου την ανοίγεις κι έτσι;
- Βλέπεις καναν άλλο μαλάκα εδώ γύρω;
(Άρθρο 5)...
Got a better definition? Add it!