Further tags

Ξενέρωτη αστεΐστικη παραλλαγή της λέξης πούτσες.

Θυμόσαστε εκείνο το παμπάλαιο ηλίθιο ανέκδοτο με την έκφραση «Πίτσες από την Βιλγαρία»; Από κει είναι η λέξη. Όποιος θυμάται το ανέκδοτο θα καταλάβει καλύτερα. Επίσης μπορεί να το προσθέσει εδώ γιατί δεν το θυμάμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα παλιού και πασίγνωστου ανεκδότου, η οποία πλέον αυτονομήθηκε σύμφωνα με το πνεύμα των καιρών και υφίσταται ως ξεχωριστή και επίσημα αναγνωρισμένη οντότητα, χρησιμοποιούμενη για να περιγράψει μία κατάσταση όπου το υποκείμενο κουρντίζεται και φτιάχνεται μόνο του για κάτι χωρίς να υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις ότι αυτό που τον καίει θα στραβώσει.

Για όσους έζησαν τα προηγούμενα χρόνια σε μία γυάλα και δεν γνωρίζουν το ανέκδοτο, τύπος μένει από λάστιχο μέσα στο δάσος μαύρα μεσάνυχτα και δεν έχει γρύλο για να σηκώσει το αυτοκίνητο. Βλέπει ένα αγροτόσπιτο στα 500 μέτρα και ξεκινάει.

Όσο περπατάει σκέφτεται και μονολογεί: «Αγροτόσπιτο είναι, σίγουρα θα έχει εργαλεία. Δε μπορεί, ένα γρύλο θα έχει. Για φαντάσου να έχει γρύλο και να μη τον δίνει. Εγώ να το δανειστώ για μισή ώρα θέλω, δεν θα του τον πάρω. Ρε τον πούστη, τον αρχιτσιγκούναρο. Σιγά ρε μπαγλαμά μη σου φάω το γρύλο. Αλλά πρέπει να πέσεις εσύ στην ανάγκη μου να σου σιάξω εγώ τη γραβάτα. Μα τι μάρκα μαλάκας είναι αυτός; Βραδιάτικα να μη βοηθάει, που κανονικά θα 'πρεπε αυτός να έρθει και να αλλάξει το λάστιχο, ο μαλάκας. Αλλά φταίω εγώ που κάθομαι και παρακαλάω».

Χτυπάει την πόρτα και μόλις ανοίγει ο χωρικός, του λέει «ρε άι σιχτίρ κι εσύ κι ο γρύλος σου».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι μπασίστας ή ντράμερ (ροκ αργκό, από δημοφιλές ανέκδοτο).

— Θέλω να φτιάξω καινούργια μπάντα εδώ και μισό χρόνο ρε να πάρει, έχω πρώτη κιθάρα –τρελός σολίστας ο τύπος, σου μιλάω, παίζει τις κάλτσες του· έχω βρει και τύμπανα· ένας παπάρας μπασίστας μου λείπει.
Κλασικά. Δύσκολο να βρεις άνθρωπο να κάνει παρέα με μουσικούς το σήμερον ημέρα.

(από jesus, 26/11/09)παρά τις αυτοκτονίες (βλ.σχόλια) τα κυρήγματα μίσους συνεχίζονται (από xalikoutis, 24/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακόμη μία ατάκα από γνωστό ανέκδοτο που αυτονομήθηκε και ζει μόνη της, έχοντας κάνει τη μικρή προσωπική της επανάσταση. Χρησιμοποιείται για να τονίσει την μεροληπτική στάση κάποιου σχετικά με μία κατάσταση όπου υπό ΚΣ θα έπρεπε να τηρεί πολιτική ίσων αποστάσεων.

Το ανέκδοτο:
Σαμ: Ωραία φάρμα ρε Τζο, μπράβο σου.
Τζο: Ευχαριστώ Σαμ, δουλεύω πολύ αλλά αξίζει τον κόπο τελικά.
(έρχονται μπροστά τους 2 αγελάδες, μία άσπρη και μία μαύρη)
Τζο: Να, για παράδειγμα, η άσπρη αγελάδα που βλέπεις βγάζει 50 λίτρα γάλα τη μέρα.
Σαμ: Τι λε ρε παιδί μου; Μπράβο. Και η μαύρη;
Τζο: Ε, κι η μαύρη κάπου τόσα βγάζει. Και η άσπρη αγελάδα, αν την πουλήσω για κρέας, μπορεί να πάρω και 2500 δολάρια.
Σαμ: Ουάου. 2500 δολάρια, ε; Και η μαύρη, πόσο πιάνει;
Τζο: Και η μαύρη 2500 δολάρια θα πιάσει περίπου. Επίσης, η άσπρη η αγελάδα, αν πουλήσω το δέρμα της μόνο, θα πάρω και 500 δολάρια.
Σαμ: 500 δολάρια; Απίστευτο. Και η μαύρη;
Τζο: Ε, και από τη μαύρη τόσα θα πάρω.
Σαμ: Καλά ρε Τζο, γιατί την άσπρη αγελάδα την αβαντάρεις τόσο και τη μαύρη την έχεις στο κλάσιμο;
Τζο: Μα η άσπρη είναι δικιά μου.
Σαμ: Και η μαύρη;
Τζο: Και η μαύρη δικιά μου είναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα από ανέκδοτο η οποία, όπως και πολλές άλλες (π.χ. βλέπε εδώ), έχει αυτονομηθεί. Λέγεται εύστοχα για να δείξουμε ότι κανένα νόημα δεν έχει να μπαίνουμε σε κόπο για κάτι το οποίο είναι ούτως ή άλλως χαμένο από χέρι - αλλά και να μην ήταν, βαριόμαστε τόσο πάρα πολύ που πάλι δεν θα κάναμε τίποτε.

Τέσπα, το αρχικό ανέκδοτο πάει κάπως έτσι - Δυο τραβεστί συζητούν το μέγα θέμα αν ομοφυλόφιλος γίνεσαι ή γεννιέσαι. Και λέει η πρώτη:
- Καλέ, Στάσα μου, γεννιέσαι, γεννιέσαι. Είναι βέβαιον. Διότι εγώ, ξέρεις, από αυστηρή οικογένεια κι αυτά, αλλά από τριων χρονών παιδί πού μ' έχανες πού μ' έβρισκες, στα συρτάρια της μαμάς να προβάρω τις κομπινεζόν και τα πασουμάκια με τα τακούνια και να καμαρώνω με τις ώρες μπροστά στον καθρέφτη. Τι ήξερα μικρό παιδί; Μέσα μου το είχα - έμφυτο.
- Εγώ πάλι, Σούλα μου, τι να σου πω; Νομίζω ότι δεν γεννιέσαι, έρχονται έτσι τα πράγματα, κάτι αλλάζει και γίνεσαι. Πάρε μένα - μέχρι τα δώδεκα τίποτα δεν ήξερα, του κατηχητικού, χαμπάρι δεν είχα από τέτοια ...
- Έ, και στα δώδεκα τι έγινε;
- Έ, στα δώδεκα πήγα το καλοκαίρι στο χωριό και βγαίνω στα χωράφια να μαζέψω λουλουδάκια ... να κουράστηκα, ξάπλωσα στο χορτάρι, και κει που μ' έπαιρνε ο ύπνος έρχεται ένα παιδί απ' το χωριό - αααχχχ, ένα ωρρρραίο παιδί - ε, κι έρχεται έτσι από πίσω ... ε, και να μη στα πολυλογώ, τό 'μαθα και καλόμαθα ... γίνεσαι, Σούλα μου, γίνεσαι ...
- Καλά, μωρή, δώδεκα χρονώ ήσουνα κι έρχεται ο άλλος να στη μοστράρει και δεν κάνεις τίποτα ... γιατί δεν σηκώθηκες να τρέξεις, να φύγεις;
- Έ, πού να τρέχεις τώρα στα χωράφια με τα τακούνια ...

- Μας περιμένουν οπωσδήποτε απόψε στο Φολί, Γιάννη μου, άντε κουνήσου, κάνε ένα μπάνιο να πάμε.
- Άσε ρε Θώμη, πού να τρέχεις τώρα στα χωράφια με τα τακούνια ... Μια απ' τα ίδια θα είναι ... Κι έχει και μπάσκετ στην τηλεόραση ... Άραξε ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γενικώς οποιοδήποτε πλάσμα πρέπει να σκοτώσεις σε ένα video game.

Η έκφραση βγαίνει απο ένα ανέκδοτο όπου ένας κυνηγούσε πλασματάκια στη ζούγκλα τα οποία ονόμαζε «νομιστεράκια»... στην πραγματικότητα ήταν πυγμαίοι και φώναζαν «no mister!» όταν τους σκότωνε (χαχα).

Και αφού μαζεύτηκε το party, κάναμε όλα τα spells προστασίας, πήγαμε τις δυνάμεις μας στο φουλ, κάναμε ντου στη σπηλιά. Αλλά πολύ παλούκι αυτή η αποστολή. Μόλις μπήκαμε άρχισαν να βγαίνουν απο παντού νομιστεράκια. Μας διέλυσαν!

Και κρέας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τύπος ανοίγει τρύπα στον πάγο κι αρχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Ακούγεται φωνή: «Δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος συνεχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Πάλι φωνή: «Δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος αναρωτιέται ποιός νά 'ναι μες την ερημιά. Συνεχίζει να ψαρεύει. Δεν τσιμπάει. Η φωνή ξανά: «Σου είπα, δεν έχει ψάρια στον πάγο». Τύπος σταματάει να ψαρεύει και φωνάζει: «Κι εσύ πού το ξέρεις; Ποιος είσαι, δηλαδή;». Και η φωνή απαντάει: «Ο φύλακας του παγοδρομίου. Μαλάκα. Τόση ώρα δεν ακούς το μεγάφωνο;».

Το δεν έχει ψάρια στον πάγο είναι άλλο ένα παράδειγμα ατάκας που αυτονομήθηκε από το ανέκδοτό της. Λέγεται για να τονίσουμε στον συνομιλητή μας ότι δεν θα βρει ή δεν θα καταφέρει αυτό που θέλει και είναι μάταιο να συνεχίσει την προσπάθεια.

- Γιάννη μου, στο είπα και στο ξαναλέω... δεν έχει ψάρια στον πάγο... τριάρι στο Ναυαρίνο με τρακόσια ευρώ δεν υπάρχει... γιοκ βαρ, που λεν κι οι Τούρκοι.

(από poniroskylo, 07/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα τρισμέγιστου ανεκδότου με σόλο καριέρα (η ατάκα, όχι το ανέκδοτο). Δυστυχώς, το ανέκδοτο βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις αφηγηματικές τεχνικές που δεν μεταφέρονται στον γραπτό λόγο.
Όπως διαφαίνεται από την φράση, χρησιμοποιείται όταν δεν καταλάβαμε αυτό που μόλις ακούσαμε, ή μετά απ'το άκουσμα εσκεμμένα αινιγματικής φράσης (ξέρεις, όταν κάποιος το παίζει έξυπνος στα γκομενάκια).

  1. Ο Κόναν πληροφορείται ότι στην άλλη άκρη του κόσμου υπάρχει ένα πανύψηλο βουνό, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται ένα παλάτι και μέσα στο οποίο κατοικεί ο γέροντας που κατέχει την απόλυτη σοφία της ζωής. Ζαλώνεται, λοιπόν, την ασπίδα, γραπώνει τη σπάθα, φοράει το γούνινο σωβρακάκι του και ξεκινάει για το βουνό.
    Περνάει την Έρημο της Δίψας, το Φαράγγι Χωρίς Πάτο, ξυστά απ' το Πηγάδι των Χιλίων Ευχών, και μετά από πορεία εκατό ημερών στην Τούνδρα των Μηδέν Βαθμών Κέλβιν, φτάνει στους πρόποδες του Βουνού της Σοφίας, το οποίο βλέπει να χάνεται μέσα στα σύννεφα.
    Αρχίζει την ανάβαση, τα μπράτσα σφίγγονται, οι φλέβες τινάζονται, το γούνινο σωβρακάκι τον προστατεύει απ' το κρύο.
    Βρυχάται όταν, κουρασμένος από την ανάβαση, πατάει στο πλάτωμα στην κορυφή και βλέπει το κάστρο του Γέροντα να ορθώνεται απροσπέλαστο μπροστά του.
    Η ξύλινη πύλη είναι κλειστή, αλλά την γκρεμίζει βρυχόμενος με ένα χτύπημα της ασπίδας του. Η επόμενη πόρτα, πιο βαριά, απαιτεί πιο δυνατό χτύπημα. Η τρίτη, σιδερένια, πέφτει μετά απ'το δεύτερο χτύπημά του. Η τελευταία βαριά σιδερένια πόρτα πέφτει με θόρυβο καθώς ο βρυχηθμός του Κόναν σπάει τη σιωπή της ψυχρής κυκλικής αίθουσας, στην οποία ο γέροντας συλλογίζεται με τα δάχτυλα ενωμένα κάτω απ'το πηγούνι του καθισμένος στον θρόνο του.
    Ο Κόναν πλησιάζει το κέντρο της αίθουσας και ακουμπάει τα όπλα του μπροστά στα πόδια του Σοφού.
    - Ρησπέκτ, γέροντα. Μου είπαν ότι κατέχεις το μυστικό των μυστικών.
    - Υπάρχουν και τα πόμολα, Κόναν.
    - Μιλάς με γρίφους, γέροντα...

  2. Από το βιβλίο του Sun Tzu, The Art of War: One may know how to conquer without being able to do it.
    (βλ. πχ εδώ)
    Αυτός ο γέροντας κι αν μιλάει με γρίφους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσία άχρωμος, πλην, όμως, έχουσα χαρακτηριστική οσμή.

Ανακαλύφθηκε ταυτόχρονα από τέσσερα (4) άτομα το 1987, λίγο πριν ο Αργύρης (καλά, ντε, δε σε είπαμε και καμπούρη) βαρέσει τις βολές που έστειλαν άπειρους πιτσιρικάδες να σπάνε ταμπλό και να κακοποιούν στεφάνια στις μπασκέτες των σχολείων.

Εκλύεται όταν επίκειται σημαντικό γεγονός, καλό ή κακό, και συνήθως γίνεται αντιληπτή κοντά στο θέατρο του γεγονότος και μόνο από τους άμεσα ενδιαφερόμενους. Πληροφορίες θέλουν την ομάδα BAN να διαθέτει ανιχνευτές τιρινίνης που διασκορπίζει ανά την επικράτεια.

  1. (Το ανέκδοτο)
    Ο Καμπούρης βρίσκεται στη βολή, τέσσερα δευτερόλεπτα πριν από τη λήξη. Ο Γιαννάκης του χτυπάει τον κώλο και του λέει:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Ξεσκότα μας ρε μαλάκα Γιαννάκη να βάλω καμία βολή να πούμε!
    Ίδια ιστορία και ο Φασούλας:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Ξεσκότα μας κ συ ρε μπας και πάρουμε καμιά κούπα εδώ μέσα...
    Βαράει την πρώτη βολή, μέσα. Ιαχές εξέδρας κτλ.
    Παίρνει την μπάλα για τη δεύτερη βολή, τον πλησιάζει ο Γκάλης:
    - Μαλάκα Αργύρη, μου μυρίζει τιρινίνι.
    - Τι πάθατε όλοι σήμερα να πούμε, δε μπορώ να συγκεντρωθώ...
    Βάζει και τη δεύτερη βολή και ακούγεται απ' το υπερπέραν και το επέκεινα η μελωδία του Final Countdown:
    - Τιρινίνιιιι τιρινίνινιιι τιρινίνιιιι τιρινίνινίνινιιιιι!

  2. (καθηγητής μαθηματικών 1ης λυκείου, με το καλημέρα)
    - Βγάλτε μια κόλλα χαρτί να γράψετε πρόχειρο.
    (αλάνι μαθητής, χαμηλόφωνα)
    - Μου μυρίζει τιρινίνι.

  3. - Βλέπεις το γκομενάκι απέναντι πώς σε κοζάρει;
    - Μου μυρίζει τιρινίνι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαρισαίικος διάλογος. Ακούγεται: πλιτς-πλατς. Από ανέκδοτο: είναι στο μπαράκι μια γκόμενα και δίπλα της ένας τύπος. Και οι δυο είναι μόνοι. Για να του πιάσει κουβέντα αυτή, τον ρωτάει:
- Πλήτ'ς (=Πλήττεις);
και αυτός απαντάει:
- Π'λάτ'ς (=Πελάτης).
χα, χα, χα, χα, χα.
Είναι από τα ανόητα ανέκδοτα του στυλ δεκατισάρ', σιμπιζάκι, κλπ.

- Τι έγινε ρε φίλε, πλιτς;
- Πλατς.
- ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!
- ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!
- ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!
- ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ!

... και λοιπά (ε, τα παιδιά έχουν πιει ένα καλό γαράκι και γελάνε μέχρι πρωίας με τη μαλακία αυτή).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified