Φράση προερχόμενη από ανέκδοτο, το οποίο δυστυχώς απαιτεί οπτικοακουστική διήγηση. Χρησιμοποιείται με ελαφρά διάθεση ειρωνείας ως αντίδραση στη θέα νέων ρούχων, ιδίως αν αυτά χλιδοφέρνουν και λίγο.

Συναντάται και σε παραλλαγές (δεν εννοώ «παραλλαγή ο ανάπηρος»).

  1. (το ανέκδοτο)
    Κάποιος που έχει ράψει κουστούμι μεραγκλαντάν πάει στον ράφτη να το παραλάβει. Το φοράει:
    - Με στενεύει λίγο στη δεξιά ωμοπλάτη, κύριε.
    - Έτσι είναι τα καλά κουστούμια, κύριε... κάντε λίγο έτσι (του δείχνει να καμπουριάσει κάπως στραβά και περίεργα) και θα σας κάτσει καλά.
    - Ναι, αλλά και το παντελόνι, στραβά μου κάθεται.
    - Ε, κύριέ μου, αν δεν ξέρετε από ρούχα, τι έρχεστε εδώ... θα περπατάτε έτσι (ένα βήμα κουτσό και στραβό) και όσοι ξέρουν από ευρωπαϊκή μόδα θα καταλάβουν.
    Βγαίνει ο τύπος στο δρόμο, και ο πρώτος περαστικός που τον βλέπει λέει:
    - Κουστουμιά ο ανάπηρος!!!

  2. - Καινούργια μπλουζίτσα, θείο;
    - Γιεπ! Τι σου λέει;
    - Κουστουμιά ο ανάπηρος!

(από nick, 02/09/08)Joseph Merrick, o original άμθρωπος - ελέφαντας. (από Vrastaman, 02/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τυποποιημένη φράση και χρήση του «λέγειν μαλακίες», η οποία έχει απίστευτη διάδοση, μιας και εντάσσεται στο διαχρονικό ελληνικό όνειρο (έστω, στην ολιγαρκή εκδοχή του) «να 'χαμε τι να 'χαμε μια μπυρίτσα να 'χαμε», «να 'χαμε δυο τσιγάρα και δυο για μετά», και να λέμε και καμιά μαλακία να περνάει η ώρα... Με άλλα λόγια, φράση που περιγράφει την ελαφρά συζήτηση a la grecque, η οποία δε δεσμεύει κανέναν και για τίποτα... (βλ. και φράση «πείτε ρε καμιά μαλακία να περάσει η ώρα»).
Σημείωση: η φράση λέγεται πάντα (ή μάλλον, το ορθό είναι) στο 1ο πληθυντικό, ανεξαρτήτως πλήθους του φυσικού υποκειμένου. Αν χρησιμοποιηθεί από ένα άτομο, τότε σημαίνει ότι και το είπα, ξείπα, την παρόλα μου την χέζω, με την κεφαλαιώδη διαφορά όμως ότι το «είπα, ξείπα» (προϋπο)θέτει τον χρήστη σε θέση εξουσίας έναντι του συνομιλητή, ενώ το «λέμε και καμιά μαλακία» έχει απολογητική διάθεση και παραπέμπει σε χεζμεντέν καταστάσεις.

Η φράση είναι τόσο αγαπητή ώστε εντάχθηκε μάλλον σε πασίγνωστο ανέκδοτο, παρά αυτονομήθηκε.

αντιγράφω το πασίγνωστο ανέκδοτο από κάποιον που το έγραψε κάπως μερακλίδικα.

Ήταν τώρα σε ένα δάσος ένας λαγός πολύ PUNK (ξέρετε με σκουλαρίκια με μηχανή με γυαλιά κ.α)
και καθόταν κάτω από ένα δέντρο. Περνάει ο αετός :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
Περνά το φίδι :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
Περνά το ποντίκι :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
Περνά η χελώνα :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
Περνά ο γάιδαρος :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου ρίχνουμε και καμιά πούτσα στο λιοντάρι!
- Τι; (του λέει) Πούτσα στο λιοντάρι;
- Ναι γιατί;
- Να πάω να του το πω;
- Και δεν πας ;
Μετά από λίγη ώρα περνά το λοντάρι :
- Γεια σου λαγέ! Τι κάνεις ;
- Εδώ μωρέ, καφεδούμπα, φραπεδούμπα, ηλιούμπα, κάπου κάπου λέμε και καμία μαλακία για να περνάει η ώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτονομημένο το τέλος όχι ακριβώς ανεκδότου αλλά σύγχρονου νακλιού (εύθυμης αφήγησης) από την Κρήτη, στην οποία και η φράση γνωρίζει μια σχετική διάδοση (αν δεν κάνω λάθος, την είχε διηγηθεί κάποιος κρητικός αστειάτορας στο ραδιόφωνο).

Η όλη φράση είναι Μανώλη ο πίνακας, βγάζει σπίθες, φλόγες! και βρίσκει χρήσεις σε ένα ασαφές πεδίο περιστάσεων, καλύπτοντας ένα εξίσου ασαφές φάσμα νοηματικών αναγκών.

Κατά κύριο λόγο είναι μια λοιδορία προς πανικοβλαμμένα άτομα που χαώνονται σε όχι και τόσο απαιτητικές καταστάσεις, την ίδια στιγμή όμως η προέλευση της φράσης έχει βαθιά σεξουαλική/σεξιστική φαιδρότητα που διαρκώς υπονομεύει την όποια σταθερή χρήση της - ανήκει δηλαδή στην ευρεία αλλά δύσκολα ορίσιμη κατηγορία των χαβαλεδενεργικών σαχλαμαρισμών, που ανακύπτουν σε αντροπαρέες (και προχώ μικτές) που αφηγούνται σεξουαλικές τους εμπειρίες.

Αντλεί την αστεία της διάσταση από την ίδια πηγή με φράσεις όπως «το μουνί μου φλόγες βγάζει, λες να είναι πετρογκάζι», κάηκε το μουνί μας, πήρε φωτιά ο κώλος μας και άλλες που εντοπίζουν στα ευαίσθητα γενετήσια φωτιές, καύλας ή όχι.

Τη μνημειώδη φράση με κρητική τσιριχτή ηρακλειώτικη προφορά (όπως και προφέρεται) λέγεται ότι είπε κάποτε στο μέσο της σεξουαλικής πράξης κάποια κοπελιά σε κάποιο Μανώλη:

- ααααχχ, ααααχχχ... μμμ, μμμ...ΜΜΜανώλjηη... Μανώλjηη, Μανώλjηη, ο πίνακας...!!
- μβρχημμμγκχμμμ...
- Μανώλjη, ο πίνακας...!!!
- Μμβρχημμμγκχμμμρρρντα θες;
- Μανώλjη, ο πίνακαας...! Βγάζει σπίθες, φλόγες!

Είχε πάθει βραχυκύκλωμα ο ηλεκτρικός πίνακας στον απέναντι τοίχο κι έκανε εκρήξεις αλλά ο Μανώλης, αφοσιωμένος και σε ιεραποστολική στάση, δεν είχε πάρει χαμπάρι...

  1. - Ώχου, αυτό δε μπορώ να το κάνω ρε φίλε....
    - Μανώλjη, ο πίνακας! Μα τι λούλης πού 'σαι....

  2. - ... και μου λέει, ενοχλημένη και καλά, «αυτός να βάλει το παντελόνι του, γιατί ντρέπομαι» και της λέει ο Σπύρος «εσύ να μην με κοιτάς γιατί κι εγώ ντρέπομαι» ουυυυχαχαχααα....
    - Μανώλjη, ο πίνακας!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θα μπορούσε να είναι ένα λικέρ Μεταξάς με γεύση λεμόνι (citron στα γαλλικά είναι το λεμόνι), αλλά είναι απλώς ατάκα από ανέκδοτο, όπου ο Βλάχος πάει από το χωριό στην πόλη κι όταν το γκαρσόν του προτείνει «Μεταξάς;», ο Βλάχος το ερμηνεύει ως «Με τα ξας; = Μου τα ξύνεις;» κι απαντά «Γιατί; Ση τρών'; = Σε τρώνε;». Με αποτέλεσμα να έρθει το λικέρ Μεταξάς Citron. Σε καλό μας, ευθυμήσαμε πάλι. Τέσπα, η φράση δηλώνει καταστάσεις δυοξύνης και ξυσαρχιδισμού ή εναλλακτικώς Βλάχων.

Μεταξάς Σιτρόν είμαστε πάλι μέχρι να βγει η διεθνής οικονομία απ' την μπίχλα!...

Προυσ\'χή στς ιοί! (από knasos, 16/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα τρισμέγιστου ανεκδότου με σόλο καριέρα (η ατάκα, όχι το ανέκδοτο). Δυστυχώς, το ανέκδοτο βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις αφηγηματικές τεχνικές που δεν μεταφέρονται στον γραπτό λόγο.
Όπως διαφαίνεται από την φράση, χρησιμοποιείται όταν δεν καταλάβαμε αυτό που μόλις ακούσαμε, ή μετά απ'το άκουσμα εσκεμμένα αινιγματικής φράσης (ξέρεις, όταν κάποιος το παίζει έξυπνος στα γκομενάκια).

  1. Ο Κόναν πληροφορείται ότι στην άλλη άκρη του κόσμου υπάρχει ένα πανύψηλο βουνό, στην κορυφή του οποίου βρίσκεται ένα παλάτι και μέσα στο οποίο κατοικεί ο γέροντας που κατέχει την απόλυτη σοφία της ζωής. Ζαλώνεται, λοιπόν, την ασπίδα, γραπώνει τη σπάθα, φοράει το γούνινο σωβρακάκι του και ξεκινάει για το βουνό.
    Περνάει την Έρημο της Δίψας, το Φαράγγι Χωρίς Πάτο, ξυστά απ' το Πηγάδι των Χιλίων Ευχών, και μετά από πορεία εκατό ημερών στην Τούνδρα των Μηδέν Βαθμών Κέλβιν, φτάνει στους πρόποδες του Βουνού της Σοφίας, το οποίο βλέπει να χάνεται μέσα στα σύννεφα.
    Αρχίζει την ανάβαση, τα μπράτσα σφίγγονται, οι φλέβες τινάζονται, το γούνινο σωβρακάκι τον προστατεύει απ' το κρύο.
    Βρυχάται όταν, κουρασμένος από την ανάβαση, πατάει στο πλάτωμα στην κορυφή και βλέπει το κάστρο του Γέροντα να ορθώνεται απροσπέλαστο μπροστά του.
    Η ξύλινη πύλη είναι κλειστή, αλλά την γκρεμίζει βρυχόμενος με ένα χτύπημα της ασπίδας του. Η επόμενη πόρτα, πιο βαριά, απαιτεί πιο δυνατό χτύπημα. Η τρίτη, σιδερένια, πέφτει μετά απ'το δεύτερο χτύπημά του. Η τελευταία βαριά σιδερένια πόρτα πέφτει με θόρυβο καθώς ο βρυχηθμός του Κόναν σπάει τη σιωπή της ψυχρής κυκλικής αίθουσας, στην οποία ο γέροντας συλλογίζεται με τα δάχτυλα ενωμένα κάτω απ'το πηγούνι του καθισμένος στον θρόνο του.
    Ο Κόναν πλησιάζει το κέντρο της αίθουσας και ακουμπάει τα όπλα του μπροστά στα πόδια του Σοφού.
    - Ρησπέκτ, γέροντα. Μου είπαν ότι κατέχεις το μυστικό των μυστικών.
    - Υπάρχουν και τα πόμολα, Κόναν.
    - Μιλάς με γρίφους, γέροντα...

  2. Από το βιβλίο του Sun Tzu, The Art of War: One may know how to conquer without being able to do it.
    (βλ. πχ εδώ)
    Αυτός ο γέροντας κι αν μιλάει με γρίφους...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο υπνόσακος, το sleeping-bag στα Θεσσαλονικιώτικα. Η γέμιση σε αυτή τη μπουγάτσα έχει γεύση χιλιοφορεμένης σαγιονάρας.

-

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προερχόμενο από το γνωστό κρύο ανέκδοτο*, η εν λόγω επίσης κρύα φράση, η οποία αναφέρεται κυρίως στον αθλητικό τομέα, λέγεται όταν πιστεύεις πως θα προχωρήσεις σε ιστορικές νίκες, αλλά και γενικότερα όταν περιμένεις να γίνουν σπουδαία πράγματα (όπως προαγωγή, γάμος, καινούρια γκόμενα κ. α.).

Λέγεται όταν καταλαβαίνεις πως θα συμβεί κάτι το οποίο είναι προφανές από τα συμφραζόμενα, όταν «μυρίζεσαι» ότι θα συμβεί.

  • το οποίο λέει πως, κατά τον τελικό του Ευρωμπάσκετ το '87 και ενώ ο Καμπούρης βρίσκεται στη γραμμή τον βολών έτοιμος να εκτελέσει το φάουλ που του έχει δοθεί στη εκπνοή του αγώνα, τον πλησιάζει ο Γκάλης και του λέει τρομαγμένος στο αυτί : «Ρε μαλάκα! μη σουτάρεις! μυρίζει τινινίνι!». Ο Καμπούρης δεν του δίνει καμία σημασία, σουτάρει, ευστοχεί και ετοιμάζεται να εκτελέσει τη δεύτερη βολή, όταν τρομοκρατημένος τον πλησιάζει ο Γιαννάκης και του λέει στο αυτί : «Ρε μαλάκα! μη σουτάρεις! μυρίζει τινινίνι!». Ο Καμπούρης τελικά σουτάρει, ευστοχεί και τότε ακούγεται από τα μεγάφωνα : «τινινίνι τινινίνινι τινινίνι νί τινινίνινινινι νίνι νινινί...»)
  1. Εγώ ένα έχω να πω :
    «ΜΥΡΙΖΕΙ ΤΙΝΙΝΙΝΙ»
    Όλα τα λεφτά χθες ήταν οι πανηγυρισμοί σε Γεωργίου και προβλήτα Νικολάου και ο Sport FM που έβγαζε οπαδούς απ' όλη την Ελλάδα χύμα και τα χώνανε...!!! (από εδώ)

  2. - Να σου πω την αλήθεια, δε νομίζω πως θα πάρω πτυχίο.
    - Δε νομίζεις;!
    - Όχι, είμαι σίγουρος!
    - Χαχα! Μυρίζει τινινίνι δηλαδή.
    - Ποίος σου έμαθε αυτή τη μαλακία και τη λες συνέχεια;

(από Khan, 17/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα-κραυγή απελπισίας (λέμε τώρα) από άπαιχτο ανέκδοτο σύμφωνα με το οποίο η έλλειψη συντονισμού και οργάνωσης μπορεί να διαψεύσει μοιραία τις προσδοκίες μας δημιουργώντας ανισότητες, αλλά και ενδο-ομαδικές προστριβές/διασπάσεις... Γενικώς χρησιμοποιείται σε διάφορες περιστάσεις (βλ. παραδείγματα) υπαινίσσοντας το ανέκδοτο.

Το ανέκδοτο

Μεγάλη παρέα αποφασίζει να καλέσει μερικές γκόμενες και να οργανώσει μια παρτουζίτσα για να περάσει η ώρα χωρίς πολλά πολλά έξοδα... Μαζεύονται λοιπόν σε ένα μεγάλο σαλόνι και μετά τα απαραίτητα ποτάκια σβήνουν τα φώτα και αρχίζει η φάση η πολυφασική ... Σιγά-σιγά αρχίζουν να πέφτουν και οι πέοντες στα σκοτεινά. Ακούγονται βογγητά και διάφορα προβλεπόμενα για τέτοιες περιπτώσεις, όταν ξαφνικά κάποιος ανοίγει το φως:
«Ρε παιδιά, να οργανωθούμε...»
«Σβήσε το φως ρε!», του φωνάζουν οι υπόλοιποι που τους έκοψε πάνω στο καλύτερο.
Το σβήνει κι αυτός και το έργο συνεχίζεται... Πολλά βογγητά και τελειώματα αργότερα, ανάβει το φως ο ίδιος:
«Ρε παιδιά, να οργανωθούμε σας λέω...»
«Κλείσε το φως ρε παπάρααα!!», τον αποπαίρνουν ξανά οι άλλοι.
Τι να κάνει και αυτός, το ξανακλείνει... Η κατάσταση συνεχίζεται για πολλή ώρα ακόμα, μέχρι που αγανακτισμένος πια ξανανοίγει το φως:
«Ρε παιδιά, να οργανωθούμε, επιτέλους! Έχω φάει τρεις και δεν έχω ρίξει κανέναν!!»

  1. (σε παιχνίδι μπάσκετ)
    - Ρε μαλάκες πρέπει να κερδίσουμε σήμερα! Έχουμε χάσει απ' όλους!
    - Ναι, να οργανωθούμε!!

  2. (σε συνάντα του slang.gr)
    (acg) - Θα το φτιάξουμε καμιά φορά αυτό το γκρουπ στο Facebook;
    (ironick) - Ε αφού αυτός εδώ ξέρει από Facebook!
    (Cunning Linguist) - Ε αφού με πήρανε φαντάρο, τι να κάνω!
    (Vrastaman) - Παιδιά, να οργανωθούμε!!

  3. (από εδώ)
    «Γι’ αυτό και το καλοκαίρι που ξεκινάει, καθότι είναι το μόνο που δεν έχει κάποια πολύ μεγάλη διοργάνωση μέχρι το Σεπτέμβριο, είναι αφιερωμένο αποκλειστικά σ’ εμάς, δηλαδή εσάς. Έχουμε ήδη ξεκινήσει τις διαδικασίες για να καλλωπιστούμε, να συμμαζευτούμε , να… οργανωθούμε, που λέει και το ανέκδοτο, ενώ, σύντομα, θα ζητήσουμε και το αναπόσπαστο κομμάτι της εξέλιξης μας: Τη δικιά σας άποψη και συμμετοχή.»

Θύμα ανοργανωσιάς... (από Cunning Linguist, 29/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έλκουσα τις ρίζες της από το σύμπαν των τυριών του ούμπερμάρκετ και σε σύμπνοια με το εκεί νόημά της, εκφράζει απορία ως προς το επαρκές μιας ποσότητας που θεωρείται εκ των προτέρων λαρτζ και πάρε νά 'χεις να σου βρίσκονται. Δείχνει την ικανοποίηση, το καμάρι για την επιτευχθήσα επίδοση, ποσοτικώς μιλώντας.

Η σύμπνοια, βέβαια, δεν είναι απόλυτος, καθώς στην εκτός τυριού χρήση υπονοείται το «ή θες κι άλλο», ενώ στην τυρική αυτής χρήση το «ή μήπως είναι πολύ;».

Τυπικός διάλογος στο ούμπερμάρκετ είναι οι τρεις πρώτες γραμμές του πρώτου παραδείγματος, και σετάκι με το υπόλοιπο κάνουν το περίφημο ανέκδοτο με το μισό κιλό φέτα. Όπως γίνεται προφανές, ο υπάλληλος βάζει πάντα παραπάνω και με τη φράση αυτή ρωτάει εάν είναι οκέυ, παρ' όλο που είναι παραπάνω από αυτό που ζητήθηκε (σημείωση για τον ιστορικό του μέλλοντος αυτό).

  1. - Μισό κιλό φέτα παρακαλώ.
    (κόβει ένα γκουμούτσι)
    - Είναι εφτακόσια πενήντα. Να τ' αφήσω;
    - Ναι, άσ' το, και βάλε μου μισό κιλό φέτα.

  2. Διακόσα τριανταπέντε άλογα στο δυναμόμετρο το εργαλείο μετά το φτιάξιμο. Να τ' αφήσω;

  3. - Είσαι απίστευτος! Μ' έκανες να νιώσω γυναίκα. Μα οχτώ φορές μέσα σ' ένα βράδυ;
    - Να τ' αφήσω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα άμπαλο αστείο το οποίο χρησιμοποιούν πολλοί «αστειάτορες» σαν και την αφεντιά μου. Συγκεκριμένα ξεκινάει από μία ερώτηση, της οποίας η απάντηση καταλήγει σε -ία, ή -εία κλπ. (π.χ. «Πού έγινε ο Τρωικός Πόλεμος;», «Ποια είναι η τετραγωνική ρίζα του 9;», «Ποιο ήταν το μικρό όνομα της Κάλλας;»), για να απαντήσει το ανυποψίαστο θύμα και να λάβει την μεγαλοπρεπή αυτή απάντηση. Βεβαίως αν ο δεχόμενος την ερώτηση είναι πιο πονηρεμένος ή έχει πάρει χαμπάρι ότι αυτός που τον ρωτά είναι άτομο με μηδενική αίσθηση του χιούμορ του απαντά τοιουτοτρόπως: «Πού έγινε ο Τρωικός Πόλεμος;» - «Δεν ξέρω, ρώτα τον Μπραντ Πιτ», Ποια είναι η τετραγωνική ρίζα του 9; « - »Αν το ήξερα και αυτό δεν θα ήμουνα με ένα μαλάκα σαν και εσένα να σερβίρω«, Ποιο είναι το μικρό όνομα της Κάλλας;» - «Δεν θυμάμαι έχω πηδήξει πολλές.»

(Από ανέκδοτο) Λέει ένας κουφός σε έναν πόντιο:
- Πόσο κάνει 2 + 1;
- 4
- Να τη φας και να 'ναι κρύα.

κρύα (από perkins, 08/06/10)

Δες και γειώσεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified