Further tags

  1. Η κλασική έκφραση του ταξιτζή, του ταρίφη της ασφάλτου, που θέλει να κάνει «δικάβαλο», ή τρι-τετρα-πεντα-εξακάβαλο δρομολόγιο, κατά το «οι καλοί παντού χωράνε». Η κλασική δικαιολογία είναι «να πάρουμε και το παλλουκάρι που πάει στου ... [διαόλου τη μάνα]; Ψυχικό θα κάνουμε!». Εννοείται ότι ο Ομάρ Ταρίφ θα το κάνει για τη φουκαριάρα τη μάνα του... (Βλ. παράδειγμα)

  2. Το γαμήσι του ελέους, που το κάνουμε από σεξουαλικό αλτρουισμό. (Βλ. λήμματα βολεύω και εξυπηρέτηση)

  3. Λέγεται γενικώς από οποιοδήποτε Νεοέλληνα θέλει να βολέψει μια κατάσταση, αντίθετα προς τους κανονισμούς-νόρμες, αλλά με μια οικονόμηση που υποτίθεται ότι είναι ψυχικό για τους άλλους, αλλά κατ' ουσίαν βολεύει περισσότερο τον ίδιο.

- Πού πας ρε παλλουκάρι; Ψυχικό; Πειράζει ρε παλλουκάρι να πετάξουμε λίγο και το παλλουκάρι από δω που πάει Κερατσίνι; Ψυχικό θα κάνουμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται στην αργκό των ταξιτζήδων η επιλογή στην κρυφή και μυστική ρύθμιση ενός παράνομα πειραγμένου ταξίμετρου όπου αρχίζει και χρεώνει υπέρμετρα το κόμιστρο. Η ρύθμιση επιλέγεται στη ζούλα με πλήκτρο ή επιλογέα από παραβατικούς ταξιτζήδες σε επιβάτες κυρίως τουρίστες, επαρχιώτες, ξένους η άλλους που δεν γνωρίζουν καλά διαδρομές και χρεώσεις, με σκοπό την αποκόμιση παράνομου κέρδους.

σχόλια μεταξύ ταξιτζήδων : του 'βαλε τον χότζα και τον έγδαρε, τον καημένο τον τουρίστα.

Got a better definition? Add it!

Published

Μπα(ρ)μπαδισμός για το διπλό αρθρωτό λεωφορείο (αγγλιστί articulated bus), το οποίο απαρτίζεται από δύο μέρη, που ενώνονται μεταξύ τους από μία άρθρωση, την λεγόμενη φυσούνα. Είναι απορίας άξιον γιατί δεν ονομάζονται ακορντεόν, αφού μοιάζουν περισσότερο με ακορντεόν παρά με φυσαρμόνικα, αν πρέπει ντε και καλά να μοιάζουν με κάποιο μουσικό όργανο. Μερικοί τα λένε και σκουλήκι ή ερπετό, επειδή σχηματίζουν διάφορες περίεργες γωνίες και είναι σαν να έρπουν.

  1. Θα θέλαμε να λάβετε σοβαρά υπόψη σας το ενδεχόμενο αντικατάστασης του απλού λεωφορείου με λεωφορείο φυσαρμόνικα, ειδικά τις πρωινές ώρες που είναι ώρες αιχμής, γιατί εκτός από τους κατοίκους μας εξυπηρετούνται και πολίτες που έρχονται από Ελευσίνα και Αχαρναί οι οποίοι μεταβιβάζονται στην γραμμή Χ12 για Αθήνα.
    (Δώθε).

  2. Αλλα ανάμεσα στην τραγικότητα των ατυχημάτων, βρίσκω απίστευτα αστεία τις κωλιές που έκανε το λεωφορειο φυσαρμόνικα, με σχεδόν ανώδυνο (για το αμάξωμα τουλάχιστον) τρόπο! (Κείθε).

  3. Μην περιμένετε να βρείτε θέση σε διπλό λεωφορείο (κοινώς «φυσαρμόνικα»). Να περιμένετε όμως σίγουρα πως η «φυσαρμόνικα» θα διπλώσει σε κάποια γωνία και θα καθυστερήσετε περίπου μισή ώρα μέχρι να έρθει στα ίσια της.
    (Από τον Οδηγό επιβίωσης για επιβάτες λεωφορείου).

Παίξε τρελή μου φυσαρμόνικα στο 1.15. (από Khan, 08/05/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως υπόθετο χαρακτηρίζεται από τους σιδηροδρομικούς και το Railbus, η αυτοκινητάμαξα που χρησιμοποιείται για προαστιακά δρομολόγια.

- Σήμερα για το Κιάτο είχε τρίδυμο υπόθετο.
(Τρίδυμο σημαίνει 3 συνδεδεμένα τραίνα μεταξύ τους).

Φωτογράφος:Δημήτρης Μπακιρτζής (από imaginas, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ο οδηγός του τρόλεϊ. Ακούγεται για ελληνικούρα, αλλά και οι ίδιοι έτσι αυτοαποκαλούνται. (βλέπε το blogspot troleatzis). Είναι απίστευτο αλλά έχουν κάνει ιστοσελίδα για την πάρτη τους, με σχετικό περιεχόμενο.

  2. Η άλλη έννοια φυσικά είναι ο γνωστός σε όλους καλικάντζαρος τρολ, από τη σκανδιναβική μυθολογία, που του αρέσει να αναστατώνει ιστοσελίδες μπαίνοντας στη μύτη των υπολοίπων μελών. Μεγαλύτερη ικανοποίηση του φυσικά οι αντιδράσεις και τα σχόλια. Αυτά αποτελούν τροφή του τρολεατζή. Ο καλύτερος τρόπος για να σταματήσει είναι να μην τον ταΐζουμε...

- Έχει μπει ένας τρολεατζής εδώ και κάνα δυο μέρες στο slang.gr, και τα έχει κάνει πουτάνα.
- Σοβαρά; Είναι και μπαγαποντοδότης;
- Όχι, αλλά ανεβάζει διαρκώς ασυναρτησίες μαζεμένες και θάβει τα καλά λήμματα από τα «πρόσφατα.» (μπαγαποντοθάψιμο;;;;)
- Α τον άθλιο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ταξιτζής.

- Σανίδωσέ το ρε τάριφμαν, θα χάσω την πτήση.

Με την καλή έννοια (από Khan, 26/04/13)

Δες και ταρίφας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το έξτρα εισόδημα που τσακώνουν ορισμένοι ταρίφες. Οι πονηροί αυτοί ταρίφες συνεχώς σκαρφίζονται λύσεις για να διατηρήσουν και να επαυξήσουν τα ταριφιάτικα. Ευτυχώς υπάρχουν πολλοί σωστοί στον κλάδο τους.

Για παράδειγμα, θα αναφέρουμε, πως κάποιοι εξ αυτών των μπαγαπόντηδων τυπάδωντης κίτρινης φυλής, επικαλούμενοι πως δεν έχουν ρέστα για να σου δώσουν, σε κάνουν να προτιμήσεις φεύγοντας να τους αφήσεις τα ψιλά (παρά να γυρνάς μαζί τους σαν την άδικη κατάρα μέχρι να χαλάσεις, χάνοντας εν τω μεταξύ το χρόνο σου). Ετσι λίγα από δω, λίγα από κει βγαίνει το κομπόδεμα.

Ενα άλλο παράδειγμα αφορά αυτούς που, θεωρώντας πως στο ελληνικό αίμα τρέχει καθάριο αίμα ομάδας Ε, βλέπουν όποιον αλλοδαπό τολμήσει να τους σταματήσει, σαν το ψάρι, σαν το χάπατο που πρέπει να μαδήσουν ζητώντας του ένα κάρο χρήματα.

Ευτυχώς, βέβαια, κάποιοι ξένοι, που δε μασάνε από τέτοια τους καταγγέλλουν. Έτσι, οι ξύπνιοι αυτοί ταρίφες θεωρώντας πως οι αλλοδαποί κοιμώνται όρθιοι, κατορθώνουν να κάνουν ρόμπα τη χώρα.

Σημείωση: Αν και το ανέφερα παραπάνω, αισθάνομαι την ανάγκη να πώ πως το λήμμα εστιάζει στους ταξιτζήδες που αποτελούν κακό παράδειγμα για τον κλάδο και αμαυρώνουν με τις κινήσεις τους την εικόνα που έχουμε για τον Ελληνα ταξιτζή.

- Άστα, χθες σταμάτησα έναν Ομάρ Ταρίφ για να με πάει κάπου που είχα ραντεβού ... Μου ζήτησε ο τάριφμαν 8 ευρώ. Του δίνω δεκάευρο, αλλά δεν είχε ρέστα. Προσπαθούσαμε να βρούμε περίπτερο για να χαλάσω, εντωμεταξύ ο χρόνος κυλούσε. Βλέπεις, είχα επείγον ραντεβού και δεν έπρεπε να καθυστερήσω.
- Και τι έκανες;
- Τίποτα. Είπα ... ασταδγιαλα, προκειμένου να χάσω το ραντεβού μου ... δε γαμιέται, ας του αφήσω τα ρέστα.
- Εμ ... έτσι βγαίνουν τα ταριφιάτικα, φίλε μου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ταξιτζής. Από την «ταρίφα», το κόμιστρο δηλαδή της «κούρσας». Συχνά αναφέρεται και ως Κίτρινη Φυλή (από το κίτρινο χρώμα των ταξί στην Αθήνα), ταριφόπουλος και ταρίφογλου.

  1. Καθώς οδηγούσα στην Αλεξάνδρας πετάγεται ο ταρίφας από το στενό χωρίς καν να κοιτάξει. Του 'χωσα δυο φάσκελα και κάτι μπινελίκια και ηρέμησα.

  2. Αύριο έχουν απεργία οι ταρίφες, άδειοι θα είναι οι δρόμοι.

Ο Ταρίφας, με τον Σωτήρη Τζεβελέκο (από mpiftex, 05/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ουσιαστικό με έννοια επιρρήματος. Στην αργκό μεταφορικώς σημαίνει το minimum τίμημα μιας υπηρεσίας ή δοσοληψίας εν γένει, δηλ. όπως λέμε «ακατέβατα», το οποίο ορίζεται είτε μονοπωλιακά ή συντεχνιακά, είτε αριστίνδην, είτε καταχρηστικά, ως ελάχιστο αναμενόμενο μπουγιουρντί.

Προέρχεται από την ελάχιστη τιμή της «κούρσας» ή «σημαίας» (πλέον κομίστρων) των ταξιτζήδων, που καθορίζεται με υπουργική απόφαση.

Στην Ελλάδα μέχρι πολύ πρόσφατα, οι ελάχιστες τιμές πολλών αγαθών ήταν υπερτιμημένες (μεταξύ άλλων) λόγω ευδαιμονίστικης (κνίτικη αναβίβαση τόνου) επίδειξης των καταναλωτών, αλλά και λόγω έλλειψης συλλογικότητας στην αντιμετώπισή τους, αλλά πάνε πια αυτά (βλ. σχόλια εδώ)...

  1. — Για πού το 'βαλες με τη σακούλα;
    — Πάω κατά Μοναστηράκι να σκοτώσω έναν καινούριο επενδύτη που βούταρε ένας φίλος απ' τον ιματισμό του Παλάσκα. Πόσα λες να πιάσει;
    — Ξέρω γω; Κάνα εικοσάρικο...
    — Εικοσάρικο καινούριος ολόμαλλος επενδύτης; Αφού τους πουλάνε 150-200 το κομμάτι! — Γιατί, μαζί το 'χετε το μαγαζί; Να βγάλω και κάτι σου λέει ο άλλος...
    — Είπα γω όχι; Αλλά όχι ρε φίλε και να με γδάρουνε έτσι! Αμ δε σφάξανε, θα πάω αλλού.
    — Όπου και να πας, ταρίφα είναι. Αφού είναι συνεννοημένοι και κρατάνε τιμές, χώρια που ξέρουν πού το βρήκες...

  2. Είσαι για πίστες απόψε;
    — Έχεις να δώσεις εκατό φράγκα ν' ακούσεις τα σκυλιά; — Έλα ρε, θα πάρουμε και τα κορίτσια μαζί, που γουστάρουνε, πόσο θα μας έρθει;
    — Ένα εκατομπενηντάρι το τραπέζι ταρίφα, δυο μπουκάλια τουλάχιστον –χώρια κάτι σου 'πα κάτι μου 'πες, κατοστάρικο το κεφάλι θα πάει (κι αυτό αν δεν έχουν και την απαίτηση να τις κεράσουμε)...
    — Σαν πολλά...
    — Εμ, δε σου λέω εγώ; Άσε, πάμε 'δώ σ' ένα συνοικιακό που παίζει ντάμπα-ντούμπα και μετά τις κερνάμε πατσά, να μας δει κι ο Θεός...

  3. — Ψάχνω να νοικιάσω κανα δυαράκι προς Εξάρχεια μεριά, έχεις τίποτα υπ' όψη σου;
    — Δεν ξέρω τίποτα συγκεκριμένο, αλλά είναι γεμάτος ο τόπος από ενοικιαστήρια, κάτι θα βρεις.
    — Πόσο περίπου λες να πάει το μαλλί, θα με φτάσουν 300-350 ευρά;
    — Μπααα, ούτε γι' αστείο! Για 450-500 στο νερό σε κόβω να δίνεις, το 'χουν ταρίφα οι πούστηδες. Εκτός κι αν μείνεις σε κάνα γκρεμίδι...

  4. — Πώς να το παίξω, Πανσερραϊκός-ΠΑΟΚ;
    — Ξερό διπλό! Αφού τους έχουνε δέκα χρόνια τώρα, δυο μπαλάκια ταρίφα...

Radio Tarifa (από HODJAS, 09/06/10)Tarifas (από perkins, 10/06/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακολουθεί ομπρέλα ορισμών:

  • ο οδηγός ταξί, ο οποίος διέπεται από τις αρχές του φασισμού/εθνικισμού/ναζισμού και άλλων ανωμαλιών, ο οποίος το δηλώνει με ατέρμονες και απρόκλητες συζητήσεις υπέρ της «επαναστάσεως», «τι καλά τα περνούσαμε στην Χούντα, μας έδωσε και τις άδειες ταξί», «για όλα φταιν οι βρωμιάρηδες οι μετανάστες», «ένας Χίτλερ/Παπαδόπουλος/Καρατζαφέρης θα μας σώσει», κλπ.
  • ο οδηγός ταξί, ο οποίος είναι προκλητικότατος, αφού καπνίζει χωρίς να μας ρωτήσει, οδηγεί σαν να έχει νέφτι στον κώλο, πτύει ροχάλες, ρίχνει μπινελίκια, την πέφτει στις γυναίκες πελάτες, μας πάει στην Δάφνη μέσω Πειραιά παίρνοντας διπλά αγώγια αβέρτα κουβέρτα, κλπ.
  • ο οδηγός ταξί, που δεν του αρέσει η φάτσα μας, τα μαλλιά μας ή ο προορισμός μας και δεν μας κάθεται… Αν είσαι, δε, μελαμψός ή αλλόφυλος γενικά, forget it…
  • ο οδηγός ταξί, που είναι καρφί της Ασφάλειας και δίνει κόσμο, είτε του πολιτικού είτε του χώρου των ουσιών.

    Συνηθίζεται ο οδηγός τούτος ταξί να έχει όλα τα παραπάνω χαρίσματα, 4 σε ένα δηλαδή. Φυσικά δεν ανήκουν όλα τα μέλη της κίτρινης φυλής στην ανωτέρω υποκατηγορία των ταξιστών… Πολλοί από αυτούς απλά ήθελαν να γίνουν μπασίστες (ή ντράμερς)…

- Για όλα φταίνε τα κομμούνια και οι βρωμιάρηδες οι μαύροι! Αθλιότητα κύριος! Να πεθάνουν όλοι οι πούστηδες! Καλά τα λέει ο Άδωνης! Κάτσε να βάλω λίγο Τερλέγκα! Ώρε κέφια! Μια νύχτα δική σουυυυυυ! Χράπ φτού! Που ρε πούστη μ'! Ξέχασα να ανοίξω το παράθυρο! Κάτσε να πάρουμε το μωρό, ωραίο μουνάκι, σκισσς μωρή χαμ... Που πάτε μαντάμ; Πειραιά; Βολεύει, πως δεν βολεύει! Ε, μίστερ, δεν σε πειράζει νομίζω; Χράτς, χράτς (Ξύσιμο αρχιδιού)… Ρε κοίτα τον βρωμιάρη τον φρίκουλα που θέλει και ταξί! Που πας φίλος; Νίκαια; Δεν πάει! Τον είδατε τον χλεμπονιάρη, αν μπει μέσα εδώ θα πρέπει να πλύνω το ταξί με άκουα-φόρτε. Βρε ούστ, στην πατρίδα σας σκατιάρηδες! Εσύ φίλος που είπαμε, Εξάρχεια; Αναρχία, αναρχία; Σωστός! Να γίνει αναρχία, να τα κάνουμε μπουρδέλο όλα, και μετά να στείλουμε τα τανκς… Μωρό, έτσι δεν είναι; Ναι; Έλα ρε Μάκη, τι έγινε Μεγάλε! (Μιλά στο κινητό). Ναι, ρε έρχομαι, ήπια δυό ούζα στον Τζίμη και ψιλο-με-βάρεσε! Ναι, ναι, έχω έναν κουλό μαλλιά και ένα δίμετρο… Ναι, άντε γεια, παλιο-βάζελε! Παρδόν, είπες τίποτα κύριος; Εσύ ρε να πας να γαμηθείς, σ' έχω κοζάρει, λέμε! Βρε ούστ! Μωρό, επιτέλους μόνοι! Να, ρε μαλάκα, (μούτζα) που θα μου βγεις από δεξιά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified