Ο εκτρέφων περιστέρια για διασκέδαση, πέταγμα, ψήλωμα κτλ. Το περιστέρι, πουλί της Αφροδίτης, Πιράχ-Ιστάρ (Τσιφόρος), από πολύ παλιά έγινε οικόσιτο. Χάρη στον καλό προσανατολισμό του, έγινε αγγελιοφόρος (ταχυδρομικό περιστέρι), ενώ περισσότερο εκτρεφότανε για τροφή. Γνωστή και η πιατέλα «ασπίδα της Αθηνάς», όπου μεταξύ άλλων το πιάτο που απολάμβανε ο Λούκουλλος και η παρέα του περιελάμβανε και γλώσσες περιστεριών. Ίσως και ο Λεονάρντο να μελετούσε το πέταγμά τους κτλ κτλ.

Όλα αυτά μέχρι να εμφανιστούν οι περιστεράδες, οι οποίοι από προσωπική και μόνο γκάβλα, διατηρούν αυτοσχέδια κουμάσια, για να ψηλώνουν τις ηλιόλουστες μέρες τα πουλιά τους. Μετά τον χειμώνα ακολουθεί μια περίοδος εκγύμνασης γιατί τα πουλιά είναι βαριά από το κατσιό και τη μάσα. Υπάρχουν διαφορετικά είδη, μερικά από τα οποία αναλύονται παρακάτω:

  • Παγγούρι: μόνο για να κλωσάει. Δεν διαθέτει κάτι το ιδιαίτερο.
  • Βούτα: ανεβαίνει με μεγάλους κύκλους και βουτάει κατακόρυφα με χαρακτηριστικό ήχο. Καλό είναι να μην υπάρχουν σύρματα απλώματος στην ταράτσα.
  • Εξελιγμένη βούτα: το ίδιο, μόνο που ανεβαίνει με μικρούς κύκλους και πιο γρήγορα.
  • Ντουνέκι: διακρίνεται για τα ακροβατικά του τσαλίμια στον αέρα.
  • Μετεωρολόγος: όλα τα είδη που, προσβεβλημένα από μια ασθένεια, στρέφουν το κεφάλι και κοιτάζουν τον ουρανό.

Γενικά η φάρα των περιστεράδων, έχει το στίγμα της αλητείας. Η διακίνηση παράνομων ουσιών με ταχυδρομικά περιστέρια είναι σύνηθης κι εξάλλου τα κουμάσια πάντα είναι καλές κρυψώνες (λόγω μυρωδιάς). Γνωστή και η περίπτωση μεταφορέα ο οποίος είχε σκαρφιστεί το εξής: στο πορτ-μπαγκάζ μετέφερε περιστέρια με μικροποσότητες κοκαΐνης, δεμένες στα πόδια των πτηνών. Σε περίπτωση ελέγχου τα περιστέρια διέφευγαν κι άντε βρες αποδεικτικά μετά. Οι δε κλοπές και τα πιασίματα αλλοκούμασων περιστεριών δίνει και παίρνει. Ειδικά αν το περιστέρι είναι ράτσας. Υπάρχουν όμως και νοικοκυραίοι περιστεράδες για να λέμε και του στραβού το δίκιο.

- Για πού ρε Στελλάκη;
- Πάω στον Τέο να ψηλώσουμε τα περιστέρια, καμιά φράπα κι έτσι.
- Πού ρε, σ΄αυτόν τον χασικλή; Καλό κουμάσι είσαι και του λόγου σου, με τους περιστεράδες φτιάνς παρέα.
- Κι εγώ σ΄αγαπάω, αμίγκο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του γαλλικού façon που σημαίνει τρόπος. Χρήσιμος ο σχετικός ορισμός του Τριανταφυλλίδη, τον οποίο θα επιχειρήσω να συμπληρώσω.

Είναι η δουλειά που γίνεται με τυποποιημένο τρόπο, βασισμένη σε υποδείγματα, χωρίς να χρειάζεται πρωτότυπη σκέψη για τον φασονατζή ή την φασονατζού. Επίσης, η δουλειά που γίνεται από κάποιον για λογαριασμό τρίτου, σύμφωνα με τις προδιαγραφές αυτού. Δευτερευόντως, το αποτέλεσμα άκρατου μιμητισμού σε θεσμούς, δομές και νοοτροπίες.

Αφορά κυρίως εργασία με την στενή έννοια (αμειβόμενη), αλλά και οποιοδήποτε άλλο έργο. Πρβλ. εργολαβία αλλά και σουπερμαρκετίσιος.

Η έκφραση είναι «δουλεύω φασόν».


Υπάρχουν μερικές περιπτώσεις φασόν που, από γλωσσικής άποψης, έχουν τυποποιηθεί. Σε κάποιες η κυρίαρχη έννοια είναι η «χαζή» δουλειά, ενώ σε άλλες η χρησιμοποίηση πόρων τρίτου:

1. Στην ραπτική. Φασόν και πατρόν πάνε μαζί. Πατρόν σημαίνει τα masters, οι οδηγοί που βάζει στο τραπέζι της η φασονατζού και, «πατώντας» σε αυτά, κόβει το ύφασμα δημιουργώντας τα κομμάτια με τα οποία θα συναρμολογηθεί το ρούχο. Φασόν λέγεται αυτή ακριβώς η διαδικασία, όταν γίνεται από τρίτα εργαστήρια για λογαριασμό κάποιου εμπόρου που θα τα διαθέσει με το λογότυπό του στην αγορά. Πρόκειται για OEM σε μικρότερη κλίμακα. Με την στενή έννοια φασόν είναι μόνο η κοπή των υφασμάτων, με την ευρεία έννοια είναι η παραγωγή του ρούχου μέχρι τέλους (έτοιμο προϊόν). Από εδώ μάλλον προέκυψαν όλες οι άλλες σημασίες της λέξης.

2. Στην βιομηχανία. Φασόν δουλεύει ο επιχειρηματίας που ενοικιάζει τις μηχανές ενός εργοστασίου για παραγωγή δικού του προϊόντος με δικούς του εργάτες, προμηθευτές και πελάτες (εκτός από τους εξειδικευμένους χειριστές - θα χρησιμοποιήσει αναγκαστικά τους υπάρχοντες του εργοστασίου). Συμβαίνει όταν ο εργοστασιάρχης δεν απασχολεί τις μηχανές του, είτε λόγω προγραμματισμού είτε λόγω τυχαίων περιστατικών και τον συμφέρει να μειώσει την ζημιά από την απραξία στην παραγωγή. Ο ενοικιαστής, φυσικά, επωφελείται νοικιάζοντας πανάκριβο εξοπλισμό που δεν μπορεί να αποκτήσει.

3. Στην δικηγορία. Είναι οι απλές δικηγορικές εργασίες που γίνονται με το κομμάτι σε μεγάλες ποσότητες. Ιδίως οι διαταγές πληρωμής, οι έλεγχοι στο υποθηκοφυλακείο αλλά και άλλες (επικυρώσεις εγγράφων και μεταφράσεων παλαιότερα, δηλώσεις στο κτηματολόγιο πιο πρόσφατα). Κατά βάση υποτιμητικός χαρακτηρισμός, ιδίως αν τον χρησιμοποιεί κάποιος που έχει μεγάλη ιδέα για την δικηγορία. Βλ. και εδώ.

4. Στα εργαστήρια. Στάνταρ μικροβιολογικά αλλά και πάσης φύσεως εργαστήρια με πελάτες όχι το κοινό, αλλά παρόμοια εργαστήρια που δεν προλαβαίνουν ή δεν τους συμφέρει να κάνουν όλες τις εξετάσεις με ίδιους πόρους (outsourcing - ιδιότυπη υπεργολαβία).

5. Στα φάρμακα. Τα αντίγραφα φάρμακα, αυτά που είναι όμοια με τα πρωτότυπα αλλά παράγονται από διαφορετική φαρμακοβιομηχανία η οποία εκμεταλλεύεται την παρέλευση του χρόνου προστασίας της βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Όχι τα απλώς υποκατάστατα, αλλά αυτά που έχουν την ίδια δραστική ουσία. Αντιπρβλ. σπασμένος.

1α. Από εδώ:
Όλα αυτά τα χρόνια, δούλεψα αμειβόμενη με «μαύρα» τηρώντας σιωπή για τους εργοδότες! Έγραψα πτυχιακές φοιτητών, μέχρι και διδακτορικά. Καθάρισα σπίτια, χωρίς να το γνωρίζει το παιδί μου, δούλεψα υπάλληλος σε σούπερ μάρκετ, φύλαξα παιδιά, έκανα ιδιαίτερα, έραψα και μεταποίησα ρούχα ως βοηθός μοδίστρας. Εργάστηκα σε φασόν. Τελευταία έκανα αίτηση για να εργαστώ σε τηλεφωνική εταιρεία και εισέπραξα την απάντηση ότι :δεν μπορούμε να σας προσλάβουμε διότι είσθε μεγάλη.

1β. Από εδώ:

Εγώ πολύ παλιά [...] έκανα φασόν ετοίμων ενδυμάτων μαζί με την μάνα μου στο σπίτι. [...] Όταν αποφασίσαμε να ξανοιχτούμε, εκεί τα παίξαμε! Οι μεγαλύτερες βιοτεχνίες απαιτούσαν παραγωγή ημέρας: 100 πουκάμισα (για παράδειγμα) ή 100 φούστες. Σαν αριθμός φαίνεται μικρός, όμως κοίτα τι δουλειά έχει το πουκάμισό σου για να καταλάβεις. Κανονικό συναρμολόγημα και να μην φύγει κι ο κοπτοράπτης και πάρει ύφασμα γιατί θα ξεφύγει το μέγεθος. Τα πατρόν είναι στάνταρ και δεν υπάρχει περιθώριο λάθους. Το δε κέρδος; Μηδαμινό!

  1. - Αυτός ο Σκορδομπούτσογλου τι επιχείρηση έχει;
    - Α, σ’ αυτόν είχα δουλέψει για δυο βδομάδες μετά το σχολείο! Φασόν δουλεύει στο κονσερβάδικο του Παπαδόπουλου, φασολάκι κατεψυγμένο σε δωδεκάκιλα.
    - Πολύ γυαλί μαλλί και παντελόνι Lee τον κόβω...
    - Ε ναι, κάθε καλοκαίρι την βλέπει εργοστασιάρχης αλλά μετά του περνάει.

  2. Από εδώ:
    Εγώ ακούω ότι έχουμε περισσότερους δικηγόρους στο μπουρδέλο μας από οποιαδήποτε άλλη χώρα και ότι οι περισσότεροι, στην Αθήνα, απασχολούνται σε μεγάλα δικηγορικά γραφεία με 700 ευρώ το μήνα ή δουλεύουν φασόν υποθέσεις για τράπεζες και ασφαλιστικές εταιρείες με ξεφτιλισμένες αμοιβές. Τι απελευθέρωση και κουραφέξαλα.

  3. Από εδώ:
    [...] όχι, τα εργαστήρια αυτά δέχονται κατά κανόνα δείγματα από τα γνωστά «Μικροβιολογικά» (Βιοπαθολογικά) εργαστήρια στα οποία και αποστέλλουν τις απαντήσεις τους. Πρόκειται για εργαστήρια δηλαδή «παροχής υπηρεσιών προς τρίτους» η όπως –κακώς- συνηθίζεται να λέγονται «Εργαστήρια Φασόν».

  4. Από εδώ:

Σε λίγες μέρες ξεκινάω αγροτικό (ήμουν από τους τυχερούς που έπιασα με 3 μόρια!!!) και δεν ξέρω μια βασική λεπτομέρεια. Τα φασόν φάρμακα πως δρουν ακριβώς; είναι εξίσου δραστικά με τα κανονικά; Π.χ το Ladinin με το ciproxin είναι το ίδιο καλά; Πότε δίνουμε φασόν και είναι λογικό να τα δίνουμε; Και πως θα τα ξεχωρίζω;;

  1. Από εδώ:

Η «αφεντικίνα» μπορεί να το κάνει για τα λεφτά, αλλά δεν θέλει πίεση. Κι όταν κάποιος είναι ιδιόρρυθμος, είναι ταυτόχρονα και μερακλής στη δουλειά του. Δεν δουλεύει φασόν γαμήσι, «βάλε μια 69 με cim» και «πιάσε και μια doggie με anal», ό,τι γίνεται, αποφασίζεται επί τόπου…

  1. Από εδώ (τα links δικά μου):

Ποιος φταίει για το παγκόσμιο χάλι; Η μαϊμουδοδημοκρατία-φασόν με την οποία έχουν γεμίσει τον πλανήτη οι τοκογλύφοι απόγονοι του πορνοβοσκού για να κάνουν ανεμπόδιστα τις δουλειές τους; Ή μήπως η θρησκεία-φασόν με τους ψεύτικους παράδεισους και τους αληθινούς τραπεζικούς λογαριασμούς; Ή μήπως η τηλεοπτική παπάτζα-φασόν που κάνει τον μέσο φτωχομπινέ να πιστέψει ότι μπορεί να συμμετάσχει στο καταναλωτικό όνειρο;

Άσχετο: Ο Βέγγος και τα κροκί (=χάρτινα πατρόν). (από patsis, 23/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο γλωσσάρι του ΚΚΕ, κούτβηδες αποκαλούνταν τα καθαρόαιμα κομματικά στελέχη με τίτλο σπουδών από την μεγάλη των ινστρουχτόρων σχολή Κούτβ (КУТВ) στην Μόσχα.

Έλληνες κούτβηδες όπως ο Νίκος Ζαχαριάδης ήταν κατ’ εξοχήν σταλινικοί και πρωτοστάτησαν στην εκκαθάριση του ΚΚΕ από φράξιες τροτσκιστών, λικβινταριστών, αρχειομαρξιστών, κ.α. (παράδειγμα 1).

Σήμερα ο όρος χρησιμοποιείται τόσο από «ανανεωτικούς» μαρξιστές κατά των παλαιάς κοπής συντρόφων τους (παράδειγμα 2) όσο και από αντικομουνιστές ως συνώνυμο του κατσαπλιά (παράδειγμα 3).

1.
- (Ο Πουλιόπουλος) ήταν ο αδιαμφισβήτητος ηγέτης με ηγετική αντιπολεμική δράση στο μέτωπο της μικρασιατικής εκστρατείας και εκλέχτηκε σαν πρώτος γραμματέας του ΚΚΕ το 1924! Ήταν η επέμβαση της διεθνούς που επέβαλε το 1927 αν δεν κάνω λάθος μια σύντομη φιλοζηνοβιεφική ηγεσία πριν η πλήρης κυριαρχία των σταλινικών επιβάλουν τον κούτβη Ζαχαριάδη που η μόνη του ηγετική περγαμηνή ήταν η φοίτησή του στην Κουτβ, την σχολή της ρώσικης γραφειοκρατίας για παραγωγή «στελεχών».
(από εδώ)

2.
- Χωρίς αυτόν (Λεωνίδα Κύρκο) θα είσαστε ακόμη σταχανοβάκια και κούτβηδες. Αλλά αφού ήταν του 1% γιατί γυρεύετε στήριξη; Ντροπή σας και καληνύχτα αν με εννοείτε...
(αγανακτισμένος πολίτης καταφέρεται κατά βλογίου προσκείμενου στο ΣΥΡΙΖΑ που ειρωνεύτηκε τον Λ. Κύρκο, εδώ)

3.
- Κανένας διάλογος με τους σφαγείς και τους μακελλάρηδες, τους κούτβηδες και τους χατζήδες που με τον πληρωμένο με εγγλέζικες λίρες μισθοφορικό ΕΛΑΣ, αιματοκύλισαν την Ελλάδα την δεκαετία του 40. Υποσχέθηκαν στο λαό ψωμί και τον τάισαν πτώματα, του έταξαν νερό και τον πότισαν αίμα.
(παραλήρημα, από εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παμπάλαια αθηναϊκή αργκό (19ος αιώνας, γενιά του ’30) που σήμαινε παιδιά της πιάτσας, τσίφτες, αλάνια, αγυιόπαιδες (εξ ου η μπαμπαδίστικη παραφθορά «αγιόπαιδο») κλπ.

Πιθανόν αρβανίτικης καταγωγής (λόγω κατάληξης;) δεν χρησιμοποιείται πλέον, αλλά παρατίθεται–καταχωρίζεται χάριν καταγραφής.

Η έκφραση σώζεται κυρίως στους:

Ι. Κονδυλάκη, «Οι Άθλιοι των Αθηνών», Αθήνα, εκδ. Ιωάννη Τσορώνη, 1914,
Πάνο Δ. Ταγκόπουλο, «Η ζωή που πέρασε… : Ιστορίες του πολέμου και της παλιάς Αθήνας», Αθήνα, Το Ελληνικό Βιβλίο, 1928.

Ήρθες εδώ χάμου να μας κάνης τον κάργα! Καστανάδες μας πέρασες; Εμείς ρε, είμαστε παιδιά της μπάτσικας και κάτι σαν και σένανε τους μασάμε!

Σ.Σ.: Κάργας= μάγκας, νταής, Καστανάς= Κώτσος, βλάχος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαξιωτικό τσιτάτο της παραδοσιακής αριστεράς. Για maximum ισχύ, συμπληρώνεται με την χαριστική βολή «...που θυμίζει άλλες εποχές» (βλ παρ. 1).

Έχασε κομμάτι της πολιτικής του βαρύτητας μετά την κατάρρευση των δημοκρατικών χωρών στα τέλη των 80ς και σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως ως ξύλινη γλώσσα μουσειακών ανθρώπων από όλο το πολιτικό φάσμα (βλ παρ. 2), ή από αστειάτορες σε παντελώς απολιτικά πλαίσια (βλ παρ. 3).

1.
- Αυτές οι αντιδημοκρατικές επιλογές που είναι σε εξέλιξη φουσκώνουν τα πανιά του αυταρχισμού, ενόψει της κατάθεσης του «τρομονόμου». Αναβιώνουν άλλες εποχές, καταδικασμένες στη συνείδηση του λαού μας, με στόχο να χτυπηθεί η συλλογική δράση.
(Ρίζος)

2.
- ...ο Εκπρόσωπος Τύπου του Μακαριωτάτου, Αρχιμ. Επιφάνιος Οικονόμου, έκανε την εξής δήλωση στα Μ.Μ.Ε. : «ο Δημόσιος διασυρμός Εκκλησιαστικών και άλλων προσώπων με σκοπό την ηθική τους εξόντωση και την απαξίωση των Θεσμών συνιστά ολοκληρωτική τακτική και θυμίζει εποχές καταδικασμένες στη συνείδηση του λαού.
(Ιερά Σύνοδος)

3.
- Τι πάει να πει φραποαπαγόρευση και μαλακίες!;! Αυτά είναι καταδικασμένα στην συνείδηση του λαού!!!
(ιδιωτική συζήτηση σλάνγκων)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αφορά στον πολιτικό προσανατολισμό τινός, αλλά στην εκ γενετής προδιάθεση των γεννητικών του οργάνων του να τείνουν προς τα αριστερά ή δεξιά του παντελονιού.

Πρόκειται για κλασική ερώτηση που κάποτε έθεταν στους πελάτες τους οι τελούντες πλέον υπό εξαφάνιση ράφτες.

- Από τα μέσα του 19ου αιώνα, εμφανίστηκαν οι Φραγκοράφτες που έραβαν τις «ευρωπαϊκές» ενδυμασίες. Οι Φραγκοράφτες αντικατέστησαν σιγά-σιγά τους αμπατζάδες και από τις αρχές του 20ου αιώνα κυριάρχησαν εντελώς στην παραγωγή των ενδυμάτων. Φραγκοφορέθηκα, έλεγαν στην Μικρά Ασία, ντύθηκα Ευρωπαϊκά. Φραγκιά έλεγαν την Γαλλία και γενικά την δυτική Ευρώπη. Ο φραγκοράφτης έφτιαχνε ανδρικές φορεσιές. Έπαιρνε με τη μεζούρα τα μέτρα του πελάτη. Μετρούσε: στήθος, πλάτη, μάκρος, μανίκια, καβάλο. Ρώταγε «είσαι δεξιός ή αριστερός;» Έβαζε σημάδια πάνω στο ύφασμα και το έκοβε...
(εδώ)

- Δεν ξέρω αν είμαι αριστερός ή δεξιός. Νομίζω πως δεν χωράω πουθενά, αλλά καλού-κακού θα ρωτήσω το ράφτη μου.
(εκεί)

- Πιστεύω ότι «δεξιά κι αριστερά» υπάρχει σήμερα μόνο στα…ανδρικά παντελόνια..που γίνονται με παραγγελία στο ράφτη. Κι αν λάβουμε υπόψιν ότι στην πλειοψηφία οι άνδρες αγοράζουν έτοιμα τα παντελόνια τους αντιλαμβάνεστε το αποτέλεσμα…
(παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το συμπαθές, μικροκαμωμένο πλην νοστιμότατο τρωκτικό, που αποτελεί ανέκαθεν στόχο κυνηγών, ήρωα πλήθους παραμυθιών, ανεκδότων, γνωμικών κι εκφράσεων, καθώς και κινέζικο ζώδιο που, παρεμπιπτόντως, θα κυβερνά για ένα χρόνο απ’ τον επόμενο Φλεβάρη.

Ετυμολογικά ίσως από το «λαγωός»: με χαλαρά αυτιά (λαγαρός + οὖς).

Γνωστότατα τα:

  • βγάζω/βρίσκω/πιάνω/χτυπώ λαγό: φέρνω καλύτερο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα, έχω απρόσμενη σε μέγεθος επιτυχία, μου τυχαίνει σημαντική ευκαιρία, κάνω σημαντική ανακάλυψη.
  • βγάζω/τραβώ λαγό απ’ το καπέλο: παρόμοιο με το «βγάζω/πετάω άσσο απ’ το μανίκι» ή και κατά το «έκανε πάλι τα μαγικά του». Σημαίνει «ανατρέπω προς όφελός μου/σώζω μια κατάσταση» που φαινόταν χαμένη/τελειωμένη χρησιμοποιώντας κάποιο τέχνασμα ή κάποιο κρυφό ατού, εν είδει ταχυδακτυλουργού, τη στιγμή που κανείς δεν το περίμενε.

    Επίσης, τα σχετικά με τη περίφημη δειλία του λαγού:

  • γίνομαι λαγός: από το φόβο μου την κάνω / εξαφανίζομαι τρέχοντας (και έμμεση αναφορά στην ταχύτητα του λαγού),

  • λαγουδόκαρδος: για τον φοβητσιάρη,
  • κι ο έτερος ορισμός – μομφή για τους οπαδούς του τριφυλλιού από τους αιώνιους αντιπάλους τους.

    Επίσης τα σχετικά με το μέγεθος του λαγού:

  • το εξαίρετο λαγογαμίστρα: για μικρά οικήματα, γαμιστρώνες,

  • και το προφανέστατο πούτσα από λαγό.

    Ήδη στο σάη οι εκφράσεις:

  • τάζει λαγούς με πετραχείλια: για κάποιον που υπόσχεται πράγματα αδύνατο να πραγματοποιηθούν,

  • άρμεγε λαγούς και κούρευε χελώνες: για κάτι που ακούσαμε αλλά θεωρούμε αδύνατο να γίνει,
  • λαγός την φτέρη έσειε, κακό της κεφαλής του: για κάποιον που κινδυνεύει να υποστεί τις συνέπειες της απερισκεψίας του/που προκαλεί την τύχη του.

    Η δική μου συνεισφορά:

Από τ’ αθλητικά σινάφια και ειδικότερα αυτά των αγωνισμάτων δρόμου:

  • Έστω δυο δρομείς. Ο Α κι ο Β. Ο Α έχει τα κότσια να σπάσει το ρεκόρ, ο Β όχι. Ο Β δεν είναι πάντα ξεφτίλας· μπορεί να τερματίσει και σε μια αξιοπρεπή θέση, αλλά σίγουρα όχι πρώτος. Μπορεί όμως να πουσάρει τον Α να αγγίξει ή και να ξεπεράσει το όριο των δυνατοτήτων του, βοηθώντας τον (ηθελημένα ή και άθελα) να σπάσει το ρεκόρ ως εξής: κατά το πρώτο μέρος του αγωνίσματος μπαίνει επικεφαλής ο Β και τα δίνει όλα. Τρέχει στο μέγιστο, «τραβώντας» και τον Α, ώστε να τρέξει κι αυτός στο μέγιστο των δυνατοτήτων του. Ο Α κυνηγά/βρήκε (το) λαγό που χρειαζόταν. Όταν στο τελευταίο κομμάτι του αγωνίσματος ο Β τα φτύσει (γιατί δεν έχει τα κότσια να κρατήσει τον ρυθμό του), ο Α (που τα έχει) θα τον προσπεράσει (πολλές φορές με εμφανή άνεση) και θα τερματίσει πρώτος, σπάζοντας (ενίοτε) και το ρεκόρ (ατομικό ή όποιο άλλο). Στην ουσία ο λαγός «άνοιξε δρόμο» σ’ αυτόν που ερχόταν πίσω του και φαινόταν να τον κυνηγά.
  • Τα κάνει το λαγό σε κάποιον/κάτι, είναι λαγός για κάτι χρησιμοποιούνται και εκτός σταδίων, με την έννοια «ανοίγει δρόμο σε κάποιον ή κάτι»/«προαναγγέλλει κάτι»/«βγάζει είδηση». Τέτοιο ρόλο παίζουν κλασικά δημοσιογράφοι με άρθρα ή εκπομπές τους (σχεδόν καθημερινά σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη) ή και πολιτικοί (ακόμα και μεγάλου βεληνεκούς) με δηλώσεις τους, ώστε να ανοίξουν δρόμο σε πολιτικές, αποφάσεις ή και νομοσχέδια που σίγουρα δεν θα πολυαρέσουν σε μερίδα των πολιτών.

    Στα σινάφια των στριπτιτζάδικων:

  • Ο πελάτης-θύμα που καψουρεύτηκε κάποιο απ’ τα κορίτσια και ξηλώνεται για χάρη της (κερνώντας αβέρτα, ανοίγοντας μπουκάλια σαμπάνιες για το εφέ κι ό,τι άλλο) χωρίς ανταπόκριση και φυσικά ...κοκό.Ενίοτε ακούγεται είτε σαν σφόλι, είτε σαν παράπονο το: «φέρε και κανένα καροτάκι» ή και το: «για λαγό με πέρασες μωρή;»

Οι επενδυτές συνεχίζουν να δίνουν στο ευρώ το πλεονέκτημα της αμφιβολίας. Ωστόσο, και καθώς η σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης διεξάγεται στις Βρυξέλλες, πολλοί επενδυτές αρχίζουν να χάνουν την ψυχραιμία τους. Εκτός κι αν οι ηγέτες της Ε.Ε. βγάλουν έναν πολύ πειστικό... λαγό από το καπέλο τους, το μέλλον του νομίσματος θα θεωρηθεί για μία ακόμη φορά αμφίβολο.
(απ’ το δίχτυ)

Α.i. Ενσωματωμένο στον ορισμό (αναζητώ βιντεομήδι αλλά γιοκ)

Α.ii.α. «Η «Κάρτα Αγορών» αποτελεί τον λαγό για την «Κάρτα του Πολίτη»;»
(απ’ το δίχτυ)

Α.ii.β. Η κ. Παπαρήγα αναφέρθηκε και στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης, τον οποίο χαρακτήρισε «λαγό», είτε αφορά το Αιγαίο, είτε το χρέος. «Δεν είναι προσωπική του επιλογή. Την ώρα που εσείς ισχυρίζεστε ότι οι ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις είναι σε καλό δρόμο, επίσημα βγήκε και είπε πως η υφαλοκρυπίδα φτάνει μέχρι τα 200 μέτρα βάθος, που αποτελούν το 15% μόνον των διεθνών υδάτων του Αιγαίου άρα το υπόλοιπο το αφήνει στο χώρο των λεγόμενων γκρίζων ζωνών», απηύθυνε προς τον πρωθυπουργό.
(χθεσινό, απ’ το σύνολο των ΜΜΕ)

Β. – Κι άλλο μπουκάλι ρε καρντάση; Για τη Σούλα;
- Σούζι είπαμε!!
- Ρε μαλάκα σ’ έχει για φάγωμα!! - Λέγε ό,τι μαλακία θες. Υπάρχει χημεία κάργα.
- Ναι ανόργανη!
- Δε μας γαμάς; Για τσολιά στ’ αρχίδια μας!
- Μωρό! Φέρε και κανένα καροτάκι μπίο για τον κύριο.
- Με λες λαγό ρε;
- Εγώ; Αυτή κι οι φίλες της σε φωνάζουν Μπαξ. Τυχαίο; Δε νομίζω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται απ’ το πολυσήμαντο çelik (βλαστός / μπόλι από φυτό / πετώ βλαστάρι / κλαδί - βέργα για στερεό φύτεμα / ατσάλι).

Σημαίνει:

  1. βέργα, μπόλι, κλαδάκι αλλά κυρίως ατσάλι (και ατσαλόπλακα). Εξού η τσιλικόβεργα, η τσιλίκα/τσαλίκα και οι τσιλιγκίριδες/τσιλιγκιρίδες (συχνό σύγχρονο επώνυμο το Τσιλιγκιρίδης) ήταν οι μάστορες που έβαφαν κι επεξεργάζονταν το ατσάλι,

  2. όταν μιλάμε για τη σωματική υγεία κάποιου: ατσαλένια και δηλώνει πως ο εν λόγω είναι υγιέστατος / τετράγερος / ρωμαλέος (απ' το τούρκικο çelik gibi),

  3. το παραδοσιακό παιδικό παιχνίδι (κατά τόπους: τσαλίκα τσουμάκα –έτσι το έλεγα εγώ- ή τσελίκ τσομάκ ή τσιλίκα ή τσάλτικα ή τσελίκι) που παίζεται με δυο ξύλινες βέργες τη μια (τσαλίκα) μακρύτερη της άλλης που είναι μυτερή στις άκρες (τσιλίκι) με σκοπό χτυπώντας το τσιλίκι με την τσαλίκα μια ομάδα παιδιών να το στείλει μακρύτερα απ’ την άλλη. (απ’ το τούρκικο παιχνίδι çelik çomak), (μέχρις εδώ, τίποτε το σλαγκικό),

  4. όταν μιλάμε για πράγματα: το γερό, το ανθεκτικό, που δουλεύει άψογα,

  5. το άκαμπτο πέος εν στύση.

  6. Προφανώς, η φράση: «άδειο το μουνί, να παίξει την τσιλίκα» εννοεί στην κυριολεξία πως το μουνί όταν είναι άδειο θα κάνει παιχνίδι με την ψωλή (άδειο: ελεύθερο από ..δουλειά –«δεν αδειάζω» λέμε όταν δεν ευκαιρούμε να κάνουμε κάτι-) . Και παίρνει την κυρίως χρήση της με την ειρωνική έννοια «Δεν μπορώ να ασχοληθώ μ' αυτό τώρα», «άλλη δουλειά / άλλο χαβά δε είχα...», «αυτό μου έλειπε τώρα» που αναφέρεται εδώ, βλ και σχόλιο.

  1. «Μη σε γελάει το μάχιμο αμάξωμα, το μοτέρ είναι τσιλίκι».

2 & 5
-Μα πιο πολύ με τα γεράματα με πειράζει που δε σηκώνεται να κάνω πράξη.
-Σοβαρά; Τι λες ρε συ!! Εμένα, τσιλίκι!!
-Σώπα ρε!! Μεταξύ μας τώρα!!
-Εε!! Δεν ήμαστε μωρά!! Ρώτα και την κυρά!! (sic)

  1. «…Μα την αλήθεια, όμως κόρη μου, δε μου αρέσει, αν όχι για τίποτε άλλο παρά μόνο γιατί είναι στρατιωτικός : όλοι τους είναι φωνακλάδες, μα ψάξε τους και δε θα βρεις ούτε ένανε χωρίς κάποιο κρυφό κουσούρι ή κάτι άλλο• που τους εμποδίζει να την έχουνε τσιλίκι. Και το χειρότερο, δε μ’ αρέσει γιατί κρέμονται τα κωλιά του : μόλο που μπορεί να είχε πέραση αν έλλειπαν οι άλλοι άντρες, πάλι δε θα ’ταν ο άντρας που θα διάλεγα...» (από μεταφρασμένο θεατρικό)

  2. Το παράδειγμα εδώ είναι άψογο. (Το λήμμα το ανέβασα μόνο και μόνο για την κατανόηση μέσω του 5 που θεώρησα πως έλειπε).

Κυνήγι της μπάλιζας (φαλαρίδας) από μονόξυλο στην αποξηραμένη σήμερα, Λίμνα. Διακρίνεται το τσιλίκι, το ξύλο με το οποίο ωθούσαν τη βάρκα στα ρηχά νερά. (από sstteffannoss, 14/12/10)"Οι πιτσιρίκοι". Το ξυλίκι ακούγεται στο 0:16-0:17, αλλά και σε άλλα σημεία του τραγουδιού (από GATZMAN, 15/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεγάλο ψάθινο ή κανναβένιο κοφίνι που χρησιμοποιούσαν οι αγρότες και εργάτες του χθες. Επίσης, το θωράκιο ενός πλοίου καθώς και το κλειστού τύπου ρυμουλκούμενο κοντέινερ νταλίκας.

Σλανγκιστί, κόφα αποκαλείται απαξιωτικά η (ξ)αίσχιστου είδους πόρνη, η καριόλα, η κουφάλα, η λούγκρα και γενικά οποιαδήποτε δεν μάς κάθεται.

Εκ του Ιταλικού coffa, που αποτελεί αντιδάνειο του αρχαίου κόφινος (καλάθι).

Ασίστ: Aias.ath

- ...άντε μωρή κόφα, καριόλα, πουτάνα μου θες και διαδηλώσεις. Άντε πλύνε κάνα πιάτο...
(από επίθεση ΜΑΤ σε διαδηλωτή, βλ. μύδι)

- Δεν ξέρω για ποιο λόγο είχε προγραμματιστεί το συλλαλητήριο, ούτε ήμουνα εκεί, αλλά άκουσα ότι έγινε της κόφας όταν διαμαρτύρονταν για το σκισμένο Κοράνι.
(από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο παλαιάς κοπής πολιτικός. Είναι πιο συνειδητοποιημένος στη φαυλότητά του απ' ό,τι ο απλώς λαοκόλακας, υποσχεσιολόγος Μαυρογιαλούρος, πιο αδίστακτος, πιο υπολογιστικός/μεθοδικός, και το χειρότερο, ενεργεί εν ψυχρώ.

Στη Μεταπολίτευση, τον συναντάμε συχνά υπό τον μανδύα του «τεχνοκράτη» και ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το σημερινό χάλι της χώρας. Για την ιστορία, ο Χαράλαμπος Βοζίκης (1862-1937), ήταν Έλληνας πολιτικός από την Αρκαδία, πολλές φορές βουλευτής, υπουργός και πρόεδρος της Βουλής με το Λαϊκό Κόμμα.

Χαρακτηριστικό της παλαιοκομματικής αντίληψης του Βοζίκη είναι το ακόλουθο συμβάν, που συνήθιζε να διηγείται ο Κωνσταντίνος Τριανταφυλλόπουλος: Με την απελευθέρωση των νήσων Αιγαίου κατά τους Βαλκανικούς πολέμους, ο Κ. Τριανταφυλλόπουλος (1881 - 1966) ορίστηκε Γενικός Γραμματέας της Διοίκησης των Νήσων του Αιγαίου, τις οποίες διοικούσε ήδη ο Χαράλαμπος Βοζίκης. Κάποτε τον ρώτησε ο Βοζίκης περί της τύχης μιας αίτησης κάποιου πολιτικού του φίλου. Εκείνος, που τον ενδιέφερε η επίδειξη της ταχύτερης δυνατής διεκπεραίωσης των υποθέσεων, απάντησε ότι το ζήτημα είχε ήδη λυθεί. Επακολούθησε δε ο εξής διάλογος:

- Βοζίκης: Μα η αίτησις υπεβλήθη χθες.
- Τριανταφυλλόπουλος: Και τι μ’ αυτό; Το αίτημα υπήρξε νόμιμον.
- Βοζίκης: Και το έλυσες χωρίς να έλθουν να σε παρακαλέσουν;
- Τριανταφυλλόπουλος: Αφού το αίτημα ήτο νόμιμον.
- Βοζίκης: Ώστε έτσι, θα λύωμεν όλας τας υποθέσεις αμέσως, χωρίς να φαίνεται ότι υπάρχει η παραμικρά δυσκολία! Δεν καταλαβαίνεις ότι πρέπει να φαινώμεθα ότι τους λύομεν άλλως άλυτα προβλήματα και ότι θα τους τα παρουσιάζωμεν ως ρουσφέτια;

- Ρε πστ μου, περάσανε νόμο που για να κάνεις έναρξη επαγγελματικής στέγης, πρέπει να φέρεις χαρτί από την πολεοδομία, θεωρημένο από τη Νομαρχία, ότι ο ιδιοκτήτης του ακινήτου που νοικιάζεις, έχει πληρώσει το πρόστιμο για τους ημιυπαίθριους.
- Ε, δεν κατάλαβες καημένε; Επίτηδες τα κάνουν δύσκολα, για να έχεις την ανάγκη τους. Έλεος με τους βοζίκηδες που μπλέξαμε για πολιτικούς, ρε γμτ.

Χ. Βοζίκης (από allivegp, 07/06/11)

Μέρος του ορισμού προέρχεται από το άρθρο της βίκυς στο οποίο παραπέμπει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified