Further tags

Σιδηροδρομικός όρος για τις ελαφρού τύπου (αυτοκινούμενες) αυτοκινητάμαξες. Από το αγγλικό railbus. Στην Ελλάδα ο όρος εισηχθεί μάλλον πρόσφατα, παλαιότερα χρησιμοποιούνταν η γαλλικής προέλευσης λέξη οτομοτρίς. Συχνά είναι ηλεκτρικά ή ντίζελ. Στην Ελλάδα ως ρέιλμπας χαρακτηρίζεται κυρίως το υπόθετο γνωστο και ως Stadler 560 και Stadler 4501(μετρικό). Τα ρέιλμπας είναι σε χρήση σε σύντομα δρομολόγια όπως τα προαστιακά, τα μητροπολιτικά και τα τοπικά.

-Πήραμε το ρέιλμπας και πήγαμε από την Ολυμπία στο Κατάκωλο, καλά ήτανε, αλλά καλύτερη φάση θα ήτανε αν έβαζαν και καμιά ατμομηχανή με βαγόνια εποχής για το καλοκαίρι.
Ρέιλμπας Stadler 4501 του ΟΣΕ σε δρομολόγιο Ολυμπία-Κατάκωλο Ρέιλμπας Dodge στη Ν.Αμερική, στη προηγούμενη ζωή του ήταν... μπας(schoolbus)!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που λανσάρει νεοφυή επιχείρηση start-up.

Οι σταρταπάδες που εμπνέονται από την παράδοση πρώτα μας γέμισαν το κουλούρι Θεσσαλονίκης με σοκολάτα, μετά έβαλαν φιλαδέλφεια στο σουβλάκι μας κι επειδή δεν τολμάνε να κάνουν μπεργκεράδικα τα πατσατζίδικα που απέμειναν αποφάσισαν να διώξουν τον κόσμο από τη μυσταγωγία του πατσά (γιατί ο πατσάς δεν είναι φαΐ, είναι κοινωνική δραστηριότητα) και να τον εντάξουν στο netlflix and chill. Όταν βγούμε τελικά από την κρίση δε θα υπάρχει τίποτα όρθιο.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πετράς, αυτός που ασχολείται με την επεξεργασία λίθων, αλλά και ο μαστουρωμένος εκ του αγγλικού stoner. (Δες).

Όλοι πετρατζήδες ήταν μες στο Κάμελ.

Got a better definition? Add it!

Published

Εξαιρετικά σημαντική θέση σε εταιρία, αλλά μόνο γι' αυτόν που την κατέχει.

Προκύπτει από τη φράση «Άι φέρ'» που το εκάστοτε αφεντικό παγίως απευθύνει προς τον υφιστάμενο του. Το παιδί για όλες τις δουλειές.

- Άι φέρ' τα γκομενάκια, να τα περάσω οντισιόν. - Να φέρου και καπότες;
- Ναι ρε, φέρε και καμία δεκαριά και από αυτές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιλότος (pilot) λέγεται και το πρώτο επεισόδιο μιας σειράς.

- Έχεις να μου προτείνεις καμιά σειρά να δω;
- IT Crowd! Από τον πιλότο και μόνο θα καταλάβεις πόσο τέλεια είναι.

I hear the ballet in Prague is excellent this season... (από Pirate Jenny, 29/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μεταλιά αναφέρεται σε μεταλλικό κομμάτι-επικίλα, σολάρισμα τ. Thunder-σαν-να-μπαίνει-η-άνοιξη, γαμάουα σόλο, ή ριφ τ. τού ματς χέβυ φορ ουάν χάνντ.

Εκ του ακούσματος χέβι μέταλ (τ. μέταλ σκέτο, μετάλλικα, βλακ μέταλ, masturbation metal, καφρομέταλ, μαιηντενιά, μεϊντενιά, μέταλ του μπιμπερό, σκυλομέταλ, κ.ταλ.) και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιά. Πεοτείνω ότι η πρώτη μουσική σλανγκιά του είδους είναι η πενιά.

Βλ. επίσης: γκαραζιά, καφρικιά, ντεθιά, σαξοφονιά, σλαπιά, στριγκλιά, τρανσιά, τρασιά.

Σλανγκασίστ: Πανκελής, από το δουπού.

1.
- Thundercats ρε. Σκεφτείτε το. Τρελλή μεταλιά θα βγεί!

2.
- Έ όχι και Πάριο ρε συ , ριξε καμια μεταλιά να γουστάρουμε :)

3.
Μετά την χαρντκορίλα μεταλιά έβαλε lmfao i am sexy and i know it. oi gkomenes malaka vgazoun orgasmo kai me daxtulo e re pousth thn exeis pio mikrh apo daxtulo;

4.
Death Metal; Ε, καλά, μη νομίζετε ότι έχει και τρομερή διαφορά από τους Sepultura, για παράδειγμα... Και στις δύο περιπτώσεις άναρχες κραυγές ακούγονται. Αν πάρεις ένα κόκορα την ώρα που λαλεί και του χώσεις μεταλιά από πάνω, σας το λέω, είναι ίιιιιδια φάση...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το προσφιλές strap-on, το ζωνάτο δηλαδή ντίλντο που φέρουν όσες / όσοι επιθυμούν να συνουσιάσουν ενεργητικά αλλά αδυνατούν ελλείψει (λειτουργικού) πέοντος.

Βλ. επίσης: στραπούτσα, στραπονάρι, στραπονιάζω, αστραπόνγιαννος, γαμπρός, κ.ά συμπληρώματα διαστροφής.

1. κουφάλα Μαρκογιαννάκη το γλίτωσες το στραπόνι απ την Κωνσταντοπούλου

2.
Μαρία αν το δεις τράβα να ισιώσεις με κανα στραπόνι την γκεοπαρέα σου... φιλιλα πολλά μωρή μπαλότσα και στον Νικολάκι που έχει περίοδο αυτό τον καιρό !

2.
όταν τελειώσει το μπυρόνι
έλα περσεφόνη
λιώσε με με το στραπόνι
αλλά μάλλον θα με καψουρευτεί σαν χαζόνι
και τελικά θα φάω χυλοπιτόνι
και θα μείνει το στραπόνι
ξεχασμένο πάνω στο κουτί με το πριόνι
να θυμίζει όμορφες στιγμές στο χιόνι

2.
…Κορίτσι μου πολύτιμο
κατακτητή μεγάλε
το πέος σου είναι σκληρό
και δε νομίζω να μπορώ
τέτοια υπέρμετρο δοκό
ξωπίσω μου να βάλω…
(από το ποήμα «Το στραπόνι»)

(από σφυρίζων, 03/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πουσκαρτάδες αποκαλούνται οι μικροπωλητές που πουλάνε με το καροτσάκι τους κυρίως λουκανικούμπες κι αναψυκτικά στους δρόμους του Μανχάταν και ειδικά στο Central Park. Εκ του push cart.

Τον 19ο αιώνα σχεδόν όλοι οι πουσκαρτάδες ήταν Έλληνες. Έκαναν το σκατό τους παξιμάδι, ξοδεύοντας μόνο 5 σεντς από τον ημερήσιο τζίρο που (στην καλύτερη περίπτωση) ανερχόταν $1 ευελπιστώντας μια μέρα να επαναπατριστούν με την περιουσία τους.

Στον 20ο αιώνα, και μέχρι την δεκαετία του 70, οι Έλληνες εξακολουθούσαν να μονοπωλούν το επάγγελμα του πουσκαρτά. Μερικοί διεύρυναν την πραμάτεια τους, προσφέροντας παγωτά, κάστανα, ακόμα και φραπέ. Με σάλιο και υπομονή, το οικονομικό και βιοτικό επίπεδό των Ελλήνων πουσκαρτάδων ανέβηκε σηματικά και στα 80ς οι περισσότεροι παρέδωσαν τα καροτσάκια τους σε Πορτορικανούς οι οποίοι με την σειρά τους τα παρέδωσαν σε Ινδούς, Πακιστανούς και Αιθίοπες στα 00ς.

Απομένουν πια ελάστιχοι Έλληνες πουσκαρτάδες στους δρόμους της Νέας Υόρκης.

Διάλογος με πουσκαρτά:

- Πατριώτη πόσο κάνjει η σαμίτσα;

- Ένα κόρι. Λέρωσε το μέρος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια πολύ σύντομη μουσική στιγμή / σύνθεση που χρησιμοποιείται στις ταινίες, στα δελτία ειδήσεων, στις διαφημίσεις κλπ, κυρίως για εισαγωγή, κλείσιμο, επισήμανση ή προειδοποίηση.

Από την αγγλική λέξη sting, βλ. εδώ για περισσότερα.

Ο σκηνοθέτης στον μουσικό:
- Σε τούτο το σημείο θα μπει ένα πολύ σύντομο πλάνο. Εκεί δεν θέλω μουσική, ένα στιγκάκι μόνο, ίσα-ίσα.

(από Galadriel, 06/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται στο ποδόσφαιρο το σύστημα 4-3-2-1, επειδή πάνω στο σχεδιάγραμμα του γηπέδου οι σημαδούρες-παίχτες δίνουν την εικόνα χριστουγεννιάτικου δένδρου.

Πρόκειται για διεθνή ιδιωματισμό: Christmas tree formation

- Πω πω, πάλι με χριστουγεννιάτικο δέντρο θα παίξουμε. Νύχτα το πήρε το δίπλωμα ο κόουτς;

(από allivegp, 20/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified