Further tags

Η -ίλα του να είσαι σουάγκ (SWAG). (Βλ. τους πολλούς ορισμούς μας και τη Bίκυ για τα περαιτέρω). Κι όταν λέμε σουαγκίλα εννοούμε κάτι σαν αυτό:

Swag Σημίτης

Ή αυτό:

Swag Λαφαζάνης

  1. Ο καιρός επιβάλλει καφέ,κότσο και σουαγκίλα! (Εδώ).
  2. Κατουραει σουαγκιλα ρε αυτο το παιδί (Εδώ).
  3. Διακρινω μια σουαγκιλα-κωλοποζεριά.. (Εδώ).

Σουαγκίλα η απλή

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην ποικιλία της Γορτυνίας είναι η υποχονδρία.

Πέθανε απ’ την υποκοντρίλα του. Τον παρακαλάγανε τα παιδιά του να εμβολιαστεί και αυτός εκεί! (Δες).

Got a better definition? Add it!

Published

Χαρακτηριστικά που έχουν συνδεθεί με το κόμμα ΠΑΣΟΚ και την αισθητική του.

  1. Ανάγκη πάσα να ξαναστήσουμε μιαν αριστερά χωρίς άλλα ψέματα, λαϊκισμό, χωρίς την πασοκίλα της εξουσίας.
  2. Δεν το λέω υποτιμητικά ούτε αποδοκιμαστικά, το λέω διαπιστωτικά: πολύ μεγάλο μέρος της φυλής των ανθρώπων που αποκαλούμε τα τελευταία χρόνια με μια λέξη «φιλελέδες» αισθάνονται πρώτα και κύρια Ευρωπαίοι. Στο βαθμό που αισθάνονται Έλληνες, το αισθάνονται ως ειδικότερο προσδιορισμό της βασικής τους ταυτότητας (Ευρωπαίος εξ Ελλάδος) και το αισθάνονται ενοχικά. Θα προτιμούσαν να είναι Ευρωπαίοι του Παρισιού ή του Λονδίνου και όχι αυτής εδώ της ευρωπαϊκής επαρχίας, που ζέχνει πασοκίλα, μεταπολιτευτικίλα, ανομία, γκράφιτι, πανεπιστημιακό άσυλο, αριστερά του τίποτα, λαμογιάρισμα στις κοινοτικές επιδοτήσεις, φωτόπουλους, μπαλασόπουλους, συριαζίους και 61 τοις εκατό και βάλε ΟΧΙ, το οποίο στα μάτια τους είναι ο καθ΄ημάς τζιχαντισμός. (Old Boy)

Got a better definition? Add it!

Published

Η κουλτούρα ακύρωσης ως μέρος του κινήματος woke.

Αμάν με αυτήν την ακυρωτίλα να μη διδάσκουμε Όμηρο, επειδή ο Αχιλλέας και ο Αγαμέμνονας φέρονταν πατριαρχικά στις σκλάβες τους.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ογκώδης μπόντι-μπίλντερ.

Βγήκε ο κρεατίλας στην παραλία να μας μοστράρει την κορμάρα.

Got a better definition? Add it!

Published

Μειωτική μεταφορά στα ελληνικά του αμερικανικού όρου woke.

Δε γίνεται να δεσπόζει στη πόλη της Αθήνας ένα κατασκεύασμα αλλόθρησκων και να ποτίζει το ποίμνιο ξυπνητίλα.. ως πότε πια! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Στασιμότητα, βαρεμάρα, παρακμή.

- Τι νέα ρε;
- Σαπίλααααα... τα ίδια και τα ίδια, δουλειά, σπίτι και WoW.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση σκληρή. Ελληνική βερσιόν της αγγλικής λέξης hard-core. Χρησιμοποιείται για άτομα, ταινίες, μουσική.

  1. Έλα μωρή χαρκορίλα...

  2. Καλά, είδα μια τσόντα χτες, και πολύ χαρκορίλα!!!

(από Khan, 28/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέραν της μπόχας που αποκτούν τα ρούχα ενός φαντάρου που κάνουν λάντζα σε μέρες που έχει ψάρι για φαγητό, είναι και μια πολύ ευχάριστη οσμή που επικρατεί στον αέρα ενός στρατοπέδου όταν έρχονται ψάρια, η οποία γίνεται αντιληπτή μόνον από τους παρευρισκομένους, φαντάρους, καραβανάδες και αξιωματικούς.

- Ρε σειρά, δε σου μυρίζει... Ψαρίλα;
- Ναι ρε! Επιτέλους!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δάνεισμα της αγγλικής λέξης pure (αγνό). Χαρακτηρισμός ο οποίος αποδίδεται σε καταστάσεις, σε πρόσωπα, σε τόπους και αντικείμενα που είναι καθολικά αγνά.

-Πςς... Πήτερ Τος! Καλά, το κομμάτι αυτό είναι τρελή πιουρίλα.

-Η παραλία που πηγαίνω κάθε χρόνο έχει απίστευτη ομορφιά. Σκέτη πιουρίλα.

Βλ. και επικίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified