Αμφίψωλο σημαίνει στην καθαρεύουσα το γνωστό σάντουιτς.

Είχαμε πάει πέρσι στη Πάρο με τον Ανδρέα κα γνωρίσαμε μια Γαλλίδα, έκφυλη σφόδρα! Τελικά το βράδυ την αμφιψωλιάσαμε!

(από Khan, 16/07/14)Όταν οι άλλοι τρώγανε βαλανίδια αντί για αμφίψωμον, εμείς οι Έλληνες είχαμε εφεύρει το αμφίψωλον. (από Khan, 17/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάπως ρουστίκ εκδοχή της ψωλής. Εκσλάνγκευση του επινοημένου αρχαϊκού ψωλάριον.

  1. Και μονομιάς τον πέταξε καταγής (ολότελα αδιαφορώντας για τον Ντάντε που παραδίπλα κοίταγε κοκαλωμένος) κι έπεσε πάνω του ουρλιάζοντας, χουφτιάζοντας το ορθωμένο το ψωλάρι του

  2. έχεις το ζωνάρι (συγνώμη το ψωλάρι) σου λυμένο για καυγά...

  3. Ρε Χάρη. Κρύβεις στο στόμα σου ένα ψωλάρι;

  4. Μήπως αυτό που έχεις συνέχεια στο μυαλό σου και είναι το «ψωλάριον» του επιβήτορά σου;

(Από το διαδύκτιο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

ΠΩΣ ΠΡΟΕΚΥΨΕ Η ΦΡΑΣΗ

Στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε ο Ισθμός της Κορίνθου. Η Πελοπόννησος ήταν ενωμένη με την στερεά Ελλάδα και όποιος ήθελε να πάει Πειραιά Πάτρα δια θαλάσσης, έπρεπε να κάνει το γύρο της Πελοποννήσου. Είχαν εφεύρει όμως μία – κουραστική - εναλλακτική λύση. Έσερναν τα καράβια πάνω σε κορμούς δένδρων και τα περνούσαν απέναντι δια ξηράς.

Επίπονη η εναλλακτική αλλά στη διαδρομή – που κρατούσε μέρες – υπήρχαν κάτι μπουρδελάκια με κοπέλες όμορφες, πρόθυμες και περιποιητικές. Οι ναυτικοί, για ευνόητους λόγους, προτιμούσαν τον δια ξηράς δύσκολο δρόμο και οι στεριανοί έλεγαν –και είχαν δίκιο– πως το μουνί σέρνει καράβι.

Αιώνες αργότερα, οι ναυτικοί – κυρίως οι Έλληνες – αποδείχτηκαν ιδιαιτέρως μερακλήδες. Δεν υπήρχε λιμάνι που να μην έχουν και μία αρραβωνιάρα. Δεν υπήρχε πουτάνα λιμανιού που δεν μιλούσε Ελληνικά. Δυστυχώς όμως, οι φορτοεκφορτώσεις των πλοίων ολοκληρώνονταν με γοργούς ρυθμούς, ενώ οι καυλοπυρέσσοντες ναυτικοί ήταν αχόρταγοι και ποτέ τους δεν επέστρεφαν έγκαιρα. Τα πλοία έμεναν δεμένα να τους περιμένουν. Και είχαν δίκιο οι αγανακτισμένοι καραβοκύρηδες να λένε πως το μουνί δένει καράβι.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΜΟΥΝΙ (ΓΙΑ ΟΣΟΥΣ - ΕΛΑΧΙΣΤΟΥΣ ΕΛΠΙΖΩ - ΔΕΝ ΞΕΡΟΥΝ)

Μουνί ή γατάκι ή αιδοίο, ονομάζεται το σύνολο των γυναικείων εξωτερικών σεξουαλικών οργάνων, η είσοδος του κόλπου και οι γύρω περιοχές. Το αιδοίο περιλαμβάνει το εφήβαιο - που βρίσκεται μπροστά -, το περίνεο - πίσω -, ενώ δεξιά και αριστερά δεσπόζουν τα δημοφιλή μεγάλα και τα λιγότερο δημοφιλή μικρά χείλη. Ο λιπώδης ιστός και το δέρμα στην μπροστινή πλευρά του αιδοίου ονομάζεται εφήβαιο ή όρος της Αφροδίτης. Εκεί ακριβώς αναπτύσσεται τριχοφυΐα σε σχήμα τριγώνου και αποτελεί πηγή πλουτισμού για τους κατασκευαστές γυναικείων ξυριστικών μηχανών μια και το ξυρισμένο αιδοίο έχει «άλλη χάρη» όχι μόνο στις παστρικιές μα και στις τίμιες.

Στην πραγματικότητα, αυτό που συνήθως αποκαλούμε μουνί δεν είναι παρά μία περιοχή εξαιρετικά ερωτογενής και ευαίσθητη στο άγγιγμα, η οποία προστατεύει το άνοιγμα του κόλπου και το στόμιο της ουρήθρας, ενώ φιλοξενεί την «ανδροπρεπή» κλειτορίδα.

Υπάρχουν αιδοία ευαίσθητα, λιγότερο ευαίσθητα, ρηχά, βαθιά, φαρδιά, στενά κλπ., όμως όλα έχουν το ίδιο σχήμα, ακόμη και τα Ασιατικά. Παρά τις διαδόσεις που θέλουν το Ασιατικό αιδοίο να μην είναι έτσι (|) αλλά έτσι (-), στην πραγματικότητα, ο διάσημος αυτός τύπος αιδοίου είναι απλώς στενός (.). Δηλαδή πολύ στενός! Τόσο στενό είναι το Ασιατικό αιδοίο που θα μπορούσαμε με εγκυρότητα και αρμοδίως, να δηλώσουμε ότι ο στενότερος Ευρωπαϊκός πρωκτός είναι πιο ευρύχωρος απ' το πλέον ξεσκισμένο Ασιατικό αιδοίο.

Κατά μήκος του κόλπου υπάρχει ένας υποβλεννογονιακός ιστός, γεμάτος αιμοφόρα αγγεία. Με τη δράση του ανοίγει ή κλείνει το εσωτερικό του κόλπου. Μέσα στο επάνω τμήμα του κόλπου, ακριβώς πίσω από το ηβικό οστούν, λέγεται ότι υπάρχει μια περιοχή από σηραγγώδη ιστό που, όταν ερεθιστεί, προκαλεί ένα διαφορετικό είδος οργασμού. Η ζώνη αυτή είναι γνωστή ως «σημείο G«. Πολυετείς έρευνες του γράφοντος απέδειξαν αρμοδίως ότι το σημείο αποτελεί παραμύθι που έχουν εφεύρει οι ανοργασμικές για να κάνουν τις καλογαμημένες να σκάσουν απ' τη ζήλια τους.

Γενικά και εν κατακλείδι, το αιδοίο αποτελεί κοινή καταγωγή και κοινό στόχο των ανθρώπων. Άνδρες γυναίκες ασχολούνται μαζί του. Οι μεν άνδρες με σκοπό να το κατακτήσουν, οι δε γυναίκες με σκοπό να το καταστήσουν παγίδα. Οι άνδρες δουλεύουν, κλέβουν και εξαπατούν για να βγάλουν λεφτά και με τα λεφτά αγοράζουν κότερο που ως γνωστό είναι μεγάλη μουνοπαγίδα. Οι γυναίκες κάνουν δίαιτα, βάφονται, φτιασιδώνονται, ξυρίζουν το όρος της Αφροδίτης και τα πόδια τους με σκοπό να καταστήσουν το αιδοίο τους πεοπαγίδα. Κατόπιν αφήνουν την πεοπαγίδα τους να πιαστεί στη μουνοπαγίδα (κολ μι κότερο).

Φαύλος κύκλος το αιδοίο. Κάτι σαν τη Ρώμη. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν εκεί.

Οι αρχαίοι ημών είχαν πλήρως αντιληφθεί τη σπουδαιότητα του αιδοίου και είχαν γεμίσει τα ιερά με τις λεγόμενες ιερόδουλες. Η μήτρα υπήρξε ανέκαθεν ιερή. Η θεά Δή-μητρα (η μήτρα της γης) χάριζε στους θνητούς όσα οι Θεοί ήθελαν για πάρτη τους αποκλειστικά. Όμως αυτά είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.

Το παρόν πόνημα κλείνει με μία διαπίστωση, αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας.

Το αιδοίο παρότι έχει χείλη, δεν ομιλεί.

Ευτυχώς.

Διότι αν το αιδοίο είχε φωνή, θα είχε πολλά να πει για την κυρά του, ελάχιστα για τον κύρη της κυράς του και μερικά για τον κουμπάρο.

(κουμπάρος, ο: εκείνος ο οποίος ερωτοτροπεί με παντρεμένες., δηλαδή γαλατάς, υδραυλικός, ηλεκτρολόγος κλπ)

- Είσαι ντιπ τρελός ρε Τάσο;
- Γιατί ρε;
- Πήρες της πιτσιρίκας κόσμημα 20.000€ ρε μαλάκα;
- Για την πάρτη της όλα. Τέτοιο μουνί δεν έχει ο κόσμος όλος. Ααααχ (βαθιά ικανοποίηση), το μουνί σέρνει καράβι, Κώστα μου εμένα δε θα σύρει;

Πηγή: εδώ. Bλ. και το αιδοίο σύρει πλοίο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μουνόσκυλο, δηλαδή το άτομο που δεν είναι άξιο εμπιστοσύνης και είναι ρουφιάνος. Σύνθετη λέξη από τις αιδοίον και κύων, δηλαδή μουνί και σκύλος.

Με κάρφωσε ο αιδοιόκυνος.

Σαν να κλαίει το αιδοικυνάκι... (από MXΣ, 26/01/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified