Όταν παντρεύονται δύο μηχανικοί Η/Υ.
Προέρχεται από την συνένωση των "web" και "wedding".
Τον Μάιο θα πάω στο webbing του Πάνου και της Νίκης.
Όταν παντρεύονται δύο μηχανικοί Η/Υ.
Προέρχεται από την συνένωση των "web" και "wedding".
Τον Μάιο θα πάω στο webbing του Πάνου και της Νίκης.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Τα αρθρωτά λεωφορεία τύπου Volvo-Saracakis Β10Μ-SB756 που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα από το 1978 στην θεσ/νίκη και από το 1981 στην Αθήνα.
Στην Αθήνα αποσύρθηκαν πλήρη ημερών το Σεπτέμβριο/Οχτώβριο του 2005. Ήταν τεράστια εκτρώματα με επίπεδα ξύλινα καθίσματα και τέρατα αξιοπιστίας.
-Οι δεινόσαυροι στην Αθήνα ήταν μπλε, στη Θεσσαλονίκη ήταν κόκκινοι.
Got a better definition? Add it!
Κουτάκια είναι τα τυπωμένα ή ψηφιακά τετραγωνάκια, τα οποία αντιστοιχούν σε προτάσεις, για τις οποίες αποφαίνεται κανείς επιλέγοντας μεταξύ των δύο: "ναι", μαρκάροντάς τα, ή "όχι", αφήνοντας τα κενά (ή γράφοντας ένα "x" μέσα τους). Μαρκάρεις αν κάτι ισχύει για σένα, αν αυτή είναι η προτίμησή σου μεταξύ πολλών επιλογών, αν ένα κριτήριο ή μια προϋπόθεση πληρούται, αν ένα βήμα ή μια διαδικασία έχει διεκπεραιωθεί ή αν μια υποχρέωση ή ένα καθήκον έχει εκπληρωθεί. Είναι τα αγγλικάνικα checkboxes ή tickboxes. Φαντάζομαι το ξέρατε. Τα κουτάκια από τις διοικητικές φόρμες, τα εξεταστικά quiz και τα ψυχομετρικά τεστ έχουν ξεφύγει! και αποικίσει τα μυαλά και τις γλώσσες των ανθρώπω, εξου και οι εκφράσεις:
...που δηλώνουν τα [νοητικά] κουτάκια με τα οποία κανείς προσεγγίζει τα ζητήματα της ζωής, από τα πιο πεζά και γραφειοκρατικά μέχρι και τα πιο βαθιά και καραγκαγκάν υπαρξιακά. Η φράση σκέφτομαι (συμπληρώνω, τσεκάρω) κουτάκια σημαίνει τη νοητική δραστηριότητα να σκέφτεσαι με εργαλείο ένα νοητικό ευρετήριο κυρίως τη λίστα με τις υποχρεώσεις, τα καθήκοντα, τα "ορόσημα" που πρέπει να φτάσεις .
- Τι σκέφτεσαι... - Τίποτα, κάτι κουτάκια σκέφτομαι για αύριο.. - Γιατί, τι έχεις να κάνεις αύρίο;
Η δραστηριότητα αυτή μπορεί, όμως, να μην περιορίζεται σε ένα λίγο πολύ μνημοτεχνικό ή οργανωτικό εργαλείο, αλλά να ανακλά ένα γενικότερο και παγιωμένο τρόπο σκέψης και δράσης, έναν τρόπο πρόσληψης και εμπλοκής με την πραγματικότητα μέσα από την κατάτμηση και συναρμολόγησή της. Το να σκέφτεται κανείς με κουτάκια μπορεί να φαίνεται ένας αποδοτικός και εύληπτος τρόπος να διαχειρίζεται τον εαυτό και τις υποθέσεις του, ο οποίος, όμως, επειδή τείνει να αγνοεί τη σχέση με το όλον και ενδιαφέρεται περισσότερο για τη διεκπεραίωση αυθαίρετα διασπασμένων διαδικασιών και όχι για το νόημά τους, "μαραίνει" τον ψυχισμό από ουσιαστικές διαστάσεις του. Γι' αυτό και σλανγκικά το σκέφτομαι με κουτάκια είναι ένας μειωτικός χαρακτηρισμός για τον τρόπο σκέψης-δράσης ο οποίος προσεγγίζει τα προβλήματα μηχανιστικά, επιφανειακά, ξερά, ως και κυνικά κλπ, αλλά επειδή βγάζεικαι έναν "πραγματισμό", "ρεαλισμό" και μια προσήλωση στη λύση προβλημάτων, όλο και περισσότεροι προμελετημένα συνήθως παραδέχονται και καμαρώνουν ότι "σκέφτονται με κουτάκια".
Το νόημα της λέξης κουτάκια εδώ είναι: τα μικρά κομμάτια ή διαμερίσματα ενός ευρύτερου σχεδίου ή συνόλου ή ζητήματος.
Άνοιξε το μυαλό σου στο αναπάντεχο! Οι έξυπνοι άνθρωποι δεν σκέφτονται ποτέ με «κουτάκια» Αν ο νους μας είναι το μεγαλύτερό μας όπλο για να βγάζουμε ένα δύσκολο 24ωρο, η προπόνησή του με τα κατάλληλα εργαλεία παραμένει τεράστια πρόκληση. (γυναικείο περιοδικό)
Το μόνο που μπορεί να μας κάνει δυστυχισμένους είναι η εικόνα που έχουμε φτιάξει στο μυαλό μας για το πώς θα μπορούσαμε να είμαστε ευτυχισμένοι». Κουτάκια, κατηγορίες, ταμπέλες. Προσδοκίες σκηνοθετημένες με απόλυτη λεπτομέρεια. Πρωταγωνιστές με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, συγκεκριμένες αντιδράσεις, συγκεκριμένους διαλόγους, συγκεκριμένες εκμυστηρεύσεις.
«Ένιωσα ανασφάλεια, όχι απογοήτευση. Ήθελα να ξέρω πως θα έχω δουλειά το Σεπτέμβριο. Από τη στιγμή που δεν είχα μια σαφή εικόνα για το τι θα γίνει και η εποχή έχει μια ρευστότητα, που δεν έχει να κάνει με την επιτυχία και το αν είσαι εργατικός, ήθελα να έχω μια σιγουριά. Είμαι πολύ με τα κουτάκια μου και με αγχώνει να μην ξέρω τι θα συμβεί αύριο. Ήξερα, π.χ., πως Σεπτέμβριο θα στείλω τον Γιαννάκη στον παιδικό. Το είχα αποφασίσει πέντε μήνες πριν, είχα διαλέξει σε ποιο παιδικό σταθμό θα πάει. Έτσι είμαι εγώ. Θα μου πεις πως όλα δεν έρχονται όπως τα θέλεις. Ναι, αλλά όταν παίρνεις μια απόφαση, παίρνεις και το ρίσκο σου». [η Φαίη Σκορδά σκεφτεται με κουτάκια]
Η λογική μου με το συναίσθημα μου είναι δύο διαφορετικά κουτάκια. Όταν ανοίγει το ένα, κλείνει το άλλο. Στα ρεπορτάζ μας κοιτάω να βάζω τη λογική μπροστά και το συναίσθημα να το παίρνω μαζί μου στο τέλος στο σπίτι. [και η Δάφνη Καραβοκύρη]
Δεύτερη, συναφής, αλληλεπικαλυπτόμενη με την παραπάνω έννοια για τα κουτάκια είναι η σημασία της προκατάληψης, της ετικέτας, του στερεοτύπου ή του εξωτερικού (και ρηχού) περιγράμματος. Προκάτοχος έκφραση εδώ είναι το οι άνθρωποι δε χωράνε σε καλούπια, δηλαδή, ότι η περιγραφή και κατανόηση των ανθρώπων ως συσσωρεύσεων και συναρμογών από χαρακτηριστικά (από κριτήρια, τα οποία πληρούν ή όχι) τους στερεί τη μοναδικότητά τους, που είναι και η ουσία τους. Κι εδώ είναι πιο εμφανής η αγγλικάνικη επιρροή από τη φράση think out of the box, σκέψου έξω από τα παραδεδεγμένα πλαίσια. Αλλά φαίνεται ότι αυτό το νόημα για τα κουτάκια επικονιάζεται κάπου νοηματικά και με ένα άλλο νόημα σχετικό με τη μαζοποίηση και την τυποποιηση και την ομογενοποίηση: κουτάκια = σπίτια σπιρτόκουτα της suburbia, όπως φαίνεται από το παλιό τραγούδι του Pete Seeger "Little Boxes".
Η αγάπη, φίλοι μου, δε χωράει σε κουτάκια. Όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι. Ακόμα και ο ίδιος άνθρωπος είναι διαφορετικός με διαφορετικούς ανθρώπους. Για να αγαπήσεις τον άλλο στ’ αλήθεια, απόλυτα, θα πρέπει πρώτα να αγαπάς με τον ίδιο τρόπο τον εαυτό σου. από δώ
Οι άνθρωποι δεν χωράνε ούτε σε κουτάκια ούτε σε τρυπάκια. Ή είναι στη ζωή σου ή όχι. Εκτός και αν θες ψίχουλα. " (από εδώ, δεν ξέρω τι εννοεί τρυπάκια με ύψιλον).
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Σλανγκασίστ: Khan (σκατοψύχι).
Τὸ τμῆμα τῆς περιουσίας ποὺ κρατοῦσαν οἱ γονεῖς γιὰ τὰ γεράματά τους. Συνήθως τό 'παιρνε ὅποιος απὸ τὰ παιδιὰ ἤ τοὺς ὑπόλοιπους συγγενεῖς τοὺς φρὸντιζε στὸ τέλος τῆς ζωῆς τους. Ἡ λέξη ἦταν ἐν χρήσει στὴν Κύθνο τὶς παλιὸτερες ἐποχὲς.Πρέπει νὰ ἦταν διαδεδομένη καὶ σὲ ἄλλες περιοχὲς, ὅπως ἡ Κρήτη, ὅπως φαίνεται ἐδῶ:
"Οι άνθρωποι στα χωριά όταν παντρεύανε ένα παιδί, του δίνανε και το ανάλογο μερίδιο της περιουσίας τους, το μοιράσι, όπως το λέγανε. Για τους ίδιους κρατούσανε το δικό τους μερίδιο, το δικό τους μοιράσι, που το λέγανε γεροντομοίρι. Το μοιράσι αυτό είχε διπλή χρησιμότητα. Από τη μια εξασφάλιζε στους γέρους ένα ελάχιστο εισόδημα για να ζήσουνε, αφού τα παλιά χρόνια δεν υπήρχανε ούτε συντάξεις ούτε επιδοτήσεις, και από την άλλη οι γέροι εξασφαλίζανε κατά κάποιο τρόπο ότι όταν δεν θα μπορούσαν πια να αυτοεξυπηρετηθούν, κάποιο από τα παιδιά τους θα τους φρόντιζε, θα τους γεροντοκομούσε όπως λέγανε, προκειμένου να πάρει το γεροντομοίρι τους."
Στὴν Κύθνο ἡ διανομὴ τῆς οἰκογενειακῆς περιουσίας στὰ παιδιὰ δὲν ἀκολουθοὺσε συγκεκριμένους κανόνες, ὅπως σὲ ἄλλες περιοχὲς, ὅπου τὴ μερίδα τοῦ λέοντος (καὶ κάποιες φορὲς ολόκληρη τὴν περιουσία) ἔπαιρνε ὁ πρωτογιὸς, ὀ κανακάρης, συνήθως στὴν ἠπειρωτικὴ χώρα, ἥ ἡ πρωτοκόρη (κανακαριὰ ἤ κανακαρὰ), ὅπως συνηθίζονταν σὲ κάποια νησιὰ τοῦ Αίγαίου. Ὅπως ἀναφέρει ὁ Σιμόπουλος (ἄν θυμᾶμαι καλὰ) ἡ συνήθεια αὐτὴ εἴχε γίνει σοβαρὸ κοινωνικὸ πρόβλημα, γιατὶ καταδίκαζε τὰ ὑπόλοιπα παιδιὰ (τῶν τότε πολυμελῶν οἰκογενειῶν) νὰ ζήσουν σὲ πλήρη ἀνέχεια. Μάλιστα κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Τουρκοκρατίας τὸ Πατριαρχεῖο ἔβγαλε διάταγμα ποὺ ἀπειλοῦσε μὲ ἀφορισμὸ ὅλους ὅσοι τ' ἄφηναν ὅλα σ' ἔνα παιδὶ.
Οὕλα τῶ'ντάδωσα. Κράτησα μοναχά 'κεῖνο τὸ χωραφάκι στὴ Κατωμεριὰ γιὰ γεροντομοῖρι, κι ὅποιος μὲ κοιτάξει στὰ στερνὰ μου θὰ τὸ πάρει.
Got a better definition? Add it!
Με τη μορφή Πουθενάδες: Συναντάται αποκλειστικά στο πληθυντικό.
Χαρακτηρισμός μεταξύ άλλων και κομμάτων της αριστεράς αλλά και οργανώσεων/συλλογικότητων του αναρχικού και αυτόνομου χώρου και λοιπών δημοκρατικών δυνάμεων που ουσιαστικά δεν υπάρχουν πουθενά και στη καλύτερη συντηρούν μετά βίας ένα blog (πολλοί ούτε αυτό). Χρησιμοποιήσιμο φυσικά και εκτός κινημάτων, για νεοναζιστικές γκρούπες, συνδέσμους φιλάθλων, συλλόγους και φυσικά εταιρίες φαντάσματα.
-Θα γίνω μέλος στον Όμιλο Φίλων Προβολής του Έργου του Ι.Β. ΣΤΑΛΙΝ !
-Πως και δε πας στο Τροτσκιστικό τμήμα της Ποσαδικής 4ης Διεθνούς; Είναι λιγότερο πουθενάδες;
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρισμός με απαξιωτική ή χιουμοριστική διάθεση αναλόγως το ύφος που θα λεχθεί για τους αναρχοσυνδικαλιστές αλλά και αναρχικούς που ασχολούνται με το συνδικαλισμό.
Συναντάται και στη μορφή συνδικάλας χαρακτηρίζοντας τόσο τους παραπάνω όσο και τους συνδικαλιστές βάσης. Σε απαξιωτική χρήση από μηδένια, life&style αναρχικούς και λοιπούς μεταμοντέρνους. Με χιουμοριστική διάθεση από τους ίδιους τους αναρχοσυνδικαλιστές και συμπαθούντες.
Got a better definition? Add it!
- Συγγνώμη αλλά μου αρέσουν οι άντρες από 1,90 και πάνω!
πουτσομεζές= "Ο 1,60 γκόμενος με κορδωτό περπάτημα κι' ανάλαφρο στυλάκι..."
μουνομεζές= "Η γκομενίτσα που φοράει πλατφόρμες και ψηλοτάκουνα και πάλι στο 1,60 βρίσκεται. Η πολύ κοντή γκόμενα η οποία ίσως έχει όμορφο πρόσωπο ή αδύνατο σωματάκι αλλά παρόλ' αυτά διατηρεί ψευδαισθήσεις ότι μπορεί να γίνει μοντέλο..."
Got a better definition? Add it!
Οι κατασκευασθέντες στην πάλαι ποτέ Ανατολική Γερμανία συρμοί του Ηλεκτρικού, LEW type GIII είτε οι του ιδίου εργοστασίου συρμοί LEW type GI.
Η ετυμολογία προέρχεται αν μη τι άλλο από το πρόγραμμα επανδρωμένων πτήσεων Σογιούζ (ρωσικά Союз), των επίσης πάλαι ποτέ ΕΣΣΔ, και στα ελληνικά σημαίνει Ένωση. Η χρήση των LEW type GIII άρχισε το 1983 και περιορίστηκε μετά το 1999. Τελικά αντί να ανακαινιστούν και να εκσυγχρονιστούν, σταμάτησαν να κυκλοφορούν κάπου μέσα στο 2004 μετά από μόλις 21 χρόνια λειτουργίας... Οι όμορφοι κίτρινοι LEW type GΙ παραδόθηκαν στον Ηλεκτρικό τη περίοδο 1981-1984 και μεταξύ 1984-1985 επιστράφηκαν όλοι στο μετρό του Ανατολικού Βερολίνου, και οι συρμοί του τύπου LEW type GII επιστράφηκαν στην Αθήνα το 1997 (σύμφωνα με την γερμανική βικιπαίδεια). Αλλά ο γράφων ισχυρίζεται ότι ουδέποτε τους συνάντησε. Οι Γερμανοί τους έλεγαν Gisela. Εδω να αναφερθεί ότι οι LEW type GI που πέρασαν από την Αθήνα και το Βερολίνο στάλθηκαν τελικά ( εξορία ;;; ) στην Βόρεια Κορέα.
Got a better definition? Add it!
Μειωτικός χαρακτηρισμός για τους αυτοαποκαλούμενους μηδενιστές/νιχιλιστές/χαοτικούς.
Συρφετός από συνήθως κάτω των 25 ετών καμένους γόνους καλών οικογενειών (κάπου-κάπου και γόνους μικροαστών) που βαρέθηκαν την απομόνωση των κηπουπόλεων των κυριλέ προαστίων και σιχάθηκαν τα ιδιωτικά σχολεία. Βίγκαν που σπάνε χασάπικα γιατί πουλάνε κρέας, που απελευθερώνουν κουνέλια, κότες και μινκ αλλά και άλλα αδηφάγα μη εγκλιματισμένα στο τόπο απελευθέρωσής τους ζωάκια, με κίνδυνο τη διαταραχή της οικολογικής ισορροπίας της περιοχής και πιθανή εξόντωση των γηγενών ειδών. Επίσης απελευθερώνουν παπαγάλους από τα κλουβιά τους και κάνουν αναλήψεις ευθύνης για μεταμεσονύχτιους εμπρησμούς ΑΤΜ και οχημάτων. Είναι ενάντια μόνο στη βιομηχανία κρέατος και γούνας. Πολλοί από αυτούς έχουν γατιά και σκυλιά που προσπαθούν να τα κάνουν φυτοφάγα, άλλοι τα ταΐζουν με κανονικές τροφές για κατοικίδια άρα αναγκαστικά στηρίζουν τη βιομηχανία κρέατος. Συγκρούονται συνήθως άνευ αφορμής με τους υπανθρώπους των ΜΑΤ και πάντοτε βρίζουν τους κοινωνικούς αναρχικούς γιατί τους θεωρούν ξεφτίλες, ρεφορμιστές, μάτσο και... σπισιστές. Θεωρούν τους ομοϊδεάτες τους πολιτικούς κρατούμενους ως ιερές αγελάδες. Αυτοχαρακτηρίζονται καταχρηστικά και ως «Νέα Αναρχία» και μέχρι τις 31/12/15 περίμεναν το μαύρο Δεκέμβρη... Αυτά!
Τώρα τους τσάντισα πάρα πολύ και αν κάποιος απ τους mod είναι του μηδενιστικού χώρου ίσως διατρέχω κίνδυνο, αλλά είπα να το ρισκάρω!
- Εσύ ρε μηδένι γέμισες με χαόσημα και «σκατά στο κράτος» όλη τη γειτονιά;
-Τι «μηδένι» ρε αναρχοκάγκουρα; Όλο το καλοκαίρι την έβγαλα διαβάζοντας Μπακούνιν και Κροπότκιν. Ξεκόλλα.
Συνώνυμα: νιχίλι, μαύρος, μαυρίλας.
Got a better definition? Add it!
Ουδέτερο, ενικός. Το λήμμα απαντάται συχνότερα στον πληθυντικό.
Μειωτικός χαρακτηρισμός για τους οπαδούς του Τρότσκι, δηλαδή τους τροτσκιστές. Τα τρότσκια είναι κομματόσκυλα μα πολλά από αυτά το παίζουν ελευθεριακά (εδώ γελάμε), και κωλοτρίβονται με τους αναρχικούς. Τα αξιοπρεπή τρότσκια δεν κωλοτρίβονται με τους αναρχικούς. Δύο τρότσκια κάνουν ένα γκρουπούσκουλο. Τρία τρότσκια κάνουν μία διάσπαση. Υπάρχει και το γνωστό ανέκδοτο: «Πώς πέθανε ο τελευταίος τροτσκιστής; Διασπάστηκε!»
Ο όρος τρότσκια είναι σε χρήση από ανθρώπους που ανήκουν στο χώρο του κοινωνικού αναρχισμού και από σταλινογενείς όπως: κουκουέδες, κñίτες και μαοϊκοί/ζαχαριαδικοί, κτλ. Οι «λάιφσταϊλ/μεταμοντέρνοι/μετααριστεροί αναρχικοί» και τα μηδένια δεν χρησιμοποιούν τον όρο, οι πρώτοι γιατί βλέπουν τους τροτσκιστές με μία σχετική συμπάθεια και οι δεύτεροι γιατί απλά δεν τους νοιάζει. Οι άνθρωποι εκτός κινημάτων (γνωστοί και ως καναπεδάκηδες ή απολίτικοι) αδιαφορούν για τα παραπάνω και δεν αντιλαμβάνονται τις διαφορές όλων αυτών.
Καλά τι δουλειά έχουν τα τρότσκια μπροστά-μπροστά με πανό σε πορεία του χώρου;
Got a better definition? Add it!