Παραφθορά του δόκιμου «απορώ και εξίσταμαι». Έχει τις ρίζες του σε γενιές μαθητών αμαθών που παράκουσαν την δόκιμη φράση και απέδωσαν το «και εξίσταμαι» ως «και ξύστε με». Πολύ καλό λεκτικό ατύχημα, χρησιμοποιείται πλέον ειρωνικά για να εκφράσει αντίρρηση, ειδικά όταν έχει προηγηθεί επιχείρημα παρλαπίπα.

«Κώστα, λέω αντί να βγούμε για ποτά και χορό μέχρι πρωίας με τις ΦΠΨούδες που γνωρίσαμε χτες, να τις πάμε καλύτερα στη διάλεξη για τον υπερρεαλιστικό ουγγρικό κινηματογράφο του Μεσοπολέμου στη δημοτική βιβλιοθήκη, να δείξουμε πως διαθέτουμε κουλτούρα, τι λες κι εσύ;»

«Τι να πω ρε Τάκη, απορώ και ξύστε με. Με τέτοια μυαλά δε θα βγάλουμε γκόμενα ποτέ»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του «ψωλή» και «βροντώ», απαντάται και στην ευγενικότερη μορφή «ψιλοβροντώ». Σημαίνει μαλακίζομαι, κυρίως χρησιμοποιείται μεταφορικώς. Ακούγεται κυρίως στο νότιο Αιγαίο περισσότερο στα Δωδεκάνησα.

- Την τελείωσες την εργασία για το εργαστήριο ηλεκτρονικής Αναξίμανδρε;
- Τώρα όπου νά 'ναι θα την αρχίσω, αύριο δεν πρέπει να την παραδώσουμε; Έχω χρόνο.
- Καλά ρε παιδί μου, πέντε μέρες στο λέω κι εσύ ψωλοβροντάς.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφθορά του «κομμουνιστής». Χαρακτηρίζει αυτοδεδηλωμένο αριστερό/κομμουνιστή ο οποίος χρησιμοποιεί γνωριμίες και το αριστερίζον ύφος με σκοπό το κέρδος.

«Βαγγέλη, έκανα αγωγή για να ακυρώσουν την απόλυσή μου απο τη ΔΕΗ, που με είχε βάλει ο μπατζανάκης μου ως νυχτοφύλακα στην πρωινή βάρδια. Με σύστησε ο δικός μου στον Κατρούγκαλο τον εργατολόγο που είναι και σύντροφος είπε θα μου κάνει καλή τιμή»

«Καλός κονομιστής φιλαράκι. Άμα σε βοηθήσει όπως βοήθησε τον Αργύρη, θα μείνεις με τα φρύδια του Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κυριολεκτικά: ο φαροφύλακας.

Μέχρι το μεσοπόλεμο οι περισσότεροι φάροι στον ελληνικό χώρο δεν λειτουργούσαν αυτόματα και απαιτούσαν την παρουσία ειδικού προσωπικού για τη λειτουργία τους. Ήταν οι φαροφύλακες ή φαναριέρηδες στην κοινή γλώσσα. Σήμερα με την αυτοματοποίηση των φάρων έχουν απομείνει ελάχιστοι.

Στο λήμμα ο όρος χρησιμοποιείται με μεταφορική έννοια, προϊόν της αχαλίνωτης φαντασίας του «Στεφάκια» (βλ.κώλο-μουνί και πρατιγάρω) και σημαίνει: κρατάω φανάρι με τη γνωστή σε όλους έννοια: διευκολύνω μιάν ερωτική συνεύρεση.

Πραγματικό περιστατικό, αρχές δεκαετίας του '70.
Ο Στεφάκιας ξεψαρίζει τα δίχτυα και βλέπει έναν γνωστο του, που είχε να τον δει κάμποσα χρόνια. Μετά τα συνηθισμένα «τι κάνεις» και τα σχετικά, τον ρωτάει:
«Τι έγινε την πάντρεψες την κόρη;»
«Όχι ακόμα, την αρραβώνιασα.»
«Α, κατάλαβα. Κάνεις το φαναριέρη!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ασχολούμενος κατά κόρον με την χειρωνακτική επεξεργασία του πετσακίου του (βλ. ματώνω το πετσάκι μου).

Λαμβάνει τακτικότατα μέρος εις τους αγώνας του πετσάθλου. Οι αγώνες διεξάγονται κατ' έτος εις την περιοχήν του Πετσόβου (γνωστήν από τας μάχας που διεξήχθησαν κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, αλλά κυρίως δια τον τυρόν «Πετσοβόνε» τον παραγόμενον από τους αθλητάς του πετσάθλου, τον αποκαλούμενον και «τυρόν του πέους». (Σχετικώς βλέπε λήμματα:ούρδα, τυρί, αλμυρόπουτσα, μυτζήθρα, φετέισον).

Μέγας βυρσοδέψης ο Σαράντης! Του 'δωσ' ο Αλλάχ ένα πετσάκι κι αυτός άνοιξε ταμπαχανέ*! (παλιά Τουρκική παροιμία)

* ταμπαχανές (τουρκ. tabakhane): βυρσοδεψείο. Ο όρος συναντάται ως τοπωνύμιο σε διάφορα μέρη της Ελλάδας: η Ταμπάχνα στη Λειβαδιά, τα Ταμπάχανα στην Πάτρα, αλλά και ως χαρακτηρισμός παραδοσιακών τραγουδιών της Κρήτης. Τα «Ταμπαχανιώτικα», όπως είναι γνωστά, είναι αστικά τραγούδια της Κρήτης που βρίσκονται ανάμεσα στην δημοτική μουσική και στο ρεμπέτικο (υπό την ευρύτερη έννοια).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερβολικές φιλοφρονήσεις σε κάποιον με πονηρές σκοπιμότητες.

Το χρησιμοποιούσε πολλές φορές ο Μητσικώστας στην εκπομπή Mitsi Show μιμούμενος τον Στέφανο Χίο.

Συνώνυμο: κωλογλειφάδα

- Καλησπέρα Στέφανε, σε παρακολουθώ χρόνια.
- Έλα, ασ' τα αυτά τα κωλομολογλειφάτα, και λέγε από πού παίρνεις.
- Από Καλαμάτα κ. Χίο.
- Κεριά και λιβάνια!!

(από zakk, 03/04/15)

Βλ. και κωλομεγλειφάτο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετά τo ραντεβού στα γουναράδικα του Άρη και το ινσέψιο των γιγάντων Ξηρού και Διαμαντόπουλου, η φράση απογειώθηκε για τα καλά:

Ραντεβού (ή καλή αντάμωση) στα ανταλλακτάδικα (Khan, 2015), γυράδικα, τσιπουράδικα, μπουγατσάδικα, βενζινάδικα, λιγνιτάδικα, αλλά και πουτανάδικα, παιχνιδάδικα/ρουφιανάδικα.

Με την απόδραση της Βίκυς Σταμάτη, οι αναμάρτητοι, πρώτοι λιθοβόλησαν: «Ραντεβού στα εσωρουχάδικα, μπριγιαντάδικα, Χοντοσεντράδικα, Γουναράδικα της Ζυρίχης, λουιςβιντάδικα, κουρτινάδικα».

Άντε ρε, καλή αντάμωση κάτω στα λεμονάδικα!

1. ΚΑΛΗ ΑΝΤΑΜΩΣΗ ΣΤΑ ΠΑΙΧΝΙΔΑΔΙΚΑ!

2.Αλέξη, ραντεβού στα λιγνιτάδικα με τον σύντροφο Λαφαζάνη!...

3. Καλή αντάμωση στα καρναβαλάδικα.

4.
- ‏Αυτονόητη ανθρωπιστική πράξη η επίσκεψη της συντρόφισσας στις φυλακές του Δομοκού. Αναμενόμενη η αντίδραση από τους «ανθρωποφύλακες»..
- Στο κολαστήριο των φυλακών Κορυδαλλού δεν την είδα να πηγαίνει τη συντρόφισσα. Ραντεβού στα Μερσεντεσάδικα...

  1. Συντρόφισσες της ένοπλης κατανάλωσης. Καλή αντάμωση στα Ζάρα.

  2. η βροχή είναι το 1 ο βήμα για την κατάργηση των παρελάσεων. Το πρόγραμμα του σύριζα είναι σε εξέλιξη. Ραντεβού στα ψαραδικα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος του υποβρύχιου ψαρά που η κύρια τακτική του είναι να φοράει μπουκάλια για να κυνηγήσει τη Συναγρίδα και άλλους ροφούς κατά τη διάρκεια κατάδυσης.

Σχετικά λήμματα: σωραίος, ναζωραίος, ζαγωραίος, τσίφτης, μάγκας, άξιος, αρχιδάτος, γαμιστερός, ζόρικος, γαμάτος.

Κάποιος να σβερκώσει τον κοπρίτη και να τον φέρει στο πιάτο του. Του έχω σερβίρει φρίσκις, ευχαριστίες και συγγνώμη για την σκύλευση του λήμματός του.

Λ-υδωρ-ούμενος μπουκαλάκιας εν δράσει εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ψέμα, το παραμύθι. Καθότι οι ψωλές δεν έχουν φτερά, η φράση υποδηλώνει οτιδήποτε ψεύτικο.

- Είπε ο Σπύρος ότι πήγατε στην Ίο οι τρεις σας κι ότι γάμησε καλά.
- Ναι, εντάξει. Ψωλές με φτερά. Πήγε να ρίξει γλωσσόφιλο σε μια Ιταλίδα και του έριξε σπρωξίδι γιατί είχε γκόμενο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Για την κυρίως σημασία βλέπε τον ορισμό του Βραστανδρός με ετυμολογική διερεύνηση. Να συμπληρώσουμε απλώς ότι χρησιμοποιείται συχνότατα με τη σημασία ενός μεγάλου κάζου, μιας καταστροφής, ενός στραπάτσου ή στραπούτσου, μιας κατάστασης άγριας και τραγικής. Συχνά με το ρήμα «πέφτω», «πέφτει πούτσα».

Πιστεύουμε όμως ότι θα πέσει τόσο μεγάλη οικονομική πούτσα που θα έχουμε σημαντικές κοινωνικές ανακατατάξεις. (Από οικονομική ανάλυση σε μπουρδελοσάη- ινσέψιο).

Βασικά ήθελα να βάλω αυτό το μήδι, που συνοψίζει πλείστα όσα εξώφυλλα του περιοδικού Economist για την Ελλάδα και όχι μόνο. (από Khan, 03/04/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified