Η έκφραση «ούτε καν» φοριέται αυτό τον καιρό από την πιτσιρικαρία περισσότερο από ότι φορίοσαντε το ταγάρι και το πατσουλί σε συναυλίες τση Φαραντόυρη στα εβδομήνταζ. Επόμενο ήταν οι πιο σλανγκομαθείς της παρέας να την πειράξουν, προσθέτοντας το λάμδα εκεί που επιτάσσουν οι κανόνες τση σλανγκογραμματικής.

Βλ. επίσης: αμερικλάνος, αμερικλανιά, κλανεινύχτα, κλανητάρχης, Κλάνα ντελ Ρέϊ, Κλανίτα Πάνια, την κλάνω, λουκλάνικο, κ.ά.

1.
5 τροποι για να χασεται κιλα (ουτε κλαν)

2.
Ουτε κλαν :P ειναι απο το σχολειο μου ;)‎ Μαιρη ツ. ο νικ.

3.
- ούτε κλαν..;ρ δν γραφω γκρικλιςς

4.
- Ουτε κλαν;) κοπλιμεντο ηταν:3‎ ελένη♡ツ τ ξερ ρ ;p σε τρολλαρα ;)

5.
- μενα απο xt μονο ο παπαγαλος μου προκαλει δεος οποτε τον βλεπω.Τα υπολοιπα xt ουτε κλαν.

(από Khan, 01/06/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα λεξικά ευρίσκεται με τη σημασία του οπτικού (κυρίως) ή ηχητικού σήματος, νεύματος απο το signal.
Στα βαπορίσια σινιάλο λέγεται και το διακριτικό σήμα (λογότυπο) της κάθε ναυτιλιακής εταιρίας, όπως είναι αποτυπωμένο στην τσιμινιέρα του πλοίου. Εδώ εννοείται όλο το σετ: Χρώμα τσιμινιέρας, λωρίδες, κύκλοι κλπ (άν υπάρχουν) και βέβαια το χαρακτηριστικό σχέδιο. Ανάλογο με το πίσω (κατακόρυφο) φτερό των αεροπορικών εταιριών.
Επειδή η ναυτική ορολογία μεταφέρεται και στην ξηρά, ως σινιάλο χαρακτηρίζεται και το διακριτικό σήμα στις μάρκες αυτοκινήτων, μοτό, ακόμα και (τραβηγμένα) το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό κάποιου ατόμου ή και ζώου.

Στα βαπόρια, στις ατελείωτες μέρες παραμονής στο αγκυροβόλιο (στη ράδα) περιμένοντας τη σειρά τους να μπουν στο λιμάνι, συνηθίζεται να δημιουργούνται γνωριμίες μεταξύ αξιωματικών της γέφυρας μέσω κουβέντας από το VHF. Σε μια τέτοια περίπτωση, δυο καπετάνιοι, γνωρίστηκαν από το VHF, είχαν κάθε βράδυ κουβέντα, αντάλλασαν πληροφορίες, διηγούνταν ιστορίες (καλή ώρα σαν κι αυτή που γράφω) μέχρι πού μετά από ενάμιση μήνα περίπου ήρθε η ώρα να μπουν στο λιμάνι. Τότε, έχοντας γίνει σχεδόν φίλοι, συμφώνησαν το βράδυ του κατάπλου, όταν πια θα έχουν ξεμπερδέψει με όλα τα διαδικαστικά, να βρεθούν κι από κοντά να πιούνε κι ένα ποτήρι βρε αδερφέ.
- Λοιπόν, στις εννιά στην πύλη, ΟΚ;
- OK! Και πώς θα σε γνωρίσω;
- Εύκολα. Είμαι κοντός με κοιλιά και έχω και φαλάκρα.
- Όμορφα σινιάλα έχεις...
- Άντε ρέ γαμήσου, που θα με κοροϊδέψεις κι από πάνω (ακολούθησε βρισίδι και δεν συναντήθηκαν ποτέ...)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Κατόπιν προτροπής του Μεγάλου Χάνου. Έκδοση βελτιωμένη και επηυξημένη).

Έτσι αποκαλούσαν το τεπόζιτο των παλιών μηχανακιών (πριν τα παπάκια κλπ) και (ιδιαίτερα) των μοντέλων ΜΖ δεκαετίας '60 - '70 που τελείωνε κάθετα στην σέλα, επειδή όταν φρέναρες γλιστρούσες μπροστά στο λείο πλαστικό κάλυμμα της σέλας και σταματούσες με τ΄ αρχίδια στο τεπόζιτο.

Αργότερα οι γιαπωνέζοι (πρώτοι) έβαλαν τεπόζιτα με μια ανηφορική καμπυλότητα και μετά με μια επικάλυψη - συνέχεια της σέλας για να το γλυκάνουν το πράμα.

Μιλάμε πάντα για μότο του εμπορίου. Οι racing της εποχής είχαν κάθετα τεπόζιτα αλλά σ' αυτές καθόσουν τέρμα πίσω για να σκύβεις και πάνω από το τεπόζιτο, οπότε στο φρενάρισμα δεν πήγαινες μπροστά λόγω της γωνίας των μηρών με το σώμα που κρατούσε κόντρα.

Οι εικόνες μιλάνε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκσλάνκευση του ηθικοπλαστικού «ανεμομαζώματα διαβολοσκορπίσματα», αναπροσαρμοσμένο για τις ανάγκες τση πουτανιάρας τση πραγματικότητας.

Γλωσσοπλάστηκε μαζί με τον φευγάτο σλάνγκο Mystère Cadmus στο φατσομπούκι ψες βράδυ.

  1. Στάτους Κάδμου: Όποιος τα κάνει όλα πουτάνα, θα τη βρει από το κάγκελο.
    Βράστα: Πουτανομαζώματα...
    Κάδμος: ...καγκελοσκορπίσματα
    (επακολούθησαν αμοιβαία λαϊκ)

  2. Άσκηση για το σπίτι: να συμπληρωθούν τα παρακάτω:

  • Καβουρομαζώματα, _______________
  • Καγκουρομαζώματα, _______________
  • Σλανγκομαζώματα, _______________
  • Συριζομαζώματα, _______________
  • Τουκανικομαζώματα, _______________
  • Φιστικομαζώματα, _______________
  • Μιζομαζώματα, _______________

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν ο ομιλητής παραληρεί, τότε χάνονται οι νοηματικές συνδέσεις των εκφερόμενων προτάσεών του. Οι ακροατές του γίνονται μάρτυρες ενός ορυμαγδού ονομάτων, λέξεων, φράσεων, μορφασμών και χειρονομιών που χάσκουν μεταξύ τους ασύνδετα.
Όταν η κατάσταση μονιμοποιείται, τότε η μηχανή «χάνει λάδια» ή «έχει βαρέσει μπιέλα» ή «έχει κάψει φλάντζα».

Ο όρος «βαράει κενές» απαντάται στην μηχανολογική αργκό δηλώνοντας την δυσλειτουργική αποσύνδεση των εξαρτημάτων μιας μηχανής, πχ. εάν δεν λειτουργήσει σωστά ο ηλεκτρομαγνητικός μηχανισμός εμπλοκής του γραναζιού της μίζας με το γρανάζι του βολάν, τότε η μίζα γυρίζει στον αέρα («βαράει κενές»), ξύνοντας το γρανάζι του βολάν, κάνοντας έναν χαρακτηριστικό απαίσιο ήχο, σαν να γυρνάς το κλειδί όταν δουλεύει ο κινητήρας.

Α- Συμφωνώ με τις απόψεις του Νίκου Κωνσταντινίδη όπως αυτές εκφράζονται στο βιβλίο του «Αντισταθείτε! Σιωνισμός-Μασονισμός-Σατανισμός Χτυπούν την Ελλάδα».
Β-Πας καλά ρε; Δεν βλέπεις ότι το άτομο βαράει κενές;

(από Ricky, 31/05/14)(από Ricky, 31/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ερωτικό κάλεσμα αντρών προς μέλη του αντίθετου φύλου(αλλά μουνάρες) με σκοπό την αρχειοθέτηση των χαρακτηριστικών τους στην μνήμη(για υλικο στην μαλακία), ειδοποίηση των υπολοίπων μελών της αντροπαρέας για την ύπαρξη του εν λόγω θηλυκού και την έκφραση του ειλικρινούς θαυμασμού προς τα κάλλη του.

Περνάει μουνάρα

-Schwing! Συνεχίζει η συζήτηση

(από Τσακ εις την μέσην, 30/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Β πρόσωπο αορίστου της ενεργητικής φωνής του ρήματος φεύγω.

Χρησιμοποιείται αυτόνομα στο λόγο με προστακτική σημασία, ως δηλωτικό βεβιασμένης λήξης συνομιλίας η οποία οφείλεται είτε στην έλλειψη χρόνου, είτε στον (μεγαλύτερο ή μικρότερο) εκνευρισμό του προσώπου που το απευθύνει.

  1. Δεν είναι ώρα τώρα να μου κάνεις ανάλυση. Ίσα που προλαβαίνεις το λεωφορείο. Άντε! Έφυγες, έφυγες!

  2. Κόφτο. Είσαι υποκριτής και στην τελική μεγάλο καθίκι. Δε θέλω μα και μου. Τέλος. Έφυγες!! Τώρα! Πριν σ' αρχίσω στις γρήγορες!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαϊδευτικό υποκοριστικό τση δωροδοκίας, άκα: λαδώνω, φακελάκι, miesens, γρηγορόσημο. Το δωράκι απενοχοποιήθηκε από τον αείμνηστο σοσιαληστή οραματιστή Ανδρέα όταν μάλωνε πατρικά τον αυτομιζοδοτούμενο τότε διοικητή τση ΔΕΗ Μαυράκη με το ιστορικό:

«Είπαμε να πάρει ένα δωράκι, αλλά όχι και 500 εκατομμύρια…» (εδώ)

Πολύ νερό πέρασε κάτω από το καυλάκι έκτοτε, αλλά το δωράκι παραμένει σταθερή αξία για τον σύγχρονο τσιφτετέλληνα.

1.
Το φακελάκι πάει... σύννεφο στην Ελλάδα, καθώς, το 11% των ερωτηθέντων Ελλήνων παραδέχεται ότι έδωσε «δωράκι» σε γιατρούς και προσωπικό, ποσοστό διπλάσιο από τον μέσο όρο της ΕΕ.

2.
Διευκρινίζω, προς άρση παρεξηγήσεων, ότι θεωρώ ηθικά 100% κατακριτέο το λάδωμα των 500€ (ερασιτεχνική κατηγορία), το δωράκι των 25.000€ (κατηγορία ημι-επαγγελματική), τη μίζα των 14 εκατομμυρίων € (κατηγορία premier league, κύριος Κάντας) και τη διαρκή μιζοδότηση των εκατοντάδων εκατομμυρίων € (κατηγορία Champions League ή, αλλιώς, Άκης).

3.
Παρόλη την άθλια κατάσταση που επικρατεί στα οικονομικά μας ,οι σχολές οδηγών και οι εξεταστές ΣΤΗΝ ΛΙΒΑΔΕΙΑ ακόμη ζητούν μίζες για να πάρεις το διπλωμά σου και το αποκαλούν με την κωδική ονομασία ¨ ΔΩΡΑΚΙ ¨...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επαγγελματικός ευφημισμός για τις παράνομες φρουτερί / μανάβικα, εκεί όπου τα καψίδια ταΐζουν τους κουλοχέρηδες μέχρι τελευταίας ρανίδας.

Το γνωστότερο ίσως σπορ καφέ, στο ύψος Συγγρουφίξ ανήκει σε οικογένεια με όνομα που θυμίζει γιαουρτάκι και λέγεται ότι καθαρίζει πάνω από €10 εκατ. Τα μισά από αυτά πάνε δωράκι στις αρχές, γι' αυτό κι ολημερίς το κλείνουνε, το βράδυ αυτί ανοίγει.

Αντίστοιχη κωδική ονομασία: στούντιο, αντί για μπουρδέλο.

1.
Το παράνομο καζίνο στην Πλατεία Μπουρναζίου άρχισε να λειτουργεί με την επωνυμία ROYAL PALACE- All Sports Cafe

2.
ΕΥΚΑΙΡΙΑ !!!!! Πωλειται εν ενεργεια και πληρως εξοπλισμενο Internet sports cafe 130τμ. (οχιφρουτάκια) σε πολυ καλο σημειο στην νεαπολη λογο διαλυσης συναιτερισμου.

3.
«Λερναία Ύδρα» θυμίζουν τα άντρα του παράνομου τζόγου στην Κατερίνη, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των Ίντερνετ καφέ «φιλοξενούν» παιχνιδομηχανές και υπολογιστές με απαγορευμένα παιχνίδια τύπου «φρουτάκια».

Ολημερίς το κλείνουνε, το βράδυ αυτό ανοίγει. (από σφυρίζων, 30/05/14)(από σφυρίζων, 30/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη σύνθετη από το ουσιαστικό ανήρ-ανδρός (αντρός) και το ρήμα τραγανίζω με τη μεταβατική του σημασία (ετυμ. από το επιθ. τραγανός(<τρώγω) και την προσθήκη της ρηματικής κατάληξης -ιζω). Λέγεται για γυναίκες οι οποίες επιδεικνύουν ιδιαίτερο ζήλο στη συνεχή εναλλαγή ερωτικών συντρόφων.

-Τι αντροτραγανίστρα είναι αυτή ρε φίλε! Έχει πάρει όλο το γραφείο!! Ούτε ένας δεν της ξέφυγε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified