Αυτό το απαίσιο κίτρινο χρώμα που έχουν τα ταξί, το οποίο σε κάθε άλλη περίπτωση πρέπει να το αποφεύγουμε ή όταν το βλέπουμε να το κράζουμε.

  1. Καλά το σκεφτήκατε πολλή ώρα πριν να βάψετε τον τοίχο της κρεβατοκάμαρας ταριφί;

  2. - Ο μαλάκας είχε φέρει από το εξωτερικό ένα αυτοκίνητο ταριφί κι ο κόσμος του κούναγε το χέρι να τον πάρει κούρσα.
    - Κανά γκομενάκι έβγαζε τουλάχιστον;

(από Καλαπόδας, 09/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε σε περιπτώσεις που κάποιος το παίζει μάγκας με μηχανή, σε στυλ μάγκα κάγκουρα, αλλά στην πραγματικότητα είναι καραφλώρος. Η εξάτμιση μπορεί να είναι και αυτή της μηχανής του κάγκουρα που πουλάει μαγκιά, αλλά και ο κώλος που είναι η εξάτμιση του ανθρώπου, από τον οποίο ο δήθεν μάγκας κλάνει ή τον παίρνει κιόλας.

Από Captain Greek- Πρόχειρο.

  1. Τι να μας πει κι ο Σφακιανάκης από τη ζωή του; Μια ζωή με το υφάκι μαγκιά κλανιά κι εξάτμιση, στο τέλος πάτωσε το μαγαζί του και δεν θα έχει πού να τραγουδήσει.

  2. Βγαίνει ο Σαμαράς με ύφος μαγκιά κλανιά εξάτμιση και πιτσαρία που έσκισε, και σε όλα τα σημαντικά θέματα είναι κότα.

(από Καλαπόδας, 09/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που γαμάει, κυριολεκτικά και μεταφορικά, ο φοβερός, ο καταπληκτικός.

Πολύ γαμησερός ο παικταράς που πήραμε από το ΝΒΑ!

Got a better definition? Add it!

Published

Ο γύρος του φουστανιού, ο ποδόγυρος, ο φραμπαλάς, και γενικότερα η γυναίκα. Αυτός που κυνηγάει το γυροπόδι είναι ο πολύ άντρας, ο Δον Ζουάν.

Στο Πρόχειρο από τον Tsimpatone.

Ο μεγαλύτερος γιος του βγήκε αδερφή και είχαμε ανησυχήσει και για τον μικρό, αλλά αυτός ευτυχώς κυνηγάει το γυροπόδι, μεγάλος μουνάκιας λέμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρήζω κάποιον ... :)

Ήμαρτον ρε αγόρι μου ... Μας έχεις γκαγκανιάσει το κεφάλι !

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιδίδομαι σε σποϊλεριές, δηλαδή αποκαλύπτω κρίσιμα σημεία της πλοκής ενός έργου με αποτέλεσμα να την χαλάω (to spoil it) αφάνταστα σε όποιον δεν το έχει παρακολουθήσει ή διαβάσει. Κίνητρα; η αφέλεια, η ασυνειδησία ή απλά η τρολιά.

Εκ της αμερικλανιάς spoiler και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιάζω (κατά τα κασιδιάζω, λεβελιάζω, χιτλεριάζω, κ.ταλ.)

Ασίστ: Hank, johnblack.

1.
μα θες να μαθεις τι γινεται παρακατω και δεν θες να δωσεις λεφτα για να αγορασεις τα βιβλια,σου σποιλεριαζω τη 4η σεζον με π.μ.

3.
ΕΦΗ μου,στο τέλος του 3ου κύκλου (και ελπίζω να μην σε σποϊλεριάζω άσχημα Mr. Green) άλλοι παραιτήθηκαν, άλλοι απολύθηκαν, και τελικά ο δόκτωρ έχασε και τα 3 μέλη της ομάδας του...

4.
Τεσπά μη σας το σποϊλεριάζω άλλο, δείτε το όπως και δήποτε :-)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται και σε περιπτώσεις όπου προσπερνάμε ένα θέμα, το κάνουμε γαργάρα ή κάνουμε ότι δεν το είδαμε.

(Γεωργίου) Ρε συ, ο ρέφερι τι σφύραγε χθες μωρέ; Δύο πέναλτι μέσα στην περιοχή και τα έκανε αβαβά και τα δύο! Ήμαρτον ρεεεεε, τα μάτια μας πονάνε.

(από HardcoreGR, 07/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κερκυραϊκός τοπικός ιδιωματισμός για το ολοθούριο, που σλανγκίζεται επίσης ως ψωλιάγκος, ψωλιόγκος, θαλασσόπουτσος, γιαλόπουτσος και αγγούρι της θάλασσας, λόγω του πολύ ιδιαίτερου σχήματός του, που, όπως το θέτει κομψά η τουκανίστρια Βίκυ: «τα ολοθούρια [...] είναι περισσότερο γνωστά με την κοινή ονομασία αγγούρια της θάλασσας εξαιτίας του σχήματός τους, που θυμίζει το ομώνυμο λαχανικό».

Ένα σλανγκικό ενδιαφέρον ευρύτερο από το εν λόγω θαλάσσιο εχινόδερμο έχουν οι παρατηρήσεις του Νίκου Σαραντάκου στο άρθρο με το οποίο και διασώζει την κερκυραϊκή ονομασία (δες εδώ) ότι ο Γιάννης ή Γιάννος έχει συχνά την σημασία του χαζού. Πρβλ. το στραβόγιαννος, ενώ στο αστραπόγιαννος μάλλον έχουμε ειρωνική χρήση με αποτέλεσμα και πάλι να σημαίνεται ο χαζός. Αν προσθέσουμε τη «φολκλορική ιδέα ενός συσχετισμού ανάμεσα στη μεγάλη ψωλή και το λειψό μυαλό, διάχυτη σε διάφορες κουλτούρες του Παλιού Κόσμου» κατά την παρατήρηση του Ν. Σαραντάκου, τότε μπορούμε να ερμηνεύσουμε το πώς το εν λόγω εχινόδερμο έλαβε μια σημασία που παραπέμπει σαν εικόνα σε έναν ολιγόμυαλο ψωλαρά, όπου το κάτω κεφάλι τρώει τ' απάνω. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε από το σάη μας δύο περιπτώσεις, όπου ο Γιάννης σημαίνει το πέος: αφενός το γιαννούκος και αφεδύο την λολοπαιγνιώδη λεξιπλασία νέας κοπής αστραπόνγιαννος. Μ' αυτά και μ' αυτά ο Γιάννης στις διάφορες μορφές του έρχεται να προστεθεί ως άλλη μια προσφιλής ονομασία για την ψωλή ή τον χαζό φορέα της από κοινού με τον Θανάση.

Να βάλουμε τον πουτσόγιαννο για δόλωμα να πιάσουμε καμιά τσιπούρα.

(από Khan, 06/03/14)ωραία παραλία αλλά είχε κάτι πουτσόγιαννους να με το συμπάθειο (από xalikoutis, 08/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοσιογραφική αργκό που χρησιμοποιούν κυρίως οι αρχισυντάκτες μέσων. Αναφέρεται στο κείμενο που παραλαμβάνουν από έναν συντάκτη το οποίο ζητούν μονοσέλιδο αλλά τελικά καταλήγει να είναι μικρότερο σε μέγεθος και κακογραμμένο.

- Εκτύπωσα το μονοσέλιδο κείμενο που μου ζητήσατε σε Α4.
- Τι είναι αυτό παιδί μου; Λείπουν τόνοι, λάθος σύνταξη και το ρεπορτάζ που έκανες φαίνεται ότι ήταν... τηλεφωνικό και μόνο. Πάρε το μουνοσέλιδο, βάλτο στον κώλο σου κι έλα αύριο με μια σοβαρή και ψαγμένη παρουσίαση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βλέπε ψυχοτρύγι.

Μπες online, πάμε να τρυγήσουμε ψυχές απόψε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified