Πολύ συνηθισμένη κλασική ερώτηση που ακούς στα χωριά και σε άλλες κλειστές κοινωνίες, όπου δεν διανοείται κανείς ότι μπορεί κάποιος να έχει δική του προσωπικότητα και αξία και να μην καθορίζεται από το σόι του.

Λέγεται σήμερα και στο τουίτερ και σε φόρουμ όταν πετάγεται κάποιος νιούμπης που δεν ξέρουμε πούθε κρατάει η σκούφια του.

  1. Ποιανού είσαι εσύ και πετάγεσαι σαν την πορδή σε κάθε θρεντ;

  2. - Ποιανού είσαι εσύ;
    - Του Γκουντ.
    - Ποιανού Γκουντ;
    - Του Μπιτρού.

(από Khan, 10/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που τη λένε οι μικροαστοί που δεν κάνουν τίποτα έντονο στη ζωή τους. Το ιδανικό του χωροφύλακα. Τη λένε και άνθρωποι μετά από κάποια ηλικία, που είναι μπαμπάδες, μαμάδες και δεν έχουν και κανένα συνταρακτικό νέο.

- Τι γίνεσαι Γιώργο; Πώς τα πας; - Πώς να τα πάω; Ησυχία, τάξη, ασφάλεια. Δέκα χρόνια παντρεμένος πώς θες να τα πάω;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυνανισμός προς χάριν άλλου προσώπου το οποίον μας παρέχει ισχυρόν ερέθισμα: «Κάθε μέρα για σένα τον παίζω Κούλα μου, γιατί είσαι σκέτη κάβλα».

Θεωρείται σαν κομπλιμέντο, σε στυλ άμα λέτε «καλό, ηθικό και έξυπνο κορίτσι είσαι» σε μια γκόμενα, αυτή λέει μέσα της «καλά, νομίζει ότι είμαι του κατηχητικού αυτός ο μαλάκας;» Ενώ αν τον παίζετε για πάρτη της σας εκτιμά σαν αλανιάρη και νιώθει υπερήφανη γιαί είναι γυναίκα που καυλώνει τους άλλους.

Χρησιμοποιείται και ηλεκτρονικά στο φατσοβιβλίο για να διεγείρετε την γυναίκα που θέλει να νιώσει πουτάνα.

Καριόλα Άντζελα με καύλωσες και τον παίζω για σένα μια βδομάδα τώρα.

Δες ακόμη: την παίζω και κλαίω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τσάτσος με δίπλωμα.

Μέχρι το 1950 που τα μπουρδέλα ήταν νόμιμα στην Ιταλία, ο τσάτσος έπρεπε να έχει δίπλωμα, πατέντε, από την αστυνομία, για να μπορεί να έχει νόμιμο το μπουρδέλο και φυσικά αφού οι μπάτσοι τον είχαν στο χέρι ήταν και καταδότης της αστυνομίας.

Ρε μαλάκα μη πεις τίποτα στον Πάνο για την διαδήλωση, γιατί αυτός είναι ρουφιάνος πατεντάτος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουρδολογία, παπαρολογία, ουτιδανολογία. Επίσης, η υστερόβουλη παραφιλολογία για ένα ζήτημα.

Ενδεχομένως από το «παπαρολογία», με αντικατάσταση του παπαριού με μπανάνα.

  1. Από εδώ:
    σε λίγο θα αρχίσουν και οι του Ατρομήτου να ψάχνουν πότε έπαιξαν καλή μπάλα και θα αρχισούν τις μπανανολογίες ότι παίζαμε διαστημικά, εμεις και η Μαντσεστερ κ.α
  2. Από εδώ:
    Καιρός λοιπόν πια να σταματήσει η γνωστή καραμέλα με τους «εσχατολάγνους», τα «δεκανίκια» και όλη την γνωστή μπανανολογία που θυμίζει ΚΚΕ και τα γνωστά περί «ιμπεριαλιστικών, καπιταλιστικών, προτεράτων, δικτατορίες προλεταρίου», γιατί κουράζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοκταίηλ σερβιρισμένο στο σκαμμένο εσωτερικό ενός καρπουζιού, το οποίο χρησιμεύει ως δοχείο και για να δίνει τη γλυκιά γεύση του στο περιεχόμενο. Πίνεται με καλαμάκια από την παρέα - υποτίθεται ότι παίζει και με βιδωτό βρυσάκι στο κάτω μέρος του καρπουζιού.

Πολύ καλοκαιρινό, παρεΐστικο και ταιριαστό με beach bar και ψιλοξεσαλώματα (τα γλυκά κοκταίηλ βαράνε!).

Από εδώ:

Ένα παιδί από την Κω έμαθε στην παρέα την Καρπουζοχαρά. Δες κι εσύ για να μαθαίνεις.
Παίρνεις καρπούζι, ρούμι, χυμούς, πάγο, μαχαίρι, κουτάλι, καλαμάκια και σουρωτήρι.
Από το καρπούζι κόβεις το 1/4.
[...]

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

του μιλάει του + αντικείμενο δεξιοτεχνίας

Έχω μεγάλη δεξιοτεχνία σε κάτι, το χειρίζομαι πολύ αποτελεσματικά.

Μάλλον ποδοσφαιρικής προέλευσης: της μιλάει της μπάλας. Πιθανώς εννοείται ότι μιλάει στην μπάλα και της δίνει εντολές που αυτή «ακούει», δηλαδή ακολουθεί.

Βλ. και της μιλάει της ψωλής.

  1. Από εδώ:

Τι εννοείς δεν γίνεται; Ότι είναι ενάντια στους νόμους της ποδοσφαιρικής λογικής; Αν ο παίκτης της μιλάει της μπάλας -όπως ο Ματαμόρος- καταφέρνει ακόμα και με σκαφτό… τακουνάκι να τη στείλει μέσα!

  1. Από εδώ:

Πώς να μην δίνει πάλι πρόκριση με νικητήριο πέναλτι ο παιχταράς;
Της μιλάει της μπάλας, διάβολε. Κι αυτή του λέει ναι.
Τόσα χρόνια βλέπω μπάρτσα κι έλεγα ότι της μιλάνε, τώρα πια έχουμε και αποδείξεις.

  1. Από εδώ:

Της μιλάει της… τσίχλας, ο Οζίλ. Ο Γερμανός μέσος της Άρσεναλ έφτυσε την τσίχλα του, την κλώτσησε και αυτή κατέληξε πάλι στο στόμα του.

  1. Από εδώ:

-Έλα μωρέ με τους πουθενάδες. Ο Νίτσες είναι φιλοσοφούρα .Είναι δύο Καντιδες και 62 Ντεριντάδες είναι και ταχύς. Ρε της μιλάει της διαλεκτικής και έχει αποδόμηση διαβήτη (που θα έλεγε και ο Αλέφαντος).

Got a better definition? Add it!

Published

Πολύ ψηλά, στα ύψη. Καθ' υπερβολή μέχρι ψηλά στον ουρανό, εκεί που τοποθετείται στερεοτυπικά ο Θεός.

  1. Από εδώ

Οριζόντιο δοκάρι, η μπάλα στο Θεό, ο τερματοφύλακας έχει φύγει από την εστία για να πανηγυρίσει, η μπάλα σκάει στο έδαφος και το γκελ την οδηγεί προς τα δίχτυα.

  1. Από εδώ:

Στους ιδιώτες τα ΚΨΜ, στο Θεό οι τιμές

(από Khan, 07/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Ειδικά στα κυνηγετικά, σηκώνω σημαίνει αναγκάζω κάποιο πουλί να βγει από την επίγεια κάλυψή του και να πετάξει, ώστε να μπορέσω να το χτυπήσω με το όπλο. Αφορά τα πουλιά όπως οι πέρδικες και οι μπεκάτσες, που κυκλοφορούν περισσότερο περπατώντας στο έδαφος παρά πετώντας (άλλωστε κάνουν σύντομες και χαμηλές πτήσεις).

  1. Από εδώ:

Παντού σηκώναμε πέρδικες, γιατί στα χωράφια που ήταν θερισμένο το σμιγάδι, μάζευαν ότι είχε απομείνει από φασολάκια. Σηκώσαμε ένα κοπάδι, που μόνο που δεν το πατήσαμε, από ένα μικρό αμπελάκι με αμπελοφάσουλα [...]

  1. Από εδώ:

Άκουσα τη σοφή συμβουλή του και φώναζα περισσότερο και χτυπούσα δυνατότερα.Μετά από κάποια απόσταση και με τις φωνές μου, σηκώνω σχεδόν από τα πόδια μου μια «πατουλιά» καμία δεκαριά πουλιά .

Got a better definition? Add it!

Published

Εκτίθεμαι με αυτά που λέω. Αυτά που λέω καταγράφονται και θα μου τριφτούν στα μούτρα όταν αποδειχθώ λάθος ή ανακόλουθος. Το ότι ακούγομαι είναι δεδομένο, το σκώμμα έγκειται στο ότι θα έπρεπε να μην μιλάω, να τα κρατώ για τον εαυτό μου.

Λέγεται και στον αόριστο.

Διάλογος οπαδών, αντιγραφή από μνήμης:

- Ο Άρης φέτος θα είναι στην πρώτη τετράδα.
- Πού θα είναι;
- Στην πρώτη τετράδα.
- Ακούστηκες.
- Γιατί ρε φίλε, δεν έχει ομάδα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified