Το ολονύχτιο σεξ, ή, κατά τον Ηλία Πετρόπουλο που δίνει έναν πιο στενό ορισμό «η ολονύχτια παρά φύσιν συνουσία».

  1. Σε ρωτάω εγώ τώρα εκεί μέσα σ αυτά που βολοδέρνουνε όλη μέρα και αναρωτιούνται ολοι τους που πήγανε οι άντρες γιατι δε τα φτιάχνουνε μεταξυ τους; Να παρατήσουνε τους κομπιούτορες και να βγούνε απ το καβούκι τους να συναντηθούνε και να τα φτιάξουνε. Παρά μόνο μιλάνε και λεν ο ενας στον άλλο πως δε βρίσκουνε άντρες.
    Δε μπορει κοτζαμάν ίντερνετ να μην εχει άντρες. Κι αντρες έχει και γυναίκες εχει κι αδερφές εχει και λεσβίες έχει και τραβεστί έχει κι απόλα έχει ο μπαξες. Για κοιταξτε το που σας λέω να μη με πρίζετε κι εμένανε κυρά Μαρίνα και κυρα Μαρίνα που πήγανε οι άντρες!!!!
    Πάω τωρα γιατί έχω κρεβατοδεξίωση με κάποιονε λατσό πούναι και γατουλογαμούλης!!!!! (Μαρίνα Ζέας αποκατέ).

  2. Ισάστακα δυο λεπτά να στη πετάξω. Εσυ στο μεταξύ κανε και κανα κουλίκωμα να λάμψεις… Κι αμα μετα δεν γινει κρεβατοδεξίωση εμένα να μην με λεν Μαρίνα!!!!!!! (Ζέας αποκατέ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα σε μέλη του εκ Brooklyn ορμώμενου δόγματος των Μαρτυριάρηδων του Ιεχωβά, αλλά σε μαριδαίους μικρομετόχους εταιρειών, η συμμετοχή των οποίων ανέρχεται σε ποσοστά τοις χιλίοις (‰).

Χρηματιστηριακό / επιχειρηματικό λολοπαίγνιο.

Η αρχιεπισκοπή Κύπρου είναι ο βασικός μέτοχος της Ελληνικής Τράπεζας. Οι λοιποί μέτοχοι είναι ως επί το πλείστον χιλιαστές. Χα χαχα χα, καλό ε;
(αμήχανη σιωπή)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται συνήθως σε σεξουαλική δραστηριότητα, αλλά μπορεί να πάρει διάφορες μορφές. Μια μάλλον διαδεδομένη σλάνγκικη έκφραση, μετέωρη στα όρια της κυριολεξίας και της μυθοπλασίας.

Έννοιες: Α. Ενεργητική
Β. Τιμωρητική
Γ. Καταστροφική

  1. Και που λες παίρνω το κλειδί από τον ρεσεψιονίστα (κατά το Ατενίστα) και την πάω στο δωμάτιο... Τον πετάω έξω και το ξεφτιλοπούτανο έμεινε μαλάκας.

  2. Θα σου πετάξω το μουνί έξω μωρή ξεφτιλισμένη!

  3. Άσε ρε μαλάκα, μας έχει γαμήσει ο διοικητής, γαμώ το ξεσταύρι του, του παλιόπουστα... Μου 'χει πετάξει το μουνί όξω στην αγγαρεία...
    - Αστονα τον πούστη, σε 62 μέρες λελέ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τι να πεις. Μόνο συχαρίκια στον λαϊκό ποιητή που ξεστόμισε αυτή την επική φράση. Την ανέφερε σε διαπροσωπικη κουβέντα στον υποφαινόμενο καθώς περιέγραφε τα αποτελέσματα καυτού σεξ.

Μαλάκα την ξεκώλιασα! Μου ξήλωσε το προστάτη το ξεψώλι! (εδώ συναντάται με παρήχηση για μεγιστοποιήση του οπτικού εφέ του ξεκωλιάσματος)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που χρησιμοποιούσαν οι αρχιερείς των στημένων αγώνων στην Ελλάδα για να προσδιορίζουν τους Ασιάτες bookmakers, που τους έδιναν τις καλύτερες αποδόσεις ενώ παράλληλα τους επέτρεπαν και τα μεγαλύτερα δυνατά πονταρίσματα.

- Έλα αγορίνα. Πόσα έβαλες στον Κινέζο;
- 100.000 ευρώ κύριε Μάκη.
- Μπράβο αγορίνα, τα λέμε, φιλάκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κουμπώνω το παιχνίδι: ποδοσφαιρική σλανγκιά για το «στήσιμο» ενός παιχνιδιού.

Δράττομαι της ευκαιρίας να αναπαράγω αυτολεξεί to γλωσσάρι στη αργκούς των στημένων παιχνιδιώνε (από εδώ):

  • Κύκλωμα: Με τη λέξη αυτή αποκαλούσε ο Μάκης Ψωμιάδης τους διαιτητές που πίστευε ότι ήλεγχε ο Αχιλλέας Μπέος.
  • Σύστημα: Με τη λέξη αυτή αποκαλούσε ο Μπέος τους διαιτητές που πίστευε ότι μπορεί να είχαν σχέση με τον Νίκο Πατέρα.
  • Θάνατος: Ο διαιτητής που παίζει για να καθαρίσει τον αντίπαλο.
  • Μεσαίος: Ο πρώτος διαιτητής. Πρόκειται για νεοεισερχόμενη λέξη, αφού οι βοηθοί του αποκαλούνται πλαϊνοί.
  • Χημικοί: Εκείνοι που βγάζουν τις αποδόσεις των αγώνων
  • Τα σπόρια: Ευνοώ τη μια ομάδα. Προέρχεται από τη φράση «κόβει το καρπούζι στη μέση και δίνει τα σπόρια στη μια ομάδα».
  • Κοίμισμα: Η τακτική να δίνουν υποσχέσεις και να δημιουργούν την ψευδαίσθηση ότι θα γίνει η δουλειά.
  • Ξεθαρρεύω: Αφορά τους παίκτες που αρχίζουν να κάνουν του κεφαλιού τους.
  • Βγάζω καφέ: Δίνω ποσοστά επί των κερδών σε αυτόν που «έτρεξε» τη δουλειά.
  • Παίρνω εργολαβία: Αναμένω αποστολή.
  • Ανακατεμένος: Αυτός που περιμένει κλήση από τη Δικαιοσύνη.
  • Κατηφόρα: Η πτώση της απόδοσης σε έναν αγώνα.
  • Μπούμερανγκ: Η ανατροπή του αποτελέσματος.
  • Κάνω τη ζημιά: Κάνω την έκπληξη ή τη νίκη εκτός έδρας.
  • Γίνεται κέντα: Άσχημη εξέλιξη ενός αγώνα.
  • Ασφάλεια: Ο άνθρωπος που θα εγγυηθεί πως ό, τι συμφωνήθηκε θα γίνει στο γήπεδο.
  • Πρώτη δημοτικού: Σημαίνει ότι κάποιος δεν γνωρίζει τον χώρο των διαιτητών.
  • Μαρμίτα: Το κέρδος από κάθε παιχνίδι.
  • Νηστικός: Αυτός που έχει χάσει αρκετά χρήματα.
  • Υλικό: Τα αναβολικά.
  • Κελαηδούν τα ράδια: Θα γίνει ντόρος.
  • Θα σου φέρνω τσιγάρα: Θα μπεις στη φυλακή.
  • Τρώω παπά: Μου λένε ψέματα.
  • Μπροστινός: Επιθετικός
  • Πισινός: Αμυντικός.

1.
Άγνωστος: - Αδελφέ;
Αχιλλέας Μπέος: - Ποιος είναι;
Άγνωστος: - Ελα, στο κούμπωσα ρε. Το παιχνίδι. Μην παίρνεις κανέναν τηλεφωνο.
Αχιλλέας Μπέος: - Τι;
Άγνωστος: - Εβαλα τον Πατμανίδη.
Αχιλλέας Μπέος: - Μαλάκα!
(Οι διάλογοι: Ετσι «έστηναν» τα ματς)

2.
Κούμπωμα παρατηρητή στο ΑΕΛ-Ολυμπιακός Βόλου! Συνομιλία για το ποιος παρατηρητής θα τοποθετηθεί σε αγώνα Superleague την σεζόν 2010-2011, αποκαλύπτει δικαστικό έγγραφο.

  1. Έγινε κέντα, αλλά το κούμπωσα το παιχνίδι και επειδή είσαι νηστικός και έτρεξες θα σου βγάλω καφέ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μιλάμε για την πουτάνα μπάλα, όπου υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες στημένων:

1. Το στημένο παιχνίδι

Όταν οι μηχανορραφίες τση παράγκας, των μπετατζήδων, των διαιτητώνε και πάσης φύσεως κυκλωμάτων, παραγόντων και τοπικών ηρώων κουμπώνουν παιχνίδια.

2. Η στημένη μπαλιά ή φάση

Καλά μελετημένη τακτική εκτέλεσης μπαλιάς μετά από από φάουλ, κόρνερ ή πέναλτι, καθώς και από το υπερπέραν. Στημένες φάσεις έχουμε σε επιθετικές (μπαλιές κοντά στην μεγάλη περιοχή μπορούν να φέρουν εύκολα γκολ) και σε αμυντικές (π.χ. η πρόκληση τεχνικού offside που καθιστά τον αντίπαλο ρόμπα καπιτονέ).

Αγγλικανιστί: set piece.

  1. - Στημένοι αγώνες; μα γίνονται τέτοια πράγματα;
    - Σύμφωνα με την Ουέφα, η Ελλάδα είναι ή 5η πιο ποδοσφαιρικά διεφθαρμένη ευρωπαϊκή χώρα μετά την Αλβανία, την Ιταλία, την Μολδαβία και την Εσθονία. - Άπαπα! Πάω πάραυτα για βασεκτομή, κ. Τσιαμτσίκα

2.
Η ευρεσιτεχνία στις στημένες φάσεις αποτελεί μεγάλο πλεονέκτημα για κάθε ομάδα. Οι εκτελέσεις φάουλ με πάσα αποδιοργανώνουν τις αντίπαλες άμυνες και η σωστή εκτέλεσή τους μπορεί να επιφέρει το εύκολο γκολ. Αμυντικά, η παγίδα του οφσάιντ αποτελεί μια ριψοκίνδυνη τακτική, αλλά και απρόβλεπτη από τους αντιπάλους επιθετικούς, εκθέτοντας τους σε θέση οφσάιντ. Απαιτεί συντονισμένη και ταχυτάτη έξοδο από την περιοχη. Σε κάθε περίπτωση, οι «στημένες φάσεις» αποτελούν ολόκληρο κεφάλαιο στη σύγχρονη εποχή του ποδοσφαίρου.

Got a better definition? Add it!

Published

Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει κέντρο διασκέδασης.

Στην τρέχουσα αργκό, η κατάληξη -άδικο περιγράφει κατάστημα, δίνοντας παράλληλα έναν πιο λαικό τόνο στον εν λόγω μέρος (βλ. δισκάδικο, πιατάδικο, ελληνάδικο, τραβελάδικο).

Και που λες μικρό μου πουστόνεο, στη πρώτη μου έξοδο σα κωλοφάνταρο κατέληξα σ' ένα ξεφτιλάδικο καμιά πεντακοσαριά μέτρα από το ΚΕΠΒ Θήβας. Και τι να δώ; Ο Τεντόπουλος, το κωλοεπόπι, κερνάει ποτάκι ένα τράβελο που δούλευε στο μαγάζι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λεχρίτισσα, η βρωμιάρα, η παρακμιακή.

Με αυτές τις λεχρόλες που έβγαινε, πώς δεν το είχε τσιμπήσει το αφροδίσιο νωρίτερα θαύμα είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η γυναίκα που γυρίζει συνέχεια στους δρόμους -εξού και το σοκάκι- και παρατάει στο σπίτι τα παιδιά και τον άντρα της.

Αυτό είναι το πάθος της και το κάνει χωρίς να το θέλει, όσο κι αν της βάζει χέρι ο σύζυγος. Δεν παραπέμπει σε ερωτοδουλειές, γιατί συνήθως χρησιμοποιείται με χαριτωμένη διάθεση.

- Που ήσουνα ρε γυναίκα; - Γυρνούσα στα μαγαζιά μαναράκι μου.
- Α ρε γυναίκα, εντελώς σοκακιάρα έχεις γίνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified