Δεν αναφερόμεθα στον μικροτσούτσουνο ή στον τιποτένιο, αλλά στην ισοπαλία στο σκάκι. Όπως γνωρίζουν καλά οι αναγνώστες του σλανγκρρρ, οι σκακιστές είναι σλανγκαδόροι πρώτης. Έστω κι αν συχνά μένουν πίσω σε άλλα επιτραπέζια. Περισσότερα, εδώ.

Εκ του λατινικού nullus (κανένα).

Ασίστ: betatzis και ironick.

- Νούλα σε 18 κινήσεις και κούραση στο σκακιστικό κοινό
(εδώ)

- Η Κίνα κέρδισε 3-1 την Γερμανία με το γνωστό «κόλπο» (νούλες με τα μαύρα, νίκες με τα λευκά), αλλά η ΙΜ Elisabeth Paehtz (φωτό) κατάφερε να κόψει νούλα από την παγκόσμια πρωταθλήτρια Hou Yifan. (εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοίλωμα στρογγυλού ή ελλειψοειδούς σχήματος που δημιουργείται από καταβύθιση του ασβεστολιθικού πετρώματος μιας περιοχής. Οι συνηθισμένες διαστάσεις μιας δολίνης είναι διάμετρος 20-50 μ. και βάθος 5-10 μ.

Αυτά στην γεωλογία.

Στην σλανγκ δολίνη καλείται η πρωκτική οπή, η οποία δια της μακρόχρονης αμφίδρομης χρήσης έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά της ομώνυμης γεωλογικής ταύτης.

Κατ' επέκταση ο όρος χαρακτηρίζει και τον φέροντα την δολίνη. Απαντάται δε κυρίως σε θηλυκά (για σερνικά δεν κοίταξα, αλλά φαντάζομαι ισχύουν ανάλογα).

από skype chat:
- έλα καραγκίοζη τι φκιάνς;
- άσε με, βλέπω ένα ντοκιμαντέρ με δολίνες και το Κύπελλο Πίστον.
- έχεις λιώσει στην τσόντα ρε μαλάκα! Μπες στο Facebook να μιλήσεις με καναν άνθρωπο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση έχει καθιερωθεί κυρίως σε σχέση με το τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου Μακρύ ζεϊμπέκικο για το Νίκο, που αναφέρεται στην ιστορία του Νίκου Κοεμτζή. Πρόσφατα έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον για την πορεία του Άκη Τσοχατζόπουλου.

Όταν λέμε «μακρύ ζεϊμπέκικο του τάδε» ή «για τον τάδε» περιγράφουμε μια διαδικασία αργή και βασανιστική και εντέλει μάλλον μοναχική, όπως άλλωστε μοναχικός είναι και ο χορός του ζεϊμπέκικου. Ενίοτε θυμίζει το «η άνοδος και η πτώση του τάδε» με την έννοια ότι περιγράφουμε την μοναχική πορεία της ζωής ενός ανθρώπου που γνώρισε την δόξα του κόσμου τούτου μόνο για να περιπέσει στο τέλος στην αποτυχία και την μοναξιά. Άλλοτε πάλι δεν υπάρχει άνοδος, αλλά μόνο πτώση. Ή, έστω, τονίζουμε ότι η επώδυνη διαδρομή θα έχει πάρα πολλά επεισόδια, οπότε πρέπει να οπλιστεί κανείς με υπομονή μάλλον απέλπιδα.

Πάσα: Vrastaman από το μακριά βόλτα, μακρύς περίπατος.

  1. Το μακρύ ζεϊμπέκικο του Άκη. (Εδώ).

  2. Το μακρύ ζεϊμπέκικο του Αντώνη. (Εδώ).

  3. Μακρύ ζεϊμπέκικο για τον Γιώργο. (Εδώ).

  4. Το μακρύ ζεϊμπέκικο της κρίσης (Εδώ).

(από Khan, 10/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι δόσεις πληρωμής που δεν είναι και τόσο σίγουρο οτι θα αποδοθούν...

- Πήρα το Skoda Yeti Diesel προχθές. Ωραίο αμάξι φίλε. Δεν καίει τίποτα και στην εθνική που το ΄βγαλα οργώνει. 22 χιλιάρικα...
- Και που τα βρήκες ρε τα λεφτά;
- Έλα μωρέ, 5 μπροστά έδωσα και τα υπόλοιπα Πας Γιάννενα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός οικοδομής όταν βρίσκεται στην φάση κατασκευής των τούβλων, πριν αρχίσει το σοβάντισμα δηλαδή.

Ετυμολογείται από το τουρκικό «καρά» = μαύρο + γιαπί.

Πού να πάει να μείνει στο καινούριο σπίτι; Αφού είναι ακόμη καραγιαπί! Έχει μέλλον μέχρι να τελειώσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η εξόχως ευειδής γυναίκα, το καυλόμουνο.

Δεν περιγράφω άλλο.

Πάσα: krepsinis.

- Ρε τι καυλομουνι ειναι αυτο ;; :O εγω με το που θα το επερνα χαμπαρι θα ορμαγα επανω της και θα την πηδαγα μεσα στο αμαξι της...
(εδώ)

- αντζελα εισαι καυλομουνι στις φωτο!!! (εκεί)

- Πάει μια φορά ένας τυπάς σένα μαγαζάκι, να φάει κάτι στα γρήγορα πρίν πάει στη δουλειά του.Κάθεται λοιπόν στο τραπεζάκι και περιμένει.... Μετά από κανένα πεντάλεπτο χωρίς να πιστεύει στα μάτια του εμφανίζεται ένα ξανθό **καυλομούνι** με μίνι φουστίτσα και με τα βυζιά έξω και τον ρωτά: -Τί θα θέλατε παρακαλώ; Αυτός μισαζαλισμένος της απαντά: -Τί έχει το μαγαζί; Κοιτάει αυτή το μενού και λέει: -Έχουμε καφέ x, y, w, e........, σάντουιτς και μασάζ στ αρχίδια.
Ακούει αυτός για μασάζ και γυρίζει το μάτι του:
-Δε μου λές, το μασάζ το κάνεις εσύ;
Χαμογελά το μουνί και του λέει:
-Ναί, εγώ το κάνω.
Μόλις το ακούει λοιπόν ο τύπος γυρίζει σαστισμένος και της απαντά:
-Εεε τότε πήγαινε πλύνε τα χέρια σου και φέρε μου ένα σάντουιτς. (παραπέρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί είτε ως απειλή, είτε ως προειδοποίηση, προς κάποιον ο οποίος εκνεύρισε / προσέβαλε τον υβρίζοντα ή προς κάποιον ο οποίος έκανε ένα σοβαρό λάθος, αντίστοιχα.

Συγκεκριμένα:

  • Όταν η φράση χρησιμοποιείται ως απειλή, μπορούμε με ασφάλεια να θεωρήσουμε πως ο υβρίζων έχει φτάσει στα όριά του. Ο στόχος της ύβρεως του επιτέθηκε ψυχικώς, λεκτικώς ή σωματικώς και ξεπέρασε τα όρια ανοχής του, με αποτέλεσμα ο υβρίζων να προβεί στην εκτόξευση της προαναφερθείσας απειλής. Παρά τον ήδη εμφατικό τόνο της έκφρασης, ο απειλών, μπορεί να προσθέσει δραματικότητα και να εντείνει το στοιχείο του εκφοβισμού/πρόκλησης, προσθέτοντας το «τώρα» στην αρχή της φράσης και ένα κοσμητικό επίθετο στο τέλος της, ήτοι «τώρα τη γάμησες καριόλη
  • Από την άλλη, η φράση χρησιμοποιείται και ως προειδοποίηση προς κάποιον ο οποίος έκανε κάποιο σοβαρό λάθος και τον προετοιμάζει ψυχικά για να υποστεί τις βαρείες συνέπειες των πράξεών του. Εκφέρεται συνήθως από κάποιο πρόσωπο κοντινό στον δέκτη της έκφρασης, με ήρεμο και συγκαταβατικό τόνο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το από που προέρχεται η έκφραση, η οποία, κατά πάσα πιθανότητα, άρχισε να χρησιμοποιείται χάριν συντομίας, αντικαθιστώντας κάποια άλλη ολοκληρωμένη μορφή της. Πιθανοί πρόγονοι της έκφρασης:

α) Τη γάμησες την τύχη σου.
β) Τη γάμησες τη ζωή σου.
γ) Τη γάμησες τη Λάουρα και τώρα θα σε σπάσω στο ξύλο βρωμιάρη.

Από το Δ.Π.: Vrastaman

  1. - Πού πας ρε μαλάκα, το STOP δεν το βλέπεις;!;!;
    - Χέσε μας ρε πούστη, γαμώ τη μάνα σου!!!
    - Τώρα τη γάμησες καριόλη!!!
    (ακολουθεί αποβίβαση από το όχημα και πιθανότατα χειροδικία)

  2. - Πω ρε φίλε, ποιος γράφει διαγώνισμα άλγεβρα πρωινιάτικα;
    - Τι διαγώνισμα ρε μαλάκα;;
    - Καλά ρε, χθες μας το είπε ο Σφατσόλιας. Το ξέχασες;
    - Μαλάκα, δεν διάβασα τίποτα!
    - Πω φίλε, τη γάμησες!

Ένα υπέροχο "τη γάμησες!" (από galoba, 09/11/12)

βλ. και την πουτσίζω, ψωλιάζω κάποιον

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ευφημισμός που χρησιμοποιούν Καθολικοί για να αιτιολογήσουν περιστασιακούς «ανεξήγητους» θανάτους στα σκληροπυρηνικά μοναστήρια τους.

Τα θύματα της μοναστηριακής αλλεργίας είναι άτομα τα οποία είτε πάσχουν από κάποιο θανατηφόρο αφροδίσιο νόσημα, είτε είναι χρήστες ναρκωτικών και καταφεύγουν στο μοναστήρι για να αποφύγουν την κατακραυγή της θρησκόληπτης Καθολικής κοινωνίας. Όταν τελικά αποβιώσουν, τα αίτια θανάτου προσδιορίζονται ως μοναστηριακή αλλεργία, καθώς είναι αδύνατον τέτοιες αμαρτωλές και κολάσιμες συμπεριφορές να συνδέονται με το όνομα του Κυρίου.

- Fabio, θυμάσαι την Laura;
- Φυσικά Giuseppe. Είχαμε επιδοθεί με πάθος και πολλές φορές στην αμαρτωλή πράξη, πριν φύγει για να μονάσει στην Santa Croce.
- Λυπάμαι που στο λέω φίλε, άλλα έμαθα ότι πέθανε από μοναστηριακή αλλεργία, οπότε, για καλό και για κακό, πήγαινε να κάνεις εξετάσεις για αφροδίσια.
- Oh, merda!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παντελώς ασήμαντος και τιποτένιος άνθρωπος, αυτός που είναι ακόμη πιο ουτιδανός κι από ένα μυγοκούραδο ή ένα μυγόχεσμα.

  1. Τα μυγοφτύσματα ΔΕΝ είναι σημεία στίξης. (από Facebook).

  2. Μαλακιασμενη, παλιοχαμουρα, μυγοφτυσμα, μπαζοθυελλα, κολομπαμπουρα! Που θα με πεις εμένα παιδαρέλι μωρή! (εδώ)

  3. εχουμε τοσες γυναικαρες στην ελλαδα και μοντελα και παρουσιαστριες είναι δυνατον να ασχολουμαστε με το μυγοφτυσμα (εδώ).

(από Vrastaman, 09/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μικρή συνήθως (ή και μεγάλη) ποσότητα φτηνού οινοπνευματώδους, συνήθως κρασιού, που πίνει κανείς σε μη προβλεπόμενη ώρα.

Πιθανότατα η έκφραση είναι μεταφορά από άλλα σκονάκια (πρέζα ή χασίς) διότι το σκονάκι ήταν επίσημη φαρμακοτεχνική μορφή στις παλιές φαρμακοποιίες, μαζί με τα καταπότια, τους τροχίσκους κ.α. Φτιάχνονταν από απλό φύλλο χαρτιού που τυλιγόταν κατάλληλα.

- Γιατί πάει έτσι αυτός, βάρκα γιαλό;
- Προφανώς τα πήρε τα σκονάκια του πρωί πρωί!

Στο 1:37 (από GATZMAN, 09/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified