Είναι το άτομο που καταπιάνεται με ένα αντικείμενο (συνήθως όχημα) και άσχετα με τις δυνατότητες του οχήματος το φέρνει μονίμως στα όριά του.

Κοίτα τον καυλομάχο, πάλι σούζα-πάντα το πάει το μηχανάκι! Είναι κι αυτός καλός καυλομάχος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που χρησιμοποιεί ο Γεωργίου. Έχω καταλάβει την χαμηλή διανοητικότητα κάποιου, ή κάποια χωριατίλα που έκανε, και τον κοροϊδεύω. Συνώνυμο: δουλεύω κάποιον ψιλό γαζί

Δεν καταλαβαίνεις ότι ο κόσμος σε έχει πάρει στο βραστό; Κάνει πλάκα ο κόσμος μαζί σου. Και ο Άδωνις Γεωργιάδης, τα ίδια. Μιλάει ο ένας, μιλάει ο άλλος, ποιος ακούει; Γελάει ο κόσμος, δεν το καταλαβαίνετε;

(από sapap, 10/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που εκστόμισε ο Ηλίας Κασιδιάρης, βουλευτής του λαϊκού συνδέσμου «Χρυσή Αυγή» εναντίον της Ρένας Δούρου. Στην προκειμένη περίπτωση η φράση χρησιμοποιήθηκε για να υποβαθμίσει το πρόσωπο ή τις ικανότητες κάποιου. Στην πράξη, ο χρήστης συμπληρώνει με την δική του ατάκα, ανάλογα με την περίσταση.

- Σε ξέρω κι' από χτες και με μιλάς έτσι;
- Άντε βρε νούμερο που μας το παίζεις και κάποια, μέχρι χτες λεφτά να φας δεν είχες, με πήρες και Luis Vuitton.

Καλοκαιρινό χιτάκι (από Khan, 21/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Σταματάω απότομα το εν κινήσει όχημά μου, φρενάροντας. Αυτό συμβαίνει όταν εμφανίζεται ένα ξαφνικό εμπόδιο, ή αν είμαι άτσαλος αρχάριος οδηγός.

Αντίθετο του σανιδώνω.

  1. Κατά τ' άλλα, η λέξη είναι περασμένη στα λεξικά και είναι συνώνυμη του μένω Προκόπης και των συναφών λημμάτων.

1.α. Το κοκάλωσε μες στη μέση, σταμάτησα με το ζόρι και τον πλάκωσα στις κόρνες, όταν πήγα δίπλα και του την είπα γέλαγε ειρωνικά και κοίταγε με απάθεια.

1.β. Αφού προχωράει λίγο το λεωφορείο, το κοκαλώνει ξαφνικά (δεν ήταν σε κεντρικό δρόμο αλλά σε στενό -ούτε καν σε στάση δεν ήταν εκεί που το κοκάλωσε), ανοίγει τις πόρτες και μου φωνάζει άγρια να κατέβω κάτω!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1. Εξάρτημα-εργαλείο συγκράτησης, γνωστό κυρίως από τους ηλεκτρονικούς.

Στην ουσία είναι ένα μεταλλικό μανταλάκι με οδοντωτά άκρα μπροστά και μονωμένα τα πίσω (μύδι #1). Το ένα από τα δύο πίσω άκρα είναι ενωμένο είτε με καλώδιο, είτε με ένα σταθερό στέλεχος (μύδι #2), όπου (αυτό το τελευταίο) βοηθάει αργυροχρυσοχόους, μοντελιστές, ηλεκτρονικούς και λοιπούς να συγκρατούν προς επεξεργασία διάφορα μικροαντικείμενα, εξαρτήματα και τέτοια.

Αν το ένα από τα δύο πίσω άκρα τώρα είναι ενωμένο με καλώδιο, το άλλο άκρο του θα καταλήγει είτε σε άλλο κροκοδειλάκι (μύδι #1α) (ώστε να γίνονται πρόχειρες ηλεκτρολογικές συνδέσεις, όπως για παράδειγμα όταν μένουμε από μπαταρία και εξυπηρετικός άνθρωπος μας δίνει λίγο ρεύμα από την μπαταρία του[μύδι #1αα]), είτε σε υποδοχές για ηλεκτρονικό πολύμετρο (μύδι #1β) (ώστε να πιάνει το προς μέτρηση σημείο με αποτέλεσμα σταθερότερη μέτρηση).

Η ονομασία προήλθε από το σχήμα που θυμίζει το κεφάλι του γνωστού ερπετού.

2. Τα είδη ένδυσης της εταιρίας Lacoste, λόγω του λογοτύπου της (μύδι #3).

3. Είδος ανυψωτικού μηχανισμού (γρύλου) που κάνει την εμφάνισή του σε όλα τα βουλκανιζατέρ και τα συνεργεία αυτοκινήτων (μύδι #4).

Τα κύρια σημεία του γρύλου είναι ο λεβιές, ο υδραυλικός μηχανισμός και το σημείο ανύψωσης. Έτσι η κίνηση από το λεβιέ μεταφέρεται μέσω του υδραυλικού μηχανισμού στο σημείο ανύψωσης με τρόπο που βασίζεται στην αρχή λειτουργίας της τρόμπας.

Έχει επικρατήσει λόγω της ευχρηστίας του και της αντοχής του. Διαθέτει ροδάκια και μεταφέρεται εύκολα ελκόμενος από το λεβιέ με τον οποίο γίνεται και η ανύψωση ενώ αντέχει την κακομεταχείριση του συνεργείου και τα μεγάλα βάρη αυτοκινήτων και ημιφορτηγών.

Πιθανολογώ ότι η ονομασία δόθηκε από την νοητή ομοιότητα με το γνωστό ερπετό παραλληλίζοντας τις ρόδες με τα πόδια του ζώου και τον λεβιέ με την ουρά του.

4. Πεταλουργικό εργαλείο το οποίο μοιάζει με ιδιόμορφη μεγάλη πένσα και επιτυγχάνει την σύσφιξη του πετάλου, μετά την τοποθέτηση και το κάρφωμά του στην οπλή (δηλαδή έτσι + μύδι #5).

Κι εδώ έχουμε την προέλευση της ονομασίας από την, κατά κάποιο τρόπο, ομοιότητα με το εν λόγω ζώο.

  1. Πανεύκολο! Απλά με ένα κροκοδειλάκι, αυτό με το καλώδιο, ένωσε τις δυο επαφές και δες αν δίνει τάση 5V, αν όχι θα φταίει 'κείνο 'κει το παπαράκι που είναι πίσω από την δίοδο που είναι δεξιά από την φακή.

  2. Όλο δεν έχει δουλειά και δεν έχει δουλειά ο Παναγιωτάκης και όλο με κροκοδειλάκια σκάει στη καφετερία!

  3. - Ρε μάστορα, αφού το ανυψωτικό δεν κουνάει τι το έβαλες πάνω το αμάξι;
    - Α, ναι. Ε, κατέβασ' το απ' το ανυψωτικό, πάρε τα τέσσερα κροκοδειλάκια, σήκωσε και χώσου. Άντε!
    - (Η ασφάλεια πάει περίπατο γμτπνγμ!)

  4. Τέλος, με το κροκοδειλάκι σφίγγουμε το πέταλο στην οπλή, λιμάρουμε, γυαλίζουμε και είμαστε έτοιμοι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακλόνητος, Ακίνητος, Ατάραχος, Μαλάκας.
Χαρακτηριστική εικόνα του Προκόπη Παυλόπουλου της Ν.Δ. μπροστά στο επεισόδιο μεταξύ υποψήφιων βουλευτών Κανέλλη, Δούρου, Κασιδόκωστα.

Από το δουπού: mafie.

Πετιέμαι περίπτερο το πρωί για τσιγάρα και μπανίζω τη νέα γειτόνισσα με το κολάν να σκύβει για παγωτό. Τη φαντάζεσαι ... με ένα κωλαράκι κόλαση! Έμεινα Προκόπης!

Κυκλοφορεί κι έτς (από sstteffannoss, 17/06/12)(από Khan, 22/02/15)

Βλ. επίσης έμεινα Παυλόπουλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα ασύρματα φορητά μικρόφωνα, ταμπακιέρα είναι ο πομπός του μικροφώνου ο οποίος «φοριέται» στη ζώνη του χρήστη, κάπου που να μην φαίνεται ιδιαίτερα, για παράδειγμα κρυμμένος κάτω από το σακάκι, στους άνδρες. Είναι σχήματος παραλληλεπίπεδου, σε διαστάσεις που προσομοιάζουν σε πραγματική ταμπακιέρα. Από αυτήν ξεκινά το καλώδιο του μικροφώνου που καταλήγει συνήθως σε ψείρα στο πέτο. Αν πρέπει να χρησιμοποιηθεί και ακουστικό, π.χ. για τον παρουσιαστή μιας εκπομπής, η ταμπακιέρα είναι πομποδέκτης, δηλαδή στέλνει ήχο από το μικρόφωνο στην κονσόλα αλλά και λαμβάνει ήχο από αυτήν (τις οδηγίες του σκηνοθέτη και του ηχολήπτη). Λειτουργεί με μπαταρίες.

Χρησιμοποιείται στις τηλεοπτικές εκπομπές, στις συναυλίες (εφόσον ο χρήστης χρειάζεται να χορεύει ενώ τραγουδά) κλπ.

  1. Περιγραφή τεχνικών χαρακτηριστικών σχετικού προϊόντος από εδώ:

UHF ασύρματο σετ (μικρόφωνο πέτου, πομπός ταμπακιέρα + δέκτης), πυκνωτική κάψα καρδιοειδής, diversity, φίλτρο anti-pop, εμβέλεια 50m, frequency response 40Hz-15KHz, ισχύς πομπού: 10mW, 16 διαθέσιμες συχνότητες, xlr έξοδος.

  1. Από εδώ:

Οι τεχνικοί της εκπομπής ξεκαθαρίζουν, σχετικά με την πληροφορία ότι ο Κασιδιάρης οπλοφορούσε, πως αυτό που φαίνεται στο βίντεο είναι η «ταμπακέρα» [σ.σ. sic] του μικροφώνου του.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επωδός σε τερατολογία, παπαρολογία και καυχησιά από Έλληνα το γένος, άρρενα το φύλο και κάγκουρα το υποείδος. Σηματοδοτεί το αδύνατον της αποτυχίας ένθεν της απόλυτης σιγουριάς της επιτυχίας του λέγοντος.

- Ίσως ένας από τους βασικούς λόγους που σε διάφορες στατιστικές πολλλοί άνδρες παραδέχονται ότι είχαν ομοφυλοφιλικές σχέσεις* ή γρήγορα πόδια.

- Όταν η αποτυχία βρίσκεται ante portas γίνονται κασιδιάριδοι ή λούηδες.

- Σχεδόν ποτέ δεν λέγεται από γυναίκες (οι γυναίκες δεν αποτυγχάνουν, ποτές). Όταν όμως λέγεται, κρατήστε και μικρό καλάθι (ή φορέστε τσίγκινο). Υπάρχουν τα strap on και οι κωλομπαράδες ξάδερφοι.

- Εναλλακτικές μορφές: να κάτσω ή να/θα καθίσω να με…

  • άλλο λόγοι: o alleged μικρο-τσουτσουνισμός της φυλής και το ένδοξο και αρρενωπό παρελθόν μας (κλασσική και ελληνιστική περίοδος), αλλά αυτά μπορούν να τα εξηγήσουν καλύτερα οι επιστήμονες και οι αρχαιολάτρες...
  1. - Μας τα κάνατε μπαούλα! Αν ξαναγράψω στο site θα κάτσω θα να με γαμήσετε (αν με βρεις λόγω ανωνυμίας)
    - (στην επόμενη συνάντα: βρε καλώς τον MXΣ! Τι κάνει ο BuBis;)

  2. Απόσπασματα από ανέκδοτο:
    - Εγώ θα πάω το Σάββατο στην Αθήνα σ' έναν κουμπάρο μου, κι αν τα ταξί πετάνε θα κάτσω να με γαμήσεις

  3. - Αν ξαναψηφίσω Νέα Δημοκρατία να κάτσω να με γαμήσεις (ψηφίσεις δεν ψηφίσεις, θα γαμηθείς όμως).

4, - Mαράκι μου, με παρεξήγησες! - Jurgen!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το διαμάντι στα καλιαρντά. Εκ του λατσός = όμορφος (< lačho = καλός, όμορφος στα Ρομανί, δες) και του λιθάρι.

  1. Ο γκουρπαντος, μια ζωή την έβλεπε λατσολίθαρο της πολιτικής και αυτό δεν είναι μουσαντό. (Αποκατέ).

  2. Μου πήρε όλα μου τα τουλά, τα σκούρα, τα κοκκινολαιμάκια και τα τζαρόμπαλα, πάνε τα μπιρμπίλια και τα χαϊμαλιά, πάει και το μονολατσολίθαρο δαχτυλίδι της μάνας μου κι έμεινα η τζασλή στον άσσο. (Αποκατέ).

(από mafie, 08/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Μέτρα και μέθοδοι καταλήστευσης του λαού που λαμβάνονται από σοσιαλιστικές (το -λη- με ήτα) κυβερνήσεις, όπως καλή ώρα του μΠΑτΣΟΚ (αλλά όχι μόνο, το φαινόμενο είναι σύνηθες και σε άλλες χώρες ιδίως της Ευρώπης, και σε άλλες εποχές). Συναφώς χαρακτηρίζει πολιτικούς και λαμόγια που φέρουν σοσιαλιστικό μανδύα.

Πάσα: Mafie.

  1. ΣοσιαΛΗΣΤΡΙΚΕΣ συμβάσεις... Ούτε οι ναζιστικές κατοχικές δυνάμεις δεν θα τολμούσαν... (Εδώ).

  2. Η Κοινοβουλευτικη Ομαδα του ΠαΣοΚ (ΠΑνελληνιου ΣΟσιαληστρικου Καταντηματος) δικαιωσε σημερα, για μια ακομα φορα, αυτο που ειχα γραψει παλαιοτερα για τις κομματικες συναξεις, πως δηλαδη αποτελουν πραξεις ομαδικης αυτοϊκανοποιησης, κομματικου ομαδικου αυνανισμου εικαζομενων σπερματοδοτων, οπου τα κομματικα μελη γονυπετη δικην μουσουλμανων προσκυνητων θετουν τα οπισθια τους στη διαθεση των Οθωμανικων διαστροφων του κομματικου Σουλτανου, που την τελευταια στιγμη τους απονεμει μεγαλοθυμως και γενναιοδωρως χαρη, πιθανον και καποιο υπουργικο οφικιο, εξαπολυοντας το ταπεινωμενο κομματικο ποιμνιο να ικανοποιησει το καυλεπιγραφο μενος του στην πρωκτολαφυραγωγηση του λαου, για την εξορυξη πολυτιμων φοροκοιτασματων προς κορεσμο της αδηφαγιας του τραπεζοφασιμου. (Εδώ).

  3. σοσιαΛΗΣΤΡΙΚΑ λαμόγια που ξεπέρασαν τη δεξιά! Ουστ λαμόγια! Δεν σας αξίζει ούτε το φτύσιμο! (Εδώ).

Μα καλά τι γίνεται σ αυτό το σαη... (από VAG, 09/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified