Λέγεται και όταν κάποιος υποτιμά ένα χρηματικό ποσό ή υλικό αγαθό, και προσπαθούμε να το ανατιμήσουμε, δείχνοντας ότι δεν είναι τόσο ανάξιο λόγου, αφού αν το είχαμε, θα μπορούσαμε και καλούα να παντρευτούμε.

  1. - Πόσο είναι η λυπητερή;
    - 91 Ευρώ γράφει, ε να βάλουμε 20 Ευρώ ο καθένας, να αφήσουμε κάτι και στο παιδί.
    - Τιλέρε; Με εννιά ευρώ εγώ παντρεύομαι!

  2. Πάει κι αυτή η κηδεία. Ένας συνταξιούχος των 1800 ευρώ αυτοκτόνησε, πριν αρχίσει να ψάχνει στα σκουπίδια για να φάει, όπως έγραψε στο σημείωμα που άφησε. Μόλις το είπα στη μάνα μου, που η σύνταξή της συρρικνώθηκε στα 650 ευρώ, δεν κατάλαβε το νόημα της θυσίας του και αναφώνησε «Εγώ με 1800 ευρώ σύνταξη θα ξαναπαντρευόμουνα!». (Προβοκατόρικο άρθρο εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Διπλή μούντζα, δηλαδή μούντζα και με τα δύο χέρια, ώστε να προκληθεί διπλή προσβολή προς τον αποδέκτη και διπλή ικανοποίηση του αποστολέα. Η ευχαρίστηση προέρχεται κυρίως από τον απολαυστικό ήχο όταν η μια ανοιχτή παλάμη πέσει πάνω στην άλλη με βία, το οποίο στερείται η απλή μούντζα. Μούντζα χωρίς το κλαπ της διπλομούτζας είναι σαν να πίνεις κρασί χωρίς να τσουγκρίζεις ένα πράμα. Λέγεται και διπλοφάσκελο (και κατά την αγγλική Βικούλα double moutza).

Επίσης, σημαίνει στα καλιαρντά γενικώς τον αριθμό δέκα, ενώ και εκτός πλαισίου καλιαρντών το βρίσκουμε σπανίως ως μέθοδο αρίθμησης πραγμάτων που μετριούνται στα δάχτυλα των δυο παλαμών.

  1. Με σφυρίχτρες, καραμούζες, γιουχαΐσματα και χοντρές διπλομούτζες, όσο και μπουκάλια νερού, έκαναν το συγκρότημα και τον χεσμένο Νταλάρα, να σκύβουν πάνω-κάτω-αριστερά-δεξιά και έπεφτε το γέλιο του Καραγκιόζη. (Εδώ).

  2. - Μην κουράζεσαι ρε με το λάστιχο. Δώσ' μου μια διπλόμουτζα γιούρια να το πλύνει ο πάκης στο βενζινάδικο, που θα το κάνει και καλύτερο.
    - Με τέτοια κρίση να δώσω δέκα Ευρώ; Με δέκα Ευρώ παντρεύομαι.

Los Indimutzados. (από Khan, 03/05/12)Στην αρχή η διπλομούτζα (από Khan, 03/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι ονομάζονται τα big bags, ήτοι οι μεγάλοι, από συνθετικό υλικό σάκοι χωρητικότητας 500-1000 κιλών, στους οποίους διακινούνται πάσης φύσεως υλικά που λέει και το άσμα, από οικοδομική άμμο μέχρι ζάχαρη.

(Παίδες, μα τη βρακοζώνα της Παναγίας, δεν κάνω πλάκα! Άμα νομίζετε ότι σας λέω μπούρδες, γουγλίστε «μπούρδες big bags» να το δείτε με τα ματάκια σας. Δε βάζω το λίνκι, μην κάνουμε και ρεκλάμα).

Πηγή: ο φορτηγατζής ο Τάκης. Αστείρευτη πηγή ο άθρωπας μιλάμε. Κάθε φορά που συναντιόμαστε, όλο και κάτι μαθαίνω. Σπεκια και θένκια Τάκη, αν και υποψιάζομαι ότι αγνοείς την ύπαρξη του σλανγκρ.

Οδηγός φορτηγού: ...είχα που λες κοτσαρισμένο ένα κουτί σαραντάρι με μπούρδες....
Προϊστορικό θηρίο: Τι είναι οι μπούρδες;
Ο. Φ.: Αυτά μωρέ τα μεγάλα σακιά του τόνου, για υλικά.
Π. Θ.: Α, τα μπιγκ μπαγκς λες.
Ο. Φ.: Ναι, οι μπούρδες. Που λες, κατεβαίνω να ξεκοτσάρω και μού λέει ο τύπος...

(Ακολούθησε γούγλjισμα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έγινα έξαλλος, βγήκα εκτός εαυτού.

Έγινε «Βαπόρι» η Ν.Δ. με τον Ερντογάν. (από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παίζω ένα ταξίμι, και γενικά αυτοσχεδιάζω πάνω σε κάποιο όργανο (τυπικά από αυτά που συγκαταλέγονται στα όργανα της λαϊκής, ρεμπέτικης, και παραδοσιακής ορχήστρας) άνευ συνοδείας.

Το ταξίμι στην λαϊκή μουσική παράδοση αποτελεί έναν σύντομο, εισαγωγικό αυτοσχεδιασμό που λειτουργεί σαν εισαγωγή σε κάποιο κομμάτι (και που χρησιμοποιεί τους δρόμους ή τις κλίμακες του κομματιού) με σκοπό να μπάσει τον ακροατή στο λεγόμενο ήθος του κομματιού αυτού (δηλαδή την διάθεση που αποπνέει). Υπό αυτή την έννοια, το ταξίμι κατά κάποιο τρόπο έχει μία παραπλήσια λειτουργία με τα απηχήματα της ορθόδοξης εκκλησιαστικής (λέγε με βυζαντινής) μουσικής.

Σε πιο σύγχρονο κόντεξτ, μπορείς να ταξιμάρεις ακόμη κι αν δεν παίζεις ρεμπετολαϊκοόργανα, ή αν βρίσκεσαι σε διαφορετικό μουσικό περιβάλλον (ροκιές, τζαζιές, κλπ κλπ). Στην περίπτωση αυτή, η χρήση του εν λόγω ρήματος ή προδίδει σαρκασμό εκ μέρους του χρήστη, ή χρησιμοποιείται για να προσδώσει μία εσάνς μαγκιάς στα λεχθέντα.

  1. Οπως κατάλαβες τραβιέμαι κι εγώ με ένα τέτοιο όργανο. Αν και το έχω αφήσει στην άκρη για να ταξιμάρω στο μπουζούκι τα τελευταία χρόνια. (Από εδώ)

  2. Νίκο όπως σου είπα και στο MSN (Pads) θα χρειαστείς μόνο σπίτι σου,όχι σε μαγαζί ζωντανά κλπ.Πάρε μια πιο απλή μέθοδο (όπως εγώ).
    Χρησιμοποίησε «χαρτάκια» θα σου δείξω πως για να το κάνεις γρήγορα ή να έχεις σε λειτουργία και το Pa80 σου (ακόμα καλύτερα) για να έχεις και όλο το LE ελεύθερο για να ταξιμάρεις σε όλες τις οκτάβες. (Από εδώ)

  3. Όσο για μένα, Γιάννη, ζήτησα απ' το αφεντικό όπως έπαιζες, να χτίσει πόρτες και παράθυρα, να το πάρεις απόφαση, να μην μπορείς να φύγεις, να μείνουμε κι εμείς μαζί, κι όσο αντέξουμε. Πόσο; Δέκα μέρες; Είκοσι; Ένα μήνα; Κάποτε θα γίνει, μακάρι να γινόταν έτσι, με σένα να ταξιμάρεις απ' το πάλκο,χωρίς να υπάρχει χρόνος για να σε σταματήσει. (Από εδώ)

  4. Όταν ακούς τουμπερλεκιές απο τα περισότερα ΄΄παραδοσιακά΄΄ μουσικά σχήματα τα λέμε σήμερα , περιμένεις να βγεί και καμιά Χανούμισα για χορό τσι κοιλιάς. Μάλιστα και κάποιοι τουμπερλεκάδες ταξιμάρουν κιόλας!!!τρομάρα μας. Κάποιοι άλλοι πιο κουλτουροκρητικοί βάζουν λέει μπεντίρ!!! (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο δημοσιοκάφρος του αισχίστου είδους. Ειδικότητά του να αμπαλάρει και να πουλάει ανθρώπινο πόνο. Κάπου έχει ακούσει τη λέξη «δεοντολογία», αλλά του φάνηκε ύποπτη και δε θέλει πολλά πολλά μαζί της. Αυτό που θέλει είναι αίμα, σπέρμα, δάκρυα και αποκαλυπτικές φωτογραφίες.

Όσο πιο δράμα η ιστορία, τόσο χαίρεται το κοράκι. Όσο πιο ευαίσθητο το θέμα, τόσο ξεσκίζεται να το κάνει πρωτοσέλιδο και πρώτο θέμα. Δεν ξέρει τι παναπεί τεκμήριο αθωότητας, προσωπικά δεδομένα, ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Κι άμα ξέρει, τα γράφει στ' αρχίδια του. Το κοράκι είναι:

  • Ο θεατρικός τύπος που χώνει το ματσούκι στη μούρη του θύματος και φωνάζει «Μόλις απανθρακώθηκαν η γυναίκα σας και τα τρία παιδιά σας! Δεδομένου ότι πέθαναν με φρικτούς πόνους ενώ εσείς δεν μπορούσατε να κάνετε τίποτα για να τα σώσετε, πείτε μας: πώς νιώθετε;»
  • Ο ανεύθυνος τύπος που δημοσιεύει όνομα, διεύθυνση, τηλέφωνο και Αριθμό Μητρώου ΙΚΑ κάθε ταλαίπωρου που κατηγορείται για οτιδήποτε ζουμερό. Αθώος, ένοχος, ζμπούτσατ.
  • Ο φορτικός τύπος που πιέζει επιθετικά για δηλώσεις, όχι κάναν αιρετό λειτουργό που τα 'χει κάνει ρόιδο (ποιος τους χέζει αυτούς, άμα δε μπλέξουν σε ροζ ιστορίες, δεν απασχολούν), αλλά τον χαροκαμένο, τον τραυματία, το θύμα, τον κατηγορούμενο. Εκεί συνήθως μαζεύονται πολλοί με τα ματσούκια τους, ακριβώς σαν τα κοράκια που γυροφέρνουν το πτώμα. Ή σαν τα Πουλιά του Χίτσκοκ.
  • Και κυρίως, ο επικεφαλής τύπος που αμολάει τους υφισταμένους να κυνηγήσουν αυτές ακριβώς τις «ειδήσεις» πάση θυσία, που βγάζει το θέμα στο πρωτοσέλιδο, που το κάνει μόνη και μόνιμη είδηση στο δελτίο, που το κρατάει εκεί μέρες και βδομάδες μέχρι να το ξεζουμίσει, που δεν έχει ιερό και όσιο.

Σε ιδιαίτερα πλανημένες περιπτώσεις, το κοράκι έχει πείσει τον εαυτό του ότι κάνει τη δουλειά του ως δημοσιογράφος. Συνηθέστερα, ξέρει πολύ καλά τι ακριβώς κάνει, και κάπως καταφέρνει να μην κόβει τις φλέβες του από ντροπή και σιχαμάρα. Τελεί είτε σε άρνηση, είτε σε αποδοχή, είτε σε κάποιο άλλο ψυχολογικό στάδιο του πένθους.

Υ.Γ. Αυτός ο ορισμός πιάνεται για υποκατηγορία του ορισμού του Χάνκοντα: «[Το κοράκι] γενικότερα μπορεί να λεχθεί για οποιονδήποτε εξ ορισμού και εκ θέσεως έχει συμφέρον να πάνε τα πράγματα άσχημα.»

  1. - Και καλά. Για τις οροθετικές πουτάνες, βγάλανε στη φόρα όνομα, επώνυμο, λοιπά στοιχεία, και μια φωτογραφία ΝΑ. Διότι πρέπει να προστατέψουν τους νοικοκυραίους απ' τις πουτάνες. Αλίμονο! Για τους οροθετικούς νοικοκυραίους, που τρέξανε μπουλουκηδόν να εξεταστούνε, δε θα βγάλουνε στη φόρα όνομα επώνυμο και λοιπά; Δεν πρέπει να πρστατέψουν τις πουτάνες απ' αυτούς; Και τις γκόμενές τους και τις γυναίκες τους; Αυτοί δεν είναι «υγειονομική βόμβα»; Ε;
    - Βρε πουλάκι μου κι εσύ, απ' τον πισινό της μυλωνούς ζητάς ορθογραφία. Περιμένεις δεοντολογία από τα κοράκια; Μυρίστηκαν αίμα και πλάκωσαν.
    - Μα, τα μουνόπανα, δεν ξέρεις πώς συγχύστηκα μ' αυτή την ιστορία...

  2. - Πρωί Ζαχόπουλος, μεσημέρι Ζαχόπουλος, απόγευμα Ζαχόπουλος, βράδυ Ζαχόπουλος!!! Ρε κορακιασμένοι δημοσιογράφοι την είπατε την είδηση μία, την είπατε δύο, την είπατε τρεις. Την καταλάβαμε φτάνει! Ο Ελληνικός λαός έχει λύσει όλα του τα προβλήματα, μόνο το θέμα Ζαχόπουλου πλέον απασχολεί τους Έλληνες! Στο διάλο ρε κοράκια δημοσιογράφοι, ΡΕ ΑΝΤΕ ΣΤΟ ΔΙΑΛΟ ΛΕΜΕ! ΜΙΑ ΖΩΗ ΚΟΡΑΚΙΑ ΘΑ ΕΙΣΤΕ ΡΕ, ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΕΤΕ!!!
    (απ' εδώ)

  3. - Ρε συ, τι παίζει με τη γειτόνισσά σου; Στέκει, ή το 'χει χάσει; Εντελώς παρμένη μου φαίνεται.
    - Άσε, πονεμένη ιστορία. Αυτή είχε ένα γιο φαντάρο, που σε μια άδεια πήρε μπιστόλι και μπούκαρε σε τράπεζα να σηκώσει το ταμέιο. Σκάσανε μπάτσοι, έγινε καταδίωξη, και τέλος πάντων το παιδί σκοτώθηκε. Και το χειρότερο ξες ποιο είναι;
    - Για πε...
    - Πλακώσανε δημοσιογράφοι για δηλώσεις, κι εκείνη δεν το 'χε μάθει ακόμα, δεν είχε ιδέα. Κανείς δεν την είχε ενημερώσει. Και το 'μαθε απ' αυτούς, μπροστά στην κάμερα. Έπαθε σοκ, άστα να πάνε.
    - Καλά, κι αυτοί οι μαλάκες συνεχίζανε να τραβάνε;
    - Ρε πλάκα κάνεις; Πάρτι κάνανε τα κοράκια! Άλλο που δε θέλανε! Η γυναίκα μισοτρελάθηκε, κι αυτοί χαιρόντουσαν που τσίμπησαν «πλάνα με την τραγική μάνα».
    - Γαμημένα κοράκια...
    - Ε τι σε λέω;

  4. - Ρε μαν, έχω ξεμείνει από τσόντες. Να φέρω μία το φορητό σκληρό, να γράψω απ' τις δικές σου;
    - Δε γίνεται, τις έσβησα.
    - ΤΙ ΕΚΑΝΕ ΛΕΕΙ;!
    - Να σου πω την αλήθεια, έκλασα μέντες. Σκέφτηκα ότι, κοίτα να δεις, εγώ κατεβάζω αβέρτα, νταξ; Πού ξέρω γω αν κάποιες από δαύτες είναι με ανήλικα. Που παίζει. Παιδάκια δεν έχω, δεν είμαι ανώμαλος, αλλά με παστάκια γουστάρω. Και πού ξέρω γω ότι μεθαύριο δε θα θα μου ψάξουνε το λάπτοπ. Και πού ξέρω γω ότι δε θα πούνε «α, εγληματίας, έχει παιδική πορνογραφία». Και είμαι και καθηγητής γυμνασίου. Ακόμα κι αν δε με πάνε μέσα, να με σφάξουν οι φυλακόβιοι στο γόνατο, τα κοράκια οι δημοσιογράφοι θα με φάνε ζωντανό! Θα καταστραφεί η ζωή μου! Και τι έκανα; Κατέβαζα τσόντες απ' το ίντερνετ όπως όλος ο κόσμος!
    - Καλά όλ' αυτά, αλλά το λάπτοπ σου γιατί να το ψάξουν;
    - Ε, άμα βρούνε μαύρο στ' αμάξι, μπορεί να κάνουν ψαχτική στο σπίτι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο το οποίο κάνει πάρα πολλά commit σε κάποιο repository (ανοικτού συνήθως) κώδικα...

Ο Linus Torvalds είναι μεγάλος κομιτατζής.

O κομιτατζής Vasil Chekalarov (από allivegp, 02/05/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η Πελοπόννησος, επειδή το σχήμα της μοιάζει, με λίγη φαντασία, με ανοιχτή παλάμη, όπου τα τρία ποδαράκια είναι τα μεσαία δάχτυλα (με την Μάνη στην πιο στρατηγική τοποθεσία), η χερσόνησος της Αργολίδας-Τροιζηνίας ο αντίχειρας, και ίσως μπορούμε να θεωρήσουμε και την μικρή μυτούλα της Ηλείας ως πέμπτο δάχτυλο. Στα καλιαρντά λέγεται Τερόμουτζα.

Επίσης, μπορεί ενίοτε να χρησιμοποιηθεί αντί για τον αριθμό πέντε.

Για την ορίτζιναλ μούντζα δες ορισμό Pirate Jenny.

  1. γεννήθηκε σε ένα χωριό της Πελοποννήσου (το νησί-μούτζα όπως αλλιώς λέγεται η Πελοπόννησος) (εδώ, βλέπε και εδώ).

  2. Έλα γιατρέ μου, είμαστε μια μούτζα άνθρωποι εδώ και σε περιμένουμε.

(από Khan, 17/07/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπινελίκι που χαρακτηρίζει κάποιον που δεν είναι αρκετά Έλληνας και ελληνόψυχος. Περαιτέρω μπορεί να έχει τις ακόλουθες σημασίες:

Κάποιος που εντοπίζει την ψυχή του εκτός Ελλάδας, γιατί εκεί τοποθετεί το συμφέρον του. Πιο συγκεκριμένα, αυτός που μεταφέρει τα χρήματά του σε λογαριασμούς σε ελβετικές τράπεζες και συντελεί έτσι στην χρεωκοπία της Ελλάδας. Ωσεκτουτού, ο ελβετόψυχος είναι προδότης και τσολιάς (ελβετοτσολιάς ένα πράμα).

Όμως, ο όρος πάει παραπέρα από μια ενδεχόμενη καταγγελία προδοσίας. Χτυπάει την ενδότερη ψυχή του υβριζομένου, για να δείξει την βαθύτερη αλλοτρίωσή του. Είναι μια καθολική βρισιά με υπαρξιακή διάσταση, όπως τα σκατόψυχος και μπατσόκαρδος.

Ορισμένα, λοιπόν, ψυχικά χαρακτηριστικά και συμπεριφορές που μπορεί να έχει ένας ελβετόψυχος είναι τα παρακάτω: τοποθετεί την ψυχή του στο ατομικό του συμφέρον, οπότε δεν είναι κιμπάρης, χουβαρντάς, λαρτζ, αλλά σφιχτοκώλης. Είναι πεφωτισμένος εγωιστής κιέτς, δηλαδή δεν είναι ούτε μεγαλόψυχος, αλλά ούτε και πρωτόγονα εγωιστής με καταστροφικό τρόπο, όπως θα ήταν πιο ανθρώπινο, ή, έστω, πιο ελληνικό, να ήταν. Είναι υπερβολικά οργανωμένος, σχεδιάζει τις καλοκαιρινές διακοπές του από τα Χριστούγεννα, δεν αφήνει τίποτα που να μην το ανακυκλώνει, είναι κορεκτίλας, αποταμιεύει, δεν βγαίνει έξω τα βράδια, αλλά κοιμάται από τις οκτώ, είναι κρυόκωλος και χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις κ.ο.κ. Με άλλα λόγια έχει αναπτύξει εκείνους τους προτεσταντικούς εθισμούς, τους καλβινιστικούς και ουχί καβλινιστικούς, που του επιτρέπουν να γίνει ένας πετυχημένος καπιταλίστας, όπως λέει κι ο Μαξ ο Βέμπερ.

Την έκφραση διέδωσε ο Τζίμης Πανούσης, που ξεκινούσε τις εκπομπές του στον Δούρειο Ήχο με την προσφώνηση: «Αμερικανοτσολιάδες, ελβετόψυχοι, αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι, επαγγελματίες, ήρθεν η ώραν σας». Χρησιμοποιείται στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης για αυτούς που στέλνουν τα λεφτά έξω, καθώς και από Ελληνάρες, που ανάγουν τα προβλήματα σε έλλειψη αρκετού Ελληνισμού ή Ρωμιοσύνης, όμως οριακά η έκφραση και πανηγυρίζεται από όσους θέλουν να περάσουν για τον εαυτό τους ένα ίματζ πολύ οργανωμένου και καλλιεργημένου μεσευρωπαίου, ως αντίδοτο για την κρίση.

Σχετικό και συχνό το γερμανόψυχος (αφορά και σε ψυχικά χαρακτηριστικά και μπορεί -λίγο δύσκολα- να πανηγυριστεί), ενώ πιο σπάνια τα αμερικανόψυχος, τουρκόψυχος, εβραιόψυχος (με την σημασία του προδότη). Αντώνυμο: ελληνόψυχος.

  1. Αυτός ο ακατανόμαστος πρέπει να είναι εβραίος η κουμουνιστής η ελβετόψυχος η δάκτυλος του Πάπα για να μιλάει τόσο ανθελληνικά. (Εδώ).

  2. (Εδώ καλογραμμένο ποστ με θέμα: Ο Ελβετόψυχος):
    Τί να τα κάνεις τόσα χρήματα αν δεν ξέρεις πώς να τα σπαταλήσεις ρε φίλε; Τί, να τα βάλω στην τράπεζα ν'αυγατίζουν, ή να τα φυλάω μέχρι να με θάψουν; [...]
    Λοιπόν, όποιον συναντήσετε και σας πει ότι η χώρα του Καλβίνου είναι θαυμάσια, θα συμβαίνουν τα εξής τινά: ή είναι άνω των 55 ετών με συντηρητικό background, ή οι τράπεζες φρόντισαν καλά το πόθεν έσχες του, ή...είναι ελβετόψυχος!!!αχαχα.

  3. Άκαρδος ο αλήτης. Στο 7-0 να σου ακυρώσει γκολ, πρέπει να έιναι πολύ..ελβετόψυχος! (Εδώ).

  4. εκτός από λογοτέχνης είναι και «Αριστερή» (οι μάχες της, δε, για την ανανέωση της «Αριστεράς» διεκδικούν «κότινο και στέφανο»). Αντί άλλης απόδειξης περί του «Αριστερού» του πράγματος, αρκεί η αναφορά της για την καταγωγή του χασίς που επιλέγει (κουρδικό). Επιλογή, που προφανώς έχει γίνει με ατράνταχτα ιδεολογικά κριτήρια, που εκκινούν από την επίδραση που ασκεί στην κυρία ο αγώνας των Κούρδων για ελευθερία. Μια «Αριστερή» ξέρει πάντα από πού ψωνίζει.
    Εμείς, από την άλλη, δογματικοί, κολλημένοι, απροσάρμοστοι κλπ., καθώς είμαστε, πού να καταλάβουμε μια τόσο «προχωρημένη» κυρία και, κυρίως, να αντιληφθούμε ότι το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της καθημερινότητας ενός ανθρώπου, που θέλει να τo μοιραστεί με μερικές χιλιάδες αναγνώστες, είναι η μάρκα της φούντας που φουμάρει, καθώς ταΐζει τις πάπιες στη Ζυρίχη. Αυτά, όπως φαίνεται, είναι πράγματα που μόνον άμα είσαι ...ελβετόψυχος (και «Αριστερός») μπορείς να τα νιώσεις. (Εδώ).

  5. Ο Φέντερερ είναι ελβετόψυχος, ο Ναδάλ παραείναι επιμελώς «αλητάκος» και οι υπόλοιποι απλώς «δεν υπάρχουν». (Τα κακά παιδιά του τένις).

  6. Κύριος και ελβετόψυχος όπως πάντα κράτησα τα ψηφοδέλτια του Αβράαμ και της κας Κουβελου στην τσέπη μου γιά να τα ανακυκλώσω. (Παραλειπόμενα εκλογής Σαμαρά).

  7. Μέσα απ’ αυτήν την μηδενιστική αυτοκαταστροφή, αναδεικνύεται ίσως δριμύτερη, η δεύτερη σύγχυση. Το δεύτερο ασυμβίβαστο –σε ατομικό επίπεδο αυτή τη φορά- ανάμεσα στην ελληνική και στην νεωτερική αντίληψη για το υποκείμενο. Το δεύτερο θεμελιώδες ασυμβίβαστο, όσον αφορά στο νόημα –στο περιεχόμενο- της ελευθερίας. Ο δυτικός άνθρωπος δεν μπόρεσε ποτέ να αντιληφθεί την ελευθερία ως κάτι περισσότερο από την ιδιωτική ελευθερία επιλογής. Ίσως μόνο στις κρίσιμες οριακές επαναστατικές στιγμές του, κάτι να ψυλλιάστηκε. Ο «ελβετόψυχος» άνθρωπος-επιλογέας απολαύσεων, δεν πήρε ποτέ χαμπάρι την ελευθερία ως κατάργηση της χρείας, ως ανυπακοή στην τυφλή ανάγκη. (Το σακάτεμα της ελληνικής κοσμοαντίληψης).

(από Khan, 01/05/12)Cyril Kuhn, "Ο Λένιν στην Ελβετία". (από Khan, 27/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πιατάκι στο οποίο κατέθεταν οι μερακλήδες τον οβολό τους υπέρ αναξιοπαθούντων μπουζουξήδων που αναγκάζονταν να βγουν με το ζητιανόξυλο στη γύρα από κουτουκίου εις κουτούκιον για τον επιούσιο.

Ετυμολογικώς, ο λημματογράφος εικάζει ότι η εδώ έννοια της λέξης συνδέεται με το σφουγγάρι που το βουτάς στον κουβά, κι όσο νερό κρατήσει.

Ιστορικώς, η σφουγγάρα στην Ελλάδα γνώρισε δόξες στην τριακονταετία 1930-1960, αν και αυτού του είδους η εύσχημη επαιτεία (βλ. παράδειγμα Νο 2 ) ουδέποτε (ευτυχώς) εξέλιπε σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Αν και οι πλανόδιοι μουσικοί κάποτε κοσμούσαν με την Τέχνη τους βασιλικές αυλές, οι ρεμπέτες στους οποίους αναφέρεται το λήμμα είχαν μάλλον διαταραγμένες σχέσεις με την εξουσία (βλ. παράδειγμα Νο 1).

Στις μέρες μας, το πάλαι ποτέ πιατάκι έχει αντικατασταθεί από κάποια μπανάνα, ταγάρι, κασκέτο, ή, στην περίπτωση των στατικών και όχι περιφερόμενων μουσικών (βλ. παράδειγμα Νο 4), από την ανοιχτή επί του εδάφους θήκη του οργάνου τους.

Το λήμμα είναι αφιερωμένο σε όλους τους μουσικούς του σάιτ.

  1. [...] Για να ζήσω γύρισα και με το πιατάκι από ταβερνάκι σε ταβερνάκι. Δεν είναι ντροπή. Αλλού μ' αφήνανε αλλού με διώχνανε. Μέχρι που με πιάσανε επί αλητεία. Τ' ακούς ; Με πιάσανε επί αλητεία. Ρε πού καταντήσαμε.

(Γιώργος Μουφλουζέλης, από τη Ρεμπέτικη Ανθολογία του Τάσου Σχορέλη, εκδ. Πλέθρον).

  1. [...] ο Μαρινάκης, παρέα με τον Ποτοσίδη [...] στις άσχημες στιγμές γυρίσανε με το πιατάκι (το σφουγγάρι όπως το λέγαμε) από κουτούκι σε κουτούκι [...] Όποιος από τους παλιούς έχει πει πως δεν το έκανε αυτό, λέει ψέματα [...] Το έκανα κι εγώ [...] «εύσχημη επαιτεία» [...] το όργανο τότε το λέγαμε ζητιανόξυλο [...]

(Γιάννης Μπαφούνης ή Σαμιώτης, ομοίως).

  1. [...] βγήκα πολλές φορές στο «σφουγγάρι» [...] από ταβέρνα σε ταβέρνα, παίζαμε και τραγουδάγαμε κι ύστερα βγάζαμε πιατάκι, το λεγόμενο σφουγγάρι [...] Ο Μάρκος, ο Γενίτσαρης, ο Κηρομύτης, ο Μπαγιαντέρας, ο Ρούκουνας, ο Χατζηχρήστος [...]

(Μαρίνος Γαβριήλ ή Μαρινάκης, ομοίως).

  1. Ήμουνα εξασκημένο ζητιανάκι. Καθηγητής στη Σφουγγάρα. Ξέρεις τι είναι η σφουγγάρα ; Βουτάς το όργανό σου, πας και κάθεσαι εκεί που περνάει ο πολύς κόσμος, αρχινάς να παίζεις, σε βλέπει ο άλλος, του αρέσεις και σου πετάει το κέρμα του.

(Στέλιος Βαμβακάρης, εδώ).

  1. Γυρολόγος μπουζουξής με σφουγγάρα εκεί.

  2. [...] Τρεις άνθρωποι ξεχωρίζω. Ο συγχωρεμένος ο Απόστολος ο Χατζηχρήστος [...], το ίδιο κι ο Παπαϊωάννου [...] λέγανε στους μαγαζάτορες :
    - Όταν έρχεται αυτό το παιδί να βγάζει σφουγγάρα, δεν θα το διώχνετε.
    Το ίδιο κι ο Στράτος [...]
    (παραπέρα).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified