Το ποδόσφαιρο, η μπάλα, η μπαλίτσα λέγεται και έτσι λαμβάνοντας την υποκοριστική γαμοσλανγκοτέτοια κατάληξη -ετο (λ.χ. σκοπιά- σκοπέτο, γκόμενα- γκομενέτο- νέτο, πόρνη- πορνέτο κ.τ.ό.), ώστε να συμπίπτει και με το ευγενές θέαμα του χορευτικού μπαλέτου. Λειτουργεί δηλαδή και ως ευφημισμός ή ως και καλούα ξεκάρφωμα όταν λ.χ. οι αγγουριές με τις μπύρες λένε ότι πάνε να δούνε μπαλέτο, εννοώντας μπάλα, ενώ το δόκιμο μπαλέτο είναι και καλά θέαμα για γυναίκες.

Βέβαια, ενίοτε το ποδόσφαιρο γίνεται κυριολεκτικά μπαλέτο, όταν λ.χ. υπάρχουν πολύ χαριτωμένες ντρίπλες, που θυμίζουν χορογραφία (βλ. και χαρακτηρισμό ποδοσφαιριστών ως «μπαλαρινών» στο παράδ. 1), ή όταν η σφυρίχτρα είναι σφυρίχτερμαν. Συναφώς, αποτελεί και παρατσούκλι του ποδοσφαιριστή Σεμπάστιαν Λέτο.

Τρίβιο: Ο Dmitri Shostakovich είχε χαρακτηρίσει το ποδόσφαιρο «μπαλέτο των μαζών» (δες).

1.Μια νύχτα στα …μπαλέτα!
Εκρηκτικές στις αρχές του Β’ ημιχρόνου οι “μπαλαρίνες” του Παναθηναϊκού, συνέτριψαν με σκορ 3-0 τον ΠΑΟΚ σε μια απίστευτη αγωνιστική… (Εδώ).

  1. Στην τηλεόραση μπαλέτο,
    όχι τα Μπολσόι,
    μπάλα πώς το λένε,
    Ζιντάν, Φαν Νιστελρόι.
    (Ημισκούμπρια, βλ. μήδι).

  2. Είδαν μπάλα και μπαΛέτο (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που έχει να κάνει με τη γεωμετρία και τις γωνίες, αλλά που έχει μεταφερθεί, λόγω του αστείου ακούσματός της, στην καθομιλουμένη ως συνώνυμη των «γενικώς», «μια απ' τα ίδια», ξανά μανά, και τα ρέστα παγωτά, «σού 'πα μού 'πες», «λίγο απ' όλα», ό,τι νά 'ναι, κλπκλπ. Κολλάει παντού, ακόμα και εκεί όπου δεν κολλάει, είναι πασπαρτού.

Έγινε μέχρι και λαϊκόν άσμα (Δούκισσα, βλ. μήδι) και τίτλοςθεατρικού έργου.

  1. Ως εκ τούτου η Κυβέρνηση πρέπει να ολοκληρώσει το έργο της, ανεξάρτητα από τον χρόνο που θα απαιτηθεί. Τα κόμματα που τη στηρίζουν αναλαμβάνουν τεράστια ευθύνη απέναντι στο μέλλον της πατρίδας, προκρίνοντας πολιτικές «εντός, εκτός και επί τ’ αυτά», όταν χρειάζονται ριζοσπαστικές απαντήσεις.

  2. Εντός, εκτός και επί τα αυτά... η λύση για την κρίση χρέους.

  3. Ένα μικρό κλικ και ήρθατε στην μεγάλη παρέα του ΚΛΙΚ FM. Τώρα χρειάζεστε μια ευχάριστη καλημέρα και μια πρώτη ενημέρωση για τα πάντα, ή σχεδόν τα πάντα. Τα εντός, εκτός και επι τα αυτά, που σας έλεγε και ο μαθηματικός στο σχολείο!

από το δίχτυ

(από ironick, 09/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπαίγνιο του όρου «πολυτάλαντη», που δηλώνει την ασχολούμενη με τα πάντα ηθοποιό-μοντέλο-τραγουδίστρια-παρουσιάστρια-τορναδόρο, η οποία ωστόσο δεν καταφέρνει να διακριθεί σε κανέναν τομέα, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές της. Έχει χρησιμοποιηθεί για τη Ζέτα Μακρυπούλια.

Η πολυατάλαντη παρουσιάστρια έκανε το ντεμπούτο της και ως Έντα Γκάμπλερ στο ομώνυμο έργο του Ερίκου Ίψεν.

(από Khan, 10/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εντός του αστικού ιστού ευρισκόμενος ποταμός, καλυφθείς μετά από ηρωικούς αγώνες υπουργού περιβάλλοντος δι' οπλισμένου σκυροδέματος, γεγονός που προκαλεί αφ' ενός πλημυρικά φαινόμενα μεγάλης έκτασης κατά τους χειμερινούς μήνες, αφεδύο δυσκινησία ιπποποτάμου στη ροή των οχημάτων.

Πρβλ και «πλημοίρα», «κύμηση» = θάνατος από πνιγμό (< κύμα).

- Τι γίνεται ρε, αργείς πολύ ακόμα ;
- Άσε, είμαι στον υποπόταμο κι έγινε ένα άσχημο τράκο, έχει φτάσει η ουρά μέχρι το Στάδιο Ηρωίνης και Φυτείας μιλάμε.
- Κατάλαβα, χέσε ψηλά κι αγνάντευε, ούτε μεθαύριο δε θα φτάσεις.

«Πες του κυρ-Βασίλη να πάρει το φορτηγάκι του από το σαλόνι μας»

Πως τον λεν\' τον ποταμό; (από Vrastaman, 09/01/12)Ιλισσό... (από Vrastaman, 09/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό που κρέμεται. Μπορεί να είναι α. κόσμημα,
β. αυτό που δεν φτάνει η αλεπού,
γ. το πεσμένο βυζί...

Συνήθως όμως στη σλανγκ ισχύει ο πρώτος ορισμός, το κόσμημα για τον λαιμό, είτε αληθινό είτε φω. Προφ δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης από αυτόν που το χαρακτηρίζει έτσι.

Συνώνυμο: περπενδούλια.

Κατά τ' άλλα, είναι αυτό από το οποίο κρέμεται κάτι: μια αλυσίδα ή δέρμα κλπ για τον λαιμό, ή επίσης το κρεμαστάρι ενός καλόγερου, κάτι σαν γάντζος δηλαδή, ξύλινος ή μεταλλικός, μονός, διπλός κλπ.

  1. τα κρεμαστάρια στο λαιμό μάραναν τον καημένο που μας το παίζει γκόμενος με στυλ εκλεπτυσμένο...

  2. Κρεμαστάρια λαιμού για το ηλεκτρονικού τσιγάρο.&amp;amp;lt;... Hits:126 ... Κρεμαστάρια λαιμού δερμάτινα κλειστά ...

  3. Αγελαδίτσα κρεμαστάρι..
    Τιμή μονάδος (Τεμάχιο): €5,90
    Μάθετε περισσότερα για το προϊόν

(από το νέτι)

βλ. και κρεμαστό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως πληροφορούμαστε εδώ είναι λέξη που δηλώνει βυζαντινό κόσμημα: «τα σκουλαρίκια των πρώτων χριστιανικών χρόνων δίνουν τη θέση τους στα περπενδούλια, που στους αυτοκράτορες κρέμονται από τα διαδήματα που φορούν.»

Σήμερα πια κάποιοι παλαιοί χαρακτηρίζουν έτσι τα λογής-λογής κρεμαστάρια που φοράνε τα κορίτσια και ουχί μόνον. Μπαμπαδισμός.

  1. Έμοιαζε με τεχνούργημα των Αζτέκων, με επινώτιο των κουρσάρων της Καραϊβικής, ίσως και με τα κρεμαστά περπενδούλια της αυτοκράτειρας...

  2. Ξέχασέ το ότι θα πας σχολείο με όλ' αυτά τα περπενδούλια. Βγάλ' τα τώρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάθε είδους κατάσταση που προμηνύει ότι σύντομα θα παιχτεί μαλακία, δηλαδή κάτι θα στραβώσει άσχημα.

Δε φέρει ουδεμία σχέση με το «θα τραβήξω μαλακία» ή «μυρίζει σπέρμα».

- Μίλαγα στη γκόμενα και στο άκυρο μου γύρισε την πλάτη.
- Ωχ, νομίζω ότι είναι γκόμενα του φουσκωτού που έρχεται τώρα απ' την τουαλέτα και σε κοιτάζει αγριεμένος! Μυρίζει μαλακία! Παίρνουμε πούλο τώρα όπως είμαστε.

(από HardcoreGR, 08/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαντάται στην Κρήτη –πρέπει να αλλάξω γεωγραφικό διαμέρισμα, νομίζω...– και ολόκληρο είναι: «μου αγγίζει (ενν. τα νεύρα)».

Συνώνυμο του «μου τη δίνει», «με εκνευρίζει», «μου την παίζει» –κι αυτό το τελευταίο πάλι σε αποκλειστική χρήση στη μεγαλόνησο.

Περικλής: Είδα τη Λίλιαν χθες με το νέο αμόρε, καμαρωτή-καμαρωτή! Μού 'γγιξε ρε μαλάκα!
Φίλος Πέρι: Υπομονή, ντουντ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πέρα από το προφανές, η μαλακία αναφέρεται επίσης και στις περιπτώσεις:

  1. Όποτε ένα αντικείμενο είναι χαμηλής αξίας, περιττό, ελαττωματικό ή γενικά για τον πούτσο.

  2. Σε οποιαδήποτε κακοτυχία ή αναποδιά μπορεί να μας συμβεί.

1α. Τι μαλακία είναι αυτό το Wii ρε ψηλέ; Βάλε PS3 να παίξουμε κάνα Fifa.

1β. - Ωραία η ταινία κορίτσια;
- Sorry ρε παιδιά, αλλά μιλάμε για σκέτη μαλακία. Τουλάχιστον πάμε να μας κεράσετε κανένα ποτάκι να ρεφάρουμε.

  1. - Τι έγινε πήρατε την κούπα στο 5x5 την Κυριακή;
    - Όχι ρε φίλε, μαλακία έγινε μη μου το θυμίζεις. Χάσαμε 6-5 στα πέναλτι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξενοδοχείο της γνωστής αλυσίδας Γαμοτέλ όπου πάνε ζευγάρια για σεχ. Προφάνουσλυ, επειδή στο ποδόσφαιρο το πέναλτι είναι σχεδόν σίγουρο γκολ, έτσι όταν έχεις την γκόμενα σε τέτοιο ξενοδοχείο είναι «στημένη φάση» και μπορείς εκ του ασφαλούς να σκοράρεις, να βάλεις γκολ κ.ο.κ.

an parallila exeis kai to gkomenaki sou, tha to pas gia fagaki, gia potaki kai meta se kana penaltadiko (oxi se grecotel!!!). (Από zoo.gr).

Αυτές είναι τηλεοπτικές σειρές! (από Khan, 23/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published