Σταμάτης και Γρηγόρης είναι η ονομασία των δύο ανθρώπων που ζουν στα φανάρια και σε βοηθούν να περάσεις τις διαβάσεις. Δεν είναι πρόσκοποι, γιατί ούτε κι εσύ είσαι γριούλα, απλά αυτή είναι η δουλειά τους. Η ονομασία τους σου θύμισε το δημοτικό που μάθαινες για τον συσχετισμό χρώματος/νοήματος (κόκκινο για τη στάση και πράσινο για την κίνηση) και για τις οικογένειες λέξεων (γρηγόρης από το «πρέπει να προχωρήσουμε γρήγορα» και σταμάτης από το «σταματάμε»).

Σου θύμισε τις οικογένειες που πετυχαίνεις στις διαβάσεις να ονοματίζουν τα ανθρωπάκια στα παιδιά τους τα κυριακάτικα απογεύματα. Το κυριακάτικο απόγευμα πριν την Δευτέρα που θα άρχιζες δίαιτα. Την δίαιτα που πλέον είναι άχρηστη γιατί το καλοκαίρι σχεδόν τελείωσε. Το καλοκαίρι πριν δυο χρόνια που έκανες για πρώτη φορά κατάδυση με μπουκάλα. Τα μπουκάλια τεκίλας που ήπιες στο μπιτσόμπαρο και σε οδήγησαν στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου σου με παρέα. Την παρέα που 9 μήνες μετά μεγάλωσε. Τον μεγάλο σου γιο που ανυπομονεί να περάσει απέναντι στη διάβαση και με το ζόρι τον κρατάς όταν βγαίνετε βόλτα τα κυριακάτικα απογεύματα.

Μη του εξηγήσεις τι είναι τα ανθρωπάκια, δείξ' του αυτό εδώ.

(Εκτός αν είσαι έτσι. Τότε σου λείπει η επικοινωνία με το παιδί σου οπότε καλύτερα να του το πεις εσύ ο ίδιος/η ίδια).

- Μπαμπά - μπαμπά! Γιατί δεν περνάμε τον δρόμο;
- Τι με ζαλίζεις ρε αγόρι μου; Δεν βλέπεις τον Σταμάτη στο φανάρι; Πρέπει να περιμένουμε τον Γρηγόρη.
- Μπαμπά - μπαμπά, τι είναι ο Σταμάτης και ο Γρηγόρης;
- Ε ρε όρεξη Κυριακή απόγευμα, χάνω και τη μπάλα έχω κι εσένα! Θα σου δείξω μετά στον υπολογιστή στο σπίτι!

για τη 2η παράγραφο του ορισμού. (από jesus, 12/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη επιστημονικής φαντασίας που εκφράζει κάτι ιδεατό. Αποδίδεται σε σημείο στο στοίχημα που υποτίθεται ότι είναι άχαστο και χωρίζει το σύνολο της ανθρωπότητας σε δύο εντελώς άνισα μέρη: Στους μαλάκες που δεν θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία για εύκολο κέρδος και στους αίλουρους που θα πλουτίσουν. Στην ουσία αποτελεί λέξη-ιδέα για κάτι που ίσως υπάρξει. Γνωρίζουμε τις ιδιότητές του, γνωρίζουμε το «σχήμα» του, γνωρίζουμε και τη χρησιμότητά του, αλλά απλά δεν υφίσταται. Ακριβώς όπως και το φωτόσπαθο, η μηχανή του χρόνου, τα ιπτάμενα αυτοκίνητα και τα γένια του φίλου μου του Χρήστου που γνωρίζουμε πώς θα είναι όταν δημιουργηθούν.

Λέξη-κράχτης γνωστών «παραγωγών» του ραδιοφώνου, το καλύτερο δόλωμα για τη μαρίδα του στοιχήματος, ο χειρότερος διώχτης για τους «γκουρού» και γενικά μία φράση που πολύ χρησιμοποιείται από τους κύκλους του αθλητικού τζόγου.

(Από γνωστή εκπομπή «μεγαλοπαραγωγού» ραδιοφώνου της Σαλονίκης)

- Έλα Παρ, λέω να παίξω στο στανταράκι το 238 τετραψήφιο ποσό. Ο μεγάλος άσος της Ίντερ έρχεται και πληρώνει. Καταλαβαίνω ότι όποιος δεν έχει φράγκα χάνει μεγάλη ευκαιρία αλλά, έτσι είναι η ζωή... άδικη.
- Δικέ μου λυπάμαι που είναι μέση του μήνα και είμαι στεγνός. Τα φράγκα θα πέσουν όπως και ο Καραγκούνης!

(Θα έγραφα για τον Άρη στον τελικό κυπέλλου που πάνω κάτω είπε τα ίδια αλλά 1ον: Με αυτό το παράδειγμα φαίνεται καλύτερα η ειρωνία, και 2ον: Πονάει ακόμα ρε γαμώτο...)

Συνώνυμο: σιγουράκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ταβερνιέ ή ταβερνιόν (Tavernier-Tavergnon) είναι το εκλεκτό βαρελίσιο κρασί που διαθέτουν οι ταβέρνες και ο τύπος που μας παίρνει παραγγελία το προτείνει πάντα. Είναι σαφώς ανώτερο από όλα τα γαλλικά-ιταλικά-λατινοαμερικάνικα νερά με γεύση που κυκλοφορούν στην αγορά (και που φυσικά τα διαθέτει η ταβέρνα αλλά ο σερβιτόρος μας έκοψε για έξυπνα παιδιά για να χαραμιζόμαστε με τέτοια ποτά) και τις περισσότερες φορές το έχει φτιάξει ο ξάδερφος του ιδιοκτήτη στο χωριό του.

Σερβίρεται συνήθως σε κόκκινο τσίγκινο καραφάκι «αυτοπλυνόμενο» αφού «ποιος ανώμαλος θα πιει κατευθείαν από την κανάτα (για το νερό) ή από το καραφάκι για να το πλύνουμε;». Φυσικά έχει την ιδιότητα να γίνεται ό,τι προστάξει ο πελάτης: Μπρούσκο; Μπρούσκο! Ημίγλυκο; Ημίγλυκο! Γλυκό; Γλυκό! Κάτι-ελαφρύ-γιατί-εγώ-θα-οδηγήσω-και-δε-θέλω-να-πιω-πολύ; Όλο αυτό! Ακόμη δεν έχει εφευρεθεί μείγμα που να γίνεται αυτόματα κόκκινο και λευκό αλλά πού θα πάει, θα γίνει κι αυτό.

(Ο Τάκης περνάει να δει το φίλο του Στέλιο και τον βλέπει λιώμα)

Τ: Τι έπαθες ρε Στέλιο κι είσαι έτσι; Ποιός ξέρει τι ήπιες πάλι χτες.
Σ: Άσε ρε φίλε, 3 ποτηράκια ταβερνιέ ήπια και είδα τον Τζόνι να παλεύει με την πέρδικα, κομμάτια σου μιλάω.
Τ: Ωχ... τι ποικιλίας ήταν;
Σ: Κυρ-Διονύση, που έχει «Το Σπίτι Του Καλοφαγά».
Τ: Τα ήθελε ο κώλος σου αγόρι μου, αφού ξέρεις ότι είναι συνέταιρος σε εταιρεία υγρών καυσίμων. Κάτσε να σε περιποιηθεί ο χανγκάιβερ και να νιώσεις στο πεντάλεπτο. Πες μου τώρα αν έχεις πούπουλα κότας αλανιάρας, φωτογραφία του Μάικλ Τζάκσον χωρισμένη σε πριν-μετά, 3 εμ εν εμς κίτρινα χωρίς φιστίκι, ένα βιβλίο που να γράφει μέσα τη λέξη «συναμφότερον» και τα αρχίδια να χορέψεις γυμνός γύρω από ένα χιονάνθρωπο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τζακ ο αντεροβγάλτης αποτελεί αδιάσπαστο μέλος κάθε παρέας που σέβεται τον εαυτό της. Αποτελεί τον μόνιμο περίγελο και όπλο κατά της βαρεμάρας. Αν και η ονομασία παραπέμπει σε φρικιαστικά εγκλήματα, στον Τζόνι Ντεπ και σε κόμικ του Φρανκ Μίλερ (κι όμως!) το πραγματικό της νόημα διαφέρει πάρα πολύ. Στην ουσία είναι προσωνύμιο εκείνου του ατόμου που ξερνοβολάει τα άντερά του μόνο με τη σκέψη του «θα βγούμε έξω».

Συνήθως είναι ο κλασσικός τύπος που δεν πίνει εκείνος το ποτό αλλά εκείνο τον πίνει. Το στομάχι του δεν μπορεί να αντέξει όχι αλκοόλ αλλά ούτε και ένα ποτήρι χαμέμηλο. Παρ' όλα αυτά πίνει σαν πούστης (κολλάει και το σαν μαύρος αλλά ποτέ δεν ανέβασα λήμμα της κατηγορίας Ρατσιστικά και ούτε θα το κάνω). Αφού έχει πιει σαν πούστης πίνει ακόμη λίγο και σε χρόνο dt έχεις δει τι έχει φάει όλη την προηγούμενη εβδομάδα, γιατί ο άτιμος είναι και δυσκοίλιος και το φαΐ μένει στο στομάχι όσο χρόνο χρειάζεσαι εσύ για να στήσεις την τραπεζαρία HARKA μαζί με τις καρέκλες από τα ΙΚΕΑ (μιλάμε έφτυσα αίμα...). Βέβαια υπάρχουν και οι τύποι που δεν χρειάζεται να κατεβάσουν ολόκληρο το αμπάρι του Cutty Sark για να νιώσουν τις ευεργετικές ιδιότητες του εμετού. Αρκεί μια ματιά στο πιοτί, η μυρωδιά της ανάσας κάποιου που έχει πιει ή έστω το σλόγκαν «Μια ζωή ρετσίνα Μαλάματινα!» για να μάθετε τι σκατά βάζει η μάνα του στα κουλουράκια της και είναι τόσο νόστιμα.

Το λήμμα είναι εξαιρετικά ευέλικτο ως προς τον τρόπο εκφοράς του. Μπορεί να ακουστεί ως έχει, μπορεί να ακουστεί ως [όνομα φίλου] ο αντεροβγάλτης, μπορεί να ακουστεί ως αντεροβγάλτης σκέτο ή ακόμη, για πολύ προχώ καταστάσεις εμπειρίας 50 και άνω εμετών, σκέτο Τζακ (καμιά σχέση με παραγγελία το τελευταίο, το αντίθετό του δεν είναι Τζόνι κόλα).

(Θα ήταν προτιμότερο να έγραφα «Ο φίλος μου ο Βασίλης» και να ανέβαζα ένα βίντεο αλλά είναι και τα προσωπικά δεδομένα. Οπότε ο Κλέαρχος μαζί με την Μαρίνα την γκόμενά του συζητούν για τον κοινό τους, όχι ψηλό, φίλο)

Μ: - Αφού τον ξέρεις τι του δίνεις να πιει. Πάλι ξέρασε ο Τζακ ο αντεροβγάλτης και πάνω στα παπούτσια μου!
Κ: - Καλά τρελή είσαι; Μόνος του το άρπαξε το μπουκάλι! Πάντως από ό,τι βλέπω το χρώμα του ξερατού πάει τέλεια με το γούστο σου!
Μ: - Το καταλαβαίνω κάθε φορά που μου λες καλημέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως μπορείτε να δείτε και μόνοι σας με τη βοήθεια του γκουγκλ (άντε, και του κνάσου), το τζακούζι που, στο συλλογικό υποσυνείδητο έχει περάσει σαν η θερμαινόμενη μπανιέρα, είναι τρέιντμαρκ συγκεκριμένης εταιρείας. Όμως εδώ μας ενδιαφέρει η σλανγκ έννοια της κάθε λέξης. Πάντα.

Ως τζακούζι λοιπόν, στην διάλεκτο της νύχτας, ονομάζεται το σφηνάκι-θάνατος, αποτελούμενο από μισό μέρος ούζο και μισό μέρος απόσταξη από το Τενεσίι των απογόνων του Τζακ του Ντάνιελ, που «αποστάζουν» όταν δεν παίζουν το χαριτωμένο παιχνιδάκι με τους φελλούς και τα βαρέλια. Όποιος έχει πιει σκέτο σφηνάκι ούζου και σκέτο σφηνάκι Τζακ Ντάνιελς και γνωρίζει βασικά μαθηματικά, θα προσθέσει τις 2 επιδράσεις για να βρει την επίδραση του συνδυασμού τους. Και θα κάνει λάθος. Γιατί η επίδραση τους όταν συνδυάζονται ανεβαίνει εκθετικά και γι' αυτό δεν χρειάζονται βασικά μαθηματικά. Μόνο 2 γεια μας.

Αν ακούσετε από φίλο, που δεν είναι μπέκρα, την έκφραση «Να κεράσω τζακούζι;», καλό θα ήταν να θυμηθείτε τι πουστιά του έχετε παίξει, γιατί το χανγκόβερ δυσκολεύει πολύ τη μνήμη. Αν, δε, ακούσετε την έκφραση «Να κεράσω τζακούζι υποβρύχιο, σημαίνει πως αυτός που προσφέρεται να κεράσει γνωρίζει ότι του πηδάτε τη γκόμενα και πως τις καπότες που θα βρείτε το πρωί στο πάτωμα τις βγάλατε κλάνοντας.

- Τί έγινε προψέ ρε και εξαφανίστηκες από το μπαρ;
- Άσε, μεγάλη περιπέτεια. Μου την έπεσε κανονικά η ξανθιά που με κοιτούσε! Κέρασα δύο τζακούζια και σε '5 έχει γίνει η γκόμενα! Μετά με πήγε σπίτι της και έγινε το έλα να δεις.
- Ε και τι περιπέτεια;
- Την άλλη μέρα ξύπνησα σε μπανιέρα με παγάκια!
- Τί; Σου πήρε κανα όργανο;
- Μόνο; 5 λίτρα σωματικά υγρά! Με στέγνωσε!
- Άντε ρε μαλάκα και με κοψοχόλιασες.

(από Mr. Cadmus, 01/03/12)

Βλ. και τζακούζο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ατάκα από αστεϊσμό 2 ταχυτήτων που αυτονομήθηκε και πλέον λειτουργεί ως χαρακτηρισμός του συνηθισμένου καλουπιού της Ελλεεινίδας, δείγμα της οποίας μπορείτε να βρείτε οπουδήποτε σερβίρονται μοχίτα.

Η ορίτζιναλ στιχομυθία ξεδιπλώνεται κάπως έτσι:

[I]- Πω ρε φίλε, τι παστάκι είναι αυτό απέναντι;
- Δε λέω, καλούλα είναι αλλά μου φαίνεται πως είναι σαν το ΙΕΚ.
- Τί ΙΕΚ ρε τρόμπα;
- Ξινή.[/I]

Αφού η στιχομυθία έχει ξεδιπλωθεί και λιάζεται είναι τουλάστιχον ακατόρθωτο να την ξαναδιπλώσεις και να την ξαναξεδιπλώσεις στο ίδιο άτομο οπότε η ατάκα «του ΙΕΚ», ακολουθώντας τον δαρβίνειο μονόδρομο, εξελίσσεται μοναχή της. Χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει την ανοργασμική, μονίμως με περίοδο γκόμενα που τίποτε σε όλον τον κόσμο τούτο δεν είναι αρκετό γι' αυτήν. Την ξινή.

Η στιχομυθία έχει διαμορφωθεί κατάλληλα για τον εξυπνάκια του τουίτερ (134 χαρακτήρες, αν φύγουν οι παύλες χωράει και το @όνομαέλληνα/ελληνίδαςσόουμπιζάκια).

Σε μπαρ:

- Ρε, νομίζω αυτή με κοιτάει! Χώνομαι, μαλάκα, χώνομαι! Μισό λεπτό αργότερα
- Τη μαλακισμένη. Του ΙΕΚ ήταν... Αλλά εκείνη δίπλα της; Εκείνη σίγουρα ψήνεται! Μισό λεπτό αργότερα
- Άλλη ψωνάρα του ΙΕΚ από 'κει... Για δες εκείνο το μελαχρινό; Χοσέ; Μισό λεπτό αργότερα
- Τι διάολο ρε μαλάκα, εκδρομή από το ΙΕΚ ήρθαν όλες;

Σε νήμα στο φόρουμ του κοσμοπόλιταν:

02:36:12 η χρήστρια CryCtalitCa έγραψε:
Δεν μπορώ να καταλάβω που πήγαν οι άντρες. Πως έρχεσαι άνθρωπέ μου να μου μιλήσεις χωρίς να φαίνεται αν το εσώρουχό σου είναι Calvin; Γι' αυτό υπάρχουν τα χαμηλοκάβαλα παντελόνια ρε βλάχοι LMFAO!

02:36:42 η χρήστρια elenAAyapaWAle3h έγραψε:
- Ούτε κι εγώ καλή μου δεν ξέρω που κρύφτηκαν. Εμένα ήρθε να μου μιλήσει ένας τυπάκος που μόλις είχε φάει άκυρο από μια διπλανή μου. Αν δεν είσαι καλός γι' αυτήν θα είσαι για μένα;

02:37:12 η χρήστρια cOfOuLiNi K c OpOiOn ArEcw έγραψε: - Αχ, που θα πάει κορίτσια, θα τους βρούμε! Εμένα μου την έπεσε ένας που σε όλο το μαγαζί ήξερε μόνο το φίλο του και 2 άλλες κοπέλες! Που πας ρε καημένε χωρίς γνωριμίες, χωρίς ένα στάτους;

Του ΙΕΚ με την καυλή έννοια (από Khan, 02/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση απεχθής που όποιος έχει το θράσος, και τη βλακεία, να προφέρει, χάνει αυτόματα τον σεβασμό αυτών που τον ακούνε να την ξεστομίζει, όσων βρίσκονται σε ακτίνα 20 μέτρων και των ειδικών εκείνων ατόμων που μπορούν και «τα μυρίζονται αυτά». Αυτός που λέει κάτι τέτοιο προφανώς δεν έχει επίγνωση της τρομερής δύναμης που έχει η έκφραση να περιθωριοποιήσει, να σημαδέψει και να ρεζιλέψει εντελώς αυτόν που την επικαλείται. Πρόκειται για το τελευταίο καταφύγιο σαβουρογαμόσαυρων που δεν αντέχουν πλέον να τους περιπαίζουν για το διαφορετικό, έξω από τα καθιερωμένα, γούστο τους στις γυναίκες που συνήθως όσοι νιώθουν έστω και λίγο μεταφράζουν σαν «γαμάω ό,τι κάτσει κι ας ειν' και ρώγες».

Η εμπειρία αποδεικνύει πως το πρώτο λεπτό αφού αυτός που τουλάστιχον γαμάει πει την έκφραση νιώθει σαν να βγήκε από πάνω στη συζήτηση. Νιώθει πως αυτός πήρε το ασανσέρ και πως οι άλλοι ανέβηκαν σκαλωδόν, πως αυτός οδηγεί Φεράρι και όλοι οι άλλοι Χιουντάι, πως αυτός τρώει παγωτό σοκολάτα και οι άλλοι μπανάνα (καταλαβαίνω πως η τελευταία σύγκριση δεν θα πιάσει σε όλους και ζητώ προκαταβολικά συΓΚ-ΚΝώμη). Αλλά μόλις αρχίσουν τα περιπαικτικά σχόλια για την παρτενέρ του το μόνο που σκέφτεται είναι «Βρε λες;». Όμως το κακό έχει δυστυχώς γίνει...

Το μόνο που έχετε να κάνετε αν ακούσετε την έκφραση είναι να τα χώσετε λίγο ακόμη, αφού τα χώσετε να αδιαφορήσετε, και αφού τα χώσετε και αδιαφορήσετε να βγείτε για κυνήγι γιατί για να σας το είπε κάποιος αυτό σημαίνει ότι όντως δεν γαμάτε.

- Καλώς τον παίδαρο! Πού είσαι χαμένος αγόρι μου τόσο καιρό; Δουλεύεις ακόμη για να ξεπληρώσεις το τραπέζι που έκανες στην δικιά σου πριν 3 εβδομάδες; Ή σκέφτεσαι να της πάρεις κανένα ρουχαλάκι και ψάχνεις μαγαζί που να πουλάει ύφασμα με το μέτρο;
- Πιτσιρίκο, άσε τις εξυπνάδες και κοίτα τα χάλια σου. Τουλάχιστον εγώ γαμάω, εσύ κάτσε και παίξε το πουλάκι σου.
- Ώπα ρε φίλε, τι κουβέντες είναι αυτές που λες! Μια πλάκα κάναμε, δεν ήθελα να το πας τόσο χοντρά! Αλλά από ότι βλέπω σου αρέσει να το πηγαίνεις συνέχεια εκεί!
- Ρε άντε βάρα καμία, αυνάνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ονομασία οποιουδήποτε νησιού που ο πληθυσμός του οχταπλασιάζεται (και βάλε) κάθε καλοκαιρινή περίοδο. Αποτελεί πόλο έλξης και «μαστ» προορισμό για παντός τύπου τρέντουλα, εξού και η ονομασία. Ακόμη και πριν πατήσετε το πόδι σας σε τρεντονήσι γνωρίζετε ήδη ότι είναι τέτοιο από τις αντιδράσεις των φίλων σας όταν τους ανακοινώνετε τον προορισμό σας (άλλοι θα γουστάρουν κι άλλοι θα σας φτύσουν, οπότε μέτρο σύγκρισης είναι οι ακραίες συμπεριφορές).

Παρόλα αυτά, το τρεντονήσι ξεχωρίζει και από μερικά χαρακτηριστικά που στο κάτω κάτω είναι αυτά που φέρνουν τον κόσμο.

  • Είναι ίσως το μοναδικό μέρος στην οικουμένη που σχεδόν το σύνολο του πληθυσμού έχει μπλε και πράσινα μάτια στην «χώρα» και καφέ στην παραλία (τουλάχιστον μέχρι την ανακάλυψη του αδιάβροχου φακού επαφής).
  • Όλες κυκλοφορούν με τραπεζομάντιλα τυλιγμένα στα πόδια και διχάλες 1-4 που προκαλούν τον χαρακτηριστικό ήχο «χλιτς-χλοτς».
  • Οι ρακέτες έχουν αναδειχθεί σε τοπικό-εθνικό σπορ (το οξύμωρο δίνει περισσότερη έμφαση) και όλοι πρέπει να κλείσουν τουλάχιστον 3ωρο παίζοντας.
  • Οι μισοί είναι ρουμλετάδες, οι άλλοι μισοί έχουν μπαρ και είδη δώρων, οι άλλοι μισοί είναι τουρίστες και οι άλλοι μισοί συνδυάζουν τις ως άνω δραστηριότητες (και εδώ δίνεται η οξύμωρη έμφαση).
  • Η κατανάλωση καροτίνης είναι ίσως στα ίδια επίπεδα με την κατανάλωση μπύρας.
  • Κυκλοφορούν περίεργοι με μια κάμερα στο χέρι που λένε ότι κάνουν ρεπορτάζ και δηλώνουν άνθρωποι ενώ όλοι ξέρουμε πως έχουν βρει τον ιδανικό τρόπο να μπανίζουν κωλαράκια και να το περνάνε για μάχιμη δημοσιογραφία και είναι δημοσιοκάφροι.
  • Επίσης κυκλοφορούν και σελεμπριτούδες που αρέσκονται να παίζουν κυνηγητό με τους προηγούμενους, να κρύβουν την κυτταρίτιδα και να περπατάνε στα σοκάκια αγνοώντας του «φανς» που πεθαίνουν για αυτόγραφο.

Γι' αυτό σκεφτείτε καλά πριν αποφασίσετε προορισμό για το καλοκαίρι.

- Φέτος έκλεισα εισιτήρια για Μύκονο φίλε, θα γίνει χαμός!
- Αμάν πια με τα τρεντονήσια ρε συ. Εγώ την είδα λατέρνατιβ φέτος. Θα χτυπήσω Ίφκινθο να δω τον τόπο εξορίας του αναρχικού Φαν Μπρόικελεν. Σκηνούλα, μπυρόνι, μπαφόνι κι έτσι.
- Σώπα ρε αντιρρησία εσύ! Από πότε μας βγήκες ανάρχι;
- Από τότε που δεν έχω σάλιο για διακοπές.
- Και εκεί με τι θα πας; Κολυμπώντας;
- Ε ρε πούστη... 2652 χρήστες, γιατί να μην είσαι ένας από αυτούς;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως, ελπίζω, έχετε ακούσει οι περισσότεροι, η λέξη τσακμάκι χρησιμοποιείται ευρέως. Επίσης όπως ελπίζω, τη χρησιμοποιείτε και εσείς οι ίδιοι και για χρηστικούς σκοπούς πέρα από το να ακούσετε τους γαμάτους διφθόγγους που περιέχει.

Τσακμάκι λοιπόν αποκαλείται ο αναπτήρας με μια «οθωμανική εσάνς» μιας και προέρχεται από το τούρκικο çakmak που χρησιμοποιείται για την πέτρα που αν πάρεις δύο ίδιες, ή μια μεγάλη και την σπάσεις, και τις χτυπήσεις μεταξύ τους, θα βγάλουν σπίθες. Αφού έγινα ρεζίλι προσπαθώντας να μην χρησιμοποιήσω την, τουρκικής προέλευσης, λέξη τσακμακόπετρα, θα αναφέρω και την «άλλη πλευρά», αυτή των ελληναράδων λέγοντας πως υπάρχει περίπτωση η λέξη να προέρχεται και από το ελληνικό(τατο) διακναίω που σημαίνει ξύνω ή τρίβω, για την ενέργεια πάνω στις... τσακμακόπετρες, λύσσα κακιά...

Αλλά ταυτοχρόνως αποκαλείται και οτιδήποτε ανάβει, ανοίγει, αρπάζει, λειτουργεί με τη μία, δηλαδή χωρίς καμιά ιδιαίτερη προσπάθεια από μέρος του χρήστη. Το χρησιμοποιούμε για μηχανάκια που ανάβουν χωρίς να πρέπει να έχουμε τις γάμπες του Μπολτ στην μανιβέλα, για κινεζικά προϊόντα πάσης φύσης όταν λειτουργούν (ναι, έχω γνωστό με μαγαζί με ηλεκτρικά που πτώχευσε και βγάζω το άχτι μου) και γενικά για αυτό που είπα στην αρχή της παραγράφου.

Επειδή ίσως μπερδευτήκατε, η σλανγκ χρήση της λέξης είναι η τρίτη παράγραφος. Η δεύτερη είναι «ετυμολογία», προϊόν 2 κλικ στο γκουγκλ. Και τα λινκ στο τσακμάκι είναι το άκρον άωτον της ταχύτητας: γράφεις τον ορισμό τόσο γρήγορα που προλαβαίνεις να λινκάρεις το λήμμα.

- Ώπα Νώντα; Καινούριο μασίνι; Με γειες, με γειες!
- Γουστάρεις; Προχτές το κονόμησα! 2 χρόνων, με 500 χλμ μέσα, φρένα ολοκαίνουρια 5 χιλιάρικα μόνο! Τον έκλεψα τον άνθρωπο. Είχε να το βάλει μπρος 2 μήνες μου είπε αλλά με το που έβαλα το πόδι μου στη μανιβέλα άρπαξε αμέσως! Τσακμάκι το εργαλείο σου λέω!
- Σώπα ρε φίλος! Από που το πήρες;
- Τον θυμάσαι τον Τάκη που είχε το συνεργείο στο χωριό;
- Που πηγαίναμε τα παπιά να κατεβάσει τα χιλιόμετρα στα κοντέρ και αντί να τα φτιάχνει γέμιζε ναφθαλίνη το ρεζερβουάρ;
- Ναι ρε, από εκείνον το πήρα, τι το πήρα, το έκλεψα σου λέω!
- Όχι ρε συ, δεν τον έκλεψες τον άνθρωπο. Απλά σου έκανε καλή τιμή επειδή είσαι γνωστός...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση κατά την οποία το τασάκι έχει γεμίσει ασφυκτικά από κάθε μάρκας γόπες και αρχίζει να ξεχειλίζει. Δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο αλλά από την εμπειρία αποδεικνύεται πως ο μέσος όρος ύψους που φτάνει η εν λόγω πίτα είναι τα 4,5 εκ. πάνω από την επιφάνεια του τασακίου. Φυσικά το παγκόσμιο ρεκόρ είναι πολύ πιο πάνω, αλλά εδώ μιλάμε για καταστάσεις νορμάλ και όχι πτυχιούχων αρχιτεκτόνων - μηχανικών που κάνουν μελέτες για το πώς θα τοποθετήσουν τις γόπες ώστε να επιτύχουν το μέγιστο ύψος. Παραδόξως, το ρεκόρ κατέχει η λατρευτή Λιάνα Κανέλλη που δεν έχει πτυχίο Πολυτεχνείου. Η τσιγαρόπιτα-Κιλιμάντζαρο της δωρίστηκε στην Τ.Ο. ΚΚΕ του Δήμου Σταυρούπολης ως έργο τέχνης με την ονομασία: «Είτε έχει ήλιο είτε όχι, τα τηλεοπτικά παράθυρα μένουν ανοιχτά (Η ένταση της φωνής ως υποκατάσταση λογικών επιχειρημάτων)»

Μπορεί και να χρησιμοποιηθεί και ως απάντηση σε ερώτηση Να σας φέρω κάτι; ή να χρησιμοποιηθεί ως αντικατάσταση οποιουδήποτε είδους φαγητού. Εκλεκτό έδεσμα πάσης φύσεως θεριακλήδων, φαντάρων που υπηρετούν σε φυλάκια περιοχών που δεν φυτρώνουν ούτε αυτοί που δεν τους σπέρνουν, φοιτητών που κάνουν τις εργασίες τους μισή ώρα πριν την παρουσίαση και του χαρακτήρα που ενσάρκωσε ο Σάμιουελ ΕΛ Τζάκσον στο πρώτο Τζουράσικ Παρκ. Η συνταγή της όσο και η παρασκευή της είναι τόσο απλές ώστε αποτελεί την πρώτη επιλογή όλων των παραπάνω ευαίσθητων ομάδων.

- Άσε φίλε, με μια τσιγαρόπιτα-μάρλμπορο είμαι από το πρωί. Καλή είναι, αλλά δε με κρατάει και πολύ, τώρα με κόβει λόρδα απίστευτη. Πάμε να τσιμπήσουμε κάτι;
- Μπα, εγώ είμαι χορτάτος. Τσίμπησα μια πίπα-γύρο από τα χεράκια της Ελένης μου, άλλο πράμα!
- Όντως, είναι πολύ χορταστική και θρεπτική η άτιμη!
- Και πού το ξέρεις εσύ ρε πιτσιρίκο;
- Ε, να μωρέ, φαίνεται από το ότι είσαι δυνατός σαν... τράγος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified