Further tags

Η φράση αποδίδεται στον Γεώργιο Καραϊσκάκη λίγο πριν πεθάνει, ενώ έχει δεχθεί βόλι, μάλλον εκ των ενόντων και όχι από απέναντι.

Το μοιραίο επήλθε ενώ ήταν ταμπουρωμένος στην ομώνυμη πλατεία στον Πειραιά από όπου βάραγε απέναντι το μοναστήρι του Άγιου Σπυρίδωνα του Δράκου όπου ήταν ταμπουρωμένοι οι τούρκοι.

Μαζί του ήταν και Στρατηγός Μακρυγιάννης, ο οποίος μη κοιτάτε τα απομνημονεύματα του! είχε και αυτός ένα βρωμόστομα, άλλο πράγμα.

- Στρατηγέ σε φάγανε με μπαμπεσιά ; - Άμα αποθάνω, θα μου κλάσετε τον μπούτσον, ώρε γομάρια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άλλο ένα λήμμα με πολλαπλές χρήσεις και έννοιες. Η εννοιολογική απόδοσή του λήμματος εξαρτάται από το τι προηγείται της φράσης «τον κώλο του/μου». Πάντως σε κάθε περίπτωση η χρήση του, υποδηλώνει υπερβολή.

Όταν η συζήτηση αναφέρεται σε μεταφορικά μέσα, αυτοκίνητα, μοτοσικλέτες, τρένα, λεωφορεία, αεροπλάνα, σκάφη κ.λπ., και προηγείται η το ρήμα «πηγαίνω» σε οποιονδήποτε χρόνο, τότε η φράση χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει την υπερβολική ταχύτητα του μέσου. (Παραδείγματα 1 & 2).

Όταν ο ομιλών αναφέρεται σε τρίτο πρόσωπο, ή στον εαυτό του και πριν από το εν λόγω λήμμα χρησιμοποιεί ρήμα που υποδηλώνει ότι κάτι κάνει ο ίδιος ή το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται, τότε χρησιμοποιείται ως απόδοση υπερβολής στο ρήμα που προηγείται. (Παραδείγματα 3 & 4).

  1. - Φώτη, το εργαλείο πάει καλά με το νέο μοτέρ;
    - Μεγάλε πάει τον κώλο του. Τι να σου λέω. 320 άλογα βγάζει.

  2. Πήγαμε Θεσσαλονίκη με τον Γιώργο. Ρε συ, αυτός πάει τον κώλο του. Ούτε 4 ώρες δεn κάναμε.

  3. Δεν ξαναπάω για ποτό με τον Παναγιώτη. Κάθε φορά πίνει τον κώλο του και γίνεται κωλοτρυπίδι.

  4. Αφού έφαγες τον κώλο σου το βράδυ. Πώς να μη σε πονάει το στομάχι σου απ' το πρωί;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εννοηθεί ότι ο ομιλών έχει τα αρχίδια του έτοιμα στον δίσκο και τα προσφέρει στον συνομιλητή του σαν σοκολατάκια φερέρο ροσέ σε δεξίωση.

Η φράση υποδηλώνει ότι ο εκφέρων, είναι σε θέση ισχύος έναντι του συνομιλητή του σε κάποια ενδεχόμενη αντιπαράθεση, ή ότι αντί του ζητούμενου ο συνομιλητής του θα πάρει αρχίδια.

Χρήσεις / παραλλαγές:

  1. «πάρε τα αρχίδια μου»

Σκέτα δίχως παρελκόμενα.

  1. «πήρα τα αρχίδια μου/πήραμε τα αρχίδια μας»

Εδώ ο ομιλών χρησιμοποιεί τη φράση για να περιγραφεί το ελλιπές αντίτιμο της προσπάθειας, ή η ατυχής έκβαση κάποιας υπόθεσης του ιδίου.

Συναφές / συνώνυμο: πήρα τον πούλο

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και τρέχα»

Δεν διευκρινίζεται η κατεύθυνση προς την οποία θα τρέξει το υποκείμενο, ούτε και η απόσταση. Η αθλητική υπόσταση της φράσης δίνει περισσότερη έμφαση.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και πήδα»

Κι εδώ δεν διευκρινίζεται το είδος του άλματος. Μπορεί να είναι επί κοντώ, τριπλούν, εις ύψος, ή και εις μήκος. Άλλη μια χρήση με αθλητική χροιά, εκτός εάν θεωρηθεί ότι τα αρχίδια μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως σχοινάκι. Χρησιμοποιείται και αυτή για να αποδοθεί μεγαλύτερη έμφαση.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και τσούλα»

Και αυτή η μορφή χρησιμοποιείται για να προσδοθεί μεγαλύτερη έμφαση. Πολύ πιθανόν τα αρχίδια να χρησιμοποιούνται ως τροχήλατο μεταφορικό όχημα, ή απλά ως κυλιόμενα σφαιρίδια.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και κάνε τα κορνίζα»

Απόδοση με χιουμοριστική τάση, η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί και ως διακοσμητική άποψη.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και προχώρα»

Σε αυτή τη μορφή, τα αρχίδια ενδεχομένως να παίζουν ρόλο παπουτσιών, μαγκούρας, διαφόρων αξεσουάρ βαδίσματος, ή/και ποδιών.

  1. «πάρε τα αρχίδια μου και τόκισέ τα»

Αυτή η χρήση ως επενδυτική συμβουλή, προτρέπει κοροϊδευτικά τον συνομιλητή να επενδύσει στα αρχίδια του ομιλούντος, αφού έτσι κι αλλιώς τοκίζοντας αρχίδια, αρχίδια τόκο θα λάβει.

  1. - Ρε φίλε, θα μου δανείσεις 1000€;
    - Πάρε τα αρχίδια μου ρε λαμόγιο. Μας έχεις δαγκώσει όλους στην παρέα.

  2. - Γιώργο, ζήτησες την αύξηση που λέγαμε από το διευθυντή;
    - Ναι. Και πήρα τα αρχίδια μου.

  3. Παίξαμε φουλ επίθεση την Κυριακή και πήραμε τα αρχίδια μας.

  4. - Ρε, αυτό το κομμάτι που έφραξες είναι δικό μου οικόπεδο.
    - Αφού δεν έχεις συμβόλαιο ρε. Πάρε τα αρχίδια μου και τρέχα τώρα.

  5. - Μεγάλε, εγώ μαλάκας είμαι που περιμένω μισή ώρα με τα αλάρμ; Τι έρχεσαι και χώνεσαι στο πάρκινγκ έτσι;
    - Πάρε τα αρχίδια μου και πήδα ρε. Ας προλάβαινες.

  6. - Θα σου κάνω μήνυση.
    - Δεν έχεις μάρτυρες. Πάρε τ' αρχίδια μου και τσούλα.

  7. - Ρε Μάκη θα μου βρεις εισιτήρια για το ματς;
    - Τώρα που το θυμήθηκες Μητσάρα, πάρε τα αρχίδια μου και κάν' τα κορνίζα.

  8. - Αφεντικό, κανένα μετρητό θα πέσει γαμώ την οικοδομή;
    - Πάρτε τ' αρχίδια μου και τοκίστε τα ρε. Αφού ο ιδιοκτήτης δεν έφερε το χρήμα ακόμη.

1.25. Δεν μπα να θέλεις ό,τι θες... (από Khan, 27/03/10)Κύριε πρέσβη μας κακομαθαίνετε. (από Galadriel, 29/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εκφέρων την φράσιν βασίζεται εις τας εξής τρεις παραδοχάς:

Παραδοχή Α: Εις τον συνομιλητήν του είναι αυτονόητος ο συνειρμός που προκαλείται από το σχήμα ή/και το μέγεθος του εν λόγω ζαρζαβατικού, ο οποίος κατ' εμέ είναι προφανής. Πάντως δια λόγους πληρότητος του ορισμού της φράσεως, αλλά και επειδή υπάρχει περίπτωσις, οι επισκέπται ή/και χρήσται του παρόντος ιστοτόπου να είναι αγαθώς σκεπτόμενοι συνάνθρωποί μας, αναφέρω το εξής: το αγγούρι ομοιάζει με ανδρικόν σεξουαλικόν όργανον. Κοινώς μαλαπέρδα (οποία έκπληξις !!!!).

Παραδοχή Β: Υπάρχει κάποιο σημείο, το οποίον ημπορεί να είναι περιβόλι, μποστάνι ή τόπος γεωγραφικώς προσδιοριζόμενος, σπαρμένος με ώριμα, ευμεγέθη και αυτοβούλως δρώντα αγγούρια - μαλαπέρδες, τα οποία αναμένουν εναγωνίως κάποιον/-α γυμνό, στου οποίου τον πάτο θα εισβάλουν.

Παραδοχή Γ: Ο συνομιλητής του είναι τουλάχιστον κατά το ήμισυ γυμνός. Ειδικώς δεν φέρει εσώρουχο και πολύ περισσότερο πανδαλόνι/φούστα και δύναται να διασχίσει το σημείο όπως αυτό περιγράφεται εις την παραδοχήν Β#.

Οπότε, και βάσει των ανωτέρω παραδοχών, η φράσις χρησιμοποιείται ως εκ των προτέρων προσδιορισμός της έκβασης μιας υπόθεσης ή ως προειδοποίησις προς τον συνομιλητήν, υποδηλώνοντας ότι με τις πράξεις του ή τις ενέργειες στις οποίες προτίθεται να προβεί, θέτει εαυτόν εις μέγιστον κίνδυνον να του ξεσκιστούν τα κωλοβάρδουλα, αφού δεν θα του μπει ένα μόνο, αλλά τουλάχιστον ένα μποστάνι αγγούρια εις τον πάτον.

  1. - Φίλε, θα πάω να ζητήσω αύξηση από το αφεντικό.
    - Πού πας ρε ξεβράκωτος στα αγγούρια... Αφού σε έχει στη μπούκα.

  2. Που πάτε ρε μαλάκες ξεβράκωτοι στα αγγούρια δίχως αμυντικά χαφ στο old trafford;

  3. Φίλε, ξεβράκωτοι στα αγγούρια πάμε με τη μαλακία τη διαφήμιση που λανσάρουμε το τελευταίο δίμηνο.

  4. - Θα την πέσω στη Μαρία, κολλητέ.
    - Πού πας ρε κακομοίρη ξεβράκωτος στα αγγούρια. Θα φας χυλόπιτα.

  5. Πάει ο πρωθυπουργός ξεβράκωτος στα αγγούρια να ζητήσει οικονομική στήριξη από την Ε.Ε. Αφού μας έχουνε πάρει χαμπάρι οι Ευρωπαίοι ρεεεεεεε!»

(από dimitriosl, 26/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρά την χρήση του κτητικού «μου», σε καμία περίπτωση αυτός που το λέει δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει την ιδιωτική του πουτάνα, ή ότι είναι προαγωγός, αφού, ως γνωστόν οι πουτάνες είναι κοινά αγαθά.

Η έκφραση χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει έντονο συναίσθημα αγανάκτησης, νεύρων, δυσφορίας, αδικίας λόγω διαφόρων λόγων.

Χρησιμοποιείται και ως «γαμώ την πουτάνα μου, γαμώ» προσδίδοντας μεγαλύτερη έμφαση στην αγανάκτηση και όχι στο γαμήσι της πουτάνας.

Συναφή / συνώνυμα: γαμώ την αγανάκτησή μου, γαμώ, γαμώ την καταδίκη μου.

  1. Στο γήπεδο
    - Κοίτα το μαλάκα τι έχασε.
    - Ναι ρε. Διώξτε το ρε το παλτό, γαμώ την πουτάνα μου, γαμώ.

  2. Στη δουλειά
    - Ρε Θανάση, τι έκανες, γαμώ την πουτάνα μου; Έσβησες το αρχείο;
    - Χέσε με. Το έχω backup.

  3. Φανάρι Φραντζή και Συγγρού.
    - Ρε μαλάκα τροχονόμε, εμείς θα περάσουμε ποτέ, γαμώ την πουτάνα μου; Σύνταξη θα πάρουμε εδώ ρε; Ξύπναααααααα !!!!

Δες και γαμώ + αντικείμενο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βασικά, γαμάω. Ειδικότερα, γαμάω μέχρις εξαντλήσεως κάποια σχετικά άβγαλτη ψωλίτσα ή, συνηθέστερα, ένα τεκνό που αφελώς νόμιζε ότι θα σπρώξει και μετά έμεινε να μονολογάει «αλλιώς τα περιμέναμε κι αλλιώς μας ήρθανε». (Παραδείγματα 1 & 2)

Νομίζω ότι η φόρτιση της λέξης έχει μια αντίφαση. Από τη μια, το πούπουλο παραπέμπει σε κάτι ανάλαφρο, έως και παιχνιδιάρικο. Από την άλλη, το πρόθεμα ξε- εδώ είναι, θα έλεγα, και στερητικό και επιτατικό - βγάζω τα πούπουλα ένα-ένα μέχρι και το τελευταίο - και, βέβαια, η ίδια η αναφορά στο πουλί (κοτόπουλο;) παραπέμπει σε κάτι αδύναμο, σε άθυρμα και στην κατά κράτος επιβολή.

Όμως, και γιατί ντε και καλά αντίφαση; Έχω ακουστά ότι στην συνεύρεση η άσκηση εξουσίας δεν αποκλείει απαραίτητα το παιχνίδι.

Άλλες μεταφορικές σημασίες της λέξης έχουν ενταχθεί στην καθομιλουμένη και στερούνται αργκοτικού ενδιαφέροντος. Π.χ. ξεπουπουλιάζω σημαίνει και εξαντλώ κάποιον οικονομικά, του τα τρώω μέχρι μίας. (Παρ. 3 & 4) Είναι επίσης και ενα μπανάλ και εύκολο κλισέ των αθλητικογράφων όταν αναφέρονται σε ευρεία ήττα μιας ομάδας που έχει κάτι φτερωτό στο όνομα ή στα σύμβολά της - λ.χ. οι δικέφαλοι αετοί ΑΕΚ και ΠΑΟΚ, οι Πετεινοί της Τότεναμ, το Περιστέρι στο μπάσκετ κ.ο.κ. (Παρ. 5)

  1. Το Λιτσάκι; Το ξεπουπούλιασα, προχτές. Το κωλαράκι τσούζει ακόμα...

  2. Και λοιπόν, είμαστε με τη Νικόλ στο Αύτανδρο ψες και μπαίνουνε δυο τεκνά... έτσι, βλαχαδερά ήτανε αλλά μπάνικα, με δυο γκιόσες, αρραβωνιάρες ήτανε, δεν ξέρω τι ήτανε, να κόψουνε κίνηση θέλανε και καλά, και αρχίζει η Νικόλ το παιχνίδι και να μη στα πολυλογώ, σε μισή ώρα φύγανε, σε μια ώρα νατα πάλι τα τεκνά χωρίς τα βρωμόμουνα και να κεράσουμε ποτό μας λένε, να κεράστε παιδιά... ε, να μη στα πολυλογώ, κατάλαβες, αυτή η περιέργεια τα έφαγε, πήγαμε πάνω στο σπίτι και τα ξεπουπουλιάσαμε, σου λέω, τα ξεπουπουλιάσαμε, σταμάτα μωρή λυσσάρα, της λέω της Νικόλ, άστα τα παιδιά, πρώτη φορά είναι, αλλά αυτή κρατημό δεν είχε, κρατημό...

  3. Aσπρομάλλης γέροντας, με την πλάτη γυρισμένη στον φακό, εξομολογείται ότι παντρεύτηκε μια Oυκρανέζα, που αφού τον ξεπουπούλιασε, «βρήκε έναν γκόμενο» και τον άφησε στους πέντε δρόμους. (από εδώ)

  4. Με τον ΟΤΕ τα έχω από τότε που άλλαξε τον τρόπο τιμολόγησης (κάπου το 1998/1999) και μας ξεπουπούλιασε... Δεν ξεχνάω πόσα μας πήρε τότε με το νταβατζιλίκι του και περιμένω να τον γειώσω με την πρώτη ευκαιρία (ήδη τον έχω γειώσει μερικώς με εναλλακτικό φορέα και φραγή σε μερικά σταθερά). (από εδώ)

5α. Πάλι το ξεπουπουλιάσαμε το δικέφαλο κοτόπουλο. (από εδώ, Ολυμπιακός-ΠΑΟΚ 2-0)

5β. Με στόφα πρωταθλήτριας η Μάντσεστερ... ξεπουπούλιασε τους «πετεινούς». (από εδώ, Μαν.Γ-Τότεναμ 5-2)

5γ. Ο Ολυμπιακός ξεπουπούλιασε τους «Αετούς» της Λισαβόνας. (από εδώ, Ολυμπιακός-Μπενφίκα 5-1)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

(Προφέρεται: Μπαλντήρ-γ-ια όπως καινούρ-γ-ια –όχι όπως πλυντήρια).

Τουρκομερίτικη έκφραση ορισμένων περιοχών της Β. Ελλάδας, που σημαίνει (επιτιμητικά) τα γυμνά-εκτεθειμένα μέρη του σώματος ή την γύμνια εν γένει.

Προέρχεται από την τούρκικη λέξη baldir = μοσχαράκι και συνεκδοχικώς ποδαράκι μοσχαριού.

Κατ’ επέκταση το σύνθετο baldırı çıplak σημαίνει γύμνια (όπως αγγλ. stark / bollocks naked = τσιτσίδι) και σήμερα πήρε τη σημασία των ακαλύπτων μελών του σώματος ιδίως της γυναίκας.

Αντίστοιχα στην Ελλάδα, τα (unisex) γυμνά μέρη του σώματος λέμε «κρέατα» και η πλήρης γύμνια λέγεται τσιτσίδι (είτε εκ του ιταλ. cicci = βυζιά/μαστοί είτε εκ του τουρκ. çırılçıplak = θεόγυμνος είτε εκ του παιδικού τσιτσί = κρέας), ενώ ειδικώτερα για τα γεννητικά όργανα, σώζονται στη νεοελληνική λογοτεχνία τα ντροπαλά: «Άσχημα κρέατα», η «φύση», το «γένος», το «φύλο» κλπ.

Την έκφραση χρησιμοποιεί ατόφια ο Νίκος Κοεμτζής στο βιβλίο του «Το Μακρύ Ζεϊμπέκικο».

  1. Ρίξε κανα χράμι, κανα πεσκίρι πάνω σου και μάσ’ τα μπαλντήρια σου, μη μας γελάει ο μαχαλάς.

  2. -Τι έτσι θα μού ’ρθεις έξω;
    -Γιατί, τι έχω;
    -Που τά ’χεις βγάλει όλα όξω, αυτό λέω!
    -Ααα! Το σχέδιο; Είναι της μόδας, έτσι τα φοράνε τώρα…
    -Άμε παιδάκι μου ντύσου λέω, κι εσύ μην πουντιάσεις κι εγώ να μην τσακώνομαι με τους αρκουδόμαγκες για τα μπαλντήρια σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αλανιάρα γκόμενα που υπηρετεί τα τσιμπούκια και δεν ικανοποιείται η όρεξη της για πεοθηλασμό...

Βλέπε: τσογλάνι

Ποια; Η Μαρία;... Μεγάλο τσιμπούκογλαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στην κυριολεκτική του σημασία το «χάνι (πανδοχείο) του κώλου», δηλαδή το μπουρδέλο με τραβεστί που θέλουν δεν θέλουν, κώλο έχουν, κώλο δίνουν!

(από τη βιογραφία του Γιώργου Ζαμπέτα, «και η βρόχα έπιπτε... στρέιτ θρου»)
«Πηγαίναμε για το μπάνιο μας στο Φάληρο της Πάτρας, βόλτα στα Ψηλά Αλώνια και βέβαια τι θα κάναμε, πάντα σε κάνα μπουρδέλο καταλήγαμε.
Κυρίως στης Μπέτυς, στης Μπέτυς το μπουρδέλο. Ωραίο μπουρδέλο, είχε καμιά δεκαριά κοπέλες μέσα, αφρόκρεμα. Εκεί είχα μάθει ότι η Πάτρα διατηρούσε 17 κωλοχανεία, δηλαδή σπίτια με τραβεστί, αλλά εμάς δεν μας ενδιέφεραν αυτά και έτσι δεν το επιβεβαιώσαμε, να δούμε αν ισχύει.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρέθηκα στην χειρότερη κατάσταση που θα μπορούσε να βρεθεί άνθρωπος - οικονομική, κοινωνική, εργασιακή κ.λ.π.

Έχω μπλέξει άσχημα με κάτι και δεν μπορώ να ξεφύγω, ή έχω κάποιο πρόβλημα και δεν μπορώ να το λύσω.

  1. Άστα να πάνε παιδιά, έχουμε πέσει στο λάκκο με τα κωλοδάχτυλα, η επιχείρηση μας πρέπει να αποφύγει την πτώχευση.

  2. Ο καθηγητής μας έριξε στο λάκκο με τα κωλοδάχτυλα με τις ασκήσεις που μας έβαλε.

(από Khan, 01/05/12)(από Khan, 17/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified