Διαδεδομένη λέξη που χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει το γεγονός ότι κάποιος /-α δεν έχει συμπεριλάβει στις εμπειρίες του τον έγγαμο βίο.

Αναφέρεται μειωτικά κυρίως σε ανύπαντρες γυναίκες μια και αυτές αποτελούσαν μέχρι πρότινος τον πιο ευάλωτο πληθυσμό στην κοινωνική πίεση για «αποκατάσταση». Οι καιροί αλλάζουν κι όλα τα ίδια μένουν όμως -οι γυναίκες μπορεί να γίνονται όλο και λιγότερο ευάλωτες σε αυτές τις μαλακίες αλλά αυτό δεν σταματά τον κάθε παπάρα και την κάθε κυρα-περμαθούλα να συνεχίζουν ακάθεκτοι να λένε το μακρύ τους και το κοντό τους. Παρόμοια είναι η κατάσταση και για τους ανυπογύναικους άντρες, πλην όμως χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη επιείκεια για γνωστούς και επίσης καθ' όλα μαλακισμένους λόγους.

Αντιπροσωπευτικοί των μυαλών που κουβαλάμε ως λαός, που δεν εννοεί να σέβεται προσωπικές επιλογές αλλά αντίθετα αρέσκεται να επεμβαίνει και να ασκεί κριτική επί προσωπικών θεμάτων, είναι και οι κλασικοί χαρακτηρισμοί «γεροντοκόρη» και «γεροντοπαλλήκαρο», που εδώ και πάμπολλα χρόνια λειτουργούν ως ταμπέλες που καταδεικνύουν κουσούρι ή ρετσινιά (κοινωνικό στίγμα).

Συντάσσεται συνήθως με το ρήμα «μένω» και η έκφραση «μένω στο ράφι» σημαίνει ότι μένω στα αζήτητα, έκφραση που από μόνη της υποδηλώνει την μειωμένη αξία όποιου /-ας ζει μόνος /-η του/της και τον κοινωνικό αποκλεισμό που συνεπακόλουθα του/της αξίζει.

Πέρα από τα παραπάνω, η λέξη καθώς και παρόμοιες εκφράσεις χρησιμοποιούνται ευρύτερα και για οτιδήποτε δεν έχει ζήτηση, δεν πουλάει, μένει στα αζήτητα.

  1. «Πολλές γυναίκες που η ηλικία των 30 τις βρίσκει ελεύθερες, χωρίς βέρα στο δεξί παθαίνουν σύνδρομο πανικού. Θεωρούν ότι έχουν στενέψει απειλητικά τα περιθώρια και πάνω στην απελπισία τους να μην κάνουν παρέα στο ραφάκι τους, παντρεύονται στην πρώτη ευκαιρία. Έχοντας παραβλέψει κάποιες βασικές προϋποθέσεις που ίσως σε μικρότερη ηλικία να αποτελούσαν προαπαιτούμενο.» (από το διαδίκτυο)

  2. «Στο ράφι η αναλογική τηλεόραση
    Κατά 24% θα μειωθούν ως το 2008 εκείνοι που βλέπουν «παραδοσιακούς» σταθμούς.»
    (από το διαδίκτυο)

  3. «Η Kate Moss στο Ράφι.
    Το ντεμπούτο της Kate Moss στην εικαστική αρένα ήταν μάλλον απογοητευτικό...
    ...Το εντυπωσιακό είναι ότι έμειναν στο ράφι έργα από ονόματα που κανονικά κάνουν θραύση στις δημοπρασίες...»
    (από το διαδίκτυο)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρώμα, αντικείμενο ή συμπεριφορά που καταδεικνύει άμεσα τις ομοφυλοφιλικές προτιμήσιες και διαθέσεις κάποιου.

- Καλά, τι είναι αυτό το μπλουζάκι ρε Μπάμπη; Και κολλητό και ροζ πουστριλέ;
- Δεν είναι ροζ πουστριλέ ρε ανώμαλε. Ζαχαρί πουστριλέ είναι. - Σωστόστ τοτε. Πάω πάσο.
- Τα ρέστα.
- Δικαίωμα.

(από GATZMAN, 21/10/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες πουρκουάδων:

Α. Οι ενδοτικοί, οι ραγιάδες

Όταν εμείς οι Έλληνες γειώσαμε τον Γκράτσι με το άπταιστο γαλλικό «Alors, c'est la guerre!», οι Γάλλοι ξεχύθηκαν στα καφέ του Καρτιέ Λατέν προβάλλοντας το υπαρξιακό ερώτημα “Pour qui et pourquoi;” («Για ποιον και γιατί;»)

Στις παραμονές του Β’ Π.Π., γάλλοι πουρκουάδες απ όλο το πολιτικό φάσμα έτειναν αντιηρωικά τον πρωκτό τους: από την φασίζουσα λαϊκή δεξιά του (μετέπειτα κατοχικού υπουργού) Marcel Déat που έγραψε το διθυραμβικά «Mourir pour Dantzig;» («Να Πεθάνουμε για το Γκντανσκ;»), τους φιλειρηνιστές αφισοκολλητές του Λαϊκού Μετώπου που με «ριζοσπαστική ηττοπάθεια» γέμισαν το τόπο με το σύνθημα “Pourquoi;” («Γιατί να πολεμήσουμε;») μέχρι και το ΚΚΓ που το τερμάτισε, αποκαλώντας την εμπλοκή της Γαλλίας στο Β’ Π.Π. «ιμπεριαλιστική» και κάλεσε τους στρατιώτες να λιποτακτήσουν (κατά τςι επιταγές του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου μη Επίθεσης).

Στα πλαίσια αυτά, δεν είναι διόλου τυχαία η άκαπνη προσάρτηση μεγάλου τμήματος της Γαλλίας στο Τρίτο Ράιχ και η με συνοπτικές διαδικασίες μετατροπή του υπόλοιπου σε κράτος-δορυφόρο (Βισύ).

Πρόκειται λοιπόν για σλανγκιά του Β' Παγκόσμιου, που μεταπολεμικά χρησιμοποιείται ειρωνικά για κάθε λογής ραγιά και ενδοτικό. Τα τελευταία χρόνια, ο όρος χρησιμοποιείται επίσης από τον αντιμνημονιακό τύπο εις βάρος των σφάξε-με-αγά-μου-να-αγιάσω τσολάκογλου.

Για περισσότερα, βλ. γαμάτη αναλυσούλα εδώ.

Β. Οι βατραχοφάγοι γαλλαίοι

Το λήμμαν αυτονομήθηκε από τα ιστορικά του πλαίσια, και πουρκουάδες αποκαλούνται, με ψιλορατσιστική διάθεση, οι Γάλλοι. Ειδικά στην μπάλα.

Δημοσιεύεται παραμονή της 28ης Οκτωβρίου. Πάσα από το δουπού: ΜΧΣ.

Α. Οι ενδοτικοί, οι ραγιάδες

1.
Αν θεωρείται περισσότερο Ευρωπαίος και λιγότερο ανατολίτης από τον Έλληνα ο Γάλλος πουρκουάς, pourqoi et pour qui να πολεμήσω δηλαδή που στον πρώτο παγκόσμιο, άστο τότε... είμαι ανατολιτης...

2.
Έλληνες προδότες, συνεργάστηκαν με τις κατοχικές δυνάμεις και άνοιξαν την κερκόπορτα για τη νέα κατοχή. Ψάξτε τους συνεργάτες των Εισβολέων στα κόμματα του μνημονίου και τους μυστηριώδεις συμβούλους και τα δικηγορικά τους γραφεία! Βόμβες από τον Αλέξη Τσίπρα, που μετά το εσωτερικό ξεκαθάρισμα από τους πουρκουάδες και τους επίορκους δείχνει ένα πρόσωπο εφάμιλλο με το προσωπικό ιδεολογικό του υπόβαθρο.

3.
Οι πουρκουάδες πλήθυναν τελευταία όταν εκδηλώθηκε η γενικευμένη επίθεση ενάντια στον κόσμο της εργασίας. Αυτός ο ενδοτισμός που καλλιεργείται από τα ΜΜΕ και την ΠΑΣΚ στα συνδικάτα οδηγεί σε μια γενική παράλυση τους εργαζομένους και ανοίγει τον δρόμο για να περάσει ο αντιδραστικός οδοστρωτήρας. Σε κάθε φάση του ταξικού αγώνα το ενδοτικό ρεύμα, οι πράκτορες της αστικής τάξης στο εργατικό κίνημα, αποτελούσαν τον παραλυτικό ιό ώστε να σταματήσει η γενικευμένη αγανάκτηση, να μπούμε όλοι στο ιδεολογικό και πολιτικό σύστημα «ας πληρώσουμε την κρίση».

Β. Οι βατραχοφάγοι γαλλαίοι

4.
Οι πουρκουάδες επικρατούν με 4-1 γιατί ο Καστίγιο είχε ξενυχτήσει στο Πασαλιμάνι το προηγούμενο βράδυ και δεν έπαιξε καλά, και κάποιος Lucien Laurent χρίζεται ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία του θεσμού.

5.
Βρίζεις τους Φρίτσηδες και τους Πουρκουάδες που μας λένε τεμπέληδες αλλά παράλληλα ‘μάχεσαι’ για ‘καμία αξιολόγηση, καμία μετακίνηση ,καμία απόλυση’. Παρατηρείς μια αντίθεση έτσι δεν είναι;

6.
Ο πολιτισμένος Ευρωπαϊκός Νότος εκπροσωπείται μόνο από την τίμια πλην χρεοκωπημένη Ελλαδίτσα και εν μέρει από τους βατραχοφάγους πουρκουάδες, που είναι η συμπαθέστερη από τις «ηπειρωτικές» χώρες, ίσως επειδή έχει το ένα της πόδι στο νότο και το άλλο στον βορρά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο λαουτζίκος, οι πληβείοι, η μάζα. Χρησιμοποιείται υποτιμητικά για να δηλώσει «κατώτερης» τάξης άτομα.

- Σινεμά Δευτεριάτικα ;
- Σιγά μην πάω με την πλέμπα να χάσω το πρώτο εικοσάλεπτο μέχρι να καθίσει κι ο τελευταίος μαλάκας, πας καλά; Δευτεριάτικα και πρώτη παράσταση και σε όποιον αρέσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική έκφραση άρνησης, η οποία χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου υφίσταται επιτακτική ανάγκη άμεσης «προσγείωσης» του συνομιλητή μας στην πραγματικότητα, ο οποίος δεν σκέφτεται ρεαλιστικά κι έχει υπερβολικές απαιτήσεις (από εμάς ή από τρίτους).

- Γκαρσόν! Λεκιάστηκα..
- Με όλο το θάρρος κύριε, μήπως θέλετε κι έναν αράπη να σας κάνει αέρα;

Βλ. επίσης μήπως θέλεις να σου κάνω και καμιά πίπα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που χρησιμοποιούνταν ως επιχείρημα των απανταχού Εθνικοφρόνων - Αμερικανοσφουγγοκωλαρίων για να δείξουν τη φτώχεια στις χώρες του πρώην Ανατολικού μπλοκ. Τέτοια ήταν η φτώχεια των ανθρώπων που, με μία οδοντόκρεμα, τους έπαιρνες τις γυναίκες. Κατά περίπτωση η Κολυνός αντικαθίσταται από το καλτσόν, αντικείμενο σε έλλειψη τότε.

Φιλαράκι πήγαμε Βουλγαρία και γυρίσαμε προχθές, με Κολυνός βγάζεις γκόμενα και με παπάκι τη Μις Βουλγαρία!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση υποδηλώνει:

Α. Σοβαρότατη σωματική, αλλά κυρίως νευρο-ψυχική και ψυχολογική καταπόνηση ένεκα στέρησης, καρτερίας, ταλαιπωρίας, δοκιμασίας, αναμονής, υπομονής, βασανισμού κλπ.

Το μάτι μαυρίζει εξαπανέκαθεν από 3 αιτίες:

α) μακιγιάζ
β) μπουκέτο
γ) μυδρίαση

Η γ' περίπτωση είναι κυρίως αυτή που υπαινίσσεται η έκφραση μεταφορικά, καθ' όσον η μέτρια μυδρίαση (διαστολή της κόρης του ματιού) αποτελεί σύμπτωμα σοβαρής νευρο-σωματικής πάθησης, ενώ η πλήρης μυδρίαση αποτελεί τυπική εικόνα του νεκρού.

B. Πλήθος ατόμων, πραγμάτων κλπ με μαύρο ή σκούρο εξωτερικό χαρακτηριστικό χρώμα όπως μελαψοί, ιερείς, μαυροφορεμένοι, κοράκια κλπ, όπου το μάτι μαυρίζει είτε εξ ανακλάσεως είτε από μείωση της φωτεινότητας.

Ιστορικό ανάλογο: «Καλύτερα, θα πολεμάμε υπό σκιάν», απάντησε ο Λεωνίδας στους πολυπληθέστερους Πέρσες, όταν απείλησαν τους Σπαρτιάτες ότι θα κρύψουν τον ήλιο με τα βέλη τους.

Γ. Συγκέντρωση μεγάλου πλήθους γενικότερα, ασχέτως χρωματικής απόχρωσης ή διαβάθμισης φωτεινότητας.

Σημ:. Η έκφραση-έννοια «μαύρισε το μάτι μου, από μπουνιά» παραλείπεται ως πλέον τετριμμένη.

  1. - Μαύρισε το μάτι μας να περιμένουμε πότε θα μας προσλάβουν για δουλειά.

  2. - Πού να σ'τα λέω; Ανακάλυψα μπουρδελάκι με Αφρικανές. Μπήκα μέσα και μαύρισε το μάτι μου.

  3. - Μαύρισε το μάτι μου όταν είδα τις στίβες με τα χαρτιά στο γραφείο μου, όταν επέστρεψα απ την άδεια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει ότι κάναμε κάτι ωραίο, πρωτότυπο, και οι άλλοι ζήλεψαν και μας αντέγραψαν κάνοντας το ίδιο.

- Ρε, και ο Κώστας με τον Θανάση κάνανε κοπάνα στη γυμναστική!
- Μάθαν ότι γαμιόμαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι.

(από Khan, 21/01/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ετυμολογία: κουσούρι < τουρκική (kusur) < αραβική كسور (küsûr).

Κυριολεκτικά είναι το ελάττωμα, το μειονέκτημα, η αναπηρία, η κακή συνήθεια.

Στην σλαγκ, το κουσούρι, όπου δεν διευκρινίζεται, είναι η ομοφυλοφιλία.

Παλιότερα η χρήση περιοριζόταν σε ευσεβείς αλλά ψυχοπονιάρες θειές, που αν και δεν μπορούν να αντικρούσουν τον παπά της ενορίας και τις γραφές ότι η ομοφυλοφιλία είναι θανάσιμο αμάρτημα, νιώθουν μια κάποια συμπάθεια προς τους ομοφυλόφιλους -ή μάλλον στις οικογένειές τους.

Ως καλές γειτόνισσες, γνωρίζουν τα άπλυτα ολάκερης της γειτονιάς, και αναγνωρίζουν ότι η οικογένεια που της «έλαχε το κακό» δεν είναι χειρότερη απ' τις άλλες, δεν κουβαλάει πολλά κρίματα ώστε να τους τιμωρήσει ο θεός με τόσο σκληρό τρόπο και κάπου μέσα τους νιώθουν και μία ανακούφιση, γιατί αναγνωρίζουν ότι θα μπορούσε να είναι το δικό τους παιδί ή εγγόνι.

Για την συμπάθεια που δείχνουν, συνηγορεί και η συμπεριφορά του «καημένου του παιδιού», που δεν είναι όπως το φαντάζονταν όταν άκουγαν τους πύρινους λόγους του παπά, αλλά είναι ένα -κατά τα άλλα- φυσιολογικό παιδί.

Προφέρεται δε με χαμηλή φωνή, συνωμοτικά, και πιθανόν να συνοδεύεται από την φράση: τι φταίει κι αυτό το καημένο, έτσι τόφτιαξε ο θεός

Στην μέινστριμ σλαγκ μπήκε το 2004, όταν ο Μακαριστός Χουντόδουλος δήλωσε για την ομοφυλοφιλία: «Σε ποιο κατάντημα έχει φτάσει σήμερα η ανθρωπότητα, η οποία αυτό που είναι αμαρτία βοώσα και κράζουσα θέλει να το καλύψει. Να μη μιλάμε, γιατί ενοχλούνται αυτοί που έχουν το κουσούρι».
Του γύρισε όμως μπούμερανγκ, όταν δημοσιεύματα αφιερωμένα στην ιδιωτική του ζωή είχαν σαν τίτλο «το κουσούρι του Χριστόδουλου» πχ εδώ, και εδώ.

  1. @ιρον : άντε βρε νούμερο που θα βάλω και σικ. α στο διάλο.
    (κάποια εκεί στην χα πρέπει να του πει ότι δεν είναι κ πολύ αντρουά ατάκες αυτές κ ότι πρέπει να σταματήσουν τις αντρίλες εκεί στ' αποδυτήρια γιατί θα του μείνει κάνα κουσούρι). τζίζους, εδώ (απ' όπου πήρα και την πάσα)

  2. Τὸ λεβεντοπούστης εἶναι δοκιμότατος σλαγκόρος, ἀλλὰ δὲν εἶναι ταυτόσημος τοῦ πουστόμαγκα. Ἂν τὰ εἶχα συσχετίσει στὸ μυαλό μου, θὰ εἶχα ἀναφέρει τὴ διάκρισι μέσα στὸ ὁρισμό, διότι ἀξίζει τὸν κόπο. Μιὰ καὶ τὸ συζητοῦμε, ἕνας λεβεντοπούστης εἶναι κυρίως λεβέντης, ποὺ ἔχει καὶ ΤΟ κουσοῦρι (οὐδεὶς τέλειος). Θὰ μποροῦσε νὰ ὅμως νὰ ἔχῃ κάποιο ἄλλο. Τὸ ὅτι ἐμεῖς ἀσχολούμεθα εἰδικῶς μὲ τὸν λεβεντοΠΟΥΣΤΗ καὶ ὄχι τόσο πχ μὲ τὸν λεβεντοΧΑΣΙΚΛΗ ἢ λεβεντοΤΖΟΓΑΔΟΡΟ κλπ, ἔχει νὰ κάνῃ μὲ δικά μας θέματα. Σὲ πρακτικὸ ἐπίπεδο, δὲν θὰ μποροῦσε ποτὲ πχ νὰ χαρακτηρισθῇ λεβεντοπούστης ἕνας κίναιδος, ποὺ ἐκμεταλλεύεται ἄλλους κιναίδους. Αίας, εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το κάφρος. Υποτιμητικός ορισμός προς άλλους ή καταστάσεις. Σημαίνει μαυρίλα ή, ενίοτε, αναφέρεται στην ιδιαίτερη οσμή ιδρώτα του μαύρου δέρματος.

Ουρά στα ταμεία μιας κλεφτοτράπεζας (το όνομα διαλέξτε το κατά το δοκούν, after all όλες ίδιες είναι):
- Ρε Μητσάρα, τι γίνεται εδώ ρε; Μέχρι στην είσοδο είναι η ουρά!
- Ναι ρε φίλε, πάμε να την κάνουμε, δεν αντέχω τέτοια καφρίλα…

(από Vrastaman, 28/11/09)

Οι νεότεροι σλάνγκοι ας εκλάβουν τον ορισμό, το παράδειγμα αλλά τα σχόλια του λήμματος αυτούνου ως οδηγό για το πώς [i]δεν πρέπει να λημματοδοτεί[/i] κανείς το σλανγκρρρ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified