Οι διασυνδέσεις, από το αγγλικό connections.

  1. - Κάνε ρε Πέτρο κάνα κονέ μπας και πιούμε τίποτα απόψε.
  2. - Έχεις τίποτα κονέ καλά να μας βάλουν τσαμπέ;

Κονέ στα ασανσέρ. Σήμανση ασφαλείας. Εμπορικό κέντρο The Mall, Μαρούσι, Αττική. Φωτογραφία: Νοέμβριος 2014. (από patsis, 11/12/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παραδοσιακά παπούτσια All Star της Converse (πλέον Nike) από τη στιγμή που έγιναν μόδα. Παλιά τα φόραγαν οι ροκάδες, οι πάνκηδες, οι σκεϊτάδες, ακόμη και οι μεταλάδες. Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει μόδα, φοριέται σε όλα τα καλά και αλτέρνατιβ κλαμπ και τα βρίσκεις σε διάφορα χρώματα και σχέδια σε όλα τα μοδάτα μαγαζιά με ρούχα και παπούτσια που ψωνίζουν οι χατζηγιάννηδες. Αποτελεί απαραίτητο πατούμενο, για το γυναικείο φύλο, μαζί με τις μπαρέτες.

- Πήγα και πήρα καινούρια σταράκια σήμερα. Ένα ζευγάρι χαμηλό μοβ και ένα μποτάκι πράσινο. Θα σκάσει από το κακό της η Κατερίνα που το 'παιζε κάποια με αυτά που πήρε από το Λονδίνο με τα λουλούδια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη επιστημονικής φαντασίας που εκφράζει κάτι ιδεατό. Αποδίδεται σε σημείο στο στοίχημα που υποτίθεται ότι είναι άχαστο και χωρίζει το σύνολο της ανθρωπότητας σε δύο εντελώς άνισα μέρη: Στους μαλάκες που δεν θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία για εύκολο κέρδος και στους αίλουρους που θα πλουτίσουν. Στην ουσία αποτελεί λέξη-ιδέα για κάτι που ίσως υπάρξει. Γνωρίζουμε τις ιδιότητές του, γνωρίζουμε το «σχήμα» του, γνωρίζουμε και τη χρησιμότητά του, αλλά απλά δεν υφίσταται. Ακριβώς όπως και το φωτόσπαθο, η μηχανή του χρόνου, τα ιπτάμενα αυτοκίνητα και τα γένια του φίλου μου του Χρήστου που γνωρίζουμε πώς θα είναι όταν δημιουργηθούν.

Λέξη-κράχτης γνωστών «παραγωγών» του ραδιοφώνου, το καλύτερο δόλωμα για τη μαρίδα του στοιχήματος, ο χειρότερος διώχτης για τους «γκουρού» και γενικά μία φράση που πολύ χρησιμοποιείται από τους κύκλους του αθλητικού τζόγου.

(Από γνωστή εκπομπή «μεγαλοπαραγωγού» ραδιοφώνου της Σαλονίκης)

- Έλα Παρ, λέω να παίξω στο στανταράκι το 238 τετραψήφιο ποσό. Ο μεγάλος άσος της Ίντερ έρχεται και πληρώνει. Καταλαβαίνω ότι όποιος δεν έχει φράγκα χάνει μεγάλη ευκαιρία αλλά, έτσι είναι η ζωή... άδικη.
- Δικέ μου λυπάμαι που είναι μέση του μήνα και είμαι στεγνός. Τα φράγκα θα πέσουν όπως και ο Καραγκούνης!

(Θα έγραφα για τον Άρη στον τελικό κυπέλλου που πάνω κάτω είπε τα ίδια αλλά 1ον: Με αυτό το παράδειγμα φαίνεται καλύτερα η ειρωνία, και 2ον: Πονάει ακόμα ρε γαμώτο...)

Συνώνυμο: σιγουράκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασική αγγλιά. Από το αγγλικό in, σημαίνει κυρίως της μοδός. Χρησιμοποιείται σε και καλούα διαλέκτους, όπως η τρεντογλωσσούζ, αλλά είναι ελαφρώς παρωχημένο, υπερβολικά κλασικό. Να μην συγχέεται με το ελληνοπρεπές μέσα, που έχει ελαφρώς άλλη σημασία.

Πηγή: Βικάριος.

Είναι προχώ να λες «προχώ», αλλά πολύ φοβούμαι ότι δεν είναι πλέον ιν, να λες «ιν».

Σχετικό: engreek

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιτρέψτε μου να το θεωρώ γνήσια ελληνική slang. Μόνο εμείς έχουμε την απίστευτη ικανότητα να «σκοτώνουμε» ξένες γλώσσες τόσο πετυχημένα.

Στο δια ταύτα, ενώ όλα τα αμερικάνικα σαντουιτσάκια που σαβουρώνουμε σε διάφορα φαστφουντάδικα (τα οποία είναι ό,τι πρέπει για μια καλή μάσα), ξέρουμε να τα λέμε μια χαρά (π.χ. Cheeseburger-->Τζηζ μπέργκερ, Chickenburger-->Τσίκεν μπέργκερ κ.ο.κ), το κλασικό Hamburger (το οποίο προφανώς έπρεπε να λέμε Χαμ μπέργκερ) έχουμε αποφασίσει να το κάνουμε μία λέξη (εν μέρει φυσιολογικό, εφόσον οι λέξεις χαμ και μπέργκερ έχουν κοινό το μ, οπότε υπάρχει μία κρυφή απόστροφος) και να αλλάξουμε το πρώτο ε με ου. Για το τελικό αποτέλεσμα δείτε το παράδειγμα...

Σημειώνω ότι η λέξη αυτή, αποτελεί παράδειγμα της τάσης που έχουμε να διαβάζουμε το γράμμα u του αγγλικού αλφάβητου ως ου σκοτώνοντας ουκ ολίγες λέξεις.

-Τι θα θέλατε παρακαλώ;
-Ένα κλαμπ, 2 φις μπέργκερς, 1 τζηζμπέργκερ και 1 χάμπουργκερ.
-Αμέσως κύριε...

Wimpy άλλως Πόλντο (από dryhammer, 22/06/14)

Σχετικό: χαμπουργκέρ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πραγματικά διατηρώ ακόμα ενδοιασμούς για το αν το λήμμα αποτελεί σλανγκιά, αλλά έχει ακουστεί και ακούγεται τόσο συχνά, που ίσως τελικά να είναι.

Και φυσικά αναφερόμαστε στα συμπαθή σκυλάκια ράτσας κόλεϊ, όπως είναι σωστά, που όμως λόγω της επιτυχίας και φήμης της γνωστής σειράς Λάσσυ κάμποσα χρόνια πριν, έφτασε το όνομα να αντικαταστήσει την ίδια την ράτσα...

Για την ιστορία, η Λάσσι βασίζεται σε μυθιστόρημα του Έρικ Νάιτ πάνω στο οποίο βασίστηκε αργότερα (δεκαετία '50-'60) η ομώνυμη σειρά.

  1. - Αχ τι χαριτωμένο το σκυλάκι σας, Λάσσι είναι , εεε;; - ...

  2. - ... Ποιος είναι ρε ο Μάκης ; - 'Ελα ρε, αυτός ο ψηλός που μένει δίπλα στου Στέφανου, με το σκύλο τον ωραίο... - Α ναι, τη Λάσσι! - Κόλεϊ βρε μαλάκα, έλεος!

(από rigo21, 12/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με αφορμή την επιθυμία του Βικάρ (ΔΠ) για την ανάλυση του όρου αυτού, και αρχής γενομένης από ένα σχόλιο του Πάτση για το τί είναι σλανγκ, αποφάσισα να στήσω ένα λήμμα ανοιχτό προς δημόσιο σχολιασμό.

Καταθέτω λοιπόν το κείμενο του Πάτση, καθώς και τον δικό μου ορισμό. Κατόπιν προτείνω στους χρήστες του σλανγκρ:
α. να γράψει ο καθένας -στο σχόλιο του λήμματος αυτού- την άποψή του περί τι είναι σλανγκ
β. να προταθούν λέξεις ελληνικές για τον όρο αυτό, σλανγκ λέξεις όμως και όχι τίποτα εξεζητημένες και τραβηγμένες από τα μαλλιά λεξιπλασίες.

1. Πάτσης έφη:

Για το εναρκτήριο λάκτισμα έκανα μια κουτσή-στραβή μετάφραση των σημαντικότερων παρατηρήσεων του λήμματος «slang» της wikipedia. Δεν λέω ότι συμφωνώ με όλα, να εξηγούμαστε.

«Η slang είναι η χρήση εξαιρετικά άτυπων / αδόκιμων λέξεων και εκφράσεων που δεν θεωρούνται τυποποιημένες στη διάλεκτο ή τη γλώσσα του ομιλητή.

Λίγοι γλωσσολόγοι έχουν αποτολμήσει να ορίσουν σαφώς τι αποτελεί slang. Προσπαθώντας να συνδράμουν, οι Bethany Κ. Dumas και Jonathan Lighter υποστήριξαν ότι μια έκφραση πρέπει να θεωρηθεί «πραγματική slang» εάν ικανοποιεί τουλάχιστον δύο από τα ακόλουθα κριτήρια:

  • Υποβιβάζει, έστω προσωρινά, «την αξιοπρέπεια της επίσημης ή σοβαρής ομιλίας ή του γραπτού λόγου» με άλλα λόγια, είναι πιθανό να θεωρηθεί σε τέτοια συμφραζόμενα σαν μια «εμφανής κακή χρήση του εκεί οικείου τρόπου φωνητικής έκφρασης / εκφοράς [register]»
  • Η χρήση της υπονοεί ότι ο χρήστης είναι εξοικειωμένος με αυτό στο οποίο αναφέρεται, ή με μια ομάδα ανθρώπων οι οποίοι [με τη σειρά τους] είναι εξοικειωμένοι με αυτό και χρησιμοποιούν τον όρο.
  • «Είναι ένας όρος ταμπού στη συνηθισμένη συνομιλία με ανθρώπους μιας υψηλότερης κοινωνικής θέσης ή μιας μεγαλύτερης ευθύνης.»
  • Αντικαθιστά «ένα καλά γνωστό συμβατικό συνώνυμο». Αυτό γίνεται πρώτιστα για να αποφευχθεί «η έλλειψη άνεσης που προκαλείται από τον συμβατικό όρο ή για παροχή περαιτέρω επεξηγήσεων».

Η slang πρέπει να διακριθεί από την επαγγελματική ιδιόλεκτο (jargon), η οποία είναι το τεχνικό λεξιλόγιο ενός συγκεκριμένου επαγγέλματος. Η επαγγελματική ιδιόλεκτος, όπως πολλά παραδείγματα της slang, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αποκλείσει τα μη-μέλη της ομάδας από τη συνομιλία, αλλά γενικά λειτουργεί ούτως ώστε να επιτρέπει τους χρήστες της να μιλήσουν με ακρίβεια για τα τεχνικά ζητήματα σε έναν δεδομένο [γνωστικό] πεδίο.»

2. Σειρά μου:

Σλανγκ γλώσσα είναι η προφορική (πρεμούρα, αντί μεγάλη βιασύνη ή σπουδή)
άσεμνη (μουνί, πούτσος, αντί των αιδοίο, πέος)
μη κορέκτ («την κάτσαμε τη βάρκα», αντί του «θα αντιμετωπίσουμε προβλήματα»)
καθημερινή (γαμάω αντί «κάνω σεξ» ή «έχω επαφή»)
υβριστική (πινεζοπούτανο, βρωμόπουστας, καριόλα)
απαγορευμένη & συνθηματική (καλιαρντά, ποδανά)
οικονομική (μπάχαλο αντί «χαώδης και θορυβώδης κατάσταση», μαλακοκαύλης αντί «αυτός που έχει πρόβλημα στύσης»)
ωμή (ξερατό αντί εμετός, κρέας αντί παχύσαρκος ή νωθρός)
χιουμοριστική (ρόφτυμα, αυτοψυχοψάξιμο, βαρβατίλα)
ευρηματική (κωλοδάχτυλο: η μόνη λέξη για να το περιγράψει)

Είναι η γλώσσα της ανατροπής και ωσεκτουτού της βαθύτερης ουσίας (πχ η λέξη γαμώ και όλα τα παράγωγά της μπορεί α. να σημαίνουν το σεξ, β να σημαίνουν μια ευχάριστη κατάσταση -«γαμώ τις φάσεις», γ. κάτι πολύ επώδυνο («με γάμησες!») -άντε βγάλε συ συμπέρασμα τι βλέπει ο έλληνας στο γαμήσι.

Είναι η γλώσσα που ξορκίζει, η γλώσσα του ευφημισμού: αυτό που μας καίει το σλανγκίζουμε και χαριτολογούμε επ' αυτού -όταν δεν το υποβιβάζουμε.

Είναι η γλώσσα που τολμάει το ταμπού, δηλαδή μιλάει για πράγματα που δεν λέγονται, αλλά το μεγάλο της ελάττωμα είναι πως δεν χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε στον εαυτό μας. Εκεί έχει το μεγαλύτερο και το πιο απόλυτο ταμπού όλων. Δεν θα πεις για τον εαυτό σου ότι είσαι μαλακοκαύλης ή ξεπλένω... Άσε που αν σε πούνε έτσι, έχουν δεν έχουν δίκιο, θα πέσει μπουνίδι... Αυτά είναι λίγο ύποπτα πράγματα, όπως θα τολμήσω να πω παρακάτω.

Είναι λοιπόν η γλώσσα που λέει «όχι», όχι στη θρησκεία, όχι στο σύστημα, όχι εδώ, όχι εκεί (κάπου το έχω διαβάσει αυτό μα δεν θυμάμαι τώρα), είναι αναρχική, είναι όμως πικρή και απαισιόδοξη, δηκτική και ανελέητη -κι ας χρησιμοποιεί το χιούμορ ως μέσο, δεν συγχωρεί κανέναν και για κανέναν λόγο και, κυρίες μου και κύριοι, όλο αυτό με κάνει να αναρωτιέμαι μήπως στο μεγαλύτερο ποσοστό της, η σλανγκ είναι κατά βάθος το ακριβώς αντίθετό της, είναι δηλαδή ρατσιστική και οπισθοδρομική, αντιδραστική με την αρχική έννοια της λέξης, μήπως είναι η γλώσσα που αρνείται κάθε διαφορετικότητα και κάθε εξέλιξη... Μήπως ο σλανγκ τύπος είναι ο μίστερ τέλειος που όλα τα κοροϊδεύει; Μήπως είναι η γλώσσα του κομπλεξικού ή του κομπλεξικού περιθωριακού, ή τού όσα δε φτάνει η αλεπού;...

Ή μήπως ο σλανγκ τύπος είναι αυτός που, για να αντέξει την πραγματικότητα με τις σκληρές της εκδηλώσεις, το ρίχνει στην πλάκα ώστε να ξεχάσει το πρόβλημα; (πράγμα που πίσω-πίσω κρύβει και την προηγούμενη άποψη, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς).

Στην ελληνική, οι ξένες λέξεις ή κάποια στοιχεία από τις ξένες γλώσσες σλανγκοποιούνται πάρα πολύ συχνά και αποτελούν βασική πηγή για την σλανγκ: καταλήξεις (), λέξεις από τα ιταλικά (κόμοδο), τα τούρκικα, τα γαλλικά, όλ' αυτά είτε μπήκαν ειρωνικά στη γλώσσα μας (κομιλφό) ή απλώς κατέληξε να χρησιμοποιούνται πια μόνο ως σλανγκ (γκαϊλές).

Σλανγκ δεν είναι οι μεταφορές, οι παρομοιώσεις, οι καθιερωμένες εκφράσεις, τα σχήματα λόγου -κι ας βγάζουν γέλιο, κι ας έχουμε βάλει όλοι μας δεκάδες τέτοια εδώ μέσα.

Σλανγκ είναι γλώσσα, είναι όμως και χαρακτήρας ανθρώπου, μια κατάσταση, κά.

Στα ελληνικά δεν έχουμε λέξη για την σλανγκ. Λέμε είτε «σλανγκ», ή «αργκό». Ας το δούμε λιγάκι αυτό, μήπως βρούμε κάτι έξυπνο. Αυτή είναι και η επιθυμία του Βικάρ που το πρότεινε στο ΔΠ.

- Καλά ε, είσαι πολύ σλανγκ τύπος!
- Τώρα αυτό για καλό το λες, ή για κακό;

Δες και ceci n'est pas slang.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified