Ατάκα της βλαχάρας, γκαρσόνας από να σήριαλ της ελληνικής τβ που συμπρωταγωνιστεί με τον Κατακουζίνα, τον ειδικό στις αποχετεύσεις.

- Τι αιθέρια ύπαρξη είναι αυτή η φίλη σου ρε Ελένη... τι ευγενικός άνθρωπος... την έχω ερωτευτεί.
- Tι λες μωρή κατακουζίνα... είναι αυτή μια τσαπερδονοκολοσφυρίχτρα... δεν την έχεις καταλάβει ακόμα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα κάθε λογής γυναικείο παπούτσι που σκοπό έχει να κάνει την γυναίκα να μοιάζει με στριπτιζού, βιζιτού, αγριόμουνο, σικ πλουσιέξ, τεσπα το παπούτσι που παραπέμπει σε ανεπανάληπτες στιγμές στο κρεβάτι, στο τραπέζι, στην τουαλέτα, στο αυτοκίνητο και όπου αλλού, σε βρώμικο ή υπέρκομψο γαμήσι, σε ό,τι.

Πρόκειται συνήθως για παπούτσια τα οποία αφήνουν τα δάχτυλα να φαίνονται, αλλά μπορεί, πχ, να είναι και μπότες. Πολύ συχνά δε είναι σε στυλ πλατφόρμα.

- Άτσα και καβλοπάπουτσο το Κατερινάκι μες το ντάλα χειμώνα; Τι έγινε ρε παιδιά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα της οποίας τα θέλγητρα παραπέμπουν στην γνωστή ιέρεια του έρωτα και η οποία διανθίζει την κατά τα άλλα βαρετή αναπαραγωγική διαδικασία με διάφορες τεχνικές, αξεσουάρ και ειδικά εφέ.

Στον δρόμο που χάραξε η Τσιτσιολίνα.

Η Αυτής Εξοχότης Cicciοlina (από allivegp, 30/11/09)Δρόμος στα Μελίσσια (από Khan, 12/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη, περιπαικτική, που περιγράφει καλές κοπέλες από κακές οικογένειες, ή κακές κοπέλες από καλές οικογένειες, ή τέλος πάντων οποιουδήποτε συνδυασμού, οι οποίες, όπως αφήνει να εννοηθεί το λήμμα, απλά είτε κερατώνουν τον σύντροφο τους, είτε γενικά την πλέκουν την κάλτσα του φαντάρου.

Παράφραση του ονόματος της ηρωίδος του γνωστού μυθιστορήματος της Λιλής Ζωγράφου, «Η αγάπη άργησε μια μέρα», που διασκευάστηκε σε σήριαλ για την ελληνική τηλεόραση το 1997 (δηλαδή Ερατώ την λέγανε αν δεν είναι obvious).

Χρησιμοποιείται και για άλλα πρόσωπα με άλλα ονόματα φυσικά, εκτός της Ερατούς.

Δεν ξέρω γιατί μου θύμισε και την φράση «πολύ καλό κορίτσι» που λέγαμε παλιά, βάζοντας ταυτόχρονα την γλώσσα μας στο μέσα μέρος του μάγουλου μας, μιμούμενοι ξέρετε τι. Δοκιμάστε το…

- Καλό κορίτσι η Αφροξυλάνθη, ε; Τυχερός, ο φίλος μας ο Γιαννάκης ο Μυλωνάς.
- Kαλά δεν λες τίποτε, και η Κερατώ τον άνδρα της με τους πραματευτάδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρριόλα με δύο -ρο είναι η φανατική θαυμάστρια της Carrie Bradshaw και φανατική θεατής της σειράς Sex & the City. Είναι το κοριτσάκι που έχει ταυτιστεί με το ίνδαλμά του τόσο πολύ, που την έχει δει Carrie, και νομίζει ότι ο γκόμενός της έχει την περιουσία του Mr Big, για να της αγοράζει υποδήματα Manolo Blahnik των πεντακοσίων Ευρώ τουλάχιστον, σε κάθε ευκαιρία. Και γενικότερα το κοριτσάκι που το παίζει σεξουαλικός κυνηγός, και της αρέσει να διηγείται τις εμπειρίες από τα θηράματά της κ.ο.κ.

Υπάρχουν πολλές καρριόλες. Είναι και σαραντάρες στο ράφι, που την ανάγκην φιλοτιμίαν ποιούμενες, βγαίνουν σε παρέες τεσσάρων γυναικών (από «Χρυσό Κουφέτο»), για να μοιάζουν με την σειρά. Είναι και δεκαεφτάρικα πιπίνια, -καρριολίτσες που προσπαθούν να γίνουν Κάρι πριν την ώρα τους. Μερικές είναι καλές και αξίζει να ενθουσιαστείς μαζί τους, (get carrie-d away το αγγλικό pun), μερικές είναι πικάντικες σαν ινδικό κάρι, ενώ άλλες καρριόλες είναι απλώς καριόλες με ένα ρο, με τον γνωστό ορισμό: «σε αντίθεση με την πουτάνα που πάει με όλους, η καριόλα είναι αυτή που πάει με όλους εκτός από σένα». Αν σας τύχει καρριόλα, που δεν σας πολυενδιαφέρει, μπορείτε να γυρίσετε την καρριολιά εναντίον της, δηλαδή να την φτύνετε όποτε θέλετε, ή και να της φοράτε περικοκλάδες, και να δικαιολογείστε με το σκεπτικό ότι αυτά έκανε κι ο Μπιγκ στην Κάρρι, και τελικά σε καλό της βγήκαν!...

Μένιος: Η Λάουρα έχει γίνει πολύ καρριόλα τώρα τελευταία! Παίρνει την Λίλιαν, την Μόνικα και την Μπάρμπαρα, και βγαίνουν πάντα οι τέσσερεις τους!
Γιώργος: Κι εσύ τι κάνεις; Μ.: Θέλω να την συνοδεύσω, για να έχω κι ευκαιρία να δω την Λίλιαν, αλλά η καρριόλα μου το απαγορεύει αυστηρά. Θέλει να είναι μόνο γυναικοπαρέα για να συζητούν για τις κατακτήσεις τους, λέει...
Γ.: Ρε τις καρριολίτσες!

Διαφήμιση της Heineken, παρωδία αντίστοιχης σκηνής στο Sex & the City. (από Hank, 14/01/09)(από Khan, 08/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έκφραση της ιδιαίτερης απαξίας την οποία τρέφει κάποιος για το λειτούργημα του μόντελινγκ, αλλά και του μάρκετινγκ και για όλα τα λήγοντα σε -ινγκ, όπως πχ το μάρκετινγκ, όταν εκτελούνται από κοπέλες χωρίς ιδιαίτερες ηθικές αναστολές.

- Η κόρη του Χ κάνει μόντελινγκ, το ξέρεις;
- Αυτά είναι μπόρντελινγκ, όχι μόντελινγκ!

ή

- Το πιπίνι σπουδάζει μάρκετινγκ!
- Ναι καλά, μπόρντελινγκ σπουδάζει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified