Further tags

Σύνθεση των λέξεων play + παίξε. Έχει τη σημασία του «παίξε».

(Δύο φίλοι παίζουν σκάκι)

-Φίλε,αυτή η κίνηση θέλει πολλή σκέψη...
-Έλα μην αργείς. Πλέξε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Περνάω έγγραφα και δικαιολογητικά από τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών για σφραγίδες, επικυρώσεις και άλλα άχρηστα γραφειοκρατικά. Βλ. ΚΕΠαρισμένο έγγραφο.

Πριν καταθέσω τα δικαιολογητικά πρέπει να τα KEΠάρω πρώτα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μου έρχεται να κάνω τσίσα μου όταν τρέχει η βρύση, ειδικά δε την ώρα
που ξυρίζομαι.

Πηγή: Λύο Καλοβυρνάς.

Κατούρησα, μετά ξυρίστηκα και μετά νερούρησα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βρίσκομαι σε άδεια πάσας φύσης, είτε επαγγελματική, είτε στρατιωτική, είτε για λόγους υγείας, σπουδών, διακοπών κλπ, ασχέτως με το αν η άδεια αυτή λαμβάνεται νομίμως, ή απλά παίρνεται απ' τη σημαία.

Το ρήμα ξεκίνησε να χρησιμοποιείται στην στρατιωτική ιδιόλεκτο, αλλά η χρήση του επεκτάθηκε στον ευρύτερο πολιτικό βίο.

  1. Τους τελευταίους 2 μήνες έχω ξεκωλιαστεί στα ρεπό.
    Και δηλώνω επίσης ότι αδειεύομαι (ζήτησα από τη σημαία) από 18 Δεκ μέχρι 8 Ιαν. (Εδώ)

  2. Eγώ αδειεύομαι μέχρι τις 9 του μήνα, αλλά καλύτερα να δούλευα.
    Κοντεύω να σηκώσω όλη την Ερμού με τα ψώνια που έκανα σήμερα.
    Κι ακόμα έχουμε τόσες μέρες με τα μαγαζιά ανοικτά. Βαστάτε με. (Εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καινούριο ρήμα που σημαίνει κουράστηκα από κάτι ή κάποιον, ή να κάνω κάτι, ή δε μου αρέσει πια να κάνω κάτι, είμαι εξαντλημένος.

Έχει σχέση με τα ''αβγά'' του ανθρώπου, δηλαδή όταν λέμε αβγάστηκα εννοούμε πως κάτι ή κάποιος μας έχει πρήξει τ' αβγά (αρχίδια), μας έκανε να κουραστούμε κ.α.

...Ουυυφφφ ρε μαλάκα, αβγάστηκα απ' όλες τις ασκήσεις!!!

Τι ξεκωλιάρης που 'ναι αυτός ο Μανώλης!!! Αυγάστηκα απ'αυτόν!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι και τα μπορέλι και Μπορμπόκης, δηλαδή ένας μαγκίζων τρόπος να πεις μπορεί χρησιμοποιώντας το όνομα γνωστού ποδοσφαιριστή, εν προκειμένω του Βίκτορ Μπόρμπα Φερέιρα Ριβάλντο.

(από Khan, 21/02/11)(από Khan, 27/04/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ρήμα ποικίλου και εποχικού περιεχομένου.

Μέχρι προ 6 μήνών σήμαινε κουρεύω την κόμη μου τύπου ημί αφανέ, ημί μακριά κατά τα πρότυπα της ευήθους καλλιφώνου τραγουδίστριας εκ Γεωργίας, Τάμτας.

Πλεόν χαρακτηρίζει την έχουσα κόμη τύπου κοτσίδας τελευταίας Ρωσίδας στριπτιτζούς, συνοδευόμενη από ατάλαντο γκόμενο με κακή άρθρωση του σίγμα κατά τα πρότυπα της ευθήους καλλιφώνου τραγουδίστριας εκ Γεωργίας, Τάμτας.

- Άχου το βρε το Ριτσάκι πως μεγάλωσε, δεν φαντάζεσαι.. Ψήλωσε... Ομόρφυνε... Τάμτεψε...
- Ά το χρυσό μου... Έκανε το μαλλί του σγουρό κοντό;
- Όχι, κυκλοφορεί σα Ρωσίδα και τά 'μπλεξε με τον πέμπτο ξάδερφο του Νίκου Μίχα.

(από acg, 22/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγαπώ + -ίζω: όταν η αγάπη ανάμεσα σε 2 άτομα είναι πολύ δυνατή.
(Γαλατική έκφραση: βλ. Γαλάτης μόδιστρος, κοπτοραπτού).

- Έχει πήξει η αγάπη τους ε;
- Ναι, αγαπίζονται τρελά!

Ο ΤΕΟ αγαπίζει τρελά - ααα :) :) :) (από Galadriel, 28/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ισπανίζουσα απόδοση της σλανγκικής έκφρασης «τα σπάει».

Προέρχεται από την φιλο-ετική τάση των σλανγκιστών (τάση να διαμορφώνονται οι λέξεις με την κατάληξη -έτο). Ίδετε και γκομενέτο (ή απλά νέτο), κολπέτο, Μπεμπέτο κτλ.

(σ.ς. δέον να συνοδεύεται από την λέξη carnal που, στα ισπανικά, αποδίδει το αμερικανικό brother των nigaz.)

- Ρε συ Μητσάρα, τώρα στ' αλήθεια σ' αρέσει αυτό που τρως;
- Τα σπαέτο μάγκα...
- Πώς είναι έτσι ρε φίλε! Λες και είναι σάπιο φαίνεται!
- Στ' αρχίδια μου.
- Στο στόμα σου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεξιπλασία που σημαίνει ακριβώς το αντίθετο από το «διασταυρώνω», «διασταύρωση». Δηλώνει το μαγείρεμα των στοιχείων, ή τη χάλκευση της πληροφορίας γενικότερα.

  1. Πάλι μου ζήτησε ο γενικός να διαστραβώσω τον ισολογισμό. Στο τέλος θα με κλείσουν μέσα.

  2. - Η κατάσταση που μου έφερες δείχνει ότι έχουμε έσοδα, ενώ εγώ βλέπω ότι πάμε για φούντο.
    - Άσε την κατάσταση. Είναι διαστραβωμένη...

  3. Το ρεπορτάζ λέει άλλα κι ο «μεγάλος» θέλει άλλα. Μάλλον θα γίνει διαστράβωση.

Μετά την αποκάλυψη της διαστράβωσης του ισολογισμού. (από panos1962, 12/11/09) Διαστράβωση στοιχείων (από panos1962, 15/11/09)Διαστράβωση στοιχείων (από panos1962, 15/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified