Further tags

Ο (καθ' έξιν) συνδαιτυμών ομαδικών ερωτικών συνευρέσεων.

Πραγματικό περιστατικό κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας.
Η Ρ. (πολιτική υπάλληλος της στρατιωτικής υπηρεσίας) απευθύνεται στο Ν. (επίσης πολιτικό υπάλληλο, γνωστό για τις ακροδεξιές του απόψεις, με σκοπό να τον πειράξει):
- Δε μου λες Ν., είσαι και συ παρτιζάνος;
- Όχι, εγώ είμαι παρτουζάνος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα κλικ παραπάνω από το γλειφομούνι ή αιδοιολειχία, είναι η µουνοαποµύζησις κατά τον Ανδρέαν Εμπειρίκον, ήτοι το ρούφηγμα ή απομύζηση του αιδοίου. Έχει εξάλλου το πλεονέκτημα ότι κάνει λολοπαίγνιο με το μονορούφι, οπότε μπορούμε να φανταστούμε ένα μουνέτο τόσο θεσπέσιο, που το κάνεις μουνορούφι μονορούφι. Κατ' επέκταση, είναι και λολοπαίγνιο για ό,τι σεξουλιάρικο ρουφάς μονορούφι.

  1. Αλλά με σκέτο πλακομούνι ή τέσπα και εξαιρετικό μουνορούφι δεν νομίζω να πλούτισε και να ευημέρησε καμία. (Galadriel στα σχόλια του βδελλογαμιάς).
  2. Californication, μια σειρά που τη βλέπεις μουνορούφι. (Εδώ).
  3. Κύρια αιτία τριχόπτωσης είναι το μουνορούφι και το ρουφοκώλι σε εβένινα μαύρα μουνάκια. (Αστικός μύθος που κυκλοφορεί σε μπουρδελοσάη).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη από γκουρμέ+αηδία. Είναι το αποτέλεσμα αποτυχημένης προσπαθείας γαστριμαργικού νεωτερισμού, όπου συνήθως δίδεται ιδιαιτέρα προσοχή εις το φαίνεσθαι και το τελικόν προϊόν είναι μή βρώσιμον. Είναι το αντώνυμο της γκουρμεδιάς

-Μας έστειλε ο Λάκης σ' ένα ρεστωράν και καλά ψαγμένο, nouvelle cuisine και έτσι. Μας φέρανε κάτι γκουρμεδίες που δεν τρωγόταν με τίποτα. Και πληρώσαμε κι ένα σκασμό λεφτά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το είδος αυτό προκύπτει όταν συναντάμε στον ίδιο άνθρωπο χαρακτηριστικά γνωρίσματα του κάγκουρα και ταυτόχρονα του φιλελέ/νεοφιλελέ.

Ο καγκουροφιλελές συνδυάζει αρμονικά τον εκλεπτυσμένο ψωνισμό και την απέχθεια των φιλελέδων για το λαουτζίκο και το ελληναριό με βασικά στοιχεία του κάγκουρα, όπως το ντύσιμο, το μηχανάκι, το κινητό και η συμπεριφορά πέφτουλα. Σε αντίθεση με τον ορίτζιναλ κάγκουρα δεν βρίζει τους γκέι ούτε προβαίνει σε πράξεις βίας, ενώ σε αντίθεση με τον γνήσιο φιλελέ προτιμάει να μην ζώνει το πουκάμισό του και είναι πιο χύμα γενικά.

Συναντάται κυρίως σε αστικές με μεσοαστικές συνοικίες, ψηφίζει Τζήμερο ή Μάνο και έχει όνειρο να φύγει από την Ελλάδα. Χαρακτηριστική σε αυτόν είναι η συχνή χρήση αγγλικών όρων στην καθημερινή ζωή. Το συγκεκριμένο είδος/υβρίδιο έχει ενισχύσει την παρουσία του τα τελευταία χρόνια καθιστώντας αναγκαίο να σχηματιστεί ο σύνθετος όρος που το περιγράφει.

  1. - Δεν βγαίνω ρε δυτικά προάστια με τους φτωχομπινέδες. Πάμε Γλυφάδα, είναι από τα λίγα μέρη που αξίζουν στην Ελλάδα. Φέρε και την αδερφή σου!
    - Ρε φίλε πόσο καγκουροφιλελές είσαι..

  2. - Πάλι οι εχθροί της ελεύθερης οικονομίας κλείσανε τους δρόμους! Πώς θα πάρω ζελέ για το μαλλί τώρα;
    - Έλα ρε μη γίνεσαι καγκουροφιλελές!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μιά ακόμα λέξη από τη ντοπιολαλιά της Κύθνου (άκρως ποιητική κατά τη γνώμη μου), που σημαίνει χάνω, βάζω (ή μου πέφτει) κάτι κάπου και δεν το βρίσκω, "το παίρνει ο άνεμος".

- Μωρή Αννεζιώ, είδες το ψαλίδι;
- Το βαστούσε η μικρή το πρωί. Ποιός ξέρει πού τ' ανεμοκύκλισε η ξεμυαλισμένη!

Με αφορμή τη λέξη αυτή (που προσωπικά δεν την έχω ακούσει να χρησιμοποιείται σε άλλη γραμματική μορφή στο νησί) έχω "κατασκευάσει" το ουσιαστικό της που, προς το παρόν, χρησιμοποιείται σε στενό οικογενειακό κύκλο. Έτσι αντί για ανακύκλωση χρησιμοποιούμε τον όρο "ανεμοκύκλιση". Αφορμή για τη μετονομασία (πέραν της διαστροφικής μου λεξικαυλίας) υπήρξαν τα δεινά που έχουν υποστεί οι ταλαίπωροι μπλε κάδοι της ανακύκλωσης, από κάφρους συμπολίτες μας, (μακριά απ' τον κώλο μας κι όπου θέλει ας μπει / ας είναι όπου νά 'ναι), κατά τη διάρκεια των "αγωνιστικών" (Θοῦ, Κύριε, φυλακὴν τῷ στόµατί µου) κινητοποιήσεων του, κατά τα λοιπά, συμπαθούς και ιδιαίτερα σημαντικού, από κοινωνική και περιβαλλοντική σκοπιά, κλάδου.

Η σύζυγος: "Αγάπη μου! (πάντα με γλύκα όταν πρόκειται για δουλειά) Γέμισε η σακούλα της ανεμοκύκλισης! Θυμήσου να την πάρεις φεύγοντας!"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το να είμαι άνεργος, να μην έχω εργασία. Στην Ελλάδα του 26% ποσοστού ανεργίας (επίσημα στοιχεία) και της πρωτιάς σε ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας. (εδώ)

  1. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης ΑΠΘ στηρίζω την αύξηση ποσοστών ανεργίας.. ΑΝΕΡΓΩ γιατί κάποιοι έτσι θέλουν (εδώ)

  2. Ανεργώ: Θέλω να βρω έναν καλό πλην τίμιο εργοδότη πριν τα κάνω #poutanaola (εδώ)

κι άλλα από τουίτερ:

  • Δεν απεργώ αγάπη μου - ανεργώ. - Best tweet of the day!

  • απεργώ ή ανεργώ ιδού η απορία #mme

  • Κάνει γενική ανεργία ή εγώ ανεργώ γενικά, γιατρέ μου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο ερωτικός, ο προκλητικός ερωτικά με τη θετική έννοια, αυτός που προβαίνει σε πρωτόβουλο ερωτικό κάλεσμα, σε αντίθεση με τον χλιμίτζουρα, τον χλεχλέ, τον ξενέρωτο.
Το επίθετο προέρχεται από δημιουργική παράφραση του επιφωνήματος "ζαμπουζάμπου ζαμπουζά", το οποίο χρησιμοποιήθηκε από την Ελένη Βλαχάκη στο επεισόδιο 37 της γνωστής σειράς "Κωνσταντίνου και Ελένης". Είναι μία ακόμα λέξη από αυτές με τις πλούτισε το λεξιλόγιό μας η εν λόγω σειρά.

Ενίοτε χρησιμοποιείται και το επίθετο "ζαμπουζιάρικος" που αναφέρεται σε αντικείμενα/καταστάσεις.

1)Πώς περιμένεις ρε να ρίξεις γκόμενα με αυτή τη φάτσα. Γίνε λίγο ζαμπουζιάρης!
Βαρέθηκα ρε φίλε τη ξινίλα της Μαρίας. Πάμε να βρούμε καμιά ζαμπουζιάρα γκόμενα να κάνουμε παιχνίδι.
2)Καλά η γκόμενα φόρεσε χθες ζαμπουζιάρικα εσώρουχα και με έστειλε!
Τρέλα αυτό το ζαμπουζιάρικο περπάτημα!

η φάση είναι στο 13:37

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γνωστό σέ όλους "κατά Τσοβόλαν" καλαμάκι. Ετυμολογία (για τυχόν αγνοούντες): "Αυτό που ρ'φαν", ήτοι "αυτό με το οποίο ρουφάν". Προτείνεται η καθιέρωση του όρου πανελλαδικώς, διότι ούτω πέως θα επιλυθεί η μεγίστη διχογνωμία Βορρά-Νότου, σχετικώς με το "καλαμάκι" και επί πλέον θα αποφευχθούν παρεξηγήσεις βήτα ή γάμα τύπου.

Έτσι αν τυχόν βρεθείτε σ' εκείνα τα μέρη και ακούσετε:

"Πιάσ'ένα Γιάννη που ροβουλάει μ' εφτά σκουμάρες και πουρφάν!"

θα ξέρετε ότι πρόκειται για "ένα Johnnie Walker με seven up και καλαμάκι".

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποφορά (όχι σώνει και καλά οσφρητική), που δημιουργείται όταν αποδομούμενες οι τρασιές παράγουν δυσώδη τρασίλα.
Κατά το τραγίλα, μουνίλα, καφρίλα, αριστερίλα και άλλα ων ουκ έστιν αριθμός, εκ του trash και της κατάληξης -ίλα.
H μπίχλα στην πατούσα είναι το αισθητικό κερασάκι στην όλη τρασίλα

  1. Πάλι καλά εχω να πω που εκεί στο μέγκα σκεφτήκανε οτι όλοι όσοι θέλουν την πχοιότητα έχουν κ αρκετή τρασίλα μέσα τους! (εδώ)
  2. Ιάπωνες αυνανίζονται τραγουδώντας... (και μετά λέμε οτι έχουμε τρασίλα κι εμείς στην τηλεόραση). (εδώ)
  3. Διαψεύδει τον ΓΑΠ ο Ιβάν Σαββίδης, αυτόν επικαλούνται οι Ανεξάρτητοι Έλληνες. Γουστάρω τρασίλα! (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

τρασόβιος, τρασοκαβλιάρης

Δημιουργική εξτένσιον της τρασιάς προς ποκίλες εκφραστικές κατευθύνσεις.
Να ζεις μεταφορικώς με τα σκουπίδια (τρασόβιος -κατά το λαθρόβιος), να την βρίσκεις με την 'σκουπιδιά' και την τρασίλα που ευδοκιμεί σε όλους τους τομείς της τρασοκαβλιάρας σουργελλάδας και θάλλει -με αξιοσημείωτη ζωτικότητα - σε όλες τις κοινωνικές τάξεις δημοκρατικά, από το λουμπεναριό στους προλεφτάριους κι από τους μικροαστείους στην λματ (3ηρέ ΕΛΕΗCΟΝ).

  1. - μα που ειναι αυτή η χρύσπα που μας έχετε ζαλίσει τ' αρχίδια;
    - Στον Άλφα. Αλλά γενικά στη καρδιά μας με τέτοιες εμφανίσεις :p
    - τρασόβιο κτήνος! :P (εδώ)
  2. - Εννοείται, Κανάλι9 φορ έβα!
    - Ή τέμπο ακόμα πιο παλια, ή extra παλιότερα
    - τρασόβια; φαινόσουν εξ αρχής σοβαρό άτομο, τώρα ανέβηκες μίλια στην εκτίμησή μου! (εδώ)
  3. - Τζάκρη-Βόζεμμπεργκ-Δένδιας στον Πρετεντέρη. Τι άλλο μπορεί να ζητήσει ο συνεπής τρασόβιος;
    - Αγάπη ρε μουνιά! (εδώ)
  4. - ξενέρα είσαι, ο σκοπός είναι να σου σηκωνόταν όταν μάζευες τα στρινγκάκια από τα άπλυτα να τα βάλεις στο πλυντήριο..
    - Μαρκο, γιατι δε σε ακολουθουσα εσενα;
    - γιατί είσαι ντιπ ξενέρωτος, ο @Markos ειναι ο πιό τρασοκαβλιάρης αριστερούλης
    - μετα απ την ατακα του λες να χρειαζομαι ρεφερενσηζ απο καμελ φακερς ρε;
    - δε τόπα γιά σένα ρε τρασόβιε νιουμπά! (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified