Further tags

Ερώτηση που απευθύνεται σε νυσταγμένο συνομιλητή, όχι από ενδιαφέρον για να τον νανουρίσει, αλλά αντιθέτως με σκοπό να τον ξυπνήσει και να τον ξεσηκώσει, διεγείροντας τη φαντασία του και μεταφέροντας τον σε περιοχές θερμές και υγρές, με το παραπάνω λεκτικό σαλτανάτι.

Προς τον συγκάτοικό του, που χασμουριέται:
- Έλα, ρε φίλε, τι έγινε; μου νύσταξες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η προετοιμασία και καθαριότητα του πρωκτού πριν το πρωκτικό σεξ.

Γίνεται με τη χρήση του σωλήνα του τηλεφώνου του μπάνιου χωρίς το τηλέφωνο, ο οποίος τοποθετείται εντός της πρωκτικής χώρας και με καυτό νερό πραγματοποιεί κάτι σαν κλύσμα. Είναι σαφής η σχέση της λέξης με τον κώλο. Προέρχεται δε από τη γαλλική λέξη décoller (= ξεκολλάω / απογειώνομαι) > décollage.

- Τί έκανες τόση ώρα στο μπάνιο;
- Άσε, έκανα ένα ντεκολάζ άλλο πράμα! Πολύ το φχαριστήθηκα!

Σαρλ ντε(γ)κόλ. Το (γ) δε μοιάζει με τον πέοντα και τη συνοδεία του; (από GATZMAN, 14/11/10)

Βλέπε και γκαζόζα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι η πρώτη χωρίς αναστολές γκόμενα που μας χούφτωσε έβερ, και η τελευταία που θα μας σερβίρει φραπεδάκι στο λυκόφως της ζωής (ή μέχρι τελικού ακρωτηριασμού, όποιο από τα δύο έρθει πρώτο).

To μόνο ντεσού της Μαρίας Παλάμη είναι οι περιορισμένες της κοινωνικές δεξιότητες.

Μερικοί την αποκαλούν Μαριγούλα, η χείρα με τα πέντε ορφανά.

- οκ το καταλαβαμε οτι εμμεσα θες να μας πεις οτι εχεις γκομενα εδω και 2-3 χρονακια εχεις γκομενα την Μαρια Παλαμη.
(εδώ)

-χαχαχα ειναι σαν να βλεπεις την bellucci και να εχεις την μαρια παλαμη ρε φιλε...δεν ζηταω την bellucci αλλα μια μαστροκωστα δεν με χαλαει..
(εκεί)

-εγω, που ειμαι 26 χρονων, 110 κιλα και με φατσα σαν τον διαβολο πιθηκο θα βρω την θεογκομενα στην ταυλανδη να με αγαπησει γιατι θα γνωρισει τον καταπληκτικο μου χαρακτηρα μεσα σε 2 εβδομαδες το πολυ; εδω στην ελλαδα 26 χρονια στην ελλαδα και η μοναδικη γυναικα που μας εχει ερωτευθει ειναι η ΜΑΡΙΑ ΠΑΛΑΜΗ. τυχαιο;;;;; δεν νομιζω...
(παρακάτω)

Mother Fist never gets angry
Mother Fist she never gets bored
I don't have to feed her
I just have to need her
She cries give me the word
(Marc Almond)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται κι έτσι το προφυλακτικό κάλυμμα, από ελαστικό υλικό που τοποθετείται σφιχτά στο εγερμένο ανδρικό μόριο πριν τη διείσδυση του στον γυναικείο κόλπο, προς αποφυγή τόσον ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης όσο και μεταδοτικού αφροδίσιου νοσήματος.

Επίσης λάστιχο, καπότα, προφυλακτικό, τσουτσού φερετζέ, σκουφίτσα, αλεπουδίτσα, μπεμπέκα.

Στον περιπτερά:
- Δώσε μου ένα Μάρλμπορο κι ένα κουτί προφυλακτήρες σε παρακαλώ.

(από iwn, 12/12/10)(από iwn, 12/12/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όρος της μπουρδελιάρικης ιδιολέκτου. Προκύπτει από τα στρίπερ (stripper), τρύπα και τρίπα- τριπάκι. Πρόκειται, επομένως, για την χορεύτρια σε στριπτητζάδικο, το παιδί του σωλήνα. Γράφεται και ως τρύππερ, τρίπερ, τρίππερ.

Κατ΄ αρχήν, ανταποκρίνεται στην ανάγκη χάλκευσης ενός όρου που να αντιστοιχεί στην ελληνική πραγματικότητα. Το γαλλικό στριπτιζέζ είναι μπαμπαδοπαππουδισμός που θυμίζει Belle Epoque και Toulouse-Lautrec. Το stripper είναι αμερικλανιά που θυμίζει Demi Moore και Las Vegas. Παραπέμπει σε κιτσογκλαμουράτο αφραπάζ με βλαχάρες Αμερικάνες σιλικονάτες, και όχι στο περιβάλλον φτωχού πλην τίμιου φραπενέ με βιοπαλαίστριες που μοχθούν για το φραπέ ημών το επιούσιον (μιλάμε εξάλλου για τελείως διαφορετικούς σωματότυπους από τα αμερικανικά ευαγή ιδρύματα, συνήθως κυριαρχούν ουκρανάιζερ και τσοκολάτες και όχι οι Αμερικλανοειδείς μπαγκατέλες). Βεβαίως το χορεύτρια είναι υπερβολικά ευφημιστικό, το λικνιτζού λόγιο και το παιδί του σωλήνα άβολο. Οπότε έχει πλέον καθιερωθεί ως κυρίαρχος όρος το τρύπερ, τουλάχιστον στο γνωστό μπουρδελοσάη.

Δεν μπορώ να αποφύγω την ντιριντάχτα προσπέλαση του όρου. Όταν η στρίπερ ορίζεται ως φραπεδιάρα ορίζεται από αυτό που προσφέρει, από την ανάγκη ή, έστω, την κατάφαση. Όταν ορίζεται ως τρύπερ ορίζεται από αυτό που δεν προσφέρει, από την ουτοπική επιθυμία.

Πράγματι, η τρύπα είναι το μόνο που δεν προσφέρει μια στρίπερ. Μπορεί να επιδαψιλεύει φραπέ, ποδοφραπέ, βυζομαλακία, σε οριακές περιπτώσεις μπουκιτσί (με την κρίση βέβαια όλα επαναδιαπραγματεύονται), γκουφουέ γλωσσόφιλα, και γενικά να βγάζει μια διαθεσιμότητα σε όλο το σώμα πλην του αιδοίου. Συνήθως, αν δεν πρόκειται για full nude ούτε καν το δείχνει. Το αιδοίο της κωλοτριβάδος, λοιπόν, καθίσταται κυριολεκτικά η μαύρη τρύπα, που ρουφάει αλλά και συνιστά την αλυσιτελή και πολυδάπανη επιθυμία του στριπτητζόφιλου. Με όρους του Roland Barthes, θα έλεγα ότι το φραπέ είναι το studium, ενώ η τρύπα είναι το punctum της λικνιτζούς, η οποία ορίζεται από την ουτοπία (γαμήσι με στρηπτιτζού) την πυροδοτούσα το τριπάκι της διαλεκτικής της επιθυμίας.

Για τον Έλληνα αγαπούλη, πρόκειται πραγματικά για τριπάκι και όχι μόνο για χαβαλέ ή για κολακεία του ανδρικού εγωισμού, όπως στην Εσπερία, ή για μπριζόλιασμα όπως αλλού. Ο Έλληνας κυνηγάει την τρύπα της τρύπερ και αυτή έχει εκπαιδευτεί σε μία διαλεκτική όπου πάντα τάζει όλο και κάτι περισσότερο για να κρατάει τον αγαπούλη στην πρίζα, ενώ η τρύπα ολοένα και αναβάλλεται. Νταξ μπορεί και να γαμήσεις στρηπτιτζού αν είσαι ωραίος, πλούσιος και στυλάτος, όπερ άτοπον, γιατί τότε δεν θα είχες πατήσει στο φραπενείο ιν δε φερστ πλέης. Ή αν την πρήξεις τόσο πολύ, ώστε στο τέλος αυτή (και το μαγαζί από πίσω) να ενδώσει στο στυλ, «άντε να σου κάτσω, να δούμε ρε μαλάκα επιτέλους τι θα καταλάβεις», όπερ ξυνουσία τις ξινή. Ο αμετανόητος, ωστόσο, στρηπτιτζόφιλος δεν χαλιέται, αφού η τρύπερ του έδωσε το ωραίο τριπάκι (για να παραφράσω τον Καβάφη). Υπάρχει, εξάλλου, πάντα και το Μετάξι για σβήσιμο.

Καβουρευθέντα στον βούρκο εγκρίτου μπουρδελοσάη:

  1. - Το γεγονος ειναι οτι οι περισσοτεροι εχετε δημιουργησει ενα στερεοτυπο για τις στριπερ. Εχετε αποδωσει χαρακτηριστικα σε αυτες και τις εχετε ομαδοποιησει. [...] Αλλο πραγμα οι Ρωσσιδες, Ρουμανες κλπ που εχουν στον χορο 2-3-5 χρονια και παραπανω. Αλλο η τρυπερ που δουλευει σε μαγαζια τυπου Ανατολη- Λιντο - κουκλες. Και αλλο η τρυπα που ερχετε απο Εσθονια- Λετονια κλπ εχει μαξιμουμ 1-2 μηνες εμπειρια και δουλευει σε ποιο χαλαρα μαγαζια. Οχι οτι οι δευτερες ειναι αθωες. Αλλα δεν εχουν αποκτησει ακομα την εμπειρια και το στυλ ψυχρου εκτελεστη.
    Στην πρωτη περιπτωση για να παιξεις και να επιβιωσεις οι πιθανοτητες ειναι μικρες. Και θελει γερα αντερα για να μπορεσεις να τα βγαλεις περα.
    Αλλο το επιπεδο δυσκολιας να παιξεις με τρυπερ εμπειρη (ΠΧ Ρουμανα με 3 χρονια στα κωλομπαρα) και αλλο με τρυπερ που εχει ερθει μεσω πρακτορειου και δεν ξερει ακομα πως να παει απο το παγκρατι στο συνταγμα.

- Τρύπερς, η λέξη τα λέει όλα. Τα λοιπά περί νύχτας, μέρας, απογεύματος, κατηγορίες, λίγκες κλπ τα προσπερνώ. Πληρώνονται για να δείχνουν κώλο και βυζιά (και παραπάνω...), το ίδιο κάνει είτε το κάνουν 3 χρόνια ή μέσω πρακτορείου και δίμηνα ανά περιοχή.

  1. οι τρυπερ σου βγαζουν τα κυνηγετικα σου ενστικτα..
    ως γνωστον του κυνηγου & του ψαρα το πιατο,σπανιως γεμιζουν..

  2. προφανως εχεις μπουκωσει απο την ελλειψη τρυπεροθεαματος..

  3. οχι ρε..το εχω κοψει πλεον..εχω κανει ταμα στην αγια τρυπερ την σωληνου,να ξαναγαμησω οταν ξανασηκωσουμε κουπα..

  4. άντε μη σε βάλω κ πληρώσεις κ τα τρυπεροκεράσματα...(τα σεμνά..μη φοβάσαι, δε θα σε φαληρίσω...

Ημερήσιος τρύπερ (από allivegp, 02/01/11)(από Khan, 05/01/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειναι παραφθορα του πουτσώνω.

Κατά συνέπεια, κωλοπετσωμένη = κωλοπουτσωμένη, κωλογαμημένη. Εκφέρεται θετικά και σημαίνει ασύμβατη, προχωρημένη, αχαλίνωτη, ορμητική, δυναμική κλπ.

Αντιθέτως, το πέτσωμα, τα πετσώματα , έχουν αρνητική έννοια και σημαίνουν προχειρότητα /-τες και μαλακία /-ες κλπ.

- Έγινε καλή δουλειά;
- Μπα, πετσώματα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του λιποζάν. Τα λεπτεπίλεπτα αλλά καλλίγραμμα τσιμπουκοχειλάκια, ενίοτε συνδυαζόμενα και λιγουλάκι λιπγκλοςς.

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΟΧΙ ΟΙ ΤΣΙΜΠΟΥΚΟΧΕΙΛΑΡΕΣ (αυτό είναι άλλο).

- Είδες φωτό κολέτσα πώς ήτανε παλιά;
- Τι να δω ρε φίλε, αφού έιναι όλο φτιαγμένο στο χέρι. Κώλος, βυζί, χειλάκι για πιποζάν και τα ρέστα.

(από stratos98, 16/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τριτούζα είναι η ελληνική απάντηση στο γαλλικό Ménage à trois.

Πρόκειται για λεξιπλασία του αρχικού τρι-, όπως λέμε τριήρης, τρίαινα, τριγλυκερίδια, τριζόνι, και του γαλλικού του partouze. Αντί λοιπόν να πούμε τρι-παρτούζα ή να γράφουμε ολόκληρη γαλλική νουβέλα (Μαντάμ Μποβαρύ) και να πούμε partouze à trois, λέμε ένα τριτούζα και καθαρίζουμε.

Σε μία τριτούζα τέταρτος δε χωρεί. Έχουμε λοιπόν τις εξής δυνατότητες.

  1. Τρεις γυναίκες κάνουνε λεσβιακό. Αφήστε τη φαντασία σας ελεύθερη.

  2. Ένας άντρας και δύο γυναίκες. Πρόκειται για την απόλυτη φαντασίωση κάθε αρσενικού όντος σ' αυτόν τον πλανήτη. Γιατί να είναι δύο και όχι παραπάνω;... Εδώ χωράει πολύ ψυχανάλυση. Μάλλον οι τρεις απαιτούνε υπεράνθρωπες αντοχές, ενώ οι δύο βολεύονται.

  3. Δύο άντρες και μια γυναίκα. Δεν πρόκειται, επαναλαμβάνω, δεν πρόκειται για την απόλυτη φαντασίωση κάθε θηλυκού όντος σ αυτόν τον πλανήτη, είτε γιατί οι δύο είναι πολλοί, είτε γιατί είναι λίγοι...

  4. Τρεις αδερφές.

- Είσαι για τριτούζα;
- Μέσα. Θα φέρεις τη δικιά σου;
- Εγώ δεν έχω καμία. Εσύ;
- Τι μαλάκας που είσαι;! ...Ούτε εγώ έχω.
- Τότε ας παίξουμε ένα τάβλι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Dum spiro spero στα λατινικά σημαίνει: «Όσο αναπνέω, ελπίζω».

Εννοείται ότι οι μαθητές λατινικών στα σχολεία θα το λογοπαίζανε με μιας: «Dum spiro, σπέρνω» -«όσο αναπνέω σπέρνω», δηλ. χύνω.

Δηλωτικό της αντρικής σεξουαλικής ευρωστίας.

Μπαμπαδισμός αν όχι προ-παππουδισμός.

Βλ. και το ίδιας εποχής Ω ξειν αγγέλειν γονεύσι ότι τήδε κοιμώμεθα τοις κείνων χρήμασι τρεφόμενοι.

- Πώς πάει;
- Μια χαρά!
- Κανα μουνάκι;
- Ε, πάντα. Ντουμ σπίρω, σπέρο!
- Ψςςςςςς! Κουλτουριάρη γαμιά μου εσύ!

Ο θυρεός του St Andrews, στη Σκωτία. (από poniroskylo, 09/04/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λολοπαίγνιο για το χτύπημα φραπέδων από φραπεδιάρες μιας κάποιας ηλικίας.

Εκ του αγγλικανικού milf shake, το οποίο όμως έχει κάπως διαφορετική έννοια.

Ασίστ: ο κκουμπάρος μου ο Μήτσος.

- Ναι γεια σας, ενα MILF-SHAKE θα ήθελα
(φατσοβιβλίο)

- μιλφσεηκ [κολλαει κι εδω, σουγκαρ, τι λες;] ή μιλφειγ. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified