Το σπέρμα, το ψωλόχυμα. Όπως λέμε orange juice, έτσι έχουμε και πέο τζους.
Έτσι, καργιόλα, πιες τώρα πέο τζους, που έχει βιταμίνες να δυναμώσεις, γιατί έχει και δεύτερο γύρο.
Το σπέρμα, το ψωλόχυμα. Όπως λέμε orange juice, έτσι έχουμε και πέο τζους.
Έτσι, καργιόλα, πιες τώρα πέο τζους, που έχει βιταμίνες να δυναμώσεις, γιατί έχει και δεύτερο γύρο.
Got a better definition? Add it!
Αμερικλανιά, σατιρική παραφθορά του συνθήματος «Υes we can» (Ναι, μπορούμε) που ακούγεται σε αμερικλάνικες προεκλογικές συγκεντρώσεις.
Η παρήχηση ακολουθεί τη σειρά: Υes, we can (ναι, μπορούμε) ==> yes, we can't (ναι, δεν μπορούμε) ==> yes, weekend (ναι, σαββατοκύριακο) και αποδομεί ένα στιβαρό σύνθημα πολιτικής αποφασιστικότητας σε ένα αλέν ντελόν αίτημα για μια σουκού εξόρμηση.
- Together we stand for a new era of change...
- Yes, weekend!
Got a better definition? Add it!
Σλανγκική γελοιοποίηση ή ακόμα ακόμα (sic) και γαλλοποίηση της έκφρασης «ως εκ τούτου».
Η έκφραση ενοποιείται και επίσης τονίζεται στο τέλος, αφενός θυμίζοντας το τουτού και ηχώντας λίγο σαχλά και παιδικά, αφετέρου μοιάζοντας με γαλλική έκφραση (χρειάζεται δε και την κατάλληλη πγοφογά), οπότε παίρνει μια αύρα επισημότητας και καλά.
Σλανγκασίστ: Βράστας
Είμαι πολύ κουγασμένη... Ωσεκτουτού, αγάπη μου, λέω το βγάδυ να μείνουμε μέσα.
Got a better definition? Add it!
Μια ακόμη πιο κουλέζικη λέξη για να περιγράψει τον φλώρο ή φλωρούμπα, την φλωρεντία (ενδεχομένως και περιπτωσιοποιήσεις του, όπως ο ιστιοφλώρος και ο κουκουλοφλώρος). Λόγω θηλυκού γένους και σχέσης με ζαχαροπλαστική, τείνει να περιγράψει και φλώρους που την μαρμελαδώνουνε την ζύμη.
Πώς έφτασε η πάστα φλόρα να σημαίνει τον φλωρούμπα;
Ως προς την ετυμολογία της πάστα-φλόρας, υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες ετυμολογιών. Σύμφωνα με την πρώτη, πρόκειται για την πάστα, που έφτιαξε κάποια Φλώρα. Σύμφωνα με την δεύτερη, πάστα φλόρα στην πραγματικότητα είναι η pasta frolla, που σημαίνει shortcrust pastry ή ζύμη ζαχαροπλαστικής ή έστω ζύμη για τάρτες. Κατά το Λεξικό Κοινής Νεοελληνικής:
«Η πάστα φλόρα είναι γλύκισμα που παρασκευάζεται με ζύμη ζαχαροπλαστικής, η οποία στρώνεται σε ταψί, καλύπτεται με ένα στρώμα μαρμελάδας και διακοσμείται με λεπτές λωρίδες από την ίδια ζύμη, που τοποθετούνται σταυρωτά έτσι ώστε να σχηματίζουν ρόμβους. [ιταλ. pasta frolla με μετάθ. του [r]].» (Δες το www.lexilogia.gr για την σχετική συζήτηση.)
Δεν έχει σχέση, λοιπόν, με λουλούδια στα λατινικά (προς μεγάλη μου απογοήτευση), ούτε με το πουλί φλώρος και ωσεκτουτού δεν υπάρχει κανένας λόγος να γράφεται με ωμέγα, αν δεν λανθάνει κάποιο ιδιοφυές σλανγκικό λογοπαίγνιο για τους φλώρους (όπως εδώ). Υπάρχει πάντως τουλάστιχον ένα βλόγιοναφιερωμένο στην πάρτη της.
Μια εναλλακτική άποψη έχει η Φρικούλα, που θεωρεί ότι η πάστα φλώρα προέρχεται από το μάστα φλώρα, και σημαίνει τον Μέγα Μάγιστρο του φλωροσιναφιού.
Θα προσθέταμε ότι παραπέμπει πιθανόν σε φλώρο που αποτελεί παστάκι για μεγαλύτερους σύντεκνους.
Τέλος, η έκφραση έχει μείνει περίφημη από τον ρόλο που έπαιξε η Μαίρη Αρώνη στο Μια Τρελή Οικογένεια, οπότε μπορεί να περιγράψει την γυναίκα που της μοιάζει έχοντας τουπέ, όντας κυριολεκτικά μεγαλωμένη με γαλλικά και πιάνο, αλλά παραμένοντας Ελλεεινίδα θείτσα. Ή έναν αντίστοιχο πάστα φλώρο, αν μπορούμε να φανταστούμε έναν φλώρο- θείτσο.
Ασίστ: Σχόλιο του the tongue στο λήμμα φλώρος / φλωρούμπας.
Επειδή το μυαλό των φλώρων παρομοιάζεται συχνά με ένα άδειο βαρέλι, γεμάτο με πάστα, οι φλώρο-μάστερς αυτο(;)αποκαλούνται «πάστερς». Ο ανώτατος πάστερ-φλώρος χρίζεται «πάστα 'da masta' φλώρα» από την Μετωπική Ένωση Φλώρων.
Από την Φρικηπαίδεια.
Got a better definition? Add it!
Μια ακόμη πιο κουλέζικη λέξη για τον φλώρο ή φλωρούμπα. Λόγω και του θηλυκού γένους, αλλά και της εσάνς που έχει η Φλωρεντία σαν πόλη των τεχνών, της ομορφιάς, της Αναγέννησης κ.τ.λ. ο όρος έχει μια λίγο πιο γκέι χροιά από τον απλό φλώρο. Γιατί εννοείται βέβαια ότι το κουλέζικο λογοπαίγνιο αφορά στην Φλωρεντία (Firenze), την σπουδαία πόλη της Τοσκάνης, που άκμασε κατά την Αναγέννηση, και είναι φημισμένη για την ομορφιά της. Εξάλλου, πολλοί από τους Φλωρεντίνους γκεϊλλιτέχνες, την ανακαλύπτανε την φωτοσκίαση, όπως μπορεί να βεβαιώσει και ο τεχνοκριτικός του σάιτ μας JohnBlack.
Όμως, παραμένει αμφίβολη η ετυμολογική σχέση, και εδώ το ζήτημα της ετυμολογίας του φλώρου είναι ανοιχτό. Γιατί, σύμφωνα με τον Μπάμπη:
Φλωρεντία < λατινικό Florentia < florens = ανθισμένος < florere < flos- floris = άνθος
(ενώ Firenze < Fiorenza < Florentia).
Όμως:
φλώρος < αρχαίο χλωρίων (κατά παρετυμολογία από το φλουρί) < χλωρός.
Όπου ο φλώρος θεωρείται ότι προέρχεται από το ομώνυμο ωδικό πτηνό με μελωδικό κελάηδημα, λαμπερό ελαιοπράσινο φτέρωμα, μεγάλες κίτρινες κηλίδες στις φτερούγες και την ουρά και υπόλευκο άνθος.
Είναι όμως όντως έτσι; Εγώ νόμιζα πάντα ότι φλώρος= ο λουλουδάτος.
Και β) πώς ορίζουμε τον φλώρο; Μήπως ήρθε η ώρα για μια αποδόμηση της παραδοσιακής έννοιας του φλώρου, αντίστοιχη με αυτή που έγινε για το φρικιό; Μήπως κατορθώσει κι ο Άλλος να ξαναμπεί στην κούρσα για το Non-Kavli Anti-Prize;
Πηγή: Σχόλιο του the tongue στο λήμμα φλώρος / φλωρούμπας.
- Φλωρίζει λίγο ο Πέρι, ή μου φαίνεται;
- Ποια λες, την φλωρεντία; Μα δεν το βλέπεις ότι ο τύπος την απεικονίζει την προοπτική;
Got a better definition? Add it!
Παίχτης ποδοσφαίρου του οποίου το κύριο χαρακτηριστικό είναι ότι, με την παραμικρή (ή πολλάκις και ανύπαρκτη) αφορμή, πέφτει στο χόρτο, με απώτερο σκοπό να αποσπάσει πέτσινο φάουλ, πέναλτυ, έμμεσο κτλ ανάλογα τη γκαβομάρα (ή μεροληψία) του άρχοντα του αγώνα (βλ. διαιτητής). Η λέξη κάνει και ρίμα παίχτης-πέφτης, κάτι που συντελεί στη βιωσιμότητά της. Η πτώση σχεδόν πάντα συνοδεύεται από θετρινισμούς ντεμέκ, «με σκότωσε», «με σακάτεψε», όπερ σημαίνει καλός πέφτης ίσον και καλός ηθοποιός.
- Σφύρα το ρε κοράκι. Δε βλέπεις που τον σακάτεψε; Σφαδάζει ο άνθρωπος!!!
- Τι να το δώσει ρε μεγάλε; Λες και δεν τον ξέρουμε τον καραγκούνη. Μεγάλος πέφτης!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λέγεται και κοντομερί από το γαλλικό condommerie.
Θα μπορούσε να λέγεται έτσι και η ντισκοτέκ Ρετρό (αν υπάρχει ακόμα) ή ένα άλλο παρεμφερές κλαμπάκι που δεν ξέρω πώς το λένε, ξέρω όμως ότι υπάρχει κάπου προς Φάληρο;;; (το έμεντάλ μου μέσα...)
- Ρε συ υπάρχουν ακόμα καποτάδικα ή έχουν κλείσει;
- Γούγλαρέ το και θα δεις.
...
(μετά από λίγο)
- Λοιπόν μπες εδώ και θα βρεις μάλλον αυτό που έλεγες:
http://stellanelcielo.blogspot.com/2009/04/blog-post_15.html
Θα πάμε σε κανα μπαράκι της προκοπής απόψε ή θα με πας πάλι σε καποτάδικο;
Got a better definition? Add it!
Υποκατάστατο-χαριτωμενιά της ευχής «πολύχρονος και ευτυχισμένος». Φοριέται αρκετά εσχάτως.
Ασίστ: Ρουμάνος.
- Κουμπαρόσκυλε, πολύχρωμος και εντοιχισμένος...
(από εδώ)
- ΠΟΛΥΧΡΩΜΟΣ ΚΙ ΕΝΤΟΙΧΙΣΜΕΝΟΣ ΡΕ ΦΙΛΕ! ΕΙΣΑΙ ΚΑΙ Ο ΚΡΟΤΟΣ! ΚΑΙ ΠΑΝΩ ΑΠ' ΟΛΑ.... ΣΙΔΕΡΟΚΕΦΑΛΟΣ ! ...
(Από εδώ)
- Χριόνια πολλά ρε' σύ να' ούμ και να τα κατοστήσεις! Πολύχρωμος εντοιχισμένος κι ό,τι λιποθυμείς (μην σου πω που να το βρεις... χεχεχε!)
(από εδώ)
Βλέπε και πολυούχος.
Got a better definition? Add it!
Το κατεστραμμένο όχημα. Εμπνευσμένο από παλαιότερο και ατυχήσαν μονδέλλο της Ford. Έχει περιπέσει σε αχρηστία.
Λογοπαίγνιο με την ελληνική λέξη σκόρπιο, βεβαίως βεβαίως.
- Ο Θοδωρής έκανε ομορφιά transformers. Μπήκε στο στροφιλίκι με Uno Turbo και βγήκε με Ford Scorpio!
Got a better definition? Add it!