Further tags

Είναι το άτομο που είχε πολλούς συντρόφους στην έως τώρα ζωή του, σε σημείο που να μην μπορεί -ή να είναι αδύνατο αντικειμενικά- να τους θυμάται όλους.

Προκύπτει από το υπερσύνθετο ουσιαστικό της λαϊκής λεξιπλασίας
και την τεχνική την οποία πρέπει να ακολουθήσει ο κάθε μαθητής για να έχει επιτυχία στις πανελλήνιες -και άρα και στη μετέπειτα ζωή του (χα).

  1. - Πώς τον λέγαν τον πρώην σου ρε που έβαζε μουσική όταν πήγαινε τουαλέτα για να μην ακούγεται;
    - Νικόλα; Όχι ρε, κάτσε, Θύμιο. Α, τον Θύμιο, τι μου θύμισες!
    - Καλά, μέχρι αυτού το σημείου έχεις φτάσει; Άκου: όταν στην ιστορία είχα μια δύσκολη πρόταση που έπρεπε να κατανοήσω, αλλά ήταν τόσο σύνθετη και με δύσκολες και πολλές λέξεις και δε μπορούσα, έπαιρνα το αρχικό γράμμα της κάθε λέξης της πρότασης, τα έβαζα όλα μαζί, έβγαινε μια απροσδιόριστη ηχολέξη, αλλά με βοηθούσε στην κατανόηση (σ.σ: απομνημόνευση!!!) γιατί είχα μετά το αρχικό της κάθε λέξης.
    - Μπάστα φιλενάδα, αν το κάνω αυτό με τους πρώην θα βγει σκουληκομυρμηγκότρυπα.
    - Καλά, κλείσε τώρα. Α, μετά την ορκομωσία μου θα μείνουμε Σόλωνος για έναν καφέ, έτσι;;

  2. - Ώπα το Βικάκι. Καλά ρε, τέτοιο πις, πώς και δεν ακούστηκε ακόμα κάτι για αυτήν;
    - Καλά ρε, σωβρακολογείς;; Αυτή βγάζει σκουληκομυρμηγκότρυπα!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ολ τάιμ κλάσσικ κατα τα σέβεντις και την ένδοξη δεκαετία, που ακουγόταν στα ουφάδικα και τα ποδοσφαιράκια όταν γίνονται ομηρικές μάχες μεταξύ δύο παικτών ποδοσφαιραq ή τριμπάλου μπιλιάρδου (Γαλλικού).

Στις περιπτώσεις αυτές πλήρωνε μόνον όποιος έχανε και ποτέ ο νικητής. Έτσι μετά από κάθε σετ του παιχνιδιού, ο νικητής με περισσή περηφάνια και με στεντόρια φωνή, και καλούα μονολογούσε: «ο χάνων χύνει».

Υστεριόγραφο: Ολόκληρη η έκφραση ως πρωτοσλανγκίζουσα ήταν: «Ο χάνων χύνει μέταλλο» (κοσάρι). Αφ' ης στιγμής όμως αντικειμενικοποιήθηκε ως αυτόνομος σλανγκισμός, κόπηκε το «μέταλλο» ως ευκόλως εννοούμενον.

- Ρε πστ τι κωλοφαρδία έχεις σήμερα; Κόντρα στο μπανιστήρι και μέσα;
- Χα χα, θα σου περάσει, ο χάνων χύνει!

το μέταλλο (από perkins, 12/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναικεία ευαίσθητη περιοχή, λόγω του ότι στην αγγλική του μετάφραση παραπέμπει ξεκάθαρα εκεί.

- Ρε Τζώνη, δε μου δίνεις λίγο την ηλιοπροστασία;
- Πάρε το υπόστρωμά σου, ρε!
- Δε γίνεται, αν το σηκώσω η σκηνή θα γεμίσει αρκούδια. Έχει καθαρό ουρανό σήμερα, ρε, και θα πάω να δείξω στην Κούλα τ' αστέρια.
- Και τι σε νοιάζουν τ' άστρα κι όραμα και ο καθαρός ουρανός, ρε, πύραυλο θα εκτοξεύσεις;
- Ναι ρε, με προορισμό το φεγγάρι, αγγλιστί!
- .........................

(Ο Τζώνης δεν έχει πάρει ούτε το Elementary της Palso)

- Κούλα, πάμε να μου δείξεις το φεγγάρι;
- Αμέσως!! (Αχ,είναι τόσο ρομαντικός. Σιγά μην ξανακούσω την Ελεονόρα που λέει ότι οι άνδρες έχουν συνέχεια «εκεί» το μυαλό τους!)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  • Λογοπαιγνιακώς: η σπιτική μαρμελάδα (που συνήθως παρασκευάζεται από τη μεγαλύτερη σε ηλικία θεία).
  • Λογοπαιγνιακώς και μεταφορικώς: γυναίκα χωρίς κοινωνικά ενδιαφέροντα, απόλυτα προσηλωμένη στα του οίκου της.

- Τα ΄μαθες ρε; Η Τζοβάνα παντρεύτηκε τον Νίκο!!
- Κλάιν μάιν! Μπορεί να έχει τη μισή Αλμωπία δική του, αλλά η Τζοβάνα που ήταν και απουσιολόγος και απόφοιτος Κ.Α.Τ.Ε. δεν αξίζει να γίνει μαρμελαθείτσα.
- Γιατί ρε, κακό είναι; Έχεις φάει κεράσια Αριδαίας και μιλάς;; ΑΑ ποιότητα. Σκέψου τα και σε μαρμελάδα! Κόλαση.
- Χελόου! Έχω φάει και ροδάκινα Σκύδρας, φίλος! Μεταφορικά το λέω, ρε γκασμά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φανταστικός ωκεανός στον οποίο πλέει αυτός που με το γνωστό μέσο έχει περιέλθει σε κατάσταση σαμσάρας, νιρβάνας και μόκσας. Συνδέεται νοηματικά με τη γενέτειρα του Μπομπ και ηχο-φωνητικά παραπέμπει αληθοφανώς και σε ωκεανό, καθώς Ειρηνικός, Ατλαντικός είναι τετρασύλλαβοι και οξύτονοι με την ίδια κατάληξη -/kόs/.

Παραλλάσσεται σε Τζαβαϊκό (εκ της γλώττης προγραμματισμού Java) Ωκεανό για να χαρακτηρίσει το άτομο που ασχολείται πολλές ώρες με τον υπολογιστή.

-Αυτά είναι! Ένα άτομο λιγότερο σήμερα που κερνάω επειδή βγήκαν οι προσωρινοί πίνακες κατάταξης του Α.Σ.Ε.Π. και είμαι εντός. Αλλά γιατί δεν ήρθε ο Ζαχαρίας; -Πλέει πάλι στον Τζαμαϊκό Ωκεανό. -Γιατί ρε; Aφού είπε ποτέ ξανά στην Καραϊβική μετά τη νίλα στο μπλόκο. -Γιατί στην προκύρηξη Ψ9/1999, ενώ ήταν εντός στον προσωρινό, στον οριστικό ένας ενιστάμενος του έφαγε τη θέση και του το θύμισες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο συνεργάτης που μόνο συνεργάτης δεν είναι τελικά. Η λέξη προκύπτει με την αλλαγή του προθέματος «συν» με το πρόθεμα «πλην». Μη συγχέεται με τον «πλυνεργάτη», τον άνθρωπο που καθαρίζει τζάμια, και που είναι η δουλειά που εύχεσαι να έκανε ο πληνεργάτης σου.

Παράγωγα: πληνεργασία.

- Πληνεργασία να σου πετύχει!
- Τι έγινε πάλι;
- Η πληνεργάτιδα μου, ό,τι θέλει καταλαβαίνει στα μέιλ που της στέλνω.
- Μήπως να της έκανες δώρο κάνα πανί και κάνα καθαριστικό;

Σπλήνα... ότι πρέπει για τους σπληνεργάτες (από GATZMAN, 08/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Update του δώσε πόνο!, όπου ο μερακλής συμμετέχων σε συναυλία παρακαλεί τον τραγουδιάρη να του προσφέρει όχι τον κλασικό ερωτικό νταλκά για ανολοκλήρωτους έρωτες, απιστίες, κενωνία άτιμη και ταλιμπάν, αλλά έναν πλανητικό ούμπερ-νταλκά για όλους τους κατατρεγμένους του κόσμου, παιδάκια που πεθαίνουν από AIDS στην Αφρική, πολιτικούς κρατουμένους στην Βιρμανία, παλαιστίνιους έγκλειστους, το Νέλσον Μαντέλα και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις, και δεν μπορεί να νταλκαδιάσει αν δεν ακούσει όλαφ τα. Προφ από τον καλό Σαμαρείτη Bono των U2, που πέρασε πρόσφατα από την χώρα μας.

Πάσα: Πάτσης.

- Και του λέγαμε δώσε Μπόνο!, αλλά ο καζαντζίδης επαναλάμβανε μόνο την κασέτα με την σκάρτη αχάριστη γκόμενα! Μα καλά πού ζει; Χάθηκε να βάλει και καμιά γενοκτονία των Ταμίλων να νταλκαδιάσουμε λιγουλάκι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παντελώς ατάλαντος τραγουδιστής, ο αηδιαστικός αοιδός. Διακρίνεται από την ανύπαρκτη φωνή του, την κάκιστη ποιότητα των τραγουδιών του, τις φαλτσαδούρες που πετάει στις συναυλίες (στο στούντιο ο παραγωγός μπορεί και μαζεύει τα ασυμμάζευτα, εδώ έβγαλε δίσκο ο Κάτμαν!) και από τα δυνατά κονέ του (αλλιώς θα καθόταν σπιτάκι του και δεν θα τον ξέραμε). 'Ενας Κακοφωνίξ που χρειάζεται επειγόντως φίμωμα, αλλά δυστυχώς πολλές φορές αποθεώνεται κιόλας, αφού ο κόσμος είναι για δέσιμο!

Από την άλλη έχουμε τη γυναίκα αηδό, που αυτόματα σημαίνει εξωτερική εμφάνιση φουλ, από φωνή μουνί κι από μουνί φωνάρα δηλαδή. Σκέτη Μαρία Κάβλας και ντυμένη προσεκτικά έτσι ώστε να μην είναι εντελώς γδυμένη, εκτελεί ανελέητα και είναι ό,τι πρέπει για τους θαμώνες των σκυλάδικων που, έτσι κι αλλιώς, μετά το πρώτο μπουκάλι Τζόνι τη φωνή δεν θα την ακούγανε.

  1. (από εδώ)
    «Ο ΒΑΣ ΒΑΣ (Ο ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ) 8) τον οποίον δεν γνωρίζεις, είναι ένας σύγχρονος λαικός αηδός ο οποίος, μαζί με έναν ολόκληρο θίασο (τσίρκο ολόκληρο) απαρτιζόμενο από Κατέλη, Ταμπάκη, Ελισάβετ, Σχιζοφρενή Δολοφόνο, κλπ μοντέλα τα οποία θα μπορούσαν να απασχολήσουν 6 ψυχιατρικά συνέδρια, έχουν βγάλει cd το οποίο κοντεύει να γίνει δίς πλατινένιο, βρίσκεται στην πρώτη θέση των κυκλοφοριών[...].»

  2. (από Lifo)
    «-Ανοιχτή επιστολή στον πρωθυπουργό του Ισραήλ απέστειλε η γνωστή αηδός Στέλλα Μπεζαντάκου, στην οποία τον παρακινεί να “κάνει έρωτα και όχι πόλεμο”, ενώ στην επιστολή περιέχεται ένα κομμάτι γάζας, αφού “είναι χαζό να γίνεται πόλεμος για μια λωρίδα γάζας, γι’αυτό και σας στέλνω εγώ μία, μπας και σταματήσετε”. Ευτυχώς που αυτός δεν ξέρει ελληνικά.»

  3. (από εδώ)
    «Η φωνή που ακουγόταν προχθές από τα μεγάφωνα στην αποβάθρα του μετρό στο Σύνταγμα μου ήταν γνωστή. Το τραγουδάκι όμως το άκουγα για πρώτη φορά όπως και το βιντεάκι που προβάλλονταν από τις οθόνες. Ναι ήταν η γνωστή λαική αηδός Έλλη Κοκκίνου που λικνιζόταν στους ρυθμούς μιας ανάλαφρης μελωδίας.»

Η Βέρα Λάμπρου αποτίει φόρο τιμής στη Μαρινέλλα! (από Cunning Linguist, 03/09/10)Εδώ η Έφη Σαρρή του ΛΑ.Ο.Σ. σπάει τα ρατσιστικά ταμπού και παίρνει όλη την Αφρική! (από Cunning Linguist, 03/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται συνήθως για αβγά η κάποιο άλλο καμένο φαγητό.

Ενίοτε και για επίδοξους ψήστες χωρίς καμιά ικανότητα στη μαγειρική

-Μάγκες σήμερα μαγειρεύω εγώ.
-Α παράτα μας ρε Σάκη μόνο αβγά τηγαμητά ξέρεις να κάνεις!!

(από perkins, 06/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρετυμολογημένος εκ του «επιτυχία» ορισμός για το πτυχίο, πολλάκις χρησιμοποιούμενος από θειούς, θειές και γιαγιαδοπαπούδες ανά την επικράτεια, οι οποίοι το λένε έτσι και συμπεριφέρονται γενικότερα σαν να συνεννοούνται ταυτόχρονα με μυστηριώδεις τρόπους.

Ον δι άδερ χάντ λέτε να ξέρουν κάτι παραπάνω από μας και να εννοούν «επιτοίχιο», αφού εκεί τελικά εκεί θα καταλήξει κορνιζαρισμένο;

Απα πα, το παιδί δεν είχε σου λέω κανένα μέσον. Το επιτυχίο του μόνο του «έδωσε» τη θέση στην Μ.Κ.Ο. «Κάνε Μια Καλή Πράξη: Ξύσε Τ' αρχίδια Του Συναδέλφου Σου Που Τρώει Τα Νύχια Του» .

Λέγεται ότι η Θάλεια Δραγώνα δεν εχει πτυχίο , μόνο επιτοίχιο. (από perkins, 02/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified