Further tags

Χαρακτηρισμός χρησιμοποιημένης κάλτσας (4ο Στάδιο), κατά το οποίο ενδέχεται να τραπεί σε φυγή (προς αποφυγήν επαναχρησιμοποίησής της) δια της πτητικής οδού. Πληθυντικός «οι μπεκάλτσες» ή ένα «μπεκάλτσικο σμήνος». Ιδιαίτερα επικίνδυνο κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.

1ο Στάδιο - Σκοτώνει κουνούπια από απόσταση

2ο Στάδιο - Την πετάς και κολλάει στο ταβάνι

3ο Στάδιο - Την πετάς στο ταβάνι και σπάει

4ο Στάδιο - Πετάει μόνη της (μπεκάλτσα)

- Πώπω, ρε συ Μήτσο, τι μπόχα είναι αυτή! Η κάλτσα σου βρωμάει..,
- Ναι ρε άσε, και να φανταστείς μόνη της έμεινε από χθες. Η άλλη έγινε μπεκάλτσα και την κοπάνησε.

Μπεκ προσαρμοζόμενο σε κάλτσα για κατευθυνόμενη έκχυση βρωμιάς σε συγκεκριμένο στόχο (από GATZMAN, 20/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συγκαλυμμένος τρόπος να προφέρεις τη λέξη «πουτάνα», σε όλες τις πιθανές σημασίες της και σε όλες τις πιθανές περιστάσεις.

Αναφέρεται στο «Δεν σε γουστάρω» σε στίχους και μουσική του Βασίλη Παπακωνσταντίνου.

(σε γκισέ εφορίας)

- Να μου προσκομίσετε και το στεφανοχάρτι της συμπεθέρας του μπατζανάκη σας, παρακαλώ.
- Που τ' ανακάλυψες ότι χρειάζεται;

στο 1:05 (από allivegp, 19/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επικίνδυνος και εύστοχος κατά συρροή κωλάκιας.

- Ρε φίλε, εσύ δεν έχεις αφήσει κώλο όρθιο...
- Αυτή παλικάρι μου είναι η φυσική πορεία ενός κωλοφόνου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνική καραφλάζ με την χρήση ράστα.

- Ο Μάνος είναι πολύ ρισπέκτ άτομο, διατηρεί τα ράστα του ακόμα κι αν έχει χάσει τα περισσότερα μαλλιά του!
- Δεν είναι παρά ένας τιποτένιος ρασταφλός...

Αξεσουάρ ρασταφλαζ (από Vrastaman, 19/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Extreme sport στο οποίο επιδίδονται κουκουλοφλώροι, μπαχαλάκηδες και λοιπές δυνάμεις του ανθού της ελληνικής νεολαίας. Συνίσταται στο να αναγκάσεις έναν μπάτσο να αναπηδήσει και να τρέξει, στην δε ιδεατή περίπτωση είναι η ρίψη του τσουμπά από υψηλό κτήριο, αλλά χωρίς σχοινί ασφαλείας.

Προφάνουσλυ, πρόκειται για λολοπαίγνιο με το ακραίο σπορ Bungee jumping, προσφιλές στις κουράδες.

Πάσα: Jeanoir.

  1. ayto to kalokairi as kanoume oloi mpatsoi jumping mpas kai adiasei o topos apo mlkes.. Relax... (Γκρηκλιστής στο hiphop.gr)

  2. Να ανακηρυχθεί το μπάτσοι-jumping σε επίσημο ελληνικό ολυμπιακό άθλημα. (Πρόταση στο athens.indymedia.org).

  3. paidia pame oloi gia mpatsoi jumping;;; na arxisoume na tous rixnoume apo ta ktiria re...oi an8ropoi apoktoun ligoi eksousia kai nomizoun pos einai 8eoi...
    (Πρόταση στο συσιφόνι).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαριτωμενίστικη παράφραση του χαζούλη.

Το λέμε σε μικρά παιδιά, και σαν προσπάθεια δικαιολόγησης των μαλακιών που κάνουμε κατά καιρούς.

- Ξέρεις τι είναι αυτό καλέ μου [είναι πρωτάρης και αυτή του δείχνει το «Α.Τ.Μ.» της].
- Εεε καλά ζαζούλης είμαι; Το λαγουδάκι σου είναι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλοι γνωρίζουμε το γνωστό καμάκι «ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου;». Αυτό εδώ είναι μια παραλλαγή που συνήθως χρησιμοποιείται σε μπάζα ή στον υπερβολικά μαλάκα της παρέας, για να τονίσεις την ασχήμια της κοπέλας ή του άντρα (συνήθως κοπέλας) ή την υπέρτατη μαλακοσύνη του φίλου σου!

  1. — Πο πο πο... κοπελιά, τσοφλέμπορας είναι ο πατέρας σου;
    — ...

  2. — Κοίτα παιδί ρε γαμώτο... Χαζός είναι; Ρε Νίκο, τσοφλέμπορας είναι ο πατέρας σου;
    — Άντε στο διάολο ρε!

Δες ακόμη: μάγειρας ήταν ο μπαμπάς σου;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λένε το χρόνο που περνάει κάποιος εξασκώντας το σπορ της κτηνοβασίας για μια ολόκληρη ώρα.

Μονάδα μέτρησης της συγκεκριμένης ενέργειας είναι τα κτηνοβάτ, τα οποία καταναλίσκονται κατά την διάρκεια μιας κτηνοβατώρας.

- Πς μωρή Διαμάντω κοίτα τι κούκλος που είν' ο Μήτρος!!!
- Ναι καλά. Έχει γράψει αυτούνος κτωνοβατωωωωωωωωωωώρες !!!

(από patsis, 14/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αγόρια στην ηλικία της πρώιμης εφηβείας. Είναι το αντίστοιχο με το «πιπίνι» σε συνδυασμό με αυτό που ανακαλύπτει ότι έχει στο βρακί του ένας έφηβος, το λιλί του. Τα λιλίνια φέρουνε τρέντυ κόμμωση αχτενισιάς, έχουνε ζόρικο ύφος κι απλανές βλέμμα, επειδή την έχουνε κάνει σφεντόνα από τη μια και από την άλλη επειδή έχουνε κάψει σχεδόν όλα τους τα εγκεφαλικά κύτταρα στα βίντεο γκέημς. Αλλά η γενετήσια ορμή, τα αναγκάζει να συγκροτούνε παρέες 3-7 ατόμων, και να συχνάζουνε στα νυμφοπάζαρα. Είναι συνώνυμο του «τραγάκια».

Ωχ, πλακώσανε τα λιλίνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για φράση ντεμέκ αφρικανική, μιας κι ο ήχος της ακούγεται σαν ιαχή φυλάρχου των Ζουλού. Ολόκληρη η φράση είναι η εξής: «Ακούμπα ούλα τα μπαούλα Κούλα».

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν γλωσσοδέτης.

— Ξέρεις αφρικάνικα;
— Ναι.
— Για πες κάτι.
— Ακούμπα ούλα τα μπαούλα Κούλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified