Φράση από τον καραγκιόζη. Την απευθύνει στο μαέστρο (διευθυντή της μπάντας), δίνοντας το έναυσμα για το τι θα ακολουθήσει. Συνήθως ένας καλαματιανός, και πολύ γλέντι.

Η φράση σημαίνει ακριβώς το ίδιο στα ιταλικά, κυριολεκτικά «εμπρός μαέστρο». Η λέξη «maestro» στα ιταλικά σημαίνει πρωταρχικά δάσκαλος, μετά διευθυντής ορχήστρας, και μετά άλλα 30 πράγματα. Είναι καθ' όλα δόκιμος όρος, και συνήθως χρησιμοποιούν μόνο το αβάντι σαν έναυσμα. Με λίγα λόγια, είναι πιο πολύ ελληνική έκφραση (sic) και μάλλον επτανησιακή, απ' όπου και ο καραγκιόζης την άδραξε (ψιλοεικασία), όπως μαεστρικά έκανε από όπου πέρναγε.

Στη σλανγκ εκδοχή της, η φράση σημαίνει ξεκινούν τα παρατράγουδα, το τζέρτζελο, τα πανηγύρια και, πάνω από όλα, τα καραγκιοζιλίκια. Πολλές φορές χρησιμοποιείται με την ίδια σημασία που έχει η φράση «άρχισαν τα όργανα!!!».

  1. η γκρίνια είναι στο αίμα μας... όπως και η μαλακία... όταν ο 'έλληνας' παραδεχτεί πόσο μαλάκας είναι, ίσως γίνει κάτι... μέχρι τότε... ΑΒΑΝΤΙ ΜΑΕΣΤΡΟ!!!
    (από FB)

  2. - Ξεκίνησαν οι από πάνω να μαλώνουν πάλι! Αβάντι μαέστρο! Μην αφήσετε τίποτα όρθιο!!!

(από electron, 18/09/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τουρκογενές επιφώνημα κυρίως προτρεπτικό κινήσεως, με θετικό ή αρνητικό περιεχόμενο. Προέρχεται από το τούρκικο Ya Allah (παλιότερα στρατιωτικό πρόσταγμα εφόδου στο όνομα του Μεγαλοδύναμου, όπως γιουρούσι-γιούρου-γιάγμα κ.λπ. και νεωστί: Για τ’ όνομα του Θεού, άντε στην ευχή του Θεού κ.α. αντίστοιχα στα εγκλέζικα Jesus Christ, by Jove, Godspeed, κέλτικα Begorrah, ιταλικά Dio Santo, ισπανικά por Dios, γερμανικά zum Donnawetter/um Gotteswillen κ.λπ.). Οι Τούρκοι σταμπουλούδες ταρίφες (που οδηγούσαν τα Μουράτ=Φίατ ταξί αυτοκίνητα), το χρησιμοποιούν κατά κόρον, εν είδει «άιντε, κουνήσου μαλάκα ξημερώσαμε!» (δηλ. ντούρ!/γκίτ!).

Όπως και με πολλές άλλες τούρκικες λέξεις, συμβαίνει να συμφύρεται η έννοια της με αντίστοιχη εν μέρει ομόηχη ελληνική δηλ. γιάλα - για έλα < έρχομαι (όπως π.χ. μέραμπα - καλημέρα, μπρε - μωρέ / βρε / ρε / ορέ Ρούμελη-Μοριάς / βορέ Κεφαλλονιά κ.λπ)., ώστε συχνά να αλλοιώνεται τεχνηέντως η ετυμολογία τους. Ομοίως, οι απόψεις για την προέλευση του προτρεπτικού μορίου ά(ι)ντε διίστανται: Προέρχεται από το ιταλο-ισπανικό andar(e) (προστακτική: anda!=περπάτα, προχώρα) ή από το τούρκικο hayti = άντε / μπρος (π.χ. hayti bacalum = άντε να δούμε); Μάλλον το δεύτερο.

Στην Ελλάδα σχετίζεται περισσότερο με τα τσακίσματα του ρεμπέτικου, δηλαδή είτε ως επιφώνημα επιδοκιμασίας για τις τσαλκάντζες του τραγουδιάρη (π.χ. Έλα, άντε, δώσ' του, αμάν-αμάν τα βεραμάν, ωχαμάνα άλα της, ολούρμι, γιαχαμπίμπι, έτσι, γκιουζελίμ, αυτά είναι, ώπα, γειά σου, ντιριντάχτα, να μου ζήσεις, μπιραλλάχ, σσσσσ... κ.λπ.), είτε ως προτροπή προς χορευτή, να φέρει τις βόλτες του με όμορφες (αλλά απέριττες) φιγούρες. Αξιοσημείωτο είναι, ότι παλιότερα σφύριζαν χαρούμενα οι θαμώνες των καφωδείων κι ακόμη παλιότερα έριχναν και πιστολιές στον αέρα (ή στο ταβάνι), σαν την Άγρια Δύση!

Εκτός της συνηθισμένης χρήσης του, το νατουραλιζέ ελληνικό πλέον «γιάλα» (εκ του υποτιθέμενου «έλα»), συνέχισε και μετά το ’50 να προσφωνεί ειρωνικά τους βλαχόμαγκες, που σηκώνονταν να τσουρο-χορέψουν (βλ. γιέλλλα!). Συγκεκριμένα, ο Τσιτσάνης το’ λεγε συχνά είτε κοροϊδευτικά, είτε γιατί έτσι του 'βγαινε αφού ήταν από τα Τρίκαλα κι οι Πειραιώτες ρεμπέτες τον αποκαλούσαν υποτιμητικά «Βλάχο» ή «Πονηρό» ή «Τσίλα» (=Βασίλης στα βλάχικα), καθώς έσκωπταν όσους έμπαιναν στο ταράφι και δεν προέρχονταν από 3-4 πόλεις (λιμάνια) που διέθεταν βιομηχανικό υποπρολεταριάτο.

Τέλος, σημειωτέον ότι υφίσταται και νεο-κουτούκι με τη λογοπαιγνιώδη επωνυμία «Πάμε γι’ άλλα», στα Εξάρχεια.

- Μαέστρο παίξε ένα απ’ τα δικά μου!
- Έγινε Γιώργο μου! (Ακολουθεί ταξίμι)
- Γιάλααααααα! Αυτός είσαι!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επικεντρώνω την προσοχή, προσηλώνομαι, δίνω σημασία. Δίνω υπόσταση (σύμφωνα και με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία που θεωρούσε την ουσία ως μια βάση των όντων), δηλαδή με την προσοχή που αποδίδω δίνω έρεισμα στα λεγόμενα- γεγονότα κ.τ.λ., τα κάνω να υφίστανται πραγματικά.

Πολύ συνηθισμένο σε προστακτική δευτέρου ενικού (δώσε βάση) ως προτροπή σε συνομιλητή ότι τώρα είναι που πρέπει πραγματικά να προσέξει. Χρησιμοποιείται και σε περιπτώσεις όπου ο συνομιλητής καλείται να μαζέψει τις δυνάμεις του για ένα ειδικά σημείο από τα λεγόμενα ή τα πραττόμενα.

Σημαντικότερες χρήσεις του τα:

- δώσε βάση στην πενιά στο ρεμπέτικο ιδίωμα, - δώσε βάση στο νόημα ως μαγκίτικη προτροπή να προσέξει ο συνομιλητής τη βαθύτερη και ίσως υπόρρητη σημασία των λεγομένωνε, και το οποίο έλαβε και μια τροπή ειρωνική προς αρρωστουργήματα υπερκουλτουρίασης, όπου καλείσαι να βρεις το βαθύτερο μήνυμα του ποιητή,
- στη τζιβάνα δώσε βάση το τσιγάρο μη χαλάσει στο ναρκοϊδίωμα,
- σήμερα χρησιμοποιείται πολύ στο ιδίωμα του γυμναστηρίου, όταν παρακαλούμαστε να προσέξουμε την εκγύμναση ενός ειδικά μέρους του σώματός μας ή μιας ειδικά άσκησης.

Πάσα (Δ.Π.): Vikar.

  1. Κι όταν παίζει το μπουζούκι
    δώσε βάση στην πενιά
    για να θυμηθείς τα πρώτα
    Φαληριώτισσα γλυκιά (από το άζμα του Γιάννη Παπαϊωάννου εδώ).

  2. Δώσε βάση κι άκουσέ με, δώσε βάση και θα δεις, σαν κι εμένα, πίστεψέ με, άλλον άντρα δε θα βρεις. (άζμα εδώ).

  3. Άκου, Λουκά Παπαδήμο, και δώσε βάση! (εδώ).

  4. Βλακ» list για να ξεχωρίζεις τον κάφρο.. Δώσε βάση!
    - Το 70% των προτάσεων ξεκινάει με το &lt;&lt; εγώ &gt;&gt;
    - Έχει καταλήξει να είναι μόνος, χωρίς φίλους και κοπέλα αλλά αυτός δεν φταίει σε τίποτα!Οι άνθρωποι είναι σκάρτοι..
    - Μιλάει με άσχημο και υποτιμητικό τρόπο για την πρώην του (εάν υπάρχει)
    - Και φυσικά θεωρεί οτι θα κάνετε και σεξ γι αυτό και συμπεριφέρεται αναλόγως. (Εδώ).

  5. Θες να την πηδήξεις; Δώσε βάση πρώτα στην ηλικία της. (Εδώ).

  6. Δώσε βάση στα τρικέφαλα! (Εδώ)

  7. Ριάνα: Δώσε βάση στους γλουτούς! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published

Το κρεσενταριστό φραπέ που χτυπάς μόνος σου, ή που σου σερβίρει κάποια πρόθυμη φραπεδιάρα ψυχή. Κρητικός ιδιωματισμός που έχει παρεισφρήσει για τα καλά και στην μπουρδελοσλάνγκ.

Πέραν του φραπουτσίνο, τα αλάνια επίσης αποκαλούν καταχτύπι...

1.
Το καταχτύπι παίζει πολύ στην Κρήτη, μην πω ότι είναι κρητικό και ακουστώ τοπικιστικιστικιστής (xalikoutis)

2.
- xalikoutis: την κα αρνού κι εγώ πολύ νάρα τη φαντάζομαι, φανταστείτε τριαντάρα γαλλίδα κρύσταλλο σεξουαλικά σχετικά αχρησιμοποίητη σε σημείο επιπολής στατικού ηλεκτρισμού και ηφαιστιακών υποσχέσεων... για πολύ καταχτύπι αν μου επιτρέπετε...
- Hank: ...κι εγώ είχα τραβήξει πολλές μαλακίες για πάρτη της, όταν ήμουν μικρός...

3.
Η μαλακία είναι θείο δώρο, ευγενές sport, δημιουργική απασχόληση, πράξη βαθιάς αυτογνωσίας και αυτοεκτίμησης, ενέργεια με πολυσήμαντο πολιτικό συμβολισμό. Συνίσταται να λαμβάνει χώρα μπροστά σε ολόσωμο καθπέπτη ώστε να μεγιστοποιούνται τα ωφέλη που προκύπτουν από το καταχτύπι (strongly recommented).

4.
Δακτυλάκι και εκεί, χωρίς το παραμικρό όχι ή μη, και καταχτύπι για άλλα 5-7 λεπτά. Μια και δεν με έβλεπα να τελειώνω έτσι, της ζήτησα να γυρίσουμε σε 69, όπου και ολοκλήρωσα μετά από έντονο γλύψιμο.

5.
Slayer - Silent Scream - Τελειωτικό καταχτύπι...Αν προλάβεις τον ντράμερ...

6.
Δεν είμαι ικανοποιημένος όμως. Το σασμάν θυμίζει Yamaha (πολύ καταχτύπι και τα σχετικά), ούτε το δούλεμα του κινητήρα μου αρέσει ειδικά στις μεσαίες στροφές και σαν να μου μυρίζει και καΐλα...:alien

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στέκομαι κλαρίνο. Σημαίνει στέκομαι όρθιος, ευθυτενής σαν κλαρίνο όρθιο (βλ. και στέκομαι σούζα). Να μην συγχέεται με το κλαρίνο/τσιμπούκι, καθώς δεν έχει καμία σχέση ο ένας ορισμός με τον άλλο.

Ο όρος προέρχεται από το μουσικό όργανο κλαρίνο ή, πιο ορθά, κλαρινέτο, το οποίο είναι πνευστό που ανήκει στα λεγόμενα «ξύλινα» πνευστά μαζί με το όμποε (οξύαυλος, κοινώς πίπιζα), αγγλικό κόρνο (μεγάλο όμποε), φαγκότο (βαρύαυλος), κόντρα φαγκότο, φλάουτο (πλαγίαυλος), σαξόφωνο κλπ. Προφανώς ο όρος «ξύλινα» δεν αναφέρεται τόσο στο υλικό από το οποίο είναι φτιαγμένα τα όργανα αυτά, αλλά πιο πολύ στον τρόπο παραγωγής του ήχου: όσα πνευστά παράγουν ήχο με «μπουκίνο» (μεταλλικό «ποτηράκι» στο οποίο εφαρμόζουν τα χείλια) ονομάζονται «χάλκινα» (τρομπέτα, τρόμπα - καμία σχέση με την τρόμπα μαρίνα, η οποία είναι έγχορδο αναγεννησιακό όργανο), τρομπόνι, κόρνο, τούμπα κλπ), ενώ τα υπόλοιπα που παράγουν ήχο με καλάμι (διπλό ή μονό), είτε με άλλο τρόπο, ανήκουν στα «ξύλινα» πνευστά.

Ο επίσημος όρος για το κλαρίνο είναι ευθύαυλος, αλλά είναι παρεξηγήσιμο να πει κανείς «παίζω ευθύαυλο», αντί του ορθού «παίζω κλαρίνο» ή «παίζω το κλαρίνο».

  1. Βγήκε ο στρατηγός και στάθηκα κλαρίνο!

  2. Τους είχε σαν στρατιωτάκια. Να φανταστείς, μόλις έμπαινε στην αίθουσα, στεκόταν όλοι κλαρίνα!

κλαρινέτο (από panos1962, 30/10/09)Μπουκίνο, τσι-μπουκίνο ἢ σκέτο μποκίνο; (από aias.ath, 30/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το «κάτι άλλο», το «επί πλέον» στο παίξιμο μουσικού οργάνου, κυρίως του τρίχορδου μπουζουκιού, αλλά όχι μόνον.

Ρεμπέτικη μουσική ιδιωματική λέξη της οποίας ως πατήρ φέρεται ο Μάρκος Βαμβακάρης. Κατάγεται από το ταξίμι, τα περισσότερα των οποίων ξεκινούν με ένα κοφτό παίξιμο 4 νοτών, ηχομημιτικά «νταρουνταντράμ», σαν να λένε «προσοχή», «ησυχία».

Αν λοιπόν η συνέχεια δεν είναι η αναμενόμενη, το παίξιμο δεν σε «γονατίζει», δεν σε «λιγώνει» και δεν σε ταξιδεύει, τότε δεν το έχεις το νταρουνταντράμ. Δεν έχεις αυτό το κάτι άλλο, που θα καθηλώσει το ακροατήριο. Είσαι ένας, μπορεί και πολύ καλός, «απλός» οργανοπαίκτης. Διότι δεν αναφέρεται στην δεξιοτεχνία, αλλά στο αν καταφέρνεις να μιλήσεις με την ψυχή του οργάνου.

Η λέξη βγήκε και έξω από τα ρεμπέτικα μουσικά τείχη, όχι όμως σαν οργανοπαικτική αξιολόγηση, αλλά σαν χαρακτηρισμός της ικανότητας που έχει ή δεν έχει κάποιος, σε σχέση με αυτό που καταπιάνεται.

Από την δεκαετία 1960 και μετά, η λέξη ξεχάστηκε και δεν χρησιμοποιείται πλέον.

-Μάρκο τι λές για τον Νώντα και το μουζουκάκι του;
-Καλός είναι, αλλά δεν το έχει το νταρουνταντράμ μωρ' αδερφάκι μου.

-Έμαθα πήρες τον Νικόλα στην δούλεψή σου. Πως τον κόβεις;
-Φίνος είναι και θα πάει μπροστά. Το έχει το νταρουνταντράμ.

(από Βασίλης-7, 30/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει από το ομώνυμο τραγούδι του Σταμάτη Κραουνάκη σε εκτέλεση Κώστα Μακεδόνα, και αποτελεί έναν από τους κλασικότερους τιραμισουρεαλισμούς της εκφραστικής μας. Τι παίρνει η Λίζα; Μύγδαλα; Καρύδια; Φιστίκια; Το πτυχίο που δεν μπαίνει στο αρχείο; Ο στιχουργός δεν αναφέρει σε τι ακριβώς αναφέρεται το αντικείμενο «το» που παίρνει η Λίζα. Πάντως είναι πιθανόν κάτι που μπορεί να γίνει κορνίζα, αλλά και να μπει στην πρίζα. Κατά τον λημματονουνό Γκάτσμαν, επίσης, είναι κάτι που μπορεί «να το δώσει στην Νταίζη να έχει να παίζει». Δεδομένου πάντως του υπονοουμένου που υπάρχει στην έκφραση τον βάζει τον φορτιστή στην πρίζα, το οποίο αναλύεται περαιτέρω στο λήμμα AC/DC, πιθανόν αυτό που παίρνει η Λίζα να είναι ο μπαργαλάτσος.

Το θέμα δεν είναι βεβαίως να συλλάβουμε αυτό το σημαινόμενο, που συνεχώς θα μας ξεφεύγει, (ούτε καν να εξαπολύσουμε τον φαλλό ως «προνομιακό σημαίνον» κατά Λακάν) αλλά να δούμε σε ποιες συνταγματικές σχέσεις χρησιμοποιούμε την φράση. Πρόκειται για έναν άντρα που είναι βαριεστημένος στο μάξιμουμ και μπιφτεκωμένος από μια Λίζα ή Frau Lisa γερμανιστί, η οποία του φέρνει εξτρά τύπους στην παρέα, και μάλιστα κοντούς (με βιοτεχνία στη Νέα Ιωνία!) και από τα Φιλιατρά, που μιλάει αγγλικά αντί να μιλάει ελληνικά, και γενικά τον κουράζει και του καίει την μίζα. Οπότε η έκφραση λέγεται όταν πραγματικά έχουμε κουραστεί από μια γκόμενα, είτε Ελλεεινίδα είτε Αμερικλάνα, όπως η Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Κοντολίζα Ράις, για την οποία η έκφραση χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον, είτε Ιταλίδα, όπως η Μόνα Λίζα του Λεονάρντο ντα Βίντσι, είτε ό,τι. Όταν έχουμε κουραστεί από την γυναικεία έλλειψη ντεκλαροσύνης, απ' τα τσαλίμια, την ετερογλωσσία, απ' το να μας θεωρούν md σε sister operating system κ.τ.λ., και θέλαμε απλώς να της δώσουμε κάτι ό,τι να το κάνει κορνίζα, να το βάλει στην πρίζα και να μας αφήσει ήσυχους.

Ασίστ: GATZMAN από Δ.Π.

Τι παίρνει η Λίζα;

  1. Μπαργαλάτσο, όπως εδώ;
    Πάρτον Λίζα και κάντον κορνίζα
    “Καλύτερα μουνόδουλος και να κάνω δουλειά μου παρά να μένω με το πουλί στο χέρι λόγω κάλου στον εγκέφαλο…”

  2. Φλιτζάνι τσαγιού, όπως εδώ;

Πάρτο Λίζα και κάντο κορνίζα, φαίνεται να σκέφτηκε τουρίστρια με ψυχολογικά προβλήματα στο Λούβρο.
Συναγερμός στο μουσείο του Λούβρου. Αφορμή η εκτόξευση φλιτζανιού του τσαγιού (!) στη Mona Lisa. Ευτυχώς, που ο διάσημος πίνακας, φυλάσσεται σε βιτρίνα με αλεξίσφαιρο τζάμι και δεν υπέστη κάποια ζημιά. Δράστης της επίθεσης, μία Ρωσίδα τουρίστρια, η οποία συνελήφθη και παραπέμφθηκε για ψυχολογική γνωμάτευση, ενώ το μουσείο κατέθεσε μήνυση σε βάρος της

  1. Τηλέφωνο, όπως εδώ;

Πάρτην Κοντολίζα και κάντην κορνίζα!
Λογικά τώρα θα αναρωτηθείτε πώς μας ήρθε στα καλά καθούμενα και θυμηθήκαμε το ρόλο «ταχυδρόμου» και «μεσάζοντα» των ΗΠΑ που έπαιζε ο κ. Παπανδρέου όταν οι φίλοι του οι Αμερικάνοι βομβάρδιζαν τη Γιουγκοσλαβία. Η εξήγηση είναι απλή: «Θαυμάζουμε» τη ...συνέπεια του ανδρός. [...] Θέλετε απόδειξη; Ε, λοιπόν, ορίστε: Δεν πρόλαβε ο κ. Παπανδρέου να γυρίσει από την επίσκεψή του στη Συρία και στο Λίβανο και η πρώτη του δουλιά, προτού ακόμα ασχοληθεί με την εκλογή της κυρίας Μαριλίζας (Ξενογιαννακοπούλου), ποια λέτε ήτανε; Μα τι άλλο από το να πάρει αμέσως στο τηλέφωνο την πιο αγαπημένη του «Λίζα» στον κόσμο - όπως επισήμως, μάλιστα, μας ενημέρωσε το Γραφείο Τύπου του ΠΑΣΟΚ - την ...Κοντολίζα Ράις, την υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, για να την ...ενημερώσει για τα αποτελέσματα της επισκέψεώς του στην περιοχή...

  1. Πτυχίο, όπως εδώ;
    Πάρτο Λίζα και κάντο κορνίζα! Πήρα πτυχίο!Πήρα πτυχίο!
    Είναι μεγάλη χαρά και ανακούφιση...
    Αλλά από δω και εμπρός τί;;
    Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα...Με τρομάζει το άγνωστο στο οποίο θα βαδίζω απ'αυτή τη στιγμή κι έπειτα..μέχρι τώρα είχα αρχικά την ασφάλεια του σχολείου,μετά της σχολής,είχα ένα σκοπό και τον ακολουθούσα..

Ή κάτι άλλο; Βάλτε την φαντασία σας να δουλέψει.

ΤΟ ΑΣΜΑ

Στίχοι: Σταμάτης Κραουνάκης
Μουσική: Σταμάτης Κραουνάκης
Πρώτη εκτέλεση: Κώστας Μακεδόνας

Τηλεφώνησες πάλι
να μου κάνεις κεφάλι
να σου πω να μου πεις
κοιτά μόνο την ώρα
ουτέ χτες ουτε τώρα
θα φανείς συνεπής
πάλι θα κανονίσεις
να μου ξεκουβαλήσεις
και κανέναν εξτρά
τον κοντό κολλητό σου
ή κανέναν γνωστό σου
από τα Φιλιατρά.

Τηλεφώνησες πάλι
απ' τον κύριο Τσάρλυ
που σου κάνει αγγλικά
τηλεφώνησες πάλι
και σ' ακούγανε κι άλλοι
μίλα ελληνικά
άμα θες να σε βγάζω
και να σε συναρπάζω
νασαι πιό ντεκλαρέ
μου 'χουν πει στο φλυτζάνι
πως μια Λίζα με κάνει
φιλετάκια πουρέ

Πάρτο Λίζα
και κάντο κορνίζα
και βάλτο στην πρίζα
να κάνει σουξέ
το πτυχίο
δεν μπαίνει στ' αρχείο
κορίτσι για δύο
τσιφλίκι μπαξέ
πάρτο Λίζα
και κόντο κορνίζα
και μες στο IBIZA
μπορεί να συμβεί
το μοιραίο
κορίτσι λαθραίο
κομμένη στο λέω
όχι άλλη στραβή

Τηλεφώνησες πάλι
όπως έβλεπα Γκάλη
να μου κάνεις ρελάνς
με κουράζεις ρε Λίζα
θα μου κάψεις τη μίζα
και θα πάρω ρεβάνς
όλο dear και honey
αϊ σιχτίρι Γιορντάνι
πάνε βρες τον κοντό
που 'χει βιοτεχνία
μες την Νέα Ιωνία
και αμάξι μπορντώ

Τηλεφώνησες πάλι
απ' το δίπλα μπακάλη
που τον λένε Μικέ
δεν γουστάρω Λιζάκι
αλογάκι σε σκάκι
σε αγώνα σικέ
Τηλεφώνα στη Νταίζη
να σου κάνει τραπέζι
με σαμπάνια ΚΑΙΡ
και φωνάξτε την Ντέπυ
που 'χει βίτσιο να βλέπει
μοναχά Ρίτσαρντ Γκηρρρρρ.

Πάρτο Λίζα
και κάντο κορνίζα
και βάλτο στην πρίζα
να κάνει σουξέ
το πτυχίο
δεν μπαίνει στ' αρχείο
κορίτσι για δύο
τσιφλίκι μπαξέ
πάρτο Λίζα
και κόντο κορνίζα
και μες στο IBIZA
μπορεί να συμβεί
το μοιραίο
κορίτσι λαθραίο
κομμένη στο λέω
όχι άλλη στραβή

Πάρτο Φράου Λίζα (από Khan, 25/08/09)Και μες στο/στην Ιμπίζα μπορεί να συμβεί! (από Khan, 25/08/09)(από allivegp, 25/08/09)(από Khan, 01/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειρωνική Σκαρίμπεια έκφραση (κλασσική πλέον), που αναφέρεται στους κουραδόμαγκες και στους βλάχους, που μόλις πιούνε κανα ποτήρι παραπάνω, σερνικώνουνε ευθύς και απαιτούν να χορέψουν ζεϊμπέκικο (δικής τους χορευτικής εμπνεύσεως), χαζοπηδώντας σα να πατάνε σταφύλια, παρά τα θυμηδή χαμόγελα των μουσικών.

Είπαμε. Η κοινωνική αναμόχλευση στην Ελλάδα (ιδίως μετά τη Χούντα), απέβη μοιραία για την ορατότητα των κοινωνικών τάξεων. Αυτά τα «εργάτες-αγρότες-φοιτητές», μας αποτέλειωσαν. Ο Κοεμτζής μπορεί να καθάρισε καμπόσους για μια παραγγελιά (λέει), αλλά δεν είναι εκεί το θέμα. Η αρετή μπορεί να είναι διδακτή, μπορεί και όχι. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τον χορό.

Οι περισσότεροι σημερινοί άνδρες θεωρούν καθήκον των να παραλληλισθούν προς τους ασίκηδες ανατολίταις (κι ας φοράνε εβροπαηκό κουστούμι κι ας πιθηκίζουνε τα θέσφατα του Ζαμπούνη), όμοια όπως οι περισσότερες γυναίκες παρασταίνουν το εντεψίζικο νταρντανοθήλυκο της παλιάς (σκατά!) γειτονιάς, λικνιζόμενες σε μελάτα νησιωτο-τσιφτετέλια, χωρίς να τα γνωρίζουν -ενώ πληρώνουν αδρά για μαθήματα ταγκό (sic)- (κι ας φοράνε Ντιορ κι ας έχουν διδακτορικό φιλοσοφίας).

Για την ιστορία, τα κατά τόπους ζεϊμπέκικα, ούτε αποκλειστικά κατά μόνας χορεύονται (βλ. το χορικό στον «Δράκο» του Ν. Κούνδουρου), ούτε ανδρικό προνόμιο είναι (π.χ. Στο τούρκικο ζεϊμπέκικο χορεύει κι η γυναίκα, που όμως κάνει διαφορετικές κινήσεις π.χ. σαν να φέρνει νερό με τη στάμνα κλπ).

Δυστυχώς, ο παραδοσιακός χορός κι η μουσική στην (όποια) Ελλάδα, έχουν κακοποιηθεί βάναυσα και οποιαδήποτε ρετροβασία (κατά το κτηνοβασία) αποβαίνει άκαρπη.

Υφίσταται μια μυθολογία (και παπαρα-φιλολογία) γύρω απ’ το τρίπτυχο ρεμπέτικο-μαγκιά-ζεϊμπέκικο, αλλά δεν προτίθεμαι να ρίξω το άπλυτο φως, γιατί θα σεντονιάσει ο ορισμός.

Άλλωστε, περί τα «βαριά πεπόνια» και τα σεντόνια, υπάρχει και το σκωπτικόν:
«Αντώνη-Αντώνη-μην τρώς πολύ πεπόνι-ο κώλος σου τεντώνει-θα χέσεις το σεντόνι».

- Πώ ρε σύ, κοίτα τί φιγούρες κάνει ο τύπος!
- Χαρά στον κύριο με μί κεφαλαίο! Σα να πατάει σταφύλια κάνει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μουσικής έμπνευσης σλανγκ, παλαιάς κοπής. Κορώνα είναι το σημείο σταθμός μιας άριας ή ενός χορωδιακού, αλλά και ενός όποιου μουσικού έργου, εκεί όπου κορυφώνεται και στέκει για λίγο η φωνή / φράση κατάτι περισσότερο από τη νορμάλ διάρκειά της, κάτι σαν τα άλματα του Νουρέγιεφ στον αέρα.

Όταν λοιπόν, μετά από χιλιάδες στραβοπατήματα, λάθη, βρωμιές και μουντζούρες τα μπουρδουκλώνουμε και καταλήγουμε στην τελική νότα -είτε παίζουμε μόνοι μας ή συναντιόμαστε εκεί με τους άλλους- η ανακούφιση του εκτελεστή και του ακροατή είναι τέτοια, η τελική αυτή στιγμή είναι δηλαδή τόσο ισχυρή, που επισκιάζεται το προηγούμενο χάος, λέμε τώρα.

Μεταφορικά, είναι η αίσια κατάληξη μιας προηγουμένως χαοτικής κατάστασης.

Περίπου συνώνυμο των «παρά τρίχα», «στο παρά πέντε», στο τσακ.

  1. - Πώς ήταν η συναυλία;
    - Σκατά, ο καθένας έπαιζε μόνος του, στρώσανε την τελευταία στιγμή. Ραντεβού στην κορώνα, που λένε.

  2. - Το λύσατε το μεσανατολικό;
    - Ας πούμε ναι, ραντεβού στην κορώνα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά, κλασική αλλά ανθεκτική σλανγκοκουβέντα που απευθύνεται σε κάποιον για να του δείξουμε ότι κάνει ή έκανε κάτι πολύ γαμάτο. Συχνά χρησιμοποιείται μαζί με το ρήμα «δίνω» στον κατάλληλο τύπο (π.χ. ο Χ έδωσε ρεσιτάλ!), σήμερα όμως ακούγεται περισσότερο σκέτο.

Από το μουσικό όρο «ρεσιτάλ», που στην Ελλάδα σήμαινε «συναυλία» μέχρι τη δεκαετία των σέβεντηζ.

- Πώς περάσατε χτες με τους μαλάκες;
- Αα... ο Κώστας έδωσε ρεσιτάλ, σε λέω!

- Γουστάρεις ρε καριόλη; Καλά δεν τα λέω;
- Ρεσιτάλ, αγόρι μου! Ρε-σι-τάλ!

Ρεσιτάλ το κορίτσι, λέμε! (α ρε, να κολυμπούσα εκεί κοντά...) (από Αλάριχος Τεκέλογλου, 21/05/10)(από jesus, 19/06/10)

Σχετικό: σολάρω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified