Περί βίτσ(ι)ου και βίτσας:
«Στο καινούριο κατωγάκι θε να πέσει ματσουκάκι» (δημώδες).
Είναι μια νεοεισαχθείσα εν Ελλάδι αμαρτία – κακή συνήθεια (= vizio βλ. σχόλια σε λήμμα αυταρχικό), βαρυτέρα και αυτής της προσφιλούς ανασκαφής ρινός.
Ήτοι, πληρώνει ο φιλήδονος πελάτης την ιερόδουλον, ίνα αύτη υποκριθή την dominatrix (αφέντρα) ειδικών προς τούτο ιμπλεμέντων, χρησαμένη (δερμάτινες φόρμες, μαστίγια, κελεψέδες, σοπάκια, μαχαίρια-μπεγλέρια και δε συμμαζεύεται). Συνήθως τον καθηλώνει και αναλαμβάνει πάσαν πρωτοβουλίαν. Κατόπιν τον βαράει κι αυτός ευφραίνεται.
Αυτό ειν’ όλο.
Να μην συγχέεται με την παντούφλα που τρώγει κανένα έγγαμο κακαντράκι από την τρίφυλλη ντουλάπα-συμβίαν του, διότι αμφισβητείται αν ούτος το απολαμβάνει (συνήθως άνοιξε ο τάλας μαγαζάκι με την προίκα της και τον έχει σήκω-κάτσε)!
Δεδομένου ότι πρόκειται για το κατ’ εξοχήν vice anglais (το άλλο είναι ο παρενδυτικός ανδρογυνισμός), ας αποκοτήσωμεν ερμηνείαν τινά, μετά φόβου Αλλάχ και πίστεως:
Οι Εγγλέζοι και οι αυτούς πιθηκίζοντες παρελκόμενοι Αμερικανοί (ιδίως εν Βοστώνη και πέριξ), συνήθιζαν άχρι πρότινος την σωματικήν τιμωρίαν (corporal punishment – ή επί το βικτωριανώς ηθικώτερον chastising) εις τα αριστοκρατικά σχολεία και κολλέγια, ώστε να επιτύχωσιν την τελείαν υποταγήν – πειθαρχίαν των φοιτούντων προς τους διδασκάλους των (βλ. εποικοδομητικήν κωλοχτύπα εις ταινίαν «Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών»).
Άρχεσθαι μαθών, άρχειν επιστήσει σου λέει...
Δεν είναι τυχαίον, ότι μόνον εις τα πολυτελή εκπαιδευτήρια (τουλάχιστον της Αλβιόνος) επετρέπετο το ξυλοφόρτωμα ταις ευλογίαις των γονέων και κηδεμόνων, ενώ εις τα δημόσια σχολεία απηγορεύθη προ αιώνος δίκην προόδου (άσε μη μας πελεκήσει κανας αρκουδόμαγκας φάδερ).
Βεβαίως, αν αναλογισθή τις τους αυτοφραγγελιαζομένους καλογήρους του Μεσαίωνος, αλλά και κάτι ζουρλούς εν Άπω Ανατολή μιμουμένους το μαρτύριον του Κυρίου (πού το είδαν;), η υποτιθεμένη σωματική τιμωρία δεν στερείται ποιας τινός ηδονικότητος.
Τώρα, εις την ζωηράν συζήτησιν μέχρι ποίου αποδεκτού νοητού σημείου αφικνείται η συναίνεσις του θύματος, καινάς απόψεις εκόμισεν ο γνωστός unilateraliste Μαρκήσιος.
Ειδικώτερα, το caning (μπαστούνισμα) δεν χαροποιεί άπαντας τους δέκτας του. Χαρακτηριστικόν είναι το ανέκδοτον με το Ναστραδίν Χότζα:
[I]Ο Χότζας, παρότι ιερωμένος ήτο τζόρας και κρασοπατέρας. Κάποτε συνελήφθη επ’ αυτοφώρω εις καπηλείον και ωδηγήθη εις το μπουντρούμι, όπου τον ανέμενεν η τιμωρία, διά 40 ραβδισμών (μπορεί και να πέθαινες)...
Ο υπερήλιξ Χότζας ανεύρε τον δήμιόν του και του επάσαρεν 40 λίρας ίνα τον κτυπήση ελαφρώς αλλά μετά προσποιητής σφοδρότητος, άλλως δεν θα την έβγαζεν καθαρά. Μετρά λοιπόν τον παρά «μπιρ-ικι...» (ένα-δυο...) κλπ και φθάσας εις την τεσσαρακοστήν λίραν την εκοπάνησεν (ντάν!) εις την χείραν του δημίου. Απορήσαντος δε του τελευταίου, απήντησεν «για να καταλάβεις τί παίρνεις τζάνουμ»!
Τηρών τα συμπεφωνηθέντα, ο δήμιος έβαζεν δήθεν ζόρι εις τα -ελαφρά ώσπερ πούπουλον- κτυπήματα, ο δε Χότζας εψεύδετο βογγολογών. Την τεσσαρακοστή ξυλιά όμως, κατέφερεν ο δήμιος μεθ’ υπερβάλλοντος ζήλου επί της γηραλέας σπάλας του Χότζα, όστις εβέλαξεν από το άλγος.
Κατόπιν, ο Χότζας επετίμησεν δριμύως τον δήμιον, ερωτών περί της σκοπιμότητος της εσχάτης ξυλιάς και αναζητών την επιστροφήν του παρά του, αφού ο δήμιος δεν ετήρησεν την σύμβασιν. Ο δήμιος εξήγησεν «για να καταλάβεις τί γλίτωσες τζάνουμ»![/I]
Ο Charles J.H. Dickens, περιγράφει τα βικτωριανά σχολεία με ζοφερά χρώματα στο Nicholas Nickleby. Ο καψερός ο Smike έτρωγε καθημερινώς «παρά μια τεσσαράκοντα»... Όλως προσφάτως (1970’ς), μήτηρ Αγγλίς προσέφυγεν εις το Ευρωπαϊκόν Δικαστήριον Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ότε επληροφορήθη ότι ο κανακάρης της εμάζεψεν καμπόσες εις το ιδιωτικόν σχολείον όπου αύτη έσκαγε το παραδάκι αβέρτα και ντάγκα της «για να γίνει άνθρωπος» και, κατόπιν των καθοριστικών αποφάσεων Tyrer v. UK (1978) 2 EHRR 1, Costello-Roberts v. UK (1995) 19 EHRR και A v. UK (1999) 27 EHRR 611, η μπάτσα κατηργήθη οριστικώς απανταχού εις την επικρατείαν των Νήσων.
Βλέπω μετά λύπης τας αφέντρας της Αλβιόνος να βγαίνουν στη ζητιανιά...
Η πειθαρχία (εν προκειμένω δια ροπάλου) είναι ίδιον των ανθρώπων και εθνών εξουσίας και μανθάνεται συστηματικώς εξ απαλών ονύχων και διαφέρει από το random καταχέρισμα των παιδιών και καπάκι συγχώρεση – κακομάθημα (δηλ. «να σε κάψω Γιάννη να σ’ αλείψω μέλι»). Ωστόσο, διαφωνώ κάθετα και με τα δυο.
Περί του πλέγματος σωματικός πόνος – καθυπόταξη – μύηση κλπ, ας λάβη τον κόπον ο αναγνώστης να τσεκάρη το λήμμα η παρθενιά της γυναίκας είναι από κώλο.
Εν Τουρκία, ενώ τα παιδόπουλα έχουν τη φάπα για προσφάι, το στυλιάρι δεν συνηθίζεται εις τα χαμαιτυπεία, αφού επεμβαίνει δυναμικά το Μπαϊράμι βάις που δεν επιτρέπει τέτοιες ξετσιπωσές.
Εν Ελλάδι καίτοι υφίσταται προηγούμενον του πατροπαράδοτου κατακεφαλιάσματος (έως και υποβολής εις το μαρτύριον του φάλαγγος παλαιότερα!) της μαθητιώσας νεολαίας (βλ. πατέρα παραδόντα τσόγλανον προς δάσκαλον: «Το κρέας δικό σου – τα κόκκαλα δικά μου» καθώς και της μεταμοντεσσοριανής σφαλιάρας «για να μάθεις!» κλπ), διατηρώ την εντύπωσιν ότι ελαχίστους θιασώτας του fem(-inine) dom(-ination) δύναται να εύρει τις εις την ημεδαπήν.
Η φυσική σειρά των συναισθημάτων επιτάσσει πρώτα να έρχεται ο πόνος και ύστερα η ηδονή. Ας μοι επιτραπεί ωστόσο, να συμπληρώσω ότι ακολουθεί η μελαγχολία. Οι νεοέλληνες, ουδέποτε εδιδάχθησαν την πειθαρχία και αποφεύγουν τον πόνο...
(Αφιερούται τω Οπτώ ανδρί).
- Ρε συ, τί λέει παίρνουμε τηλεφωνάκι να’ ρθει κανά γκομενάκι να γουστάρουμε;
- Μέσα! Για διάβαζε αγγελία!
- Μμμμ... αβάδιστα, αβασάνιστα, αυταρχικό...
- Τί είναι τούτο ρε;
- Καλά ρε πού ζεις; Να, αυτές που κάνουνε την αφέντρα. Βάζουνε στολές και μετά σε δέρνουνε με το μαστίγιο και τέτοια...
- Τί λε ρε φίλο; Να πληρώσω και να με βαράει η γκόμενα; Δηλαδή τί θα γίνει αν δεν πληρώσεις καθόλου;
- Τότε σε βαράει ο τζες της...
- Να μένει το βύσσινο! Πιπούλα κι άγιος ο Θεός! Για ψάξε στο «πι»...