Σημαίνει παρέα, αλλά παρέα από αλάνι. Προέρχεται από τον στρατό, από ένα τάγμα όπου πήγαιναν όλα τα «καλά» παιδιά, κοινώς τα ματσακόνια.

  1. Τάκης: -Ρε μαν, γαμώ τα παιδιά ο Νίκος!!!!
    Ανδρέας: - αι, για πολύ μόμα ,λέμε...

  2. Τάκης: -Τι θα κάνουμε ρε μαν σήμερα;;;
    Ανδρέας: -Θα μαζευτεί η μόμα σπίτι μου, να παίξουμε προ!!!

Museum of Modern Arts, NY (από ironick, 18/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό ακριβώς, τίποτα άλλο ή αατα! Self-explained!

Το άρθρο αφορά τον τέως αρχηγό και νυν επίτιμο αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (ΓΕΝ), Αντώνη Αντωνιάδη, ο οποίος, για όσους θυμούνται, το Νοέμβριο του 2006 είχε προκαλέσει κάποιο σχετικό αναπουπούλιασμα στους απανταχού θρησκόπληκτους της Λαϊκής Θεοκρατίας του Ελλαδιστάν™ (© Διαγόρας) (και ειδικά στον Βουλευτή της Ν.Δ. Γιώργο Σούρλα) δηλώνοντας ανοικτά ότι είναι άθεος.

(από Khan, 11/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Προσδιορισμός ικανότητας στρατιώτη / οπλίτη πέραν του Ι-5, που αποτελεί ακατάλληλο για στράτευση. Λέγεται για άτομα που δεν την παλεύουν μία ή δεν προσπαθούν καν πλέον ή δεν ξεκίνησαν ποτέ (να την παλεύουν). Ισχύει τόσο για σωματική όσο και για ψυχολογική απαλεψία, ή, τέλος, για απαράδεκτη αντικοινωνική συμπεριφορά μέσα στο στρατόπεδο. Τον χρησιμοποιούν και οι στρατεύσιμοι για ανώτερους που δείχνουν ανησυχητικά σημάδια στο μυαλό τους ή στην αυστηρότητά τους προς τα κακόμοιρα φαντάρια.

  2. Έχει περάσει και στην καθομιλουμένη για να δείξει την ανικανότητα και την βλακεία και να θίξει τα άτομα που την παρουσιάζουν. Επίσης θίγει τον ελληνικό εγωκεντρισμό και το σκεπτικό του ξερόλα -«Έλληνες είμαστε, ό,τι θέλουμε είμαστε»- σύμφωνα με τον οποίο παρατηρούμε και αντιλαμβανόμαστε, μυωπικά, μόνο ό,τι αφορά την μπάκα, την τσέπη, και την πάρτη μας, με γαϊδουρινή απάθεια για τα υπόλοιπα.

  1. - Είδες πάλι τον Αρρώστογλου που όπλισε στη σκοπιά. 20 Φ έφαγε και λίαν επιεικώς.
    - Επίτηδες το κανε μωρέ, από απελπισία, για να τον βγάλουν από ένοπλες υπηρεσίες.
    - Δε σκέφτηκε μήπως εκπυρσοκροτήσει το όπλο; Καλά ρε ο λακαμάς, τέρμα γιώτα πια;!

  2. - Κοίτα το μαμμούθ πως περνάει τον δρόμο περπατώντας λες κι είναι χωράφι του!
    - Τί ασχολείσαι; Τέρμα γιώτα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τύπος «εγέρθητι», η προστακτική του εγείρομαι στην αρχαία ελληνική, στα ναζιστικά νεοελληνικά.

- Όταν μπει ο Φύρερ... Εγέρθουτου!
- Γκούχου γκούχου.

Για περισσότερες πληροφορίες, υπάρχει αυτός ο καλός άνθρωπος ο Σαραντάκος που έγραψε ένα σχετικό άρθρο. Χρυσαυγίτικα: αυγά, εγέρθουτου, κασιδιάζω, σκινάς, χρυσά αυγά, χρυσαύγουλο, χρησοί αβγύ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φίλοι ναζιάρηδες που τους ενώνουν παλιά δεσμά (χειροπέδες, μαστίγια, νουντσάκου, διάφορα μαύρα δερμάτινα παραφερνάλια) και χόμπι (πάκι μπάτσινγκ, σ(ωματ)οδομισμός, εκδορά μικρών θηλαστικών).

Δεν έχουν ιδιαίτερη έφεση στην σλανγκ, νομίζω;

Βλ. επίσης: ναζός, αυγά, χρυσά αυγά, χρυσαύγουλα, πουστωδία, 88.

Πάσα: ΜΧΣ.

- Ο Άδωνις και ο Κασιδιάρης γνωρίζονται από παλιά, φίλοι αδολφικοί που λένε.
(τσίου, εδώ)

- Ακροδεξιό Αδέξιο Αδολφάτο Σε λίγο θα μυνήσουν τους εαυτούς τους για «ακατάσχετη ακράτεια ήθους», και τον Θεούλι, για «μη ελεγχόμενη βιοποικιλότητα κατά την δημιουργία», (σχέδια, χρώματα, διαστάσεις κτλ)
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρίζει τα χοντρά βύσματα στον Ελληνικό Στρατό, όπου τα καθήκοντα τους οριοθετούνται στο να βρίσκονται σε κάποιο γραφείο και να κοιτάνε τον ουρανό για πιθανή πτώση αστεριών.

Εάν κάτι τέτοιο συμβεί, εκτελούν αμέσως τις εντολές που τους έχουν δοθεί ως πιστοί και φιλότιμοι στρατιώτες και ενημερώνουν την διοίκηση για το συμβάν (δηλαδή παίρνουν τηλέφωνο το θείο τους που τυχαίνει να είναι ο διοικητής της μονάδας).

- Πω πω τον λυπάμαι τον Ισίδωρο, την χειρότερη περίοδο διάλεξε να μπει φαντάρος...
- Ποιόν λυπάσαι ρε; Ο Ισίδωρος είναι το μεγαλύτερο βύσμα της σειράς του... Σκοπευτής πεφταστέρων στην Αθήνα υπηρετεί..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό loop που σημαίνει βρόχος, θηλιά.

  1. Όρος που χρησιμοποιούν οι προγραμματιστές Η/Υ. Είναι μια επαναλαμβανόμενη σειρά από εντολές (ένας βρόχος επανάληψης) που εκτελείται όσο ισχύει μια λογική συνθήκη. Μόλις η συνθήκη πάψει να ισχύει, το πρόγραμμα συνεχίζει παρακάτω στις επόμενες εντολές. Αν ο κουμπιουτεράκιας έχει κάνει κάποιο λάθος στον κώδικα, τότε το πρόγραμμα δεν μπορεί να βγει από τον βρόχο επανάληψης εκτελώντας τις ίδιες εντολές ξανά και ξανά (κάνοντας δλδ συνέχεια τα ίδια και τα ίδια)ν μ΄αποτέλεσμα κάποια στιγμή να κολλήσει.

  2. Η κατάσταση λειτουργίας μιας οποιασδήποτε συσκευής που παίζει μουσική ή κάποια ταινία ή κάποια βίντεο όπου μόλις τελειώσει η σειρά π.χ. των τραγουδιών ξαναξεκινά αυτόματα να τα παίζει πάλι με την ίδια σειρά.

  3. Ανάποδη λούπα. Δύσκολος ελιγμός μαχητικών αεροπλάνων όπου διαγράφεται στον αέρα μια θηλιά. Το αεροπλάνο μοιάζει να κάνει ανάποδη τούμπα.

  4. Έπεσα σε λούπα. Σκατοκατάσταση από την οποία δεν μπορώ να ξεφύγω με τίποτα.

Ρίξτε και ένα βλέφαρο στην καλούτσικη ταινία Λούπα αυτοκτονίας.

  1. Γαμώ τα κοντρολομπρέκια μου γαμώ, ούτε μια λούπα δε μπορώ να στήσω σήμερα. Μήπως να με ξεματιάξεις;

  2. Ρε παίδες!! Ποιος έβαλε σε λούπα το κωλοσιντί; Τρίτη φορά ακούω τα άπαντα της Θώδη. Έλεος!! Υπάρχουν και πράγματα που πρήζονται εδώ χάμω.

  3. - Πωωω ρε πούστη μου πρήξιμο ο νέος. Αμάν μ' αυτήν την ανάποδη λούπα!! Ούτε ο Κρουζ στο Τοπ Γκαν να ήτανε.
    - Δε θυμάσαι τα δικά σου; Σαν νά 'χες πρωτογαμήσει έκανες.

  4. - Ψυχοσάββατο έχει ο Λάκης ή μου φαίνεται; - Σκάσε και κέρνα αβέρτα. Κάτι με τη δικιά του. Δε ξέρω λεπτομέρειες, αλλά μεγάλη λούπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δυναμική φράση, η οποία χρησιμοποιείται κυρίως από τα μέλη του σαρωτικού κινήματος - οργάνωσης: «Αλπικαλιστική Διεθνής». Το «Αλ Χουτζούμ» είναι επιθετική φράση που δίνει δύναμη σε αυτόν που την εκστομίζει, συνήθως δυνατά και επικά, ώστε να προβεί σε οποιαδήποτε ενέργεια αλπικαλιστικού περιεχομένου. Πέραν αυτού, μπορεί να χρησιμοποιηθεί - μεταξύ των μυημένων - και σαν χαιρετισμός / αποδοκιμασία / επιδοκιμασία / αποδοχή / παρότρυνση κ.λπ. αναλόγως με τον τρόπο εκφοράς.

Ο όρος προέρχεται από τα αραβικά και σημαίνει «Η Επίθεση». Η χρήση του όμως ανάγεται στο ηλεκτρονικό παίγνιο Age Of Empires II, όπου την έκφραση αυτή φωνάζουν οι θρυλικοί μαμελούκοι, όταν επί των καμηλών τους επιτίθενται για να συντρίψουν τον εχθρό.

Τον τελευταίο καιρό όλο και περισσότεροι γίνονται κοινωνοί του όρου και μέσω της δράσης της προαναφερθείσας «Αλπικαλιστικής Διεθνούς». Έρευνες της Ανωτάτης Αλπικαλιστικής Ακαδημίας έχουν δείξει ότι η φράση είναι αρεστή ως ιδιαίτερα εύηχη και χρήσιμη στην αλπικαλιστική συνεννόηση.

Το ασκέρι των μαμελούκων είναι μαζεμένο ένα χιλιόμετρο μακρυά από τα τείχη της μικρής πολιτείας και ξεκουράζεται. Το πρωτοπαλίκαρο πηγαίνει κοντά στον αρχηγό και ρωτάει:
-Μπότε μπρε αρχηγέ θα κάνουμε το ντου; Όλοι είναι έτοιμοι...
Ο Αρχηγός, καταπίνει την τελευταία μπουκιά από το σάντουιτς με παστουρμά, καβαλάει την καμήλα του και κραδαίνοντας το κυρτό σπαθί του…
-Αλ Χουτζούμ, κραυγάζει και το ασκέρι ορμά να λεηλατήσει την άτυχη πόλη...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φανταρίστικη κουβέντα νέας κοπής, κυρίως στην έκφραση πέρασε σινούκ. Το σινούκ είναι βέβαια το γνωστό μεταγωγικό ελικόπτερο.

Πέρασε σινούκ σημαίνει ότι επιστρέφεις από σκοπιά ή αγγαρεία και βρίσκεις το κρεβάτι σου μπουρδέλο, τις κουβέρτες και το μαξιλάρι πεταμένα, ακόμα και το στρώμα βγαλμένο και προσγειωμένο σε τυχαίο σημείο. Σαν να είχε κάνει χαμηλή πτήση το σινούκ μέσα στο θάλαμο δηλαδή.

Οι αιτίες είναι δύο, σαφώς διακρινόμενες. Πρώτον, οι παλιοί τραβήξανε κανένα σκάλωμα, τους ήρθε οξεία απαλεψιά, την είδανε «δεν προλαβαίνω» ή έγινε κανένας τσαμπουκάς και ξέδωσαν στο κρεβάτι σου. Δεύτερον, όσο έλειπες έσκασε κανένας δίκας, κανένας ταξίαρχος, το κρεβάτι σου του φάνηκε ντροπή και αίσχος και αποφάσισε να σου πετάξει ένα υπονοούμενο μπας και το πιάσεις και μάθεις να το κάνεις αεροδρόμιο.

Πηγή: Σειρούλα στην πινέζα.

- Ρε μαλάκες! Ποιος μου γάμησε το κρεβάτι;
- Πέρασε σινούκ...
- Πάρτε κανένα αντιπαλεβόν και χαλαρώστε γιατί άμα δε βρω το εμπιθρί που είχα στο μαξιλάρι θα πηδήξω κάνα μπούστη εδώ μέσα, παλιό ή νέο, στ' αρχίδια μου.
- Καλά, έλα με τον κώλο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακούστηκε σε στρατόπεδο της Ελληνικής επικράτειας γύρω στο 1996-1997. Επιφώνημα και προσκάλεσμα για χαλαρότητα, λούφα και γενικά καλοπέραση, ίσως ρίχνοντας τα βάρη στους άλλους, μια φιλοσοφία που εστιάζει στη γείωση των όποιων μιλιτέρ προβλημάτων. Ο συνδυασμός ηρεμιστικών χαπιών τα οποία προσφέρουν την προσδοκούμενη ντάγκλα και το κλασικό σνακ των ελληνικών δυνάμεων έχει ως αποτέλεσμα μια κατάσταση ζεν η οποία αντισταθμίζει τη δύσκολη, και καλά, ζωή των στρατιωτών μας.

Και καμπάνα να φάμε δεν πειράζει μάγκες, αρντάν και κρουασάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified