Further tags

Ζέλωμα αποκαλείται η πράξη του να βάζει κανείς ζελέ στα μαλλιά και το αποτέλεσμα αυτής. Πρόσφατη δημιουργία από το ζελέ και το παραγωγικό επίθεμα -ώμα.

Το ζελέ (άλλοι τύποι ο ζελές, η γέλη, το τζελ) προέρχεται από το γαλλικό gelée, geler (παγώνω, λατινικά gelare). Το -ωμα δηλώνει συνήθως την ενέργεια ή το αποτέλεσμα της ενέργειας ρημάτων σε -ώνω. Συνεπώς, ο αδόκιμός κρίκος / ρήμα θα ήταν -ζελώνω.

- Στέγνωμα και ζέλωμα!
(νεαρός κουρέας επί το έργον)

Βλ. και τζελαρισμένος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όχι, δεν αναφέρεται στο χαμόγελο της Colgate αλλά στην τρελή μόδα των γκουρού του γάμα σούφρα: την λεύκανση της κωλοτρυπίδας (εκ του αγγλικού anal bleaching).

Ως γνωστόν, οι σούφρες δυο κατευθύνσεων μοιραίως θα χάσουν την ροδαλή τους φρεσκάδα, αποκτώντας μια κωλοπετσωμένησκατουλί χροιά. Αναζητώντας ένα αειθαλώς άσπιλο λουκ, ορισμένες ψαγμένες πορνοστάρ των έϊτηζ πρω(κ)τοδοκίμασαν την λεύκανση με χλωρίνη και άλλες χημικές ουσίες. Στα νάϊντηζ πολλές τρέντι πρωκτικάντζες άρχισαν να το ασβεστώνουν το καλντερίμι, ενώ στα νότηζ η όλη φάση υιοθετήθηκε με ενθουσιασμό από τις πλατιές μάζες των εχόντων έφεση στο λάτιν.

Οι περισσότεροι μάθαμε για την λεύκανση από το έργο Brüno του ανύπαρκτου εχθρού της Ορθοδοξίας Sasha Baron Coen. Στην ψωρογιώργαινα, όλο και περισσότερα ινστιτούτα αισθητικής προσφέρουν τοιαύτες υπηρεσίες.

- Απαιτούνται συνεχή ξεκολιάσματα και για μεγάλο χρονικό διάστημα προκειμένου να γίνει μαύρος.
- …δεν καταλαβαίνω γιατί τέτοιος ρατσισμός;;; Τι σημασία έχει το χρώμα του δέρματος;
- Δεν είναι θέμα ρατσισμού, είναι θέμα αισθητικής. Όπως τα υγιή δόντια είναι άσπρα και κάνεις λεύκανση για να το πετύχεις, έτσι και η υγιής σούφρα είναι άσπρη (…) που με ένα blacklight διευκολύνει τις όπισθεν σεξουαλικές συνευρέσεις, ακόμα και σε ένα σκοτεινό τούνελ. Εγώ είμαι υπέρ, αν και προς το παρόν δεν έχω τέτοιο ζήτημα. Στα δόντια ούτως ή άλλως έχω μασέλα.
(από εδώ)

- Ας βοηθήσει κάποιος. Τι είναι η λεύκανση πρωκτού, σε τι βοηθάει, πως γίνεται, έχει κίνδυνο;
- μωρ' δεν γαμιέσαι ν' ασπρίσεις; [σ.ς.: παραθέτει ορισμό και λυνξ του σλανγκρρρ]. Μήπως έχει αυτό το νόημα η λεύκανση πρωκτού;
- Δε νομίζω. Έχει να κάνει με το σπέρμα που ενδεχομένως να λούζεται κανείς μετά τη σεξουαλική πράξη. Υ.Γ.: Μη το πιείτε, λουστείτε.
- Άσπρος κώλος ξέξασπρος κι' απο τη «λεύκανση» ξεξασπρότερος...
(διάλογος οπισθογεμών πατρινών, εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη, πλακώνω + πούτσα.

Ερωτική πράξη μεταξύ δύο ανδρών. Τα πρόσωπά τους είναι αντικριστά και οι ψωλές τους τρίβονται, είτε η μια με την άλλη, ή στο εφήβαιο και την κοιλιά ή στα μπούτια.

Μπορεί ο ένας να είναι ξαπλωμένος και ο άλλος μπρούμυτα από πάνω του (το συνηθέστερο) ή να είναι και οι δυο όρθιοι (οπότε, πλακοπούτσι στα όρθια).

Τηρουμένων των αναλογιών, είναι το πλησιέστερο στο στρέιτ ιεραποστολικό και στο λεσβιακό κατά κυριολεξίαν πλακομούνι. Μαζί με τον αμοιβαίο αυνανισμό, αποτελεί συχνά μια από τις πρώτες ομοφυλοφιλικές δραστηριότητες στις οποίες επιδίδονται δυο σχετικά άπειροι νέοι που θέλουν να εξερευνήσουν αν όντως έχουν έφεση στο λάτιν.

Το πλακοπούτσι μπορεί να είναι απλώς φάση της ερωτικής συνεύρεσης ή και να αποτελέσει την ολοκλήρωσή της. Σε αυτή τη δεύτερη περίπτωση, μιλάμε για εκσπερμάτωση απ' έξω, συχνάκις στα μπούτια, και το πλακοπούτσι καταλήγει σε μπαντανά. Ωσεκτουτού, πολλοί χρησιμοποιούν το πλακοπούτσι ως όρο συνώνυμο του μπαντανά.

Δείτε επίσης και πλακοκώλι, στα μπούτια τα γιαούρτια.

  1. - Πείτε μου Νανάκο, πώς σας φαίνεται ο μπαντανάς*;

[*δραστηριότητα κατά την οποία δύο άρρενες της αυτής σεξουαλικής ταμπέλας επιχειρούν μάταια να χαρίσουν απόλαυση ο ένας στον άλλον – ας πούμε πλακοπούτσι]

- Λοιπόν ακούστε. Καλό το μπαντανό αλλά πλήττω τόσο πολύ καμιά φορά που χρειάζεται να τηλεφωνήσω στη φίλη μου την Πωλινίτσα να μιλήσουμε για την αγάπη μας.

- Νομίζω έτσι τελειώσατε και τη διπλωματική σας άλλωστε. Λέτε πως είστε vers* , αλλά εγώ ξέρω ότι γουστάρετε να τον παίρνετε. Τι σας αρέσει περισσότερο;

[*ενεργοπαθητικός αρσενοκοίτης]

- Θίγετε ένα πολύ καίριο ζήτημα

- Το ξέρω

(από εδώ, αξίζει να διαβάσετε όλο το κείμενο).

  1. Και τέλος η αρχική μου ερώτηση: Ίσχύει ότι αν μια κοπέλα ζητούσε κάτι τέτοιο, θα λάβαινε το χαρακτηρισμό λεσβία ή έστω ότι έχει λεσβιακές τάσεις; Γιατί όχι; Γιατί ναι;

το παράδειγμα είναι ατυχές... το «πλακομουνι» όπως αναφέρεις, δεν μπορει να συγκριθεί με την χρηση του στραπ... το αντίστοιχο του «πλακομουνιου» θα ήταν το πλακοπούτσι ( νεα λέξη παρακαλώ να ενημερωθεί ο μπαμπινιώτης). Το στραπ ερεθιζει διαφορετικά σημεία του σώματος απο ότι το αντίστοιχο παράδειγμα που αναφέρεις... κ θα θυμίσω ότι η χρήση του σώματος μπορει να ειναι απολαυστικοτατη κ ηδονικότατη, όταν ξεφυγουμε απο τέτοιες λογικές... αυτο που ταυτοποιει οιονδήποτε ώς γκει ειναι ότι τα γενετησια ένστικτα του ενεργοποιούνται μόνο με ομόφυλους του κ όχι επειδή του χάιδεψαν το χέρι, το πόδι ή τον πρωκτό.

(Από εδώ, προς αποφυγήν εκπλήξεων είναι το forum του Greek BDSM community)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιδίωμα προερχόμενο εκ των δυτικών συνοικιών της Θεσσαλονίκης που δηλώνει ότι μου αρέσει πολύ κάτι, ότι βγάζω γούστα με κάτι, ή ότι την βρίσκω με κάτι. Το ρήμα που προκύπτει από αυτήν την λέξη είναι το σοτάρω (όχι τα λαχανικά). Η λέξη δεν έχει ουδεμία σχέση με το Σωματείο Οδηγών Ταξί Αττικής (ΣΟΤΑ).

  1. - Τι έγινε ρε χτες με την Τούλα; Περάσατε καλά;
    - Πω πω, σότα σε λέω δικέ μου, όλα τα λεφτά η γκόμενα.

  2. - Έχεις να κάνεις τίποτα το βράδυ;
    - Οχι, δεν κανόνισα τίποτα.
    - Ωραία, έλα σε μένα, να δούμε καμιά ταινία, να παραγγείλουμε και καμιά πίτσα να σοτάρουμε.

  3. - 'Οχι ρε συ, χτύπησα το χέρι μου.
    - Ωχχχ, σότα πούστη, υπάρχει Θεός.
    - Α έτσι, παλιόπουστα, ε; Θα σε φτιάξω καλά όταν θα χτυπήσεις εσύ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γένους ουδέτερου.

Άτομο με το οποίο, ενώ μοιράζεστε το ίδιο κεραμίδι για οικονομικούς λόγους αποκλειστικά (βλ. οικονομική Qρίση), σας χωρίζει ένας τοίχος κι ένα απέραντο διανοητικό και πολιτισμικό χάσμα.

Η στοιχειώδης επικοινωνία μεταξύ σας ανάγεται σ'αυτή που θα'χες μ' ένα κατοικίδιο. Η ειδοποιός διαφορά από τον απλό συγκάτοικο έγκειται στο γεγονός ότι τα συγκατοικίδια είναι άκακα, άδολα και αγνά, επιφορτιζόμενα τον κύριο όγκο των οικοκυρικών εργασιών. Η διαφορά από το απλό κατοικίδιο είναι πώς με τον σκύλο σου μπορείς να δεις μια ταινία μαζί, τον συμπαθούν οι φίλοι σου και δεν ντρέπεσαι να τον κυκλοφορήσεις έξω.

Τα συγκατοικίδια, κατά κοινή ομολογία, απαιτούν συνεχή επίβλεψη (π.χ. φεύγουν διακοπές αφήνοντας τ'ασπρόρουχα απλωμένα ή το αρκουδίσιον στο φουλ, ξεχνάνε τα κλειδιά τους, μπουκάρουν στο δωμάτιο σου τις πιο λάθος στιγμές, παίρνουν ροζ τηλέφωνα τα βράδια κουλουπού).

Στην αρχή σου είχε φανεί λύση ανάγκης να μείνετε μαζί. Στο τέλος καταλήγεις να σου λείπει και να το εκτιμάς που σε ανέχτηκε τόσον καιρό.

Πρόσφατη έγκυρη έρευνα καταδεικνύει ότι στους 3 συγκατοίκους που μένουν μαζί καιρό ο ένας είναι συγκατοικίδιο.

  1. - Πωώ ρε φίλος!! Τί μπουρδέλο γίνεται 'δω μέσα; (κουζίνα) - Τί να κάνω; Λείπει το συγκατοικίδιο αφού... Αν θες νερό, έχει και πλαστικά ποτήρια.

  2. - Θα 'ρθεις ν' αράξουμε για κάνα φόμπα; - Και το συγκατοικίδιο; Δεν θα'ναι σπίτι; - Εε, τέτοια θεούσα που είν' αυτή, έχει ανοσία στα λιβάνια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπαίνω στο κομπιούτερ μου, δηλαδή λογκάρω σε αυτό. Επίσης, συνδέομαι στο διαδίκτυο ή σε κάποια ιστιοσελίδα.

- Βράσταγκιρλ: Μην με ενοχλείς, μπαίνω στο κομπιούτερ.
- Βράσταμπόϋ [πανικόβλητος]: Αν μπεις στο κομπιούτερ, εγώ τι αδελφούλα θα έχω;
(πραγματική συνεννόηση κλαρίνο μεταξύ Βράστακιντς)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάποιος νοιώθει έντονη περιέργεια να γευθεί μια αποκλίνουσα για αυτόν σεξουαλική εμπειρία ή παραφιλία.

Ως νεολογισμός, αποδίδει τις αγγλικές εκφράσεις bi-curious, gay-curious, κ.α.

  1. - Τόσο οι straight όσο και οι gay μπορούν περαιτέρω να προσδιοριστούν ως «curious» και «non-curious» («περίεργοι» και «μη-περίεργοι», αντίστοιχα).
    (εδώ)

  2. (πριν από μερικά χρόνια)
    - Βαγγέλη μου, δεν σου κρύβω ότι είμαι περίεργος. Θέλω να δοκιμάσω τις λανθάνουσες ορμές μου.
    - Πρόσεχε Πέρι, γαμάω περίεργους!
    - Τι ωραία που τα λές!

  3. - (Το ποδοφραπέ είναι) value-for-money υπηρεσία φραπέ-με-το-πόδι που προσφέρουν τα κορίτσια ορισμένων στριπτιζάδικων σε ποδοφετιχιστές ή ποδοπερίεργους.
    (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υφίσταμαι μεγάλη δεινοπάθηση, ταλαιπωρούμαι πολύ, περνάω δια πυρός και σιδήρου, μου βγαίνει η πίστη, τα βλέπω όλα κωλυόμενα.

Μπορεί να αναφέρεται σε εργασιακές συνθήκες, στρατό, σχέση κ.ο.κ.

Αντώνυμα: είμαι στην πούδρα/αφρό, τη βγάζω σπα, περνάω ζάχαρη/ρέκλα/ρεκλαντάν/χαλαρουίτα, (καρα)χυμεύω.

- Ειδικευόμενοι που κάνουν χειρουργική ειδικά στις Μidwest Πολιτείες όπως ο alefantos και ο usmeds, και χέζουν αίμα για 4 και 5 χρόνια εν αντιθέσει με κάτι παπάρες που ψωλαρμενίζουν στα επαρχιακά Νοσοκομεία της Ελλάδας, αξίζουν περισσότερο ρισπέκτ, γκέγκε;
(από ιατρικό φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λαμόγιο που εκμεταλλεύεται την αδιαφανώς αποκτηθείσα θέση του για αθέμιτη κονόμα.

Οι οικονομισάριοι λειτουργούν κυρίως στο δημόσιο τομέα, και συγκεκριμένα σε νοσοκομεία, πολεοδομίες, εφορίες, δήμους, υπουργεία, ΙΚΑ, νομαρχίες, κ.α., και χρεώνουν προκαθορισμένο γρηγορόσημο για να διεκπεραιώσουν κάθε υποχρεώσή τους προς τον κερασφόρο πολίτη.

Στον ευρύτερο δημόσιο (γράφε: παρακρατικό) τομέα, οικονομισάριοι κουμπάροι διορίζονται με παχυλούς μισθούς ως σύμβουλοι ΔΕΚΟ. Προκειται για βιρτουόζους της σχολής Art Déko.

Μην ξεχνάμε όμως και τον (κρατικοδίαιτο) ιδιωτικό τομέα όπου διαπλεκόμενοι νταβατζήδες εργολήπτες (που είναι συνάμα καναλάρχες και μιντιάρχες) νέμονται κρατικά και κοινοτικά κονδύλια δια της μεθόδου του λιβανίσματος και του λαδώματος των ευκαιριακών τους πολιτικών συμμάχων.

Η εικοσιπενταετής τουλάστιχον παντοκρατορία των οικονομισάριων οδήγησε την Ελληνική οικονομία στην σημερινή της κατάσταση.

Λογοπαίγνιο εκ των κονόμα και κομισάριος.

Ασίστ: Γ. Τράγκας

- Δεν ξεφευγετε απο τις απατες περι παλαιων πατρων και περι το που στην ουσια αρχεισε η εξεγερση. Οχι ρε ασχετοι. Κανενας μεγαλοπαπαρδος αληταρας οικονομισαριος φιλος του πασα και του κοτσαμπαση δεν σεικωσε ποτε τιποτα παρεκτος απο τα πολλα γροσσα του και την φιλαυτια του.
(ανορθογραφιστής ιστορικός, εδώ)

- Πρόσεξες πόσοι ανεβοκατεβάζουν ανίκανο τον πρόεδρο εδώ μέσα; Αν δεν είναι αυτό αρρώστια, εγώ πραγματικά θα απέχω.
- Ανικανος δεν ειναι, μια χαρα τσιφουτης και οικονομισαριος ειναι, καθως επισης τουρίστας, μπιριμπακιας κτλ.
(αναφορά στον Πρόεδρα του ΟΣΦΠ, εδώ)

- Ανέπαφος ο ΚΟΜΙΣΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΣΑΡΙΟΣ. Έτσι κι’ αλλοιώς το δόγμα ΘΕΜΟΥ είναι το όνειρό μας…
(εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρκτικόλεξο της Σχολής Εφαρμοσμένων Μαθηματικών και Φυσικών Επιστημών του Ε.Μ.Π.

Περιπαικτικά παραφρασμένο εντός των ορίων του ασύλου της Πολυτεχνειούπολης Ζωγράφου και ως Σαφώς Έκανες Μαλακία, Φύγε Εγκαίρως.

Το 1998, ιδρύθηκε η εν λόγω σχολή, στα πλαίσια της πολιτικής (που ακολουθήθηκε στον χώρο της εθνικής παιδείας) να γεμίσει η χώρα σχολές και πτυχιούχους. Δεν είναι, βέβαια, μια ελληνική επινόηση. Στην δυτική Ευρώπη, ακόμα και στα ιδρύματα που ακολουθούσαν και ακολουθούν την «κλασσική» παιδεία (Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία), υπήρχαν οι ειδικότητες του Μαθηματικού ή Φυσικού Μηχανικού. Οι απόφοιτοι αυτών των σχολών ήταν συνήθως αναλογικά λιγότεροι, και τροφοδοτούσαν το επιστημονικό δυναμικό των πολυτεχνικών ιδρυμάτων ή στην σύγχρονη εποχή τα περιβόητα τμήματα Research & Development των μεγάλων πολυπλόκαμων βιομηχανικών τραστ.

Η ελληνική βερσιόν αυτής της ειδικότητας μηχανικού, όμως, αποτελεί μια πέρα για πέρα ελληνική επινόηση: το ΣΕΜΦΕ δημιουργήθηκε για ποικίλους λόγους που εξυπηρετούσαν κοινωνικοπολιτικά συμφέροντα της εποχής (σίγουρα δεν ήταν οι ανάγκες της ανύπαρκτης ελληνικής βιομηχανίας). Λόγω της προχειρότητας της ίδρυσής του όμως, καταδίκασε έναν σοβαρό αριθμό εισακτέων, που έβαλαν απλά ένα Χ στο κουτάκι του Προ-Πο-μηχανογραφικού, να σπαταλήσουν φαιά ουσία επί μίαν τουλάχιστον πενταετία, προκειμένου να μην χαρακτηρίζονται ούτε μηχανικοί, ούτε φυσικοί, ούτε μαθηματικοί, και συνεπώς να γίνουν οι πρώτοι προκαταβολικώς ανεπάγγελτοι πτυχιούχοι.

- Τι έγινε φίλος πήρες πτυχίο ή ακόμα;
- Τώρα παραδίδω μωρέ διπλωματική, τον άλλο μήνα.
- Και μετά; Στρατό;
- Ποιον στρατό ρε, εδώ ετοιμάζομαι ήδη για κατατακτήριες για τίποτα πολιτικούς ή τοπογράφους....
- Εεεεε;;;;
- Αγορίνα, δεν ξέρεις τι σημαίνει ΣΕΜΦΕ μου φαίνεται....
- Δηλαδή;;
- Σαφώς Έκανες Μαλακία, Φύγε Εγκαίρως... και, όπως καταλαβαίνεις, εγώ αυτό το «εγκαίρως» δεν το αντελήφθην εγκαίρως...

(από ΠΡΩΤΕΥΣ, 18/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified