Selected tags

Further tags

Όπως το επάγγελμα της στριπτίζούς θεωρείται υποτιμητικό, έτσι και προγραμματιστές οι οποίοι βασίζονται εκτενώς σε χρήση έτοιμων script θεωρούνται κατώτερης ικανότητας από τους συναδέλφους τους.

Ο Ιβάν είναι μεγάλη σκριπτιτζού, να'ναι καλά το google και τα forums του arch linux..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω ακούσει έναν γείτονα μου να λέει «φύγε από εδώ ρε αρχιδόσκυλο». Μάλλον είναι παρόμοιο με το κοπρόσκυλο.

- Φύγε από εδώ ρε αρχιδόσκυλο μην σε γαμήσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος ή κάτι που είναι πολύ τούμπανο, όπως πρησμένος σφίχτερμαν, γκόμενα με ωραίο σφριγηλό κορμί, και γενικά ό,τι τα σπάει.

  1. Η τεχνολογια καλπαζει τοσο πολυ που απλα μπορεις να περιμενεις ενα 6μηνακι μονο και παιρνεις ενα τουμπανειρο κινητο που κάνει καφέ. (Εδώ).

  2. ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ ΓΥΜΝΑΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ.ΓΙΑ ΓΕΡΑ ΤΟΥΜΠΑΝΕΙΡΟ ΠΑΙΔΙΑ!!!!!! (Από Facebook).

  3. Πιασοκωλικο ΚΑΡΓΑ, φαι τουμπανειρο μπορω να πω παντως(σε ποσοτητα) απλα δεν ειμαι φαν. (Εδώ).

Από το καρναβάλι του Ρίο Τουμπανέιρο. (από Khan, 02/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Eίναι ο έχων επιμελώς ατημέλητο ντύσιμο ή αμελώς ευπρεπή ενδυμασία.

- Μας το παίζει και πλούσιος με το αμάξι του αλλά όταν ανοίγει την πόρτα φαίνεται πόσο κυριλέτσος είναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιά για όσους δουλεύουν και αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών (ΔΠΥ). Το φαινόμενο γνωρίζει αυξανόμενη άνθιση σε ολοένα και περισσότερα επαγγέλματα την εποχή των τροϊκανών. Για ενδελεχή και εμπεριστατωμένη ανάλυση, βλ. τον ορισμό και τα σχόλια του λήμματος μπλοκάκι.

Αγγλιστί: new kid on the block.

Ασίστ: sarant και khan.

- Το περίεργο είναι που η λέξη “μπλοκάκιας” λείπει επίσης από το slang.gr, που είναι (εύλογα) πολύ πιο ενημερωμένο από τα μεγάλα έντυπα λεξικά. Για να είμαι όμως δίκαιος, το slang.gr έχει λήμμα “μπλοκάκι” και με εύστοχον ορισμό.
(sarant, Η αβάσταχτη ελευθερία του μπλοκάκια)

- Έχεις αμοιβή, δεν έχεις μισθό, διότι είσαι κι εσύ ένας μπλοκάκιας: τύποις ελεύθερος επαγγελματίας με υποχρεώσεις μισθωτού, αλλά χωρίς άδειες και δώρα, χωρίς επιδόματα πτυχίου ή οικογένειας, χωρίς δικαίωμα στην απεργία, χωρίς αποζημίωση όταν απολύεσαι και με εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές στον ΟΑΕΕ που ξεπερνούν το ήμισυ του μισθού σου και πληρώνονται ανεξαρτήτως του αν δουλεύεις ή όχι.
(εκεί)

- Ο Μπλοκάκιας, ο Μπιρμπίλης κι ο Μεχμέτ Αγάς ... (παραπέρα)

Το άσμα του μπλοκάκια (από Khan, 04/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τόπος που είναι κυριολεκτικά και μεταφορικά μπάτε σκύλοι αλέστε. Αναφέρεται στην χαρακτηριστική παρουσία αγελών αδέσποτων σκύλων σε πολλά ελληνικά δημόσια κτήρια, συνήθως σε Πανεπιστήμια και Νοσοκομεία.

Τους σκύλους ταΐζουν ή προστατεύουν διάφοροι ζωόφιλοι (άλλη μια παραφιλία), τζιβάτοι και άλλοι εξαρχειωμένοι τύποι.

  1. Σχεδόν κάθε ελληνική δημόσια πανεπιστημιούπολη, ο κήπος πολλών δημόσιων νοσοκομείων. Τέηκ γιορ πικ.

  2. (ένα χαϊκού)

Γαβ γαβ γαβ γαβ γαβ
Στην κυνόχρηστη Εστία χειμερινό συσσίτιο τζιβάτων ορκ
Γαβ γαβ γαβ γαβ γαβ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο που χαρακτηρίζεται από δύο εξαιρετικά αρνητικές ιδιότητες, όταν μία θα ήταν αρκετή για να μας γίνει αντιπαθές ή τρομακτικό.

Κάποιος που δεν θα θέλαμε να συναντήσουμε, ούτε φυσικά να σχετιστούμε μαζί του. Ενίοτε συνώνυμο του ορκ.

Από τις σειρές κόμικς, βίντεο γκέημς και ταινιών «Alien vs. Predator», όπου Predalien είναι το ανοσιούργημα που προκύπτει όταν το Alien παρασιτεί εντός κάποιου Predator. Τέρας εις το τετράγωνο.

- Και βρομά και πρεζόνι, σωστό πρεντάλιεν. Μπρρρ, Λουκία μου... μακρυά από μας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του μαλάκα, αλλά σαφώς πιο ήπιο και κόσμιο.

Η αντίστοιχη πράξη λέγεται «μαλευρία».

Πω πω, ρε μαλεύρα, πάλι ξέχασες να πάρεις γάλα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεολογισμός-portmanteau των λέξεων ισλαμοφασίστας και σταλίνας. Σταλίνας είναι ο σταλινικός, που μεταφορικά σημαίνει τον ζηλωτή, τον ακραίο. Ισλαμοφασίστας είναι ο ακραίος και υπερορθόδοξος μουσουλμάνος, ο ταλιμπάν. Επομένως ισλαμοσταλίνας είναι ο τέρμα φανατικός Μουσουλμάνος.

Το υπονοούμενο είναι πως η λέξη «φασίστας» έχει θετική σημασία και γι' αυτό δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε σχέση με τους (κακούς) Μουσουλμάνους, στους οποίους ταιριάζει μόνο ο χαρακτηρισμός σταλίνας που είναι επίσης εγγενώς κακός.

o όρος «ισλαμοφασίστας» είναι μια ανοησία που δεν σημαίνει τίποτα. Αν δεν σε καλύπτουν οι λέξεις «φανατικός ισλαμιστής» «θρησκόληπτο κτήνος» κλπ. και θέλεις να πρωτοτυπίσεις χρησιμοποίησε τον (επίσης αδόκιμο) όρο «ισλαμοσταλίνας».

(από δεξιό βλόγιον)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπάρχουν πολλές μεγάλες κατηγορίες ερεθισμάτων που σε κάνουν να θέλεις να φορέσεις το κράνος σου, να αδράξεις το εργαλείο σου, να καβαλήσεις το αντικείμενο του πόθου σου και να αρχίσεις να γαμάς και να δέρνεις κατά το δοκούν (για να παραφράσω τον επικό ορισμό του Cunning στο λήμμαν επικίλα).

Αναλογιστείτε πόσο μουνόγαλα ανέβλυσαν λυσσάρες πασοκομούνες στα ογδόνταζ ακούγοντας Carmina Burana, πόσοι στρατόκαυλοι μουσικώθηκαν κατά την βαγνερική επίθεση ελικοπτέρων στην Αποκάλυψη Τώρα, πόσα χρυσαύγουλα ύψωσαν τον αριστερό βραχίονα παρακολουθώντας Leni Riefenstahl σε γιουτουμπάκι, πόσα ΚΝΑΤ ένιωσαν ταξικό σκίρτημα ακούγοντας Ο Πέτρος ο Γιόχαν κι ο Φράνς σε φάμπρικα δούλευαν φτιάχνοντας τανκς καθώς περιφρουρούσαν την Αμερικανική πρεσβεία, πόσοι καφρομεταλλάδες σχημάτισαν κέρατα με τα δάχτυλά τους ακούγοντας Gorgoroth, πόσες κρυφές αυτοερεθίστηκαν πρωκτικά με το Go West των Pet Shop Boys, πόσοι κερατούκληδες στραγγάλισαν τη γκόμενά τους και την έκαναν για Βραζιλία με μια επική μουνάρα και μετά ξύπνησαν ή διαπίστωσαν ότι επρόκειτο για εγχειρισμένη (βλ. επικό φέηλ), κ.ο.κ.

Ασίστ: Τζίζας.

- I can't listen to that much Wagner. I start getting the urge to conquer Poland.
(Woody Allen)

- Έπικ μουσική ταινιών. Απολαύστε επικούρα! Τις έχετε ακούσει κυρίως από τραίηλερ ταινιών και έκανε το σώμα σας να ανατριχιάσει για λίγα δευτερόλεπτα.Avatar, 300, Lord of the Rings..Είναι μουσικές με επικό υπόβαθρο, με πολλές φωνές και πολλά μουσικά όργανα που σε συνδυασμό με μεγάλες σκηνές δράσης, δημιουργούνε αυτομάτως δέος.
(εδώ)

- Ε; Ε; Επικούρα; Όχι, γαρίδες πεταλώνουμε!
(εκεί)

- εγώ το προτιμώ ως επικούρα. έχει κ κάτι το επικούρειο:)
(Τζίζας, σχολιάζοντας το λήμμαν επικίλα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified