Selected tags

Further tags

  1. Βάζω κάτι στο ψυγείο.

  2. Βάζω κάποιον «στον πάγο», δηλ. προσωρινά τον αχρηστεύω.

Εντελώς τελείως φρέσκος νεολογισμός και, κττμγ, εξαιρετικά πρακτικός από γλωσσολογικής πλευράς.

  1. Πάρ' τα αυτά, ψυγείωσέ τα, και έλα μετά να με βοηθήσεις να μεταφέρουμε τα υπόλοιπα που είναι για την αποθήκη.

  2. Εφτιαξα τιραμισού... εγώ που ήξερα, είδα το λάθος του φιλαδέλφεια.
    Ψυγειώνω το μισού και ξενικώ το χοιρινό. Βάζω φούρνο, τσατάρω να μην κοιμηθώ όρθια και πιφ, πέρασε η ώρα, ξεραίνομαι που θάλεγε η Ζαμπετά.
    από εδώ

  3. Στην Ίντερ έχει Κρέσπο, Αντριάνο, Ιμπρα, Κρουζ και Σουάζο και έδιωξε τον έναν και ψυγείωσε τον άλλον για να παίζει με 1 επιθετικό επειδή έτσι ...
    (από εδώ -το ολοκληρωμένο κείμενο μπορεί να το δει όποιος γραφτεί στο φόρουμ, εγώ δεν)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολιτικό μπινελίκι κατά των Συριζαίων από υποστηρικτές της αμφιλεγόμενης «θεωρίας των δύο άκρων» που τσουβαλιάζει την άκρα Αριστερά και την άκρα Δεξιά ως ταυτόσημες εκφράσεις του ολοκληρωτισμού και της βίας, με διαφορετικό όμως πρόσημο.

Όπως πληροφορούμεθα από τον Χάνκοντα, παλαιότερα χρησιμοποιείτο το αριστεροχουντισμός στο πλαίσιο ενός παρόμοιου ντίσκουρς (βλ. μύδι με την πρώτη εκτέλεση του Σαββοπούλειου «Πολιτευτή»).

Για περισσότερες πολιτικές και κομματικές σπερματολογίες, βλ: αγκύλωση στο δεξί, αναρχοσταλίνα, ανθελληνάρας, αντίφας, απλός στρατιώτης, άπλυτος, αριστεράντζα, αριστεριάρης, αριστερίλα, αριστεριτζής, αριστεροειδές, αριστερός της δεξιάς τσέπης, αριστερόσκυλο, αριστερούλης, αριστερούργημα, αριστεροχαρούμενος, αρσενοκνίτης, αρχειομαρξιστές, αθεοαναρχοκουμμουνιστοσυμμορίται, αυγά, αυριανοτομπριστής, βενιζελόμουτρο, ελλημπάν, Ελληνάρας, εθνίκια, φασισταριό, φασιστόμουτρο, φίλοι αδολφικοί, αδολφάτο, φυτό, γερμανοτσολιάς, γκεμπελίσκος, γκρηνιάρης, γκρουπόσκυλο, γνωστός άγνωστος, ΘΑΣΟΚ, θολοφασίστας, θολοπατριώτης, θολοεθνίκι, θολοκουλτουριάρης, ισλαμοσταλίνας, καλύτερα παπάκι, παρά τον Μητσοτάκη!, Καμένοι Έλληνες, καταδικασμένος στην συνείδηση του λαού, κνάιτ, ΚΝΑΤ, κνιτόμπατσο(ς), κομματατζής, κομμούνι, κουκούλια, κουκουλοφλώρος, κουριάδα, κούτβηδες, λαϊφστάλιν, λικβινταριστές, λίτης, λουμπεναριό, μαντρόσκυλο, μαύρος, μικροαστούλης, μηκυό, μιμίκος, μΠΑτΣΟΚ, μπάχαλο, μπάχαλος, μπουκαλάκιας, ναζιάρης, ναζός, Νέα Δημοπρασία, νεοφιλελέρα, νεοφιλελές, ογδόντα οχτώ, οπορτούνα, πάντως αριστερός δεν είναι!, πλευρίτιδα, ραντεβού στα γουναράδικα, ΣφΥΡΙΖΑ, σκινάς, σκυλοβούλιο, σταλίνας, σταλινόμουτρο, σταλινοτσολιάς, συγγρού, συλλαλητήριος, ταγάρω, το πολύ το Κάπα Κάπα κάνει το παιδί μαλάκα, τσιπραλαβάνοι, τσολάκογλου, Τζέφρι, χουντάλας, χουντικό γυαλί, χουντόσκυλομ χρησοί αβγύ, χρυσά αυγά, χρυσαύγουλο, Ψεκασμένοι Έλληνες, ψηφοφθόροι, και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις

Αποποίηση ευθύνης: το λήμμαν αυτούνο δεν αναρτήθηκε με γνωματζήδικη διάθεση ούτε για να προκαλέσει. Δίνει σχεδόν 3.000γουγλοχτυπήματα και ωσεκτουτού θαρρώ πως είναι λεξικογραφικά καταχωρίσιμο.

1. «Συριζαυγίτες»: Τραμπούκοι με άλλοθι [...] αποφάσισαν να καταλάβουν τις Σχολές και να εμποδίσουν (για μια ακόμη φορά) την ψηφοφορία για πανεπιστημιακά συμβούλια [...] στέκονται μπρος στις εισόδους των χώρων εκλογής και θα πρέπει να βιαιοπραγήσουν, παραμερίζοντάς τους, εκείνοι που θέλουν να μπουν να ψηφίσουν! Ιδού, λοιπόν, μια κρίσιμη διαφορά των δύο «άκρων». Οι Χρυσαυγίτες σε δέρνουν κατευθείαν, ενώ στην ΕΑΑΚ ζητούν να τους δώσεις άλλοθι για να σε δείρουν.
(Πέτρος Μαρτινίδης, καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ)

2.
Όσον αφορά στη θεωρία της σύγκλισης των άκρων -την οποία μάλιστα συχνά φιλοξενεί στις στήλες της η Καθημερινή- και τους ευφάνταστους νεολογισμούς σας περί συριζαυγιτών (και ας ξεκαθαρίσουμε εδώ πως η ΕΑΑΚ δεν ασπάζεται τις διαχειριστικές λογικές που προβάλλει η αριστερά του Σύριζα, αλλά αποτελεί κομμάτι της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στα πανεπιστήμια), θ’ αναρωτιόταν κανείς μήπως το αφηρημένο φιλοσοφικό σχήμα της μη διαφοράς ανάμεσα σε δύο ακραίους πόλους είναι ο μόνος τρόπος να χάσουν την σημασία τους οι ξεκάθαρες διαφορές μεταξύ των αξιών που φέρουν, στην προκειμένη περίπτωση ο νεοφασισμός και η επαναστατική αριστερά.
(Απάντηση ΕΑΑΚ στον Πέτρο Μαρτινίδη)

3.
Το μέσο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι παλαβός συριζαυγίτης του φαιοκόκκινου μετώπου. Εγώ που σας τα λέω αυτά τώρα είμαι φιλελεύθερος, για να ξέρετε.

4.
Αν ήτανε αιγύπτιος, σήμερα ο Μ. θα οδηγούσε στρατιωτικό τάνκ, βάσει της λογικής «τι θέλει ο λαός; Τάνκς; Τρέχω να πάρω δίπλωμα οδήγησης…» Με άλλα λόγια: «Λογικής λαού πεσούσης, πας συριζαυγίτης ανδρεύεται!»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το γαροτσί όταν αυτό αποτελείται από αλβανικό χόρτο μαζί με σοκολάτα.

  1. Ας πιούμε πρώτα το τσοκό που είναι λίγο και μετά τον αλβανό.

  2. Ρε μαλάκες δε κάνουμε ένα Choco-albano να τελειώνουμε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από ένα έντονα φημολογούμενο έθιμο φιλοξενίας που είχαν οι Εσκιμώοι, παράξενο για την δυτική, χριστιανική νοοτροπία, το οποίο λέγεται ότι εξαφανίστηκε μεμιάς όταν οι ιεραπόστολοι εκχριστιάνισαν τους πληθυσμούς των Εσκιμώων: Εάν δεχτούν έναν ξένο σπίτι τους, η παράδοση των Ινουίτ επιβάλλει στον Εσκιμώο οικοδεσπότη να προσφέρει ο,τι διαθέτει το σπίτι του στην διάθεση του φιλοξενούμενου, συμπεριλαμβανομένης -εκτός του φαγητού, της θέρμανσης και ιατρικής (εάν είναι απαραίτητο) περίθαλψης- και της συζύγου του, προς τέρψιν του.

Ο Εσκιμώος λοιπόν είναι περιγραφή που προσδίδεται αυστηρώς και μόνο σε άντρα, και μόνο από τον άνδρα κολλητό του. Ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός λειτουργεί ως «παράσημο» για τον φορέα και τιμά ιδιαιτέρως, στα πλαίσια του ιδεώδους της ανδρικής φιλίας.

Από το προαναφερθέν έθιμο προέρχεται ο χαρακτηρισμός του φίλου Α, ο οποίος «προσφέρει» πρώην ή μέλλουσα κατάκτηση, είτε δηλώνοντας ρητά ότι δεν έχει πρόβλημα να της την πέσει ο φίλος Β είτε υποχωρώντας από το ταρτάν του κόρτε. Ειδικά αν ο «παραχωρών» είχε το πάνω χέρι στη κούρσα διεκδίκησης, αυτό προστίθεται στα υπέρ του. Φυσικά ο παραχωρών Α πρέπει να δρα καλή τη πίστη, αποκλειστικά στο όνομα της φιλίας του με τον Β, να μην υπάρχουν μηχανορραφίες και συμφέροντα και ο παραλήπτης της χάρης Β να μην εκβιάζει δολίως την απόφασή του άλλου, ώστε όλα αυτά να γίνονται γερά στεριωμένα στην ιδέα της ανδρικής φιλίας.

(Για νυν, ούτε λόγος. Ούτε για πρόσφατες πρώην, όπου το «πρόσφατες» προσδιορίζεται ad hoc.)

Μάκης: Ρε συ αυτή δεν είναι το Μαράκι, η πρώην του Τάκη; Γιατί πάει χεράκι-χεράκι με τον Λάκη;
Σάκης: Ο Τάκης και ο Λάκης τα συμφωνήσανε, ότι δεν παίζει θέμα μεταξύ τους και να κάνει ο,τι θέλει.
Μάκης: Πςςς! Τι Εσκιμώος αυτός ο Τάκης!

Φιλικά, πάντα. (από σφυρίζων, 31/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published

Το πασίγνωστο εξάρτημα / μανταλάκι / πιαστράκι που συναντούμε στις ταβέρνες και τα εστιατόρια, το οποίο συγκρατεί τις άκρες του τραπεζομάντηλου ώστε να μην το παίρνει ο αέρας (και το οποίο κανείς δεν ξέρει ακριβώς πώς ονομάζεται!!!).

Καθίσαμε να πιούμε ένα ουζάκι σε ένα μαγαζί στο λιμάνι, και είχε απίστευτο αέρα εκείνη τη μέρα! Μας σήκωσε 2-3 φορές το τραπεζομάντηλο και αναγκαστήκαμε να βάλουμε καμιά εικοσαριά μανταλακιστήρια γύρω από το τραπέζι για να πιούμε σαν άνθρωποι!

παρόμοιο απαραίτητο αξεσουάρ: ισορροπητήρι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο του πανηγυρικού γκέι. Προκύπτει από την εμφάνιση του ιδίου, η οποία είναι ασορτί με τη σημαία του (βλ. μήδι 1 στο παραπάνω λίνκι). Παρατηρείται ιδίως όταν πρόκειται για συμμετέχοντες σε σχετικές οργανωμένες εκδηλώσεις - φεστιβάλ.

- Που λες χτες, είπαμε να πάμε για καφέ στη πλατεία, όταν ξαφνικά ακούσαμε μουσικές και καραμούζες να πλησιάζουν...
- Και τι έγινε;
- Μας την πέσανε κάτι μπιλντέρια ριγωτοί, είχανε κανα φεστιβάλ μάλλον... οπότε είπαμε άκυρο και την κάναμε με ελαφρά...

les bandes blanches.. ceci n\'est pas ριγωτοί (από Jonas, 19/08/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έδεσμα ακριβώς αντίθετο από το κουτόχορτο. Όταν το τρως γίνεσαι αίφνης πονηρός και εξυπνάκιας. Με άλλα λόγια, ρωτάμε έναν συνομιλητή αν έχει φάει πονηρόπιτα σε περιπτώσεις που προσπαθεί να μας ξεγελάσει και νομίζει ότι δεν θα το καταλάβουμε, ή που το παίζει έξυπνος, εξυπνίδης, αλητίστας.

Μερικές φορές το τρώω πονηρόπιτα μπορεί να δηλώσει ότι πέφτω θύμα πονηριάς, αν και μάλλον κατά παραφθορά της αρχικής σημασίας της φράσης κττμγ, ενώ κερνάω πονηρόπιτα ότι προσπαθώ να πιάσω κάποιον κότσο.

  1. γεννηθήκατε έξυπνοι η φάγατε πονηρόπιτα; 2 μήνες στο πεύκο και 3 μήνες παραμεθώριο έκανα..και μαγκιά μου που είχα βύσμα και μπήκα σε γραφείο..εγώ τουλάχιστον πήγα..και δεν κόπηκα σαν γιωτόμπαλο όπως εσείς.. (Εδώ).

  2. πονηροπιτα φαγατε το πρωι ε;αντι να πειτε ενα μπραβο που ελληνες διαπρεπουν στο εξωτερικο το παιζετε γατακια.χαζεψατε απο τη φαπα και γινατε μαγκες στο ιντερνετ. (Εδώ).

  3. έλα αγορίνα, αλλού η πονηρόπιτα, σε αυτούς που σε πέρνει και την τρώνε. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ειδεχθής τύπος συνανθρώπων μας, ο οποίος από τον Δεκαπενταύγουστο περίπου και μετά, ενώ σκάει ο τζίτζικας, και ενώ τα πέριξ ζευγαράκια ατενίζουν χέρι με χέρι την αυγουστιάτικη πανσέληνο, αρχίζει και εύχεται «καλό χειμώνα!», στη λογική ότι το μεγαλύτερο μέρος των θερινών διακοπών έχει παρέλθει και αφού γεμίσαμε τις μπαταρίες οφείλουμε να ετοιμαζόμαστε για μια παραγωγική νέα εργασιακή χρονιά.

Ανεπιβεβαίωτες φήμες θέλουν τον τοιούτο καλοχειμωνάκια να παραδίδεται στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, από κοινού με τον σταλεγάκια, τον δεφταισεσυτζή, τον πλακακανωτζή κ.ά.

Αντίθετο του καλοχειμωνάκια σύμφωνα με τιτιβίσματα που υπέπεσαν στην αντίληψή μου, είναι ο ναμαγαπάκιας, που προσπαθεί να παρατείνει ακόμη λίγο την θερινή ραστώνη παίζοντας ναμαγαπάδικα στην κιθάρα.

  1. Θάνατος στους καλοχειμωνάκηδες! (Από έκκληση στο Φέισμπουκ).

  2. Αντισταθείτε στους ΚΑΛΟΧΕΙΜΩΝΑΚΗΔΕΣ που μας την πέφτουν μέσα Αυγούστου :)). (Από το Τουίτερ).

  3. Έχετε γαμηθεί οι «καλοχειμωνάκηδες» με τον καιρό λες κ' πέρσι τον Οκτώβρη κάναμε σκί η' παίζαμε χιονοπόλεμο ξέρω γω. (Εδώ).

(από Khan, 26/08/13)(από Khan, 14/09/14)

βλ. και καλό χειμώνα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υπερβολικά, πάρα πολύ.

Πωπω, πρέπει να κάνω την εργασία της Βιολογίας και βαριέμαι άθλια...

Got a better definition? Add it!

Published

Σχετικά νέας κοπής και καλούα μαγκίτικο, πλην αλλ' όμως πολυφορεμένο, τελικά, υποκοριστικό του «εύκολο», που σημαίνει τόσο πιο εύκολο που και ποιος δεν μπορεί να το κάνει...

Για τη νέα γλωσσολογία του πράγματος: η λέξη μου κάνει λίγο γκέι και πάντως θηλυκής εμπνεύσεως.

Απ' ό,τι είδα στον γούγλη, είναι για κάποιον λόγο πολύ προσφιλής λέξη στα σάιτ με συνταγές μαγειρικής.

  1. Χριστουγεννιάτικο ευκολάκι
    Χρόνια πολλά! Ξεμπέρδεψα αργά με τα μελομακάρονα (σλουρπ!) οπότε είπα να κάνω κάτι γρήγορο στο νύχι. Είναι εύκολο οπότε σας το παρουσιάζω χωρίς πολλά λόγια! Να περάσετε τέλεια ό,τι κι αν κάνετε. Φιλιά!

  2. Κέικ Φουντούκι ευκολάκι
    Φ Α Ν Τ Α Σ Τ Ι Κ Ο ! ! ! Αν δεν το φτιάξατε ακόμη τι περιμένετε;;;;

  3. ένα ευκολάκι για βράδυ, γιατί σας παίδεψα τελευταίως...
    «Τι τρέχει μα δε μπορεί να περπατήσει;»
    Προσοχή ... μέχρι τις 11:00 το βράδυ δε θα μπορώ να βοηθήσω. Παίξτε λίγο μόνοι σας και θα' ρθω γρήγορα.ΕΕΕΕΕΕ !!!

  4. ΚΟΥΪΖ - Ποιος πρώην βουλευτής στην Ήπειρο ετοιμάζεται για Περιφερειάρχης; Για σήμερα σας έχουμε ένα κουιζ που μοιάζει... ευκολάκι! Πρώην βουλευτής στην Ήπειρο, αυτο-προορίζει τον εαυτό του για υποψήφιο Περιφερειάρχη στην περιοχή και ξεκίνησε τον αγώνα του, διαλαλώντας την πρόθεσή του στα... χωριά!

  5. Ο «Μπάτμαν» ξεκαθάρισε πως στόχος της «γαλανόλευκης» είναι να τερματίσει όσο το δυνατόν πιο ψηλά, ενώ σε ό, τι αφορά τους «πράσινους», τόνισε πως από μικρός ήταν Παναθηναϊκός, οπότε η απόφαση να φορέσει ξανά τη φανέλα με το τριφύλλι ήταν... ευκολάκι.

  6. Μετά τα ευκολάκια και κάτι πιο περίπλοκο, καλά μην φανταστείτε. Δεν είναι και διάστημα. ... Σκέφτηκα να σας μιλήσω για το ... πως μπορείτε να φτιάξετε κορνέ μιας χρήσης από λαδάκολλα μόνοι σας στο σπίτι.

  7. Makis Kalogiras ran 5 kilometers in 23 mins. Ευκολάκι!!!

  8. και από μας εδώ (λήμμα κάνω κάποιον μάγκα):
    Εξυπηρετώ κάποιον φίλο / γνωστό σε κάτι που καίγεται και για μένα είναι ευκολάκι.

Got a better definition? Add it!

Published