Selected tags

Further tags

Κατά περίπτωση όποια ελεεινή συμπεριφορά μπορεί να έχει κάποιος (ανεξαρτήτως εθνικότητας), την οποία ο εκάστοτε ομιλών θεωρεί χαρακτηριστική του Έλληνα. Φορ εξάμπλ, ελληνιά μπορεί να θεωρηθεί από το να κορνάρεις σαν τραμπάκουλας χωρίς λόγο συνέχεια, μέχρι να είσαι πασόκος και να κάνεις πράγματα αντίστοιχα (ο μη γένοιτο). Ένας Έλληνας δεν κάνει απαραιτήτως ελληνιές, αλλά ένας που κάνει ελληνιές είναι πολύ πιθανόν να είναι Έλληνας.

Από το πρόταγκον τελεία τζιάρ (για αλίευση λημμάτωνε καλό είναι, αλλά μέχρι εκεί, μακριά κι αγαπημένοι).

«Ειλικρινά δεν έχω να σχολιάσω κάτι σε αυτό που μου έγραψε αυτός ο κάποιος, αλλά να σταθώ στην ουσία του. Αυτή, λοιπόν, η συμπεριφορά είναι η αποκαλούμενη από εμένα ως «ελληνιά». Είναι η στάση ζωής που δεν αφήνει κάποιον να δει ότι απέτυχε ή ότι δεν τα κατάφερε, αλλά μπορεί να κατηγορεί άλλους ως υπαίτιους, να θυμίζει αποτυχίες άλλων ή να θίγει και προσωπικά κάποιους, επικαλούμενος κάποιες δήθεν προτιμήσεις τους, ως ένα σκληρό δείγμα κοινωνικού ρατσισμού.»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κτίριο το οποίο για τον έναν ή τον άλλο λόγο (αλλά κυρίως για τον έναν) ξεχωρίζει ή μάλλον πετάγεται σαν πούτσα ανάμεσα σε άλλα κτίρια. Είναι το ακάλεστο κτίριο, το κτίριο που δεν το παίζουν οι φίλοι του. Το κτίριο που είναι ψηλό και άχαρο, ποτέ συμπαθές. Τραβάει τα βλέμματα μόνο για το ψέγος και όλοι αναρωτιούνται πώς φύτρωσε αυτή η παπαριά εκεί πέρα. Η πουτσιά είναι αυτοστιγμεί αναγνωρίσιμη και ο εμετός βέβαιος κι αναπόφευκτος, καθώς υπέρ άνω όλων το κάλλος.

-Πωπω, κοίτα τα σπιτάκια πόσο ωραία είναι, με τις σκεπούλες τους και τα παραθυράκια τους, με τις μικρές μικρές υδρορροές τους, με τα χρωματάκια τους τα λάγνα, με τις ξύλινες πορτούλες τους, μωρέ...
-Και γαμώ!
-Ώπα, ώπα.
-Τί ρε;
-Τί πουτσιά είναι αυτή εκεί, μες στη μέση;

(από σφυρίζων, 18/02/14)Torre Agbar, επονομαζόμενον και ως "η πούτσα της Μπαρτσελόνα", αρρωστούργημα του αρχιτέκτονα Jean Nouvel. (από Khan, 18/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που τα παίρνει όλα σβάρνα, τ'ς γαμάει τη μάνα.

Αυτό μπορεί να συμβαίνει είτε λόγω υψίστης κάβλας, είτε λόγω απύθμενης ηλιθιότητος. Σε κάθε περίπτωση ένας γαμοπέταλος θα ενθουσιάσει μικρούς και μεγάλους... Οι γαμοπέταλοι είναι σπάνιοι.

Οπ, οπ κάνε τ' αμάξι στην άκρη έρχεται ένας γαμοπέταλος από πίσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άντρας που κάνει αυτό που παλιά θεωρούσαν γυναικείες δουλειές του σπιτιού, μαγείρεμα, καθάρισμα, πλύσιμο, μπουγάδα, παιδιά-σκυλιά. Δεν είναι ο νοικοκύρης ή ο νοικοκυραίος, είναι ο καλός νοικοκυρός που είναι δούλος και κυρός, ο househusband. Πολλοί το έχουν για παρακμή, αλλά κάτι με την ισότητα κάτι με την ανεργία, διαδίδεται.

- Τι κάνει ο Γιάννης τώρα που τον απέλυσαν; Ψάχνει για καινούργια δουλίτσα στον ιδιωτικό τομέα;
- Όταν προλαβαίνει. Γιατί με δυο παιδιά και την Κατερίνα να χτυπάει δωδεκάωρα, έχει γίνει φουλ τάιμ νοικοκυρός. Πού λεφτά για μπεϊμπισίτερ.
- Καταραμένο Μνημόνιο!

Υπερήρωας! (από Khan, 19/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται και όταν περιγράφω κάποιον χωρίς να τον κατονομάζω αλλά τόσο λεπτομερώς ώστε όλοι να καταλαβαίνουν για ποιον πρόκειται αφού μόνο αυτός μπορεί να συνδυάζει όλες τις ιδιότητες που αναφέρω.

Συνήθως πρόκειται για αρνητική περιγραφή ή καταγγελία χωρίς να θέλω να πάρω πάνω μου το βάρος της. Αποτελεί συνήθη τακτική στην δημοσιογραφία, που μπορεί ένας δημοσιοκάφρος να θέλει με ανώνυμους υπαινιγμούς να σπιλώσει κάποιον, χωρίς να αναλάβει την ευθύνη των λεγομένων του. Επίσης, στα κοινωνικά μήντια με τα περίφημα αμένσιοτα, όπου βγάζουμε τον καημό μας χωρίς όμως να επωμιστούμε τις αρνητικές συνέπειες από την διάδοση του ποστ μας.

Στις δηλώσεις του φωτογράφισε γκέι συνυποψηφίους του χωρίς να τους κατονομάσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεροκάματο που είναι γάμα τα.

Λέξη μάλλον νέας κοπής που διαδίδεται προϊούσης της οικονομικής κρίσης, καθώς όσοι έχουν ακόμη δουλειά μοιράζονται την εμπειρία του να πρέπει να δουλεύουν για εξευτελιστικές αμοιβές και συνθήκες γενικότερα γάμησέ τα κι άφησέ τα.

Η έκφραση κυριολεκτεί στις περιπτώσεις εργατών-τριών του σεξ που έχουν ρίξει τις τιμές με αποτέλεσμα και το δικό τους μερογάματο (ή νυχτογάματο στις περιπτώσεις φραπενείων) να είναι κι αυτό κυριολεκτικά γάμησέ τα.

1. -Μου είπε ότι θα πληρώνομαι με 10 ευρώ την ημέρα. Μεροκάματο είναι αυτό ρε; -Όχι. Μερογάματο.

2. Για πολλοστή φορά, ΔΕΝ είναι κάθε περίπτωση ίδια. Σε 20κατίχρονο παιδί που «θέλει ν' ανεξαρτητοποιξθεί», ΔΕΝ θα τον προτρέψω να το κάνει. Είδικά αν συνειδητοποιήσω ότι απλά κουβαλάει τη μαλακία της ηλικίας πάνω του. Αντίθετα θα του πω κι εγώ πρώτα να ξεσκονίσει τα μαθηματικά του, και να υπολογίσει πόσο θα του βγαίνει τον μήνα η περιπέτεια. Μετά θα τον ρωτήσω αν αυτό που θέλει να κάνει σε τί βάθος χρόνου το βλέπει. Έπειτα θα του περιγράψω με τον πιο αποκαρδιωτικό τρόπο, τί εστί «μεροΓάματο». Και δόξα τω θεώ, υπάρχουν πολλές παράμετροί του (...μέχρι που θα προσπαθήσω να τον τρομοκρατήσω με αυτές). Για να βάλει ΚΑΙ αυτόν τον παράγοντα στην εξίσωση «γιούχου ελευθερία».

3. Otan anikse to RPG to kostos gia ta files eftane 50 000 evro. kala kanoun kai vgazoun lefta file alla to kefalio to evalan avti opote kanoun oti goustaroun. Makari kai esy na vgazeis merogamato giati einai i doulia sou avti tin stigmi. Omos min pezeis me to kozmaki pou se stirizi tosa xronia

Κυριολεκτικό μερογάματο περιγράφει κι ο Τάσος Μπουγάς και μάλιστα προ κρίσης (από Khan, 27/02/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Υπάρχουν τρεις μεγάλες κατηγορίες:

  • Σουργελώδης εκδοχή του μπλοκαρίσματος. Για τους ορεσίβιους και τους υστερικούς του μέλλοντος, όταν κάνω πλοκ ή πλοκάρω κάποιον, παύουμε να βλέπουμε τα αντίστοιχα προφίλ μας και διακόπτεται κάθε δυνατότητα επαφής μας στο φουμπού ή σε άλλο μέσο κενωνικής δικτύωσης.
  • Η μορφή πλοκάδα προϋπήρχε του φατσομπουκικού πλοκ και φοριέται κανονικά από γκίκουλες και φρίκουλες ως απόδοση του όρου block, με την έννοια: «οριοθετημένη ομάδα στοιχείων π.χ. δεδομένων, εντολών προγράμματος ή και διατάξεων ή οργάνων που αντιμετωπίζονται —για κάποιο σκοπό— ως μία οντότητα» (βλ. εδώ).

Πέον να σημειωθεί ότι βάσει πορτοκαλίζουσας αποσυμπίλησης, η πλοκάδα ευθυμολογείται εκ της αρχαιοελληνικής λέξης πλοκάς (γεν. πλοκάδος, παράγωγο του ρήματος πλέκω) που σήμαινε «πλεξούδα μαλλιών» (βλ. εδώ).
* Πλοκ (προφέρεται: πππλοκκκ), τέλος, αποκαλείται και το μπλογκ εις την μαρτυριάρικην μεγαλόνησον.

Μπλοκάρω

1. Γαμώτο, τι βίτσιο κι αυτό να θέλω να βλέπω όλοι τι γράφετε, όχι μόνο δεν κάνω πλοκ με αυτά που διαβάζω, αλλά ούτε ανφόλο.

2. Κούκλα κανεμε αδδ ειμαι πλοκ

3. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του dim/art, οι δύο πολιτικοί άνδρες ήταν φίλοι στο facebook, ο δήμαρχος του Λονδίνου όμως έκανε πλοκ τον Έλληνα βουλευτή, επειδή εκείνος κοιτούσε τις φωτό του και δεν έκανε ποτέ λάικ.

Πλοκάδα

1. Η εντολή if χρησιμοποιείται για να ελεγχθεί μια συνθήκη και εάν (if) η συνθήκη αυτή είναι αληθής, τότε εκτελείται ένα σύνολο ή πλοκάδα εντολών (που ονομάζεται if-block), διαφορετικά (else) γίνεται επεξεργασία ενός άλλου συνόλου εντολών (που ονομάζεται else-block). Η χρήση του όρου else είναι προαιρετική.

2. Στο ΓΕΣΥ παρουσιάστηκε και πολυσέλιδο έγγραφο στο οποίο περιλαμβάνονταν όλοι οι όροι τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής (δηλαδή όροι που περιέχονται στις βάσεις όρων TELETERM και INFORTERM) που περιλαμβάνουν την πλοκάδα και συγγενικές λέξεις που προκύπτουν με παραγωγή ή σύνθεση από αυτήν. Όλοι οι όροι αυτοί είναι 377 και προέρχονται από 125 πηγές – πρότυπα και άλλα τυποποιητικά έγγραφα. Στους όρους αυτούς εκτός από την πλοκάδα περιλαμβάνονται ως συνθετικά και οι ακόλουθες συγγενικές λέξεις: πλοκάδα, μακροπλοκάδα, κυτταροπλοκάδα, ραδιοπλοκάδα, υποπλοκάδα, πλοκαδοεφαρμογή, πλοκαδοσχηματομορφή, πλοκαδικός, πολυπλοκαδικός, διαπλοκαδικός, πλοκαδοποίηση, πλοκαδοποιημένος, πλοκαδοπαγής, πλοκαδοτροπικός.

Μπλογκάρω

1. Η αλήθκεια το bacon είναι religion haha [άστε το, insiders joke...τζαι είμαι σίουρη κάποιος που δαμέ όλον τζαι θα δκιαβάζει το πλοκ] .

2. σχολιάσαμε το πολύ όμορφο κείμενο του φίλου και συναθλητή Μιχάληπου φιλοξένησε στο πλοκ του ο Χρίστος.

3. εν φκαίνει σε άλλα χρώματα. Μαύρον όπως την καρκιάν μου, όπως το πλοκ μου τζιαι όπως το τρίχωμαν μου :) Για την τιμή σκέφτου ότι εν είμαι καμιά εταιρεία που θα τυπώσει shιλιάες τζιαι θα πιάσει τιμές καλές :)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιδίδομαι σε σποϊλεριές, δηλαδή αποκαλύπτω κρίσιμα σημεία της πλοκής ενός έργου με αποτέλεσμα να την χαλάω (to spoil it) αφάνταστα σε όποιον δεν το έχει παρακολουθήσει ή διαβάσει. Κίνητρα; η αφέλεια, η ασυνειδησία ή απλά η τρολιά.

Εκ της αμερικλανιάς spoiler και του γαμοσλανγκοτέτοιου -ιάζω (κατά τα κασιδιάζω, λεβελιάζω, χιτλεριάζω, κ.ταλ.)

Ασίστ: Hank, johnblack.

1.
μα θες να μαθεις τι γινεται παρακατω και δεν θες να δωσεις λεφτα για να αγορασεις τα βιβλια,σου σποιλεριαζω τη 4η σεζον με π.μ.

3.
ΕΦΗ μου,στο τέλος του 3ου κύκλου (και ελπίζω να μην σε σποϊλεριάζω άσχημα Mr. Green) άλλοι παραιτήθηκαν, άλλοι απολύθηκαν, και τελικά ο δόκτωρ έχασε και τα 3 μέλη της ομάδας του...

4.
Τεσπά μη σας το σποϊλεριάζω άλλο, δείτε το όπως και δήποτε :-)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτό το απαίσιο κίτρινο χρώμα που έχουν τα ταξί, το οποίο σε κάθε άλλη περίπτωση πρέπει να το αποφεύγουμε ή όταν το βλέπουμε να το κράζουμε.

  1. Καλά το σκεφτήκατε πολλή ώρα πριν να βάψετε τον τοίχο της κρεβατοκάμαρας ταριφί;

  2. - Ο μαλάκας είχε φέρει από το εξωτερικό ένα αυτοκίνητο ταριφί κι ο κόσμος του κούναγε το χέρι να τον πάρει κούρσα.
    - Κανά γκομενάκι έβγαζε τουλάχιστον;

(από Καλαπόδας, 09/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ακραία γουτσιστική προσφώνηση ή χαρακτηρισμός για το έτερον ήμισυ ή για κάποιο τρυφερό ερωτευμένο καψουράκι, ευαίσθητο και επισφαλές. Η έκφραση έχει διαδοθεί από το ομώνυμο άζμα της Άννας Βίσση αλλά έχει και ένα αγιοβαλεντίνικο ζενεσεκουά σε καψούρικα συμφραζόμενα.

Πάσα (Δ.Π.): Metrononos.

1. Ερωτευμενάκι με τραύματα ανοιχτά. Κι εκεί που μανιωδώς περιμένεις το μήνυμα του χωρισμού, έρχεται ένα μήνυμα αλλιώτικο, λες και δεν είχες στείλει τίποτα εσύ, σαν να είχαν ξεχαστεί όλα, σαν να μην ειπώθηκαν ποτέ. Χαίρεσαι. Δεν είσαι βλάκας, απλά είναι η “καψούρα” σου, το ερωτευμενάκι σου, εκείνο το παιχνιδάκι που βρήκες μια νύχτα και το έκανες δικό σου. Ξεκινάτε πάλι απ' την αρχή. Το ξέρεις ότι πάλι με τις ίδιες βάσεις θα συνεχίσετε, αλλά ορκίστηκες σ' έναν συμβιβασμό. Πονάς, αλλά δε ξέρεις που θα καταλήξει όλο αυτό. Ή θα βρεθείς εξαντλημένος ή στην αγκαλιά που πιο πολύ δεν πόθησες ποτέ σου. Εξάλλου τώρα θα πέσεις κάτω και τώρα θα βρεις τη δύναμη να ξανασηκωθείς.

2. ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΑΚΙ ΜΟΥ. Σ'ΑΓΑΠΩ ΜΩΡΟ ΜΟΥ ΧΡΟΝΙΑ ΜΑΣ ΠΟΛΛΑ ΠΑΝΤΑ ΜΑΖΙ ΠΑΝΤΑ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΙ Σ΄ΑΓΑΠΩ Σ'ΑΓΑΠΩΩΩΩΩ!!!!!

3. ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΑΚΙ. Κάθε χρόνο που έρχεται η ημέρα του Αγ.Βαλεντίνου ή «η γιορτή των ερωτευμένων»,τα ίδια. Δεν έχω παράπονο, βέβαια. Δε με πολυαπασχόλησε ποτέ,για να είμαι ειλικρινής.Αυτό που με ενοχλεί σε αυτές τις γιορτές είναι όσοι τις κοροιδεύουν αλλά κατά βάθος πολύ θα ήθελαν να τις γιορτάζουν. Οπότε,θα έλεγα «μεγάλη μπουκιά φάε...».

(από Khan, 09/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published